Ἡ Παναγία μας
Ἀρχιμ. Σωφρόνιου Γ. Μιχαηλίδη
Κάθε
Αὔγουστος οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανικοί ἑορτάζουμε τό «Πάσχα». Δέν ὑπάρχει
πόλη ἤ χωριό πού νά μήν ἔχει μία ἐκκλησία ἤ, ἔστω, ἕνα ξωκλήσι
ἀφιερωμένο στή Μητέρα τοῦ Κυρίου μας. Ὁ Ὀρθόδοξος λαός μας, μέ τό
ἀλάνθαστο κριτήριό του, ὑπερύψωσε στή συνείδησή του τήν Παναγία μας καί
τῆς ἔστησε θρόνο βασιλικό μέσα στήν καρδιά του. Κι εἶναι χαρακτηριστικό
ὅτι δέν ὑπάρχει ὀρθόδοξη οἰκογένεια, ὀρθόδοξο σπίτι πού νά μήν ἔχει μέσα
εἰκόνισμα τῆς Θεοτόκου.
Πραγματικά
εἶναι μεγάλη ἡ ἀγάπη τῶν Ὀρθοδόξων γιά τήν Παναγία μας: Αὐτή εἶναι
«ἐλπίς τῶν ἀπηλπισμένων», «πρεσβεία θερμή», «τεῖχος ἀπροσμάχητον»,
«ἐλέους πηγή», τοῦ «κόσμου καταφύγιον», «ἀδικουμένων προστάτης», τῶν
«θλιβομένων ἡ χαρά», καί τόσα ἄλλα πού ἡ εὐσέβεια τοῦ λαοῦ μας τῆς
προσδίδει. Κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί τήν ὑμνεῖ ὡς «Ὑπερευλογημένην», ὡς
«Παναμώμητον», ὡς «Πανάχραντον», ὡς «Ἀμόλυντον», ὡς «Ἀειμακάριστον», ὡς
«ἡγιασμένον Ναόν», ὡς «Παράδεισον λογικόν», ὡς «Ρόδον τό ἀμάραντον», ὡς
«Βασιλέως καθέδραν», ὡς «Σιών ἁγίαν», ὡς «Θεοῦ κατοικητήριον», ὡς «Κλίμακα οὐράνιον», καί τόσα ἄλλα.
Ποιός
ἀπό ἐμᾶς στόν πόνο του δέν κατέφυγε στήν Παναγία! Ποιός στή θλίψη του
δέν ζήτησε τή βοήθειά Της! Ποιός μπροστά στόν κίνδυνο δέν τήν
ἐπικαλέσθηκε! Ποιά μάνα δέν γονάτισε μπροστά στό εἰκόνισμά της
παρακαλώντας γιά τά παιδιά της! Γιά μᾶς τούς Ἕλληνες Ὀρθόδοξους ἡ
Παναγία ἀποτελεῖ, μετά τόν Τριαδικό Θεό, τό ἁγιότερο, τό σεβαστότερο, τό
θαυμαστότερο, τό πιό ἀγαπημένο πρόσωπο, τήν οὐράνια Μητέρα μας: Αὐτήν
πού μαζί μέ τόν Υἱόν Της κυβερνᾶ τή ζωή Τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν πιστῶν.
Κι
ὅλος αὐτός ὁ σεβασμός, ὅλη αὐτή ἡ τιμή δέν εἶναι τυχαία ἀλλά συνειδητή.
Γιατί σ’ Αὐτήν καί στόν Θεάνθρωπο Υἱό της ὀφείλουμε τή σωτηρία μας,
δηλαδή τό πᾶν. Ὅπως ὁ Χριστός ὀνομάζεται «νέος Ἀδάμ», ἔτσι καί ἡ Παναγία
ὀνομάζεται «νέα Εὔα». Ὅπως ὁ Χριστός ἔρχεται γιά νά ἀποκαταστήσει ὅ,τι
κατέστρεψε ὁ πρῶτος Ἀδάμ, ἔτσι καί ἡ Θεοτόκος, ἐπανορθώνει ὅ,τι γκρέμισε
ἡ πρώτη Εὔα. Μέ τήν ὑπακοή Της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔδωσε ἀνθρώπινη φύση
στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, κι ἔτσι βοήθησε ὅσο κανένα ἄλλο ἀνθρώπινο πρόσωπο
στή σωτηρία μας. Ἡ πρώτη Εὔα ἔφερε τό θάνατο στή ζωή μας· ἡ δευτέρα Εὔα,
ἡ Παναγία μας, ἔφερε τήν αἰώνια ζωή.
Μέ
τό ἀνθρώπινο σῶμα πού τοῦ ἔδωσε ἡ Παναγία μας, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού
εἶναι Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ἕνωσε στόν ἑαυτό Του τό Θεό καί
τόν ἄνθρωπο, ὄντας τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Κι ἀφοῦ ἀνέλαβε
πάνω του τό βαρύ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου τοῦ κόσμου, Αὐτός πού ἦταν
ἀναμάρτητος, τίς ἀνέβασε πάνω στό σταυρό καί τίς ἔσβησε μέ τό αἷμα Του.
Καί μέ τό θάνατό Του, τόν ὁποῖο δέχθηκε θεληματικά γιά χάρη μας, νίκησε
τό θάνατο καί ἀνεστήθη, δίνοντας τώρα καί σέ μᾶς τή δύναμη τῆς ἀνάστασης
πού θά πραγματοποιηθεῖ γιά μᾶς κατά τή Δευτέρα Παρουσία.
Μ’
αὐτό τόν τρόπο ὁ Χριστός, ὡς ἀντιπρόσωπός μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νικᾶ
γιά λογαριασμό μας τό θάνατο, τό Σατανά, τή φθορά, τήν ἁμαρτία, καί μᾶς
ἐπαναφέρει στήν κανονική μας πορεία, στήν πορεία πού ὁδηγεῖ στή Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἀκρίβεια, μᾶς βάζει ἀπό τώρα μέσα στή Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία τῆς ὁποίας ἐμεῖς εἴμαστε μέλη, εἶναι ἡ προέκταση
τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν στή γῆ.
Ἔτσι, μέ τή βάπτισή μας γινόμαστε ἀπό τώρα πολίτες τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει ἄραγε πιό μεγάλος προορισμός ἀπό αὐτόν;
Στό
μεγάλο αὐτό ἔργον τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Παναγία ἔπαιξε – ὅπως
ἐλέχθη πιό πάνω – καίριο ρόλο. Χωρίς τή δική της συνδρομή τίποτε δέν θά
μποροῦσε νά γίνει. Χωρίς τήν πρόθυμη ὑπακοή πού ἔδειξε στό θέλημα τοῦ
Θεοῦ, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν θά μποροῦσε νά γίνει ἄνθρωπος, νά σταυρωθεῖ
γιά μᾶς, νά πεθάνει γιά μᾶς, νά ἀναστηθεῖ γιά νά ἐξαλείψει τίς ἁμαρτίες
μας μέ τό αἷμα Του.