Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

ΟΥΔΕΙΣ ΜΕ ΑΓΑΠΑΕΙ ΩΣ Ο ΠΑΤΗΡ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ.

        ΟΥΔΕΙΣ ΜΕ ΑΓΑΠΑΕΙ ΩΣ Ο ΠΑΤΗΡ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ.
 
Σε αυτό το διάστημα ο π.Ιερώνυμος με δικές του ενέργειες και προσπάθειες,είχε βοηθήσει την Γερόντισσα Ευπραξία να φτιάξει ένα μικρό Ησυχαστήριο βορειοανατολικά και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από το νοσοκομείο της Αίγινας.Η Γερόντισσα είχε μείνει πολύ καιρό φιλοξενούμενη σε σπίτια γνωστών του,έως ότου βρει κάποιο μοναστήρι για να μονάσει.Αυτό την εμπόδιζε να εκτελεί τον μοναχικό κανόνα της και την προσευχή.Κι ο πάντα φιλόστοργος π.Ιερώνυμος,που όλα τα σκεφτόταν και για όλα νοιαζόταν,της βρήκε αυτό το ησυχαστικό μέρος και φρόντισε να χτιστούν αρχικά δυο κελλάκια και αργότερα ένα εκκλησάκι, αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου,προς την οποία ο π.Ιερώνυμος είχε πολύ μεγάλη ευλάβεια και αγάπη.Εκεί,έξω από το εκκλησάκι και δίπλα στα κελλιά είχε εγκαταστήσει κι ένα μικρό πάγκο με διάφορα εργαλεία και το χρησιμοποιούσε σαν εργαστήρι.

Πολλές μέρες,όταν του έμενε λίγος χρόνος από την πνευματική του διακονία,πήγαινε στο Ησυχαστήριο για να δει την Γερόντισσα Ευπραξία και να την καθοδηγήσει.Στην συνέχεια καταγινόταν στο εργαστήρι με διάφορες δουλειές.Έφτιαχνε ρολόγια εκκρεμή,αναπτήρες κι άλλα αντικείμενα,τα οποία χάριζε σε μοναστήρια και σε γνωστούς του.Πάντα είχε κάτι να κάνει.Κι όπως στα πνευματικά,έτσι και στα υλικά όλα τα έκανε τέλεια.Κάποτε η Γερόντισσα Ευπραξία,αφού είδε,πως ο π.Ιερώνυμος είχε αλλάξει γνώμη και δεν ήθελε να φτιάξει μοναστήρι,αποφάσισε να πάει στην Δράμα,στους συγγενείς της,και στην συνέχεια να βρει κάποιο μοναστήρι για να μονάσει.Είχε ξεκινήσει από την νεανική της ηλικία στο μοναστήρι της Θεοσκέπαστης στον Πόντο.Εκεί μόναζαν πολλές μοναχές,και τώρα λαχταρούσε να βρεθεί πάλι σε μοναστηριακό περιβάλλον,να ζει κοντά σε μοναχές.Η κατά μόνας ζωή,την είχε κουράσει.Εξολομογήθηκε όλους τους πόθους και τα όνειρα,που έτρεφε από μικρή στον Γέροντα.Του αποκάλυψε και την σκέψη της να πάει στους δικούς της στην Δράμα,με απώτερο σκοπό να βρει κάποιο μοναστήρι εκεί κοντά για να μονάσει.Εκείνος την άκουσε χωρίς να μιλήσει και της ευχήθηκε να την βοηθήσει ο Θεός να εκπληρωθεί η επιθυμία της.Αφού πήρε την ευλογία του Γέροντα,ξεκίνησε από την Αίγινα για τον Πειραιά και από εκεί με πλοίο για την Θεσσαλονίκη,για να συνεχίσει μετά το ταξίδι της στην Δράμα.Στο πολύωρο ταξίδι της από Πειραιά για Θεσσαλονίκη,μέσα στο πλοίο αισθανόταν την ψυχή της πολύ βαριά.Είχε ταλαιπωρηθεί πολύ στην ζωή της.Οδοιπορίες,διωγμοί,απελάσεις,ξενιτιά,φτώχεια,την είχαν κουράσει.Και τώρα βάδιζε πάλι προς το άγνωστο με αβέβαιο τον προορισμό της.Ακόμα βασανιζόταν,επειδή κοντά στον Γέροντα Ιερώνυμο είχε βρει ανάπαυση η ψυχή της.Τον ένιωθε στοργικό,πνευματικό πατέρα και προστάτη της και τώρα που έφευγε,άρχισε να αισθάνεται έντονα την έλλειψή του.Οι λογισμοί μέσα της πάλευαν άγρια.Από την μια ήθελε να είναι κοντά στον πνευματικό της πατέρα,αυτόν τον εμπνευσμένο και φωτισμένο οδηγό.Από την άλλη,την μαστίγωνε η επιθυμία να βρεθεί σε μοναστικό περίβολο,να ζει ανάμεσα σε μοναχές και να παρακολουθεί τις Ιερές Ακολουθίες μαζί τους.Τί έπρεπε να κάνει;Εκεί σε μια στιγμή στο κατάστρωμα του πλοίου έσκυψε το κεφάλι της στα γόνατά της και αναλύθηκε σε δάκρυα.Προσευχόταν έντονα και παρακαλούσε τον Θεό και την Παναγία,να την φωτίσουν,τί να κάνει.Να συνεχίσει το ταξίδι της ή να γυρίσει στην Αίγινα;Πέρασαν πολλές ώρες έτσι,με προσευχή και με δάκρυα.Σε κάποια στιγμή αποκαμωμένη από την ένταση και την προσευχή,σε κατάσταση,που και η ίσια δεν μπορούσε να αντιληφθεί αν ήταν ξύπνια ή σε έκσταση,είδε,πως βρέθηκε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας της Γοργοεπηκόου και την παρακαλούσε να την βοηθήσει σ΄αυτήν την δύσκολη στιγμή.Και ξαφνικά ακούει να βγαίνει από την εικόνα μια φωνή:''Ουδείς άνθρωπος επί της γης με αγαπάει,ως ο π.Ιερώνυμος''.Πετάχτηκε όρθια,ενώ στ΄αυτιά της αντηχούσαν ακόμα τα λόγια,που άκουσε.Η ψυχή της είχε ηρεμήσει,όλοι οι λογισμοί της είχαν εξαφανισθεί.Μια βαθειά γαλήνη απλώθηκε μέσα της.Όλη η άγριαθάλασσα των λογισμών,που είχε πριν από λίγο είχε κυριεύσει την ψυχή της,είχε τώρα γαληνέψει.Σαν να πήρε την απάντηση,που με τόση αγωνία λαχταρούσε.Έσκυψε πάλι,έβαλε το κεφάλι στα γόνατά της και αναλύθηκε ξανά σε δάκρυα.Δάκρυα χαράς όμως!Πόση ανακούφιση της πρόσφεραν τώρα αυτά τα δάκρυα.Πέρασαν πάλι μερικές ώρες έτσι,στην ίδια στάση,με μια προσευχή δοξολογίας και ευχαριστίας.Και,όταν έφτασε στην Θεσσαλονίκη πήρε το επόμενο πλοίο για Πειραιά.Όταν έφτασε στην Αθήνα,βρήκε τον π.Ιερώνυμο στο εργαστήρι του ν΄ασχολείται με διάφορες επισκευές.Διακριτική και η ίδια δεν θέλησε να του αποκαλύψει το όραμά της για να μην τον βλάψει ψυχικά.Φοβόταν μήπως τον ενοχλήσει ο δαίμονας του εγωισμού.Τον πλησίασε όμως κι όπως ήταν σκυμένος πάνω στον πάγκο του είπε:-Αλήθεια Γέροντα,την αγαπάς πολύ την Παναγία μας;Εκείνος δεν απάντησε,χαμογέλασε μόνο αινιγματικά και με νόημα.Προφανώς τα γνώριζε όλα,αλλά,όπως πάντα δεν ήθελε να μιλήσει για τον εαυτό του.''Κάποτε διηγείται η Γερόντισσα Ευπραξία,θα ταξίδευα για την Δράμα.Πήγαινα να δω τους δικούς μου.Έπρεπε να μείνω ένα βράδυ στην Αθήνα κι ο Γέροντας μου είπε:-Να πας στην τάδε εκκλησία για να κοινωνήσεις και μετά να ταξιδέψεις.-Γέροντα,να πάω σ΄αυτό το μοναστήρι,που οι μοναχές είναι γνωστές μου;-Όχι,στην εκκλησία,που σου είπα να πας.Έφυγα,με την απόφαση να κάνω αυτό που μου είπε ο Γέροντας.Όταν,όμως έφτασα στον Πειραιά σκέφτηκα:''Δεν πάω καλύτερα στο μοναστήρι,που θα είναι πιο ήσυχα και οι ακολουθίες διαβάζονται πιο προσεχτικά'';Και χωρίς να περάσει από τον νου μου,πως αυτό που έκανα ήταν παρακοή,πήγα στο Μοναστήρι.Τα πράγματα όμως δεν εξελίχτηκαν,όσο καλά τα περίμενα.Οι μοναχές ήταν πολύ απασχολημένες και δεν μου έδωσαν καθόλου σημασία.

Πέρασα όλη την ημέρα με ένα καφέ.Το απόγευμα ήρθε μια οικογένεια,που η κόρη τους είχε φύγει για μοναχή και φώναζαν.Αναστάτωσαν τον κόσμο.Κι επειδή υποψιάστηκαν,ότι είχε πάει σε αυτό το μοναστήρι,μάζεψαν όλες τις μοναχές και τις πήγαν στην αστυνομία για ανάκριση.Φοβήθηκα κι έφυγα.Σκέφθηκα να πάω σε μια γνωστή μου,που μένει στον Κορυδαλλό,αλλά δυστηχώς δεν την βρήκα εκεί.Στεναχωρήθηκα πολύ,δεν ήξερα,τι να κάνω;Τελικά με είδε κάποια γυναίκα Πόντια,με λυπήθηκε έτσι αναστατωμένη που ήμουν και με κάλεσε στο σπίτι της.''Έφαγες''; με ρώτησε.Εγώ από την ταραχή και την ντροπή μου απάντησα ''ναι''.Έτσι έπεσα να κοιμηθώ νηστική.Τότε κατάλαβα,πως,όλα,όσα έπαθα ήταν αποτέλεσμα της παρακοής μου.Ο Γέροντας ποτέ δεν έλεγε κουβέντες χωρίς λόγο, περιττές. Κι επειδή όλα τα προέβλεπε,μου είπε να μην πάω στο μοναστήρι.Όσες φορές του έκανα παρακοή,ακόμα και στα πιο παραμικρά κι ασήμαντα πράγματα,όλα μου πήγαιναν ανάποδα.Γι΄αυτό αποφάσισα άλλη φορά να μην παρακούσω,ούτε και στην ελάχιστη εντολή του.

Εισαγωγή κειμένου στο διαδίκτυο,Από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση,''ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ,Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ''.Αθήνα 2006,σελίδες 140-144.Η εικόνα είναι από το Αγιογραφείο του π.Ιωακείμ στη Σκήτη της Αγίας Αννας, στο Άγιον Όρος.

ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΙΣ

           ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΙΣ

 
Κάποιος μαθητής ἐρώτησε τον δάσκαλόν του:
 
«Δάσκαλε, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον Παράδεισο και στην Κόλαση;»
Ο δάσκαλος του απάντησε:
«Πολύ μικρή κι ωστόσο, έχει μεγάλες συνέπειες. Έλα να σου δείξω την Κόλαση».
Μπήκαν σε ένα δωμάτιο, όπου μια ομάδα ανθρώπων καθόταν γύρω από μια μεγάλη χύτρα με ρύζι.
Όλοι ήταν πεινασμένοι και απελπισμένοι καθένας είχε από ένα κουτάλι που το κρατούσε από την άκρη με προσοχή κι έφτανε ως τη χύτρα.
 
Κάθε κουτάλι, όμως, είχε τόσο μακρύ χερούλι, που δεν μπορούσαν να το φέρουν στο στόμα.
 
Η απελπισία και η ταλαιπωρία ήταν φοβερή.
 
«Έλα» είπε ο δάσκαλος λίγο μετά. «Τώρα θα σου δείξω τον Παράδεισο».
 
Μπήκαν σε ένα άλλο δωμάτιο, πανομοιότυπο με το πρώτο υπήρχε η χύτρα του ρυζιού, η ομάδα ανθρώπων, τα ίδια μακριά κουτάλια, όμως εκεί όλοι ήταν ευτυχισμένοι και χορτάτοι.
 
«Δεν καταλαβαίνω» είπε ο μαθητής. «Γιατί είναι τόσο ευτυχισμένοι εδώ ενώ στο άλλο δωμάτιο είναι τόσο δυστυχισμένοι, τη στιγμή που όλα είναι ίδια;»
 
«Δεν το κατάλαβες;», χαμογέλασε ο δάσκαλος.
«Καθώς τα κουτάλια έχουν μακριά χερούλια και δεν μπορούν να φέρνουν το φαγητό στο στόμα τους, εδώ έμαθαν όλοι να ταΐζουν ο ένας τον άλλον».

Ἡ λέξις Ἀνάστασις δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσεώς μας...

Ἡ λέξις Ἀνάστασις δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσεώς μας...

Φώτιος Κόντογλου
 
Ἡ πίστις τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ᾿ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, διὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ᾿ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.

Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ᾿ ἀναστηθῆ, μ᾿ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ᾿ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ᾿ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ᾿ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦμε τὴ χαροποιὰ τὴν εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»...
Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; ...Καὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ᾿ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ᾿ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ᾿ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας... Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».

Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήση γιὰ νὰ πιστέψη, εἶπε: «Γιατί μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε». Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν᾿ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς μαζί του. Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.



 

Ἡ μόνη ἀκατανίκητη ἁμαρτία

                            Ἡ μόνη ἀκατανίκητη ἁμαρτία


ανάγκη_αγωνιστικότητας


π. Φιλοθέου Φάρου

Η μόνη ακατανίκητη αμαρτία είναι η αμαρτία που αρνούμεθα να παραδεχθούμε και η μόνη αμαρτία που δεν συγχωρεί ο Θεός είναι η αμαρτία που την περιβάλλουμε με ένδυμα αρετής. Οι δικαιολογίες και η αυτοάμυνα μεγιστοποιούν την αμαρτία.
Ακόμη και ένα ακούσιο λάθος γίνεται αμαρτία όταν προσπαθούμε να το δικαιολογήσουμε. Αλλά ένα λάθος που αναγνωρίζει κανείς ελεύθερα, μπορεί να γίνει πηγή δυνάμεως.
Ο οποιοσδήποτε θα συγχωρούσε ένα έντιμο λάθος που ομολογείται έντιμα, ενώ κανείς δεν θα συγχωρήσει ένα λάθος όταν το δικαιολογούμε, ή αρνούμεθα να το παραδεχθούμε.

Ἡ Παναγία μας ἡ πρώτη Μυροφόρος!

      Ἡ Παναγία μας ἡ πρώτη Μυροφόρος!

Στα τροπάρια της Εκκλησίας αναφέρεται ότι ο άγγελος Κυρίου μετέφερε στην Παναγία το μήνυμα ότι αναστήθηκε ο Χριστός. "Ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη αγνή Παρθένε Χαίρε και πάλιν ερώ χαίρε, ο σός Υιός ανέστη τριήμερος εκ τάφου". Βέβαια, μέσα στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται ρητώς ότι η Παναγία είδε τον Αναστάντα Χριστό. Υπάρχουν όμως φράσεις που αναφέρονται στην "άλλη Μαρία".

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: "Οψέ δε Σαββάτων, τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων, ήλθε Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία θεωρήσαι τον τάφον" (Ματθ. κη', 1). Επίσης, αλλού γίνεται λόγος για την "Μαρία Ιακώβου" (Λουκ. κδ', 10). Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ερμηνεύοντας αυτές τις περιπτώσεις, λέγει ότι πρόκειται για την Παναγία, που ήλθε πρώτη στο μνημείο, και κατ’ αρχάς μεν έμαθε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ ότι αναστήθηκε ο υιός της, έπειτα δε τον είδε, και αυτή μόνη αξιώθηκε να πιάση με τα χέρια της τα πόδια Του. Όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος, ήταν σωστό και δίκαιο πρώτη η Παναγία να πληροφορηθή το ευαγγέλιο της Αναστάσεως και να δη αυτή πρώτη τον Αναστάντα Χριστό. Αυτό, βέβαια, συνδέεται και με το ότι η Παναγία είχε φθάσει σε μεγάλη καθαρότητα, αφού βίωσε από μικρό παιδί την θέωση. Το ότι οι Ευαγγελιστές αποφεύγουν να πούν καθαρά ότι πρώτη είδε τον Χριστό η Παναγία έχει μεγάλη σημασία, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, γιατί δεν ήθελαν να δώσουν αφορμή στους απίστους να αμφισβητήσουν το γεγονός της Αναστάσεως, αφού το βεβαιώνει η μητέρα Του.

Η Παναγία, όπως παρέμεινε στον Σταυρό μέχρι την τελευταία στιγμή, έτσι και πρώτη αυτή πήγε στο μνημείο για να αλείψη με αρώματα το Σώμα του Χριστού. Αυτό έγινε όχι μόνο λόγω της μητρότητος, αλλά λόγω και της υψηλής πνευματικής της καταστάσεως, γιατί αυτοί που έχουν σε μεγάλο βαθμό πνευματική θεωρία, έχουν μεγαλύτερη γνώση και τελειότερη αγάπη.

ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟ

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ - ἉΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ἹΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

                                     ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ

 
ἉΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ἹΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ



Γιά τούς Φωτιζόμενους, πού ἔγινε στά ῾Ιεροσόλυμα καί ἀναφέρεται στό ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως· «Σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία καί στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος καί στήν αἰώνια ζωή».῾Η ἀνάγνωση εἶναι ἀπό τόν προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ, στό χωρίο πού λέει· «Καί φανερώθηκε σέ μένα τό χέρι τοῦ Κυρίου καί μέ πῆρε μέ τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καί μέ ἔβαλε στή μέση τῆς πεδιάδας καί αὐτή ἦταν γεμάτη μέ ἀνθρώπινα ὀστᾶ» ( ᾿Ιεζ. 37,1) καί ὅσα σχετικά ἀκολουθοῦν.
Α´ . Ρίζα κάθε καλοῦ ἔργου εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνάστασης, γιατί ἡ προσδοκία τῆς ἀπολαβῆς δυναμώνει τήν ψυχή1, γιά νά ἐργάζεται τό ἀγαθό. ῾Ο κάθε ἐργάτης εἶναι ἕτοιμος νά ὑπομείνει κόπους καί μόχθους, ἄν προβλέπει ὅτι θά πάρει μισθό γιά τούς κόπους του. Οἱ ἐργάτες ὅμως πού κοπιάζουν χωρίς ἀμοιβή, πρίν ἀκόμα ἀποκάμουν σωματικά, λυγίζουν ψυχικά. ῾Ο στρατιώτης πού ἐλπίζει ὅτι θά ἀπολαύσει τιμές καί ἐπαίνους, εἶναι ἕτοιμος νά ριχτεῖ στίς μάχες. Κανένας ὅμως στρατευμένος κάτω ἀπό ἕνα βασιλιά —ὁ ὁποῖος δέν εἶναι σίγουρος γιά τή νίκη καί δέν μπορεῖ νά προβλέψει τό τέλος τοῦ πολέμου— δέν εἶναι ἕτοιμος νά θυσιάσει τή ζωή του, ἄν αὐτός ὁ βασιλιάς δέν ἐπιβραβεύει μέ πλούσιες ἀμοιβές τούς ἀγῶνες του.

῎Ετσι γίνεται καί μέ κάθε ψυχή. ῞Οταν αὐτή πιστεύει στήν ἀνάσταση, εἶναι φυσικό νά προσέχει τόν ἑαυτό της. ῎Αν ὅμως δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στή φθορά καί τήν καταστροφή. ῞Οποιος πιστεύει ὅτι τό σῶμα του θά ἀναστηθεῖ, φροντίζει νά τό διατηρεῖ καθάριο καί ἀμόλυντο καί σάν στολή τῆς ψυχῆς του, δέν τό μολύνει μέ πορνεῖες. ᾿Εκεῖνος ὅμως πού δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στίς πορνεῖες καί τό φθείρει μέ διάφορες καταχρήσεις, λές καί ἀνήκει σέ κάποιον ἄλλον. Εἶναι λοιπόν πολύ σπουδαῖο παράγγελμα καί τρισμέγιστη διδασκαλία τῆς ῾Αγίας Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μάλιστα, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί ἀσύγκριτα ἀναγκαῖο καί, μολονότι πολλοί ἔχουν ἀντιρρήσεις πάνω σ᾿ αὐτό, ἡ ἀλήθεια τό ἐπιβεβαιώνει. ᾿Αντιλέγουν σ᾿ αὐτό οἱ εἰδωλολάτρες ῞Ελληνες. Δέν τό πιστεύουν οἱ Σαμαρεῖτες. Τό περιγελοῦν οἱ αἱρετικοί. Πολλῶν εἰδῶν ἀντιρρήσεις ἀκούγονται, ἀλλά μιά καί μοναδική εἶναι ἡ ἀλήθεια.

 Β´ . Σαμαρεῖτες λοιπόν καί ῞Ελληνες εἰδωλολάτρες, μᾶς παρουσιάζουν κάποια ἐπιχειρήματα σάν αὐτά. Τό νεκρό ἄνθρωπο τόν ρίχνουν στό χῶμα καί ἐκεῖ σαπίζει καί τόν τρῶνε τά σκουλήκια, πού καί αὐτά μετά ψοφοῦν. Σέ τέτοια σαπίλα καί διάλυση καταλήγει τό σῶμα. Πῶς λοιπόν θ᾿ ἀναστηθεῖ; Ψάρια καταβρόχθισαν ὅσους ναυάγησαν στίς θάλασσες. Κι αὐτά τά ψάρια μετά τά ἔφαγαν ἄλλα μεγαλύτερα. ῞Οσοι πάλι πάλεψαν μέ θηρία τούς ἔφαγαν ἀρκοῦδες καί λιοντάρια, μέχρι καί τό μικρότερο κοκκαλάκι τους. Γύπες καί κοράκια ἔφαγαν τίς σάρκες τῶν ἄταφων νεκρῶν καί μετά αὐτά πέταξαν σέ διάφορες κατευθύνσεις καί ταξίδεψαν σ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Ποῦ λοιπόν θά βρεθοῦν ὅλα τά κομμάτια καί πῶς θά συγκροτηθεῖ πάλι τό σῶμα; ᾿Ενδέχεται ἀπό τά ὄρνια πού ἔφαγαν αὐτά τά σώματα, ἄλλο νά ψοφήσει στήν ᾿Ινδία, ἄλλο στήν Περσία καί ἄλλο στή Γοτθία. ῎Αλλα μπορεῖ νά τά κάψει ἡ φωτιά καί ὁ ἄνεμος καί ἡ βροχή νά σκορπίσει ἀκόμα καί τή στάχτη τοῦ σώματός τους. ᾿Από ποῦ καί πῶς θά συναρμολογηθοῦν τά στοιχεῖα καί θά ἀνασυγκροτηθοῦν αὐτά τά σώματα πού ἔφαγαν ἐκεῖνα τά ὄρνια;


Γ´ . Γιά σένα, πού σάν ἄνθρωπος εἶσαι τόσο μικρός καί ἀδύναμος, ἀπέχει πολύ ἡ χώρα τῶν Γότθων ἀπό τίς ᾿Ινδίες καί ἡ ῾Ισπανία ἀπό τήν Περσία. Γιά τόν Θεό ὅμως πού κρατάει στή χούφτα Του ὁλόκληρη τή γῆ, ὅλα εἶναι κοντινά2.
Δέν πρέπει λοιπόν νά ἀποδίδεις στόν Θεό ἀδυναμίες ὅμοιες μέ τίς δικές σου. Δῶσε καλύτερα τήν προσοχή σου στή δύναμη ᾿Εκείνου. ῎Επειτα, ὁ ἥλιος, πού εἶναι ἕνα ἐλάχιστο ἔργο τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ἀκτῖνες του θερμαίνει ὁλόκληρο τόν κόσμο3. Καί ἀκόμα ὁ ἀέρας, πού κι αὐτόν τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός, περιβάλλει ὅ,τι βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Καί ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός καί τοῦ ἥλιου καί τοῦ ἀέρα, ἄραγε στέκει μακριά ἀπό τόν κόσμο; Φαντάσου πώς ἔχουν ἀναμιχθεῖ διάφοροι σπόροι —διότι ἀφοῦ φαίνεσαι ἀσθενικός στήν πίστη ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρω παραδείγματα πού ἀναφέρονται σέ μικροπράγματα— καί ὅτι αὐτοί οἱ διάφοροι σπόροι περιέχονται μέσα στή μία παλάμη σου4. Εἶναι δύσκολο σέ σένα τόν ἄνθρωπο ἤ πολύ εὔκολο, νά ἐντοπίσεις καί νά ξεχωρίσεις κάθε σπόρο ἀπ᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στή χούφτα σου, σύμφωνα μέ τήν ἰδιαιτερότητά του καί τό εἶδος του, ὥστε νά τούς βάλεις μαζί ὅμοιους μέ ὅμοιους, νά τούς ταξινομήσεις κατά γένος καί εἶδος; ῎Επειτα, ἐσύ μπορεῖς νά διακρίνεις ὅ,τι βρίσκεται μέσα στή χούφτα σου, ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά διακρίνει καί νά ἀποκαταστήσει ὅσα βρίσκονται στήν δική Του παλάμη; Βάλε καλά στό νοῦ σου αὐτό πού σοῦ λέω, ἐάν βέβαια ἡ δυσκολία σου νά τό πιστέψεις δέν προέρχεται ἀπό λογική ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό κακή γνώμη γιά τόν Θεό καί ἀπό ἀνευλαβή προδιάθεση ἐναντίον Του.

 Δ´ . Κάνε μου τή χάρη νά προσέξεις στό θέμα τῆς δικαιοσύνης καί μάλιστα σκέψου καλά τί συμβαίνει σέ σένα τόν ἴδιο σχετικά μ᾿ αὐτό τό ζήτημα. ῎Ας ὑποθέσουμε ὅτι ἔχεις ὑπηρέτες. Κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτούς εἶναι καλοί, ἄλλοι ὅμως κακοί. Εἶναι ἑπόμενο νά τιμᾶς τούς καλούς καί νά τιμωρεῖς τούς κακούς. Καί στήν περίπτωση πού εἶσαι δικαστής ἐπαινεῖς τούς ἀγαθούς καί τιμωρεῖς τούς παράνομους. ᾿Εσύ λοιπόν πού εἶσαι ἄνθρωπος θνητός κρατᾶς τή δικαιοσύνη καί ὁ Θεός, πού εἶναι αἰώνιος καί Μόνος Βασιλιάς ὁλόκληρου τοῦ κόσμου, δέν θά κρίνει δίκαια καί δέν θά ἀνταποδώσει, κατά τά ἔργα τοῦ καθενός, μέ δικαιοσύνη; ῎Αν αὐτό ὅμως τό ἀρνηθεῖς, θά πέσεις σέ ἀσέβεια. Γι᾿ αὐτό, πρόσεξε πολύ σ᾿ αὐτά πού σοῦ λέω. Πολλοί φονιάδες πέθαναν ἀπό φυσικό θάνατο στό κρεβάτι τους, χωρίς νά τιμωρηθοῦν γιά τά ἐγκλήματά τους. Ποῦ λοιπόν βρίσκεται ἐδῶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ; Πολλές φορές μάλιστα, κάποιος πού φόνευσε πενήντα ἀνθρώπους, ἀποκεφαλίζεται μιά φορά. Ποῦ λοιπόν θά λάβει τήν τιμωρία, γιά τούς ἄλλους σαράντα ἐννέα φόνους;5 ῎Αν λοιπόν πεῖς δέν ὑπάρχει στήν ἄλλη ζωή κρίση καί ἀνταπόδοση, κατηγορεῖς γιά ἄδικο τόν Θεό. Μή σοῦ κάνει ὅμως ἐντύπωση τό ὅτι ἡ κρίση ἀφήνεται γιά τήν ἄλλη ζωή. Καθένας πού ἀγωνίζεται, μετά τό τέλος τῶν ἀγώνων ἤ στεφανώνεται ἤ καταντροπιάζεται. Σέ καμιά περίπτωση ὁ ἀγωνοθέτης δέν στεφανώνει τούς ἀγωνιστές, ἐνόσω ἀκόμα διαρκοῦν οἱ ἀγῶνες. ᾿Αλλά περιμένει νά τερματίσουν τόν ἀγώνα ὅλοι οἱ ἀγωνιστές καί μετά τούς ξεχωρίζει καί δίνει στούς νικητές τά βραβεῖα καί τούς στεφάνους. ῎Ετσι καί ὁ Θεός. ᾿Ενῶ ἀκόμα διαρκεῖ ὁ ἀγώνας αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς, βοηθάει λίγο τούς δίκαιους, ἀλλά ὅ,τι τούς ἀξίζει σάν μισθός καί βραβεῖο γιά τούς ἀγῶνες τους, τούς τό ἀποδίδει μετά, στή μέλλουσα ζωή, τέλειο καί ὁλοκληρωμένο.

 Ε´ . ῎Αν λοιπόν, σύμφωνα μ᾿ αὐτά πού ἐσύ λές, δέν ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, γιατί καταδικάζεις αὐτούς πού ἀνοίγουν καί κλέβουν τούς τάφους; ῎Αν τό σῶμα χάθηκε μιά γιά πάντα καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα ἀνάστασης, γιατί τιμωρεῖται ὁ κλέφτης τῶν τάφων;6 Βλέπεις λοιπόν ὅτι παρόλο πού μέ τά χείλη ἀρνεῖσαι τήν ἀνάσταση, ἡ καρδιά σου ὅμως πιστεύει ἀκράδαντα σ᾿ αὐτήν;

Ϛ´ . Θά μπορούσαμε ἐξάλλου νά σκεφθοῦμε καί κάπως ἔτσι: ῞Οταν ἕνα δέντρο κόβεται —ἀκόμα καί σύγκορμα— βγάζει νέους βλαστούς, φύλλα καί ἄνθη. Καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἀνακόπτεται μέ τό θάνατο δέν μπορεῖ νά ξαναζήσει; Κι ἀκόμα, τά σπαρτά ὅταν θερίζονται μένουν στ᾿ ἁλώνι. Καί ὁ ἄνθρωπος πού θερίστηκε ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή, δέν θά μείνει στ᾿ ἁλώνι; Οἱ ἀμπελόβεργες καί ἄλλων ἀκόμα δέντρων τά κλαδιά, ὅταν κοποῦν ἐντελῶς ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου καί μεταφυτευθοῦν παίρνουν ζωή, μεγαλώνουν καί κάνουν καρπούς. Καί ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν, ἄν θαφτεῖ στή γῆ, δέν θά ἀναστηθεῖ; ᾿Από πλευρᾶς κόπου καί δουλειᾶς, τί εἶναι δυσχερέστερο; Νά φτιάξει κανείς ἕναν ἀνδριάντα ἐξαρχῆς ἤ νά ξαναχύσει καί νά ἀναπλάσει στό ἴδιο σχῆμα κάποιον πού ἔπεσε; ῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τό μηδέν, δέν μπορεῖ ἄραγε νά ἀναπλάσει αὐτούς πού κάποτε ὑπῆρξαν στή ζωή καί ἔπεσαν στή φθορά τοῦ θανάτου; ᾿Επειδή ὅμως εἶσαι εἰδωλολάτρης, δέν πιστεύεις σ᾿ ὅ,τι εἶναι γραμμένο γιά τήν ἀνάσταση. Κύτταξε τά πράγματα καί μελετώντας τή φύση τους ἐννόησε τά λόγια μου, ἀπ᾿ ὅσα μέχρι σήμερα παρατηρεῖς. Σπέρνεται γιά παράδειγμα σιτάρι ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο σπορικό. Καί μετά τή σπορά σαπίζει, σάν νά πεθαίνει, καί δέν μπορεῖ πλέον νά χρησιμεύσει ὡς τροφή. ᾿Εκεῖνος ὅμως ὁ σάπιος σπόρος φυτρώνει καταπράσινος. Καί ἐνῶ ὅταν σπάρθηκε ἦταν μικρός, τώρα πού φύτρωσε εἶναι βλαστάρι ὁλόδροσο. Τό σιτάρι δημιουργήθηκε γιά μᾶς. Γιατί, γιά τή δική μας χρήση δημιούργησε ὁ Θεός καί τό σιτάρι καί κάθε παρόμοιο καρπό καί δέν τά ἔκανε μόνο καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν χάρη τοῦ ἑαυτοῦ τους. ῎Αν λοιπόν, ὅσα δημιουργήθηκαν γιά μᾶς, μετά τό σάπισμά τους παίρνουν πάλι ζωή, ἐμεῖς, γιά τούς ὁποίους ἐκεῖνα δημιουργήθηκαν, ἄν πεθάνουμε, δέν θά ἀναστηθοῦμε;


 Ζ´ . ῞Οπως βλέπεις, εἶναι χειμωνιάτικος ὁ καιρός.


Τώρα τά δέντρα στέκονται σάν νεκρά. Ποῦ εἶναι τώρα τά φύλλα τῆς συκιᾶς; Ποῦ εἶναι τά ἀμπελοστάφυλλα; ᾿Αλλά αὐτά τό χειμώνα εἶναι νεκρά, τήν ἄνοιξη ἔχουν βλαστάρια κι ὅταν ἔρθει ὁ κατάλληλος καιρός, τότε ξαναζωοποιοῦνται, σάν νά σηκώνονται νεκροί ἀπό τούς τάφους. ᾿Επειδή λοιπόν ὁ Θεός γνωρίζει τήν ἀπιστία σου, κάθε χρόνο ἀναπαρασταίνει μ᾿ αὐτά τά ὁρατά πράγματα, τήν ἀνάσταση. ῞Ωστε βλέποντας ἐσύ αὐτά πού συμβαίνουν στά ἄψυχα πράγματα, νά πιστέψεις ὅτι τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τά ἔμψυχα καί λογικά δημιουργήματά Του. Κι ἀκόμα, οἱ μύγες καί οἱ μέλισσες πέφτουν πολλές φορές στό νερό καί πνίγονται καί μετά ἀπό λίγο ξαναζωντανεύουν. ῾Υπάρχουν καί μερικά εἴδη μικρῶν ζώων, τρωκτικῶν, πού λέγονται Μυοξοί καί πέφτουν σέ χειμερία νάρκη ὅλο τό χειμώνα καί μόλις ἔρθει τό καλοκαίρι ξανακινοῦνται καί ξαναζοῦν —βλέπεις ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρνω παραδείγματα ἀνάλογα μέ τά δικά σου μέτρα, γιά νά σέ βοηθήσω νά σκεφθεῖς. ᾿Εκεῖνος πού δίνει τή ζωή στά ἄλογα καί σχεδόν νεκρά ζῶα, Αὐτός δέν ἔχει τή δύναμη νά χαρίσει τή ζωή, κάνοντας ὑπέρβαση στούς νόμους τῆς φύσεως, γιά χάρη μας, ἀφοῦ γιά μᾶς τά δημιούργησε ὅλα αὐτά7;

Η´ . ᾿Αλλά οἱ ῞Ελληνες καί οἱ ἑλληνίζοντες στή νοοτροπία, ζητοῦν νά τούς φέρουμε παραδείγματα μέ τά ὁποῖα ἡ ἀνάσταση νά γίνεται ἀναμφισβήτητα φανερή. Καί ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτά πού μέχρι τώρα ἀνέφερα, καί ἄν ἀκόμα φαίνεται ὅτι ἀναζωογονοῦνται, δέν ἔχουν ὅμως παντελῶς σαπίσει καί ζητοῦν νά δοῦν ἕνα ζωντανό πλάσμα πού σάπισε ἐντελῶς κι ἔπειτα ἀναστήθηκε. Γνώριζε ὁ Θεός τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων καί γι᾿ αὐτό ἔπλασε ἕνα πουλί πού ὀνομάζεται Φοίνικας. Αὐτό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Κλήμης καί ὅπως καί ἄλλοι πολλοί ἱστορικοί μᾶς μαρτυροῦν, στό εἶδος του δέν ἔχει ἄτομα θηλυκοῦ καί ἀρσενικοῦ γένους καί κατά συνέπεια δέν μπορεῖ νά πολλαπλασιασθεῖ ὅπως ὅλα τά ἄλλα πτηνά. Βρίσκεται στή χώρα τῶν Αἰγυπτίων καί κάθε πεντακόσια χρόνια ἔρχεται νά φανερώσει τήν ἀνάσταση ἀπό τήν πλήρη φθορά. Καί μάλιστα αὐτό δέν τό κάνει στήν ἔρημο, ἀλλά ἔρχεται σέ χώρα ἐμφανή, μέσα στήν πόλη, ὥστε νά μή χάσουν οἱ ἄνθρωποι τή δυνατότητα νά παρακολουθήσουν τό μυστήριο τῆς ἀνάστασής του, ἀλλά νά γίνει γι᾿ αὐτούς χειροπιαστό ἐκεῖνο πού ἀμφισβητοῦν. Αὐτό λοιπόν τό πουλί φτιάχνει μονάχο του μιά φωλιά πού εἶναι καί ὁ τάφος του, χρησιμοποιώντας σάν δομικά ὑλικά, τό λιβάνι, τή σμύρνα κι ἄλλα ἀρώματα. Καί ὅταν συμπληρώσει τά χρόνια του, μπαίνει μέσα στόν τάφο καί πεθαίνει ἀληθινά καί σαπίζει. Στή συνέχεια, μέσα ἀπό τίς σαπισμένες σάρκες τοῦ νεκροῦ πουλιοῦ γεννιέται ἕνα σκουλήκι καί αὐτό μεγαλώνοντας ἐξελίσσεται σέ πουλί. Μή σοῦ φανεῖ αὐτό ἀπίστευτο, διότι, ὅπως βλέπεις, ἔτσι ἀπό σκουλήκια καί τά μικρά μελισσάκια ἔγιναν ἔντομα. Καί ἀπό τά αὐγά τῶν πουλιῶν, τά ὁποῖα δέν περιέχουν παρά μόνο ρευστή οὐσία, βλέπεις νά βγαίνουν τά φτερά, τά ὀστᾶ καί τά νεῦρα τῶν πουλιῶν. Μετά, ἀφοῦ βγάλει φτερά ὁ Φοίνικας πού ἀναφέραμε παραπάνω καί γίνει τέλειο πουλί, ὅπως τό προηγούμενο, πετάει ψηλά στόν αἰθέρα ὁλόιδιος μ᾿ ἐκεῖνον πού εἶχε πεθάνει, δείχνοντας ἔτσι στούς ἀνθρώπους, πολύ ξεκάθαρα, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Εἶναι ἀξιοθαύμαστο πουλί ὁ Φοίνικας. ᾿Αλλά εἶναι πουλί, χωρίς λογικό καί οὐδέποτε ὕμνησε τόν Θεό. Πετάει στούς αἰθέρες, ἀλλά δέν γνωρίζει τόν Μονογενή Υἱό τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζοντας λοιπόν τό παράδειγμα αὐτό, μπορεῖς νά ἰσχυρισθεῖς ὅτι ὁ Θεός ἔχει δωρήσει τήν ἀνάσταση σ᾿ ἕνα ἄλογο ζῶο πού δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά γνωρίζει τό δημιουργό του, καί δέν δίνει σέ μᾶς τήν ἀνάσταση, πού καί τόν Θεό δοξολογοῦμε καί τίς ἐντολές Του ἐφαρμόζουμε;

Θ´ . ᾿Αλλά ἐπειδή ὁ Φοίνικας εἶναι μακριά μας καί ἀκόμα εἶναι σπάνιο τοῦτο τό ἀποδεικτικό σημάδι τῆς ἀνάστασης καί μερικοί δέν πείστηκαν, πάρε, σέ παρακαλῶ καί μιά ἄλλη ἀπόδειξη ἀπ᾿ ὅσα συμβαίνουν καθημερινά. Ποῦ ἤμαστε πρίν ἀπό ἑκατό ἤ διακόσια χρόνια ὅλοι ἐμεῖς, ἐγώ πού σᾶς μιλάω κι ἐσεῖς πού μέ ἀκοῦτε; ῎Αραγε δέν γνωρίζουμε πῶς ἤρθαμε σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή; Δέν γνωρίζεις ὅτι γεννιόμαστε ἀπό ἀσθενικά, ἄμορφα καί ἁπλά πράγματα; Κι ἀπό αὐτό τό ἁπλό καί ἀσθενικό πράγμα παίρνει μορφή καί ζωή ὁ ἄνθρωπος. Καί τό ἀσθενικό ντύνεται σάρκα καί δυναμώνουνε τά νεῦρα του. Καί παίρνουν λαμπρότητα τά μάτια του, ἡ μύτη του ἀποκτάει τήν αἴσθηση τῆς ὄσφρησης, τ᾿ αὐτιά του τήν ἀκοή, ἡ γλώσσα του τή λαλιά καί ἡ καρδιά του παλμό. Τά χέρια του γίνονται ἱκανά γιά ἐργασία, τά πόδια του δυνατά γιά νά περπατοῦν καί κάθε μέλος τοῦ σώματος ἀναπτύσσεται, ὥστε νά ἐπιτελεῖ τή λειτουργικότητά του. Κι ἐκεῖνο τό πρίν ἀσθενικό πράγμα γίνεται τώρα ναυπηγός, οἰκοδόμος, ἀρχιτέκτονας καί πάσης εἰδικότητας ἐργάτης. Γίνεται στρατιώτης, ἄρχοντας, νομοθέτης καί βασιλιάς. ῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τόσο ἁπλά καί εὐτελή στοιχεῖα, δέν εἶναι ἄραγε ἱκανός καί νά μᾶς ἀναστήσει ἀπό τήν κατάσταση τῶν νεκρῶν; ᾿Εκεῖνος πού κάνει σῶμα ἀνθρώπινο αὐτό τό ἐξαρχῆς ἁπλό καί εὐτελές πράγμα, δέν μπορεῖ καί νά ἀναστήσει τό νεκρό σῶμα; ᾿Εκεῖνος πού ἀπό τήν ἀνυπαρξία ἔπλασε τήν ὕπαρξη, δέν μπορεῖ καί πεθαμένη νά τήν ἀναστήσει;

 Ι´ . Πάρε, σέ παρακαλῶ, καί μιά ἄλλη ὁλοφάνερη ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως πού παρατηρεῖται κάθε μήνα στ᾿ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ. Τό σῶμα δηλαδή τῆς σελήνης χάνεται ἐντελῶς, ὥστε νά μή φαίνεται καί τό ἐλάχιστο μέρος του. Καί πάλι ἀρχίζει σιγά-σιγά νά ἐμφανίζεται στό στερέωμα καί φτάνει νά ἐπανέλθει ἐντελῶς στήν προηγούμενη μορφή καί κατάστασή του. Γιά νά γίνει δέ τό πράγμα καλύτερα ἀντιληπτό, κατά χρονικά διαστήματα, χάνεται ἡ σελήνη καί τή βλέπουμε νά γίνεται σάν αἷμα. Κι ἔπειτα ξαπαπαίρνει τή φωτεινή μορφή της. Αὐτό τό δημιούργησε ὁ Θεός, ὥστε κι ἐσύ ὁ ἄνθρωπος πού ἔχεις αἷμα, νά μή δείξεις ἀπιστία γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿Αλλά, βλέποντας αὐτό πού συμβαίνει στή σελήνη, νά πιστέψεις ὅτι αὐτό θά γίνει καί μέ σένα. Αὐτά τά ἐπιχειρήματα νά χρησιμοποιεῖς, ὅταν βρίσκεσαι ἀντιμέτωπος μέ τούς εἰδωλολάτρες. Σ᾿ ἐκείνους πού δέν παραδέχονται τίς Γραφές, νά ἀντιμάχεσαι μέ ὅπλα πού δέν εἶναι παρμένα ἀπ᾿ αὐτές, ἀλλά εἶναι φτιαγμένα ἀπό συλλογισμούς καί ἀποδείξεις. Γιατί βέβαια, αὐτοί δέν ξέρουν οὔτε ποιός εἶναι ὁ Μωυσῆς, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ῾Ησαΐας, οὔτε ποιά εἶναι τά Εὐαγγέλια, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος.


ΙΑ´ . ῎Ας πᾶμε τώρα στούς Σαμαρεῖτες, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ δέχονται τό Νόμο, ὅμως δέν δέχονται καθόλου τούς Προφῆτες καί φυσικά δέν τούς λέει τίποτα αὐτό τό ἀνάγνωσμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, δέν παραδέχονται τούς Προφῆτες. Πῶς λοιπόν θά πείσουμε τούς Σαμαρεῖτες; ῎Ας ἔλθουμε σέ ὅσα γράφονται μέσα στό Νόμο. Λέει λοιπόν, ὁ Θεός στό Μωυσῆ·

«᾿Εγώ εἶμαι ὁ Θεός τοῦ ᾿Αβραάμ καί τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). ῾Οπωσδήποτε εἶναι Θεός αὐτῶν πού ζοῦν καί ὑπάρχουν. Γιατί ἄν ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ μέ τό θάνατό τους ἔγιναν ἀνύπαρκτοι, τότε ὁ Θεός εἶναι Θεός ἐκείνων πού δέν ὑπάρχουν. Πότε ἀκούστηκε ἕνας βασιλιάς νά πεῖ ὅτι ἐγώ εἶμαι βασιλιάς καί εἶμαι ἀρχιστράτηγος ἑνός στρατεύματος ἀνύπαρκτου; Πότε ἀκούστηκε νά κάνει κανείς ἐπίδειξη ἀνύπαρκτου πλούτου; Πρέπει λοιπόν νά ὑπάρχει ἀκόμα ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ, γιά νά εἶναι ὁ Θεός, Θεός ζώντων. Γιατί δέν εἶπε ‘ἤμουνα Θεός τους’, ἀλλά εἶπε «εἶμαι Θεός τους» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). Καί ὅτι ὑπάρχει μέλλουσα Κρίση, τό ἀποδεικνύει αὐτό πού εἶπε ὁ ᾿Αβραάμ πρός τόν Κύριο· «᾿Εκεῖνος πού κρίνει ὅλη τή γῆ, δέν θά κάνει Κρίση;» (Γέν. 18, 25).

ΙΒ´ . ᾿Αλλά καί σ᾿ αὐτό πάλι ἔχουν ἀντιρρήσεις οἱ ἀνόητοι Σαμαρεῖτες καί λένε ὅτι ἐνδέχεται νά παραμένουν στήν ὕπαρξη οἱ ψυχές τοῦ ᾿Αβραάμ, τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ. Τά σώματά τους ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναστηθοῦν. Τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ τοῦ δίκαιου μπόρεσε κι ἔγινε δράκοντας (πρβλ. ῎Εξ. 4, 3) καί τά σώματα τῶν δίκαιων δέν μποροῦν νά ἀναστηθοῦν καί νά ζήσουν; ῎Εγινε ἐκεῖνο πού ἦταν «παρά φύσιν» καί δέν μπορεῖ νά ἀποκατασταθεῖ αὐτό πού εἶναι «κατά φύσιν»; Καί τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, πού ἦταν κλαδί κομμένο καί ξερό, χωρίς σταγόνα νερό πέταξε βλαστάρια (πρβλ. ᾿Αριθμ. 17, 23). Καί αὐτό ἔγινε χωρίς νά τό δεῖ ὁ ἥλιος, βλάστησε ἀκριβῶς ὅπως βλασταίνουν τά διάφορα φυτά καί δέντρα στούς ἀγρούς. Καί ἐνῶ βρισκόταν κατάξερο, μέσα σέ μιά νύχτα ἀναπτύχθηκε καί καρποφόρησε τόσο, ὅσο τά συνήθη φυτά πού ποτίζονται συνέχεια στή διάρκεια πολλῶν ἐτῶν. Τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, σάν νά ἦταν νεκρωμένο ἀναστήθηκε, καί δέν θά ἀναστηθεῖ ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ααρών; ῾Ο Θεός πού θαυματούργησε, ἀνασταίνοντας τό ξύλο, γιά νά διατηρήσει τήν ἀρχιεροσύνη τοῦ ᾿Ααρών, δέν θά χαρίσει τήν ἀνάσταση στόν ἴδιο τόν ᾿Ααρών; ῾Η γυναίκα τοῦ Λώτ μεταβλήθηκε σέ ἁλάτι κι ἄλλαξε ἡ φύση της (πρβλ. Γέν. 19, 26). ῾Η σάρκα ἄλλαξε καί ἔγινε ἁλάτι καί δέν μπορεῖ ἡ σάρκα ν᾿ ἀναστηθεῖ καί νά ξαναγίνει σάρκα, νά πάρει τήν πρώτη φύση της; ῾Η γυναίκα τοῦ Λώτ, ἔγινε ἁλάτινη στήλη καί δέν μπορεῖ ν᾿ ἀναστηθεῖ ἡ γυναίκα τοῦ ᾿Αβραάμ; Μέ ποιά δύναμη μεταβλήθηκε τό χέρι τοῦ Μωυσῆ, πού γιά μιά ὥρα ἔγινε σάν χιόνι καί πάλι ἀποκαταστάθηκε στήν πρώτη του μορφή; (Πρβλ. ῎Εξ.)
.
῾Οπωσδήποτε μέ τοῦ Θεοῦ τό πρόσταγμα. Τότε λοιπόν τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ εἶχε αὐτή τή δύναμη καί τώρα δέν τήν ἔχει;


ΙΓ´ . Καί ρωτῶ ἐσᾶς τούς Σαμαρεῖτες, πού σκέπτεσθε σάν νά εἶσθε οἱ πιό ἀνόητοι ἀπό ὅλους τούς ἀνόητους ἀνθρώπους τῆς οἰκουμένης· Ποιός πρῶτος καί μέ ποιό τρόπο δημιούργησε τόν ἄνθρωπο ἀπό τό μηδέν;
᾿Ελᾶτε στή Γένεση, στό πρῶτο βιβλίο τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, πού καί ἐσεῖς παραδεχόσαστε·
«Καί ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, παίρνοντας χῶμα ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7). Τό χῶμα γίνεται σάρκα καί ἡ σάρκα δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει σάρκα; Σᾶς ρωτῶ πάλι: ᾿Από ποῦ προῆλθαν οἱ οὐρανοί, ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα; ᾿Από ποῦ δημιουργήθηκαν ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καί τ᾿ ἀστέρια; Πῶς γεννήθηκαν ἀπό τά νερά τά πουλιά καί τά ψάρια; Καί πῶς ὅλα τά ζῶα πλάστηκαν ἀπό τή γῆ; Τόσες μυριάδες πλάσματα ἦρθαν ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη. Κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, πού εἴμαστε πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ, δέν θά ἀναστηθοῦμε; Πραγματικά, εἶναι γεμάτη ἀπιστία αὐτή ἡ σκέψη καί πολύ ἀξιοκατάκριτοι εἶναι ὅσοι δείχνουν ἀπιστία. ῾Ο ᾿Αβραάμ λέει πρός τόν Κύριο: «᾿Εσύ πού κρίνεις ὅλη τή γῆ» (Γέν. 18, 25) καί δέν Τόν πιστεύουν ὅσοι μελετοῦν τό Νόμο. Καί ἐνῶ εἶναι γραμμένο ὅτι «ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς» (πρβλ. Γέν. 3, 19), αὐτοί πού διαβάζουν τό Νόμο θεωροῦν τόν Θεό ἀνίσχυρο νά ἀναστήσει τούς νεκρούς.


ΙΔ´ . Αὐτά λοιπόν τά ἐπιχειρήματα εἶναι γιά ὅσους δέν πιστεύουν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιά μᾶς ὅμως πού πιστεύουμε, εἶναι σκόπιμο νά γνωρίζουμε ὅσα ἀναφέρουν οἱ Προφῆτες. ᾿Επειδή ὅμως καί μερικοί πού μελετοῦν τούς Προφῆτες δέν πιστεύουν σ᾿ ὅσα ἐκεῖ βρίσκουν γραμμένα καί παίρνουν σάν ἐπιχείρημα καί μᾶς λένε ἐκεῖνο τό «δέν θά ἀναστηθοῦν οἱ ἀσεβεῖς στή μέλλουσα Κρίση» (Ψαλμ. 1, 5) καί τό «ἄν κατεβεῖ ὁ ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν πρόκειται πιά νά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9) καί ἀκόμα τό «δέν θά Σέ ὑμνήσουν οἱ νεκροί, Κύριε» (Ψαλμ. 113, 25) —γιατί χρησιμοποιοῦν λανθασμένα, ὅσα εἶναι γραμμένα σωστά8— εἶναι καλό τώρα νά τούς ἀπαντήσουμε, μέ λίγα λόγια, ὅσο ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις μας καί οἱ συνθῆκες τῆς σημερινῆς Κατήχησης. ῞Οταν λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν γιά νά κριθοῦν, ἐννοεῖ, ὄχι πώς καθόλου δέν θά κριθοῦν, ἀλλά ὅτι θά κατακριθοῦν. Γιατί δέν χρειάζεται νά τούς πολυεξετάσει ὁ Θεός γιά τίς πράξεις τους. ᾿Αντίθετα, μόλις οἱ ἀσεβεῖς ἀναστηθοῦν, ταυτόχρονα καί θά καταδικαστοῦν. Αὐτό πού λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι «δέν θά Σέ ὑμνήσουν Κύριε, οἱ νεκροί», σημαίνει ὅτι μόνο σ᾿ αὐτή τή ζωή ὑπάρχει ἡ δυνατότητα γιά μετάνοια καί ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας, ὅσοι χαίρονται καί ἀπολαμβάνουν αὐτά τά ἀγαθά, μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό. Γιατί δέν θά μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό, μετά τό θάνατό τους, σάν εὐεργετημένοι, ὅσοι πέθαναν μέσα στίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά αὐτοί θά θρηνοῦν καί θά ὀδύρονται. Γιατί ὁ αἶνος βγαίνει αὐθόρμητα ἀπό τίς ψυχές αὐτῶν πού ζοῦν μέ αἰσθήματα καί βιώματα εὐχαριστίας, ἐνῶ ὁ ὀδυρμός πηγάζει ἀπό τίς ψυχές ἐκείνων πού τιμωροῦνται. Τότε λοιπόν οἱ δίκαιοι θά ὑμνοῦν, ἐνῶ ὅσοι θά πεθάνουν ἀμετανόητοι γιά τίς ἁμαρτίες τους, δέν θά ἔχουν πλέον εὐκαιρίες γιά μετάνοια καί ἐξομολόγηση9.


ΙΕ´ . ῞Οσο γι᾿αὐτό τό «ἄν κατεβεῖ ἕνας ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν θά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9), κοίταξε τά παρακάτω. Εἶναι γραμμένο στόν ἑπόμενο ἀκριβῶς στίχο πώς, «ὅποιος κατεβεῖ στόν ῞Αδη, δέν μπορεῖ πιά ν᾿ ἀνεβεῖ καί νά γυρίσει στό σπίτι του». ᾿Αφοῦ θά γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου καί ὅλα τά σπίτια θά καταστραφοῦν, πῶς θά ξαναγυρίσει στό σπίτι του κανείς, ἀφοῦ ὅλη ἡ γῆ θά μεταβληθεῖ, θά δημιουργηθεῖ ἐκ νέου; ῎Επρεπε ὅσοι τά λένε αὐτά ν᾿ ἀκούσουν τόν ᾿Ιώβ πού λέει: «῾Υπάρχει ἐλπίδα γιά τό δέντρο. ῎Αν αὐτό κοπεῖ θά ξανανθίσει καί τά βλαστάρια του ποτέ δέν θά τοῦ λείψουν. Κι ἄν ἡ ρίζα του γεράσει μέσα στή γῆ ἤ ἄν μέσα σέ πετρῶδες κι ἄγονο ἔδαφος μαραθοῦν τά βλαστάρια του, πάλι καί μόνο μέ τήν ὑγρασία θά ξανανθίσει καί θά φέρει καρπό στό θερισμό, σάν νά ἦταν νεοφυτεμένο. Κι ὁ ἄνθρωπος ἅμα πεθάνει, θά χαθεῖ; ῎Αν πέσει καί ταφεῖ ὁ θνητός ἄνθρωπος, ἄραγε δέν θά ξαναζήσει;» (᾿Ιώβ 14, 7-10). ῎Οχι λοιπόν σάν παράκληση ἤ σάν ἐπιτίμηση, ἀλλά ἔτσι ἐρωτηματικά πρέπει νά διαβάζεται τό «δέν θά ξαναζήσει». ᾿Αφοῦ λοιπόν, λέει ὁ ᾿Ιώβ, τό δέντρο πέφτει καί πάλι ἀνασταίνεται, ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο τό δέντρο δημιουργήθηκε, δέν θ᾿ ἀναστηθεῖ;


 Καί γιά νά μή νομίσεις ὅτι προσπαθῶ νά βρῶ νόημα, ὅπως τό θέλω, ἐκεῖ πού τό κείμενο δέν μοῦ τό δίνει10, διάβασε καί τή συνέχεια. Γιατί μετά, ἀφοῦ διατύπωσε ὑπό τύπον ἐρωτήσεως τό, «ὅταν πέσει ὁ ἄνθρωπος δέν θά ξαναναστηθεῖ», λέει· «Γιατί κι ἄν πεθάνει ὁ ἄνθρωπος, ὅμως θά ζήσει» (᾿Ιώβ 14, 14). Καί ἀμέσως συνεχίζει· «Θά μείνω θαμμένος στή γῆ μέχρι νά ξανάρθω στή ζωή». Καί στόν ἴδιο στίχο πάλι λέει· «Αὐτός πού πρόκειται νά ἀναστήσει τό σῶμα μου, πού βρίσκεται στή γῆ καί ἐξαντλητικά γεύεται ὅλα αὐτά» (πρβλ. ᾿Ιώβ 19, 25-26). Καί ὁ προφήτης ῾Ησαΐας, λέει· «Θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί καί θά σηκωθοῦν ὅσοι βρίσκονται μέσα στούς τάφους» (῾Ησ. 26, 19). Καί ὁ προφήτης ᾿Ιεζεκιήλ, τήν προφητεία τοῦ ὁποίου ἐδῶ μόλις τώρα διαβάσαμε, λέει ξεκάθαρα· «᾿Εγώ θά ἀνοίξω τά μνήματά σας καί θά σᾶς βγάλω ἀπό τούς τάφους σας». (᾿Ιεζ. 37, 12). Καί ὁ προφήτης Δανιήλ λεει· «Πολλοί, ἀπ᾿ ἐκείνους πού κοιμοῦνται στό χῶμα τῆς γῆς θά ἀναστηθοῦν, ἄλλοι γιά νά ζήσουν τήν αἰώνια ζωή καί ἄλλοι γιά νά καταδικαστοῦν σέ αἰώνια ντροπή καί ὄνειδος» (πρβλ. Δαν. 12, 2).


ΙϚ´ . Πολλά κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς μαρτυροῦν γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιατί ὑπάρχουν καί πολλά ἄλλα ρητά σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα. Σάν ὑπόμνηση καί μόνο σᾶς ἀναφέρω ἐπιγραμματικά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, πού ἦταν τέσσερις ἡμέρες νεκρός στό μνῆμα, καί λόγω τῆς ἐλλείψεως τοῦ χρόνου, σᾶς θυμίζω μόνο τήν ἀνάσταση τοῦ γιοῦ τῆς χήρας, στή Ναΐν. Σάν ὑπενθύμιση μόνο ἀναφέρω καί τή θυγατέρα τοῦ ἀρχισυνάγωγου καί ἀκόμα ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὅτι δηλαδή σχίστηκαν οἱ πέτρες καί πολλά σώματα τῶν ἁγίων, πού εἶχαν κοιμηθεῖ ἀναστήθηκαν, ἀφοῦ ἀνοίχτηκαν μέ τό σεισμό τά μνήματά τους (πρβλ. Ματθ. 27, 51-52). Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως, ἄς μήν ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. Δέν ἀνέφερα τόν προφήτη ᾿Ηλία καί τό γιό τῆς χήρας πού ὁ Προφήτης ἀνέστησε καί τόν προφήτη ᾿Ελισσαῖο, ὁ ὁποῖος δυό φορές ἀνέστησε νεκρό καί ὅταν ζοῦσε καί μετά τό θάνατό του. ῞Οταν ζοῦσε ἀνέστησε τό νεκρό μέ τή δύναμη τῆς ἅγιας ψυχῆς του. Γιά νά μήν τιμηθοῦν ὅμως μόνο οἱ ψυχές τῶν δίκαιων καί γιά νά γίνει πιστευτό ὅτι καί τά σώματα τῶν δίκαιων ἔχουν δύναμη, ὁ νεκρός πού ἔριξαν στόν τάφο τοῦ ᾿Ελισσαίου, ὅταν ἀκούμπησε τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη, ἀναστήθηκε (πρβλ. Δ´ Βασ. 13, 21). Τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη ἔκανε ἔργο ζωντανῆς ψυχῆς11.


Καί τό πεθαμένο σῶμα, πού ἦταν θαμμένο στό χῶμα, χάρισε στό νεκρό τή ζωή. Κι ἐνῶ αὐτό χάρισε τή ζωή, ἔμεινε τό ἴδιο νεκρό. Γιατί; Γιά νά μή θεωρηθεῖ, μετά τήν ἀνάσταση, ὅτι ἡ ψυχή μόνο τοῦ ᾿Ελισσαίου ἔκανε αὐτό τό θαῦμα. ᾿Αλλά νά ἀποδειχτεῖ πώς καί ὅταν δέν εἶναι παρούσα ἡ ψυχή, ὑπάρχει μιά δύναμη μέσα στά σώματα τῶν ῾Αγίων, λόγω τῆς παραμονῆς, ἐπί τόσα χρόνια μέσα σ᾿ αὐτά, τῆς δίκαιης ψυχῆς, τήν ὁποία τό σῶμα ὑπηρετοῦσε. Καί ἄς μήν παραμένουμε στήν ἀπιστία ἤ στή δυσπιστία, διατηρούμενοι σέ πνευματικό νηπιασμό, σάν νά μήν ἔχει γίνει αὐτό τό θαῦμα. Γιατί, ἄν τά σάβανα καί τά σεντόνια πού ἀγγίζουν ἐξωτερικά τά σώματα, ὅταν τ᾿ ἀκουμποῦσαν οἱ ἄρρωστοι, γίνονταν καλά, τό ἴδιο τό σῶμα τοῦ Προφήτη δέν θά μποροῦσε νά χαρίσει τήν ἀνάσταση στό νεκρό;

ΙΖ´ . Θά μπορούσαμε πολλά νά ποῦμε πάνω σ᾿ αὐτό τό θέμα, ἐξηγώντας μέ λεπτομέρειες ὅλα τά παράδοξα πού ἔχουν συμβεῖ. ᾿Επειδή ὅμως ἔχετε ἤδη κουραστεῖ καί ἀπό τά προηγούμενα καί ἀπό τήν αὐστηρή νηστεία τῆς Παρασκευῆς καί ἀπό τήν ἀγρυπνία, σᾶς τά ἀνέφερα αὐτά μέ συντομία σάν νά ἔριχνα σπόρους ἐδῶ κι ἐκεῖ.

῞Ωστε ἐσεῖς σάν τήν εὔφορη καί γόνιμη γῆ νά δεχτεῖτε τό σπόρο, νά βλαστήσετε στάχυα καί νά φέρετε πολλούς καρπούς. ῎Ας θυμηθοῦμε ἀκόμα ὅτι καί οἱ ᾿Απόστολοι ἀναστήσανε νεκρούς. ῾Ο ἀπόστολος Πέτρος ἀνέστησε τήν Ταβιθά στήν ᾿Ιόππη. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἀνέστησε τόν Εὔτυχο στήν Τρωάδα καί ὅλοι οἱ ᾿Απόστολοι ἀνέστησαν νεκρούς, παρόλο πού τά θαύματά τους δέν εἶναι γραμμένα στήν ἁγία Γραφή καί δέν τά γνωρίζουμε. Θυμηθεῖτε ἐπίσης ὅλα ὅσα ἀναφέρονται στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή, πού ἔχει γράψει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σ᾿ ἐκείνους πού ρωτοῦσαν καί ἔλεγαν: «Πῶς θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί; Μέ ποιό σῶμα θά ξαναζήσουν;» (Α´ Κορ. 15, 35). Καί τό: «῎Αν οἱ νεκροί δέν θ᾿ ἀναστηθοῦν, οὔτε ὁ Χριστός ἔχει ἀναστηθεῖ» (Α´ Κορ. 15, 16). Θυμηθεῖτε ὅτι ὀνόμασε ἄφρονες ἐκείνους πού δέν πιστεύουν σ᾿ ὅλη τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού ἀναφέρεται στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿Ακόμα θυμηθεῖτε ὅτι ὁ ἴδιος ἔγραψε πρός τούς Θεσσαλονικεῖς: «Δέν θέλουμε, ἀδελφοί, νά ἀγνοεῖτε, τή χριστιανική διδασκαλία σχετικά μέ τούς κεκοιμημένους, γιά νά μήν αἰσθανόσαστε λύπη, ὅπως ὅλοι οἱ ἄπιστοι καί οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἐλπίδα» (Α ´ Θεσ. 4, 13) κ.τ.λ. Κυρίως δέ αὐτό πού λέει: Καί ὅσοι πέθαναν πιστοί καί ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό θά πρωτοαναστηθοῦν. (Α´ Θεσ. 4, 16).

ΙΗ´ . ᾿Ιδιαίτερα ὅμως πρέπει νά κρατήσετε ἔντονα στήν ψυχή σας αὐτό τό ὁποῖο ἐπίμονα τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος δείχνοντας τό δικό του σῶμα, λέει: «Διότι πρέπει αὐτό τό φθαρτό σῶμα νά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία καί τό θνητό αὐτό κορμί νά ἐνδυθεῖ τήν ἀθανασία» (Α´ Κορ. 15, 53). Αὐτό βέβαια τό σῶμα μας θά ἀναστηθεῖ, χωρίς ὅμως τήν ἀσθενικότητα πού ἔχει τώρα. ᾿Αλλά τό ἴδιο αὐτό θά ἀναστηθεῖ καί ἀφοῦ θά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία, θά μεταμορφωθεῖ, ὅπως ἀκριβῶς γίνεται καί μέ τό σίδερο πού μπαίνει στή φωτιά καί γίνεται κι αὐτό φωτιά. ῎Η γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ καί θά γίνει ἄφθαρτο μέ τόν τρόπο πού γνωρίζει μονάχα ὁ Κύριος, πού ἀνασταίνει τό νεκρό σῶμα. Αὐτό λοιπόν τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ. Δέν θά μείνει ὅμως ἔτσι πού εἶναι τώρα. ᾿Αλλά θά εἶναι πιά κατάλληλο γιά τήν αἰωνιότητα. Δέν θά ἔχει πιά ἀνάγκη ἀπό ὑλικές τροφές γιά νά ζήσει, οὔτε σκάλες γιά ν᾿ ἀνεβαίνει. Γιατί θά γίνει πνευματικό (πρβλ. Α´ Κορ. 15, 44), κάτι θαυμαστό, πού ὅμοιο τώρα δέν ἔχουμε, γιά νά τό παραβάλλουμε12. Τότε, λέει ἡ ἁγία Γραφή, οἱ δίκαιοι θά λάμψουν ὅπως ὁ ἥλιος (πρβλ. Ματθ. 13, 43) καί ὅπως ἡ σελήνη καί ὅπως ὁ λαμπρός οὐρανός. Κι ἐπειδή ὁ Θεός προγνώριζε τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων δημιούργησε ἐκεῖνα τά πολύ μικρά σκουληκάκια πού τό καλοκαίρι ἀκτινοβολοῦν μέ λάμψη, ἡ ὁποία βγαίνει ἀπό τό ἴδιο τους τό σῶμα. ῞Ωστε ἀπό αὐτά πού τώρα βλέπουμε μέ τά σωματικά μάτια, νά συμπεράνουμε καί αὐτό πού προσδοκᾶμε, δηλαδή ὅτι τά σώματά μας θά γίνουν φωτεινά. Γιατί ὁ Θεός, πού μᾶς χάρισε αὐτή τήν ἐπίγεια ἐμπειρία, μπορεῖ νά μᾶς χαρίσει στή μέλλουσα ζωή καί τήν ὁλοκλήρωσή της. ᾿Εκεῖνος πού ἔκανε νά λάμπει τό σκουλήκι πολύ περισσότερο θά κάνει νά λάμψει ὁ δίκαιος ἄνθρωπος.

 ΙΘ´ . Θ᾿ ἀναστηθοῦμε λοιπόν καί θά ἔχουμε ὅλοι αἰώνια σώματα. ᾿Αλλά δέν θά εἶναι ἴδια ὅλων τά σώματα. ῎Αν κάποιος εἶναι δίκαιος, θά λάβει ἐπουράνιο σῶμα, γιά νά μπορεῖ ἐπάξια νά συναναστρέφεται μέ τούς ᾿Αγγέλους. Κι ἄν κάποιος εἶναι ἁμαρτωλός, θά λάβει σῶμα πού αἰώνια θά τιμωρεῖται γιά τίς ἁμαρτίες του, ὥστε, μολονότι θά καίγεται σ᾿ αἰώνια φωτιά, νά μή μπορέσει ποτέ ν᾿ ἀφανιστεῖ. Πολύ δίκαια ὁ Θεός παραχωρεῖ αὐτά καί γιά τίς δυό μερίδες, τῶν δίκαιων καί τῶν ἄδικων. Γιατί τίποτα δέν κάναμε, χωρίς νά συμμετέχει τό σῶμα μας. Βλασφημοῦμε μέ τό στόμα, προσευχόμαστε μέ τό στόμα, πορνεύουμε μέ τό σῶμα, ζοῦμε ἁγνή ζωή μέ τό σῶμα. ῾Αρπάζουμε μέ τά χέρια, δίνουμε ἐλεημοσύνες μέ τά χέρια καί ὅλα τά ὑπόλοιπα.

Επειδή λοιπόν σέ ὅλα, ὅσα κάναμε, μᾶς ὑπηρέτησε τό σῶμα, παίρνει καί αὐτό μέρος στίς ἀπολαβές τῆς μέλλουσας ζωῆς.


Κ´ . ῎Ας λυπηθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, τά σώματά μας κι ἄς μήν τά κακομεταχειριστοῦμε, σάν νά ἦταν ξένα. Νά μήν ποῦμε αὐτό πού λένε οἱ αἱρετικοί ὅτι εἶναι ξένο τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας, τό σῶμα μας, ἀλλά ἄς τό σπλαχνιστοῦμε ὡς κάτι δικό μας. Γιατί πρέπει νά δώσουμε λόγο στόν Κύριο, γιά ὅλα ὅσα πράξαμε μέ τό σῶμα (πρβλ. Β´ Κορ. 5, 10). Μήν πεῖς ποτέ «κανείς δέν μέ βλέπει» (πρβλ. Σοφ. Σειρ. 23, 18. ῾Ησ. 29, 15), μή νομίσεις ὅτι δέν ὑπάρχει μάρτυρας τῶν πράξεών σου. Μπορεῖ πολλές φορές, πράγματι, νά μή σέ βλέπει ἄνθρωπος. ῞Ομως ὁ Πλάστης, ὁ ἀόρατος καί αἰώνιος μάρτυρας, παραμένει πάντα στόν οὐρανό ἀξιόπιστος (Ψαλμ. 88, 38) καί βλέπει ὅλα ὅσα συμβαίνουν. ᾿Αλλά μένουν καί τά ἀποτυπώματα τῆς ἁμαρτίας στό σῶμα13. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς μιά βαθιά πληγή στό σῶμα, κι ἄν ἀκόμα θεραπεύτηκε, ἀφήνει οὐλή, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία πληγώνει τήν ψυχή καί τό σῶμα καί ἀφήνει σ᾿ ὅλο τό σῶμα πλέον σημάδια καί οὐλές, οἱ ὁποῖες ἀφαιροῦνται μόνο ἀπό τά σώματα ἐκείνων, πού δέχτηκαν τό ἅγιο Βάπτισμα. ῞Ολα τά περασμένα τραύματα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, τά θεραπεύει ὁ Θεός μέ τό Βάπτισμα. ῎Ας προσέξουμε ὅμως ὅλοι μας νά διαφυλάξουμε τόν ἑαυτό μας, ἀπό ἐκεῖνα πού μπορεῖ νά συμβοῦν στό μέλλον, ὥστε νά διατηρήσουμε καθαρό τό χιτώνα τοῦ σώματος καί νά μή χάσουμε τήν οὐράνια σωτηρία, ἐξαιτίας μιᾶς πορνείας ἤ ἡδυπάθειας ἤ κάποιας ἄλλης ἁμαρτωλῆς πράξης. ᾿Αλλά νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας εἴθε μέ τή Χάρη Του νά σᾶς ἀξιώσει ὅλους σας ὁ Θεός. ΚΑ´ . Αὐτά εἶχα νά πῶ σάν ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. ῾Η ἐκφώνηση δέ τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού τώρα θά σᾶς κάνω, νά γίνει καί ἀπό σᾶς μέ ἰδιαίτερη προσοχή γιά κάθε λέξη καί νά τή μάθετε ἀπό στήθους.

ΚΒ´ . Στή συνέχεια τό Σύμβολο τῆς Πίστεως πού ἐκφωνήσαμε περιέχει τό ἄρθρο:

Πιστεύω σ᾿ ἕνα Βάπτισμα μετάνοιας πού συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες καί σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία καί στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος καί στήν αἰώνια ζωή. Γιά τό Βάπτισμα καί τή μετάνοια ἔχουμε μιλήσει στίς πρῶτες Κατηχήσεις καί τά σχετικά μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, πού εἰπώθηκαν λίγο πρίν, ἀναφέρονταν στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος. ᾿Απομένει τώρα νά μιλήσουμε καί γιά τό ὑπόλοιπο τμῆμα αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου πού ἀναφέρεται στή «Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία». Πάνω σ᾿ αὐτό τό ἄρθρο θά μπορούσαμε νά ποῦμε πολλά, ἀλλά θά τά ἐκθέσουμε συνοπτικά.

 ΚΓ´ . ῾Η ᾿Εκκλησία λοιπόν, ὀνομάζεται «Καθολική», ἐπειδή προορίζεται νά περιλάβει στούς κόλπους της κάθε ἄνθρωπο ἀπό ὅλη τήν οἰκουμένη, πού ἁπλώνεται ἀπό τή μιά ὡς τήν ἄλλη ἄκρη τῆς γῆς. Καί ἀκόμα ἐπειδή διδάσκει τήν ὅλη χριστιανική ἀλήθεια, χωρίς νά παραλείπει τό παραμικρό ἀπό τίς δογματικές ἀλήθειες πού πρέπει νά γνωρίζει ὁ κάθε χριστιανός, σχετικά μέ ὅσα εἶναι ὁρατά καί ἀόρατα, ἐπουράνια καί ἐπίγεια. ᾿Ακόμα τήν ὀνομάζουμε «Καθολική»14, γιατί φέρνει στήν εὐσεβή ζωή ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων, ἄρχοντες καί ὑπήκοους, γραμματισμένους καί ἀγράμματους. Καί ἐπιπλέον γιατί γιατρεύει καί θεραπεύει κάθε εἶδος ἁμαρτίας πού ἔχει διαπραχθεῖ μέ τήν ψυχή ἤ μέ τό σῶμα. Τέλος, τήν ὀνομάζουμε «Καθολική», γιατί περικλείει μέσα της ὅλες τίς ἀρετές πού ἐκφράζονται μέ τά ἔργα, μέ τά λόγια καί γενικά μέ κάθε εἴδους χαρίσματα πνευματικά.

ΚΔ´ . «᾿Εκκλησία» ὀνομάζεται γιατί, ὅπως δηλώνει καί ἡ λέξη, συγκαλεῖ σέ μία σύναξη ὅλους τούς ἀνθρώπους, καθώς ὁ Κύριος λέει στό βιβλίο τοῦ Λευιτικοῦ: ῞Ολους τούς ᾿Ισραηλίτες πού ἔχουν ὑποχρέωση καί δικαίωμα γιά τά κοινά «ἐκκλησίασον», δηλαδή συγκέντρωσέ τους μπροστά στίς θύρες τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου (Λευιτ. 8, 3). Πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι τό «ἐκκλησίασον» ἀναφέρεται πρώτη φορά σ᾿ αὐτό τό σημεῖο τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὅταν ὁ Κύριος καθιστοῦσε τόν ᾿Ααρών ἀρχιερέα. Στό βιβλίο ἐπίσης τοῦ Δευτερονομίου λέει ὁ Θεός στό Μωυσῆ: «᾿Εκκλησίασον», δηλαδή συγκέντρωσε «ἐνώπιόν μου τό λαό καί ἄς ἀκούσουν τούς λόγους μου, γιά νά μάθουν νά μέ σέβονται καί νά μέ φοβοῦνται» (Δευτ. 4, 10). ῾Η λέξη «᾿Εκκλησία» ἀναφέρεται πάλι, ὅταν γίνεται λόγος γιά τίς πλάκες τοῦ Νόμου: «Πάνω σ᾿ αὐτές ἦταν γραμμένο καθετί πού εἶπε σ᾿ ἐσᾶς ὁ Κύριος, πάνω στό ὄρος Σινᾶ, μέσα ἀπό τό θεϊκό πῦρ, κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐκκλησίας» (Δευτ. 9, 10). Σάν νά ἤθελε μέ αὐτό τό «κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐκκλησίας» νά πεῖ πιό καθαρά «κατά τήν ἡμέρα πού ὁ Θεός σᾶς κάλεσε καί σᾶς σύναξε». ῾Ο Ψαλμωδός ἐπίσης λέει· «Θά προσευχηθῶ ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς μου, Κύριε, μέσα σέ μεγάλη ἐκκλησία, ἀνάμεσα σέ πολύ πυκνό πλῆθος λαοῦ, θά Σέ ὑμνήσω» (Ψαλμ. 34, 18). ΚΕ´ . Πρωτύτερα λοιπόν ἔψαλε ὁ Ψαλμωδός: «Μέσα στήν ἐκκλησία νά δοξολογεῖτε τόν Θεό, τόν Κύριο, ὅλοι σεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ ᾿Ισραήλ» (Ψαλμ. 67, 27). ᾿Αφοῦ ὅμως οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἔχασαν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐξαιτίας τῆς κακόβουλης στάσης τους ἐνάντια στόν Σωτήρα Χριστό, ὁ Σωτήρας ἵδρυσε δεύτερη ᾿Εκκλησία, τή χριστιανική, ἡ ὁποία συγκροτεῖται ἀπό ἀνθρώπους πού ἀνήκουν σέ διάφορα ἄλλα ἔθνη, ἐκτός τοῦ ᾿Ισραήλ15. Γι᾿ αὐτήν τήν ᾿Εκκλησία εἶπε ὁ Κύριος στόν ἀπόστολο Πέτρο· «Πάνω σ᾿ αὐτήν τήν Πέτρα θά οἰκοδομήσω τήν ᾿Εκκλησία μου καί δέν θά τήν κατανικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ ῞Αδη» (Ματθ. 16, 18). Προφητεύοντας γι᾿ αὐτές τίς δύο ᾿Εκκλησίες ἔλεγε ξεκάθαρα ὁ προφήτης Δαβίδ· γιά μέν τήν πρώτη ᾿Ιουδαϊκή ἐκκλησία: «Μίσησα τήν ἐκκλησία τῶν δόλιων καί πονηρῶν ἀνθρώπων» (Ψαλμ. 25, 5). Γιά δέ τή δεύτερη, πού θά δημιουργεῖτο ἀπό τόν Χριστό:


«Κύριε, ἀγάπησα μ᾿ ὅλη μου τήν ψυχή τήν εὐπρέπεια τοῦ οἴκου Σου» (Ψαλμ. 25, . Καί ἀμέσως, στή συνέχεια: «Μέσα στήν ἐκκλησία θά εὐλογήσω Κύριε τό ῎Ονομά Σου» (Ψαλμ. 25, 12). ᾿Αφοῦ λοιπόν ἡ μιά, ἡ ᾿Ιουδαϊκή ἐκκλησία στερήθηκε τή θεία Χάρη, οἱ ᾿Εκκλησίες τοῦ Χριστοῦ πληθύνθηκαν καί γέμισαν ὅλη τήν οἰκουμένη. Γι᾿ αὐτές τίς ᾿Εκκλησίες εἶναι γραμμένο στούς Ψαλμούς: «Ψάλατε στόν Κύριο καινούριο ὕμνο. ῾Η δοξολογία τοῦ ᾿Ονόματός Του ἄς ἀντηχήσει στήν ἐκκλησία τῶν ἀφοσιωμένων δούλων Του» (Ψαλμ. 149, 1). Σχετικά μέ αὐτά τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ εἶναι κι ἐκεῖνα πού εἶπε πρός τούς ᾿Ιουδαίους ὁ προφήτης Μαλαχίας: «Δέν εὐαρεστοῦμαι πλέον σέ σᾶς, λέει ὁ Κύριος ὁ Παντοκράτορας» (Μαλ. 1, 10). Καί ἀμέσως συνεχίζει: «Διότι ἀπ᾿ τά χαράματα μέχρι τή δύση τό ῎Ονομά μου δοξάζεται ἀπό τά ἔθνη» (Μαλ. 1, 11). Γι᾿ αὐτήν τήν ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο: «Γιά νά γνωρίσεις πῶς πρέπει νά συμπεριφέρεται κανείς στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ στύλος καί τό θεμέλιο τῆς ἀλήθειας» (Α´ Τιμ. 3, 15)16. ΚϚ´ . ῾Η λέξη ὅμως ἐκκλησία ἔχει πολλές χρήσεις, ὅπως π.χ. ἔχει χρησιμοποιηθεῖ στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου ὁ συγγραφέας λέγοντας ἐκκλησία ἀναφέρεται στόν ὄχλο τῶν ᾿Εφεσίων, πού ἦταν συγκεντρωμένος στό θέατρο: «᾿Αφοῦ εἶπε αὐτά, ἀπέλυσε τήν ἐκκλησία» (Πράξ. 19, 41). Κατά κυριολεξία βέβαια θά μποροῦσε κανείς πραγματικά νά ὀνομάσει «ἐκκλησία πονηρευομένων» τίς συνάξεις τῶν αἱρετικῶν, ἐννοῶ τίς συγκεντρώσεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μαρκίωνα, τοῦ Μάνη, καί ὅλων τῶν ἄλλων. Γι᾿ αὐτό καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιά νά εἶσαι σίγουρος ὅτι μιά ἀνθρώπινη συγκέντρωση εἶναι ἐκκλησία17, σοῦ παρέδωσε κι αὐτό πού ἀναφέρει τό ἴδιο ἄρθρο στή συνέχεια, δηλαδή τό «εἰς Μίαν ῾Αγίαν, Καθολικήν ᾿Εκκλησίαν», ὥστε νά ἀποφεύγεις τίς μιαρές συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν καί νά παραμένεις ἰσόβια μέλος τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, στούς κόλπους τῆς ὁποίας ἀναγεννήθηκες. Κι ἄν καμιά φορά βρεθεῖς σέ ξένη πόλη, ὅποια καί ἄν εἶναι, νά μή ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ὁ Ναός -γιατί καί οἱ ἄλλοι ἀσεβεῖς αἱρετικοί τολμοῦν νά ἀποκαλοῦν τίς σπηλιές τους Ναούς- οὔτε νά ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλά νά ζητᾶς νά μάθεις «ποῦ βρίσκεται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία»18. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο ὄνομα πού χαρακτηρίζει αὐτήν τήν ῾Αγία Μητέρα ὅλων μας, ἡ ῾Οποία εἶναι Νύμφη τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος λέει στήν πρός ᾿Εφεσίους ἐπιστολή του· «Καθώς καί ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν ᾿Εκκλησία καί παρέδωσε τόν ῾Εαυτό Του γιά χάρη της» (᾿Εφεσ. 5, 25) καί ὅλα τά παρακάτω.

῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι τύπος καί ὁμοίωμα τῆς ἄνω ῾Ιερουσαλήμ, «ἡ ὁποία εἶναι ἐλεύθερη καί μητέρα ὅλων μας» (πρβλ. Γαλ. 4, 26). Εἶναι ᾿Εκείνη πού «προηγουμένως ἦταν στείρα, τώρα ὅμως εἶναι πολύτεκνη» (πρβλ. Γαλ. 4, 27). ΚΖ´ . ῾Η πρώτη ἐκκλησία τῶν ᾿Ιουδαίων ἔχασε τή Χάρη. Στή δεύτερη ὅμως ᾿Εκκλησία, τήν Καθολική, ὅπως ἐξηγήσαμε τόν ὅρο αὐτό στή σημερινή Κατήχηση, καθώς μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ Θεός «ἄλλους μέν τούς τοποθέτησε στήν ᾿Εκκλησία πρῶτον ᾿Αποστόλους, δεύτερον Προφῆτες, τρίτον Διδασκάλους. ῎Επειτα ἄλλους τούς ἔθεσε νά κάνουν κάθε εἴδους θαύματα, ἄλλους νά ἔχουν χαρίσματα θεραπειῶν, χαρίσματα προστασίας τῶν ὀρφανῶν, τῶν χηρῶν, τῶν πτωχῶν, τῶν παντός εἴδους ἀσθενῶν· χαρίσματα κυβερνήσεως καί διοικήσεως στήν ᾿Εκκλησία· χαρίσματα διαφόρων γλωσσῶν» (Α´ Κορ. 12, 28). ᾿Ακόμα ὁ Θεός χάρισε στήν ᾿Εκκλησία Του κάθε ἀρετή· σοφία καί σύνεση, σωφροσύνη καί δικαιοσύνη, ἐλεημοσύνη καί φιλανθρωπία, ὑπομονή καί ἀδάμαστη καρτερικότητα στούς διωγμούς. Αὐτή λοιπόν ἡ ᾿Εκκλησία «μέ τά ὅπλα τῆς δικαιοσύνης τά ἐπιθετικά καί τά ἀμυντικά, δοκιμάζοντας δόξα καί ἀτίμωση» (Β´ Κορ. 6, 7-8), παλιότερα στούς καιρούς τῶν διωγμῶν καί τῶν θλίψεων, στεφάνωσε μέ τά πολυάνθιστα στεφάνια ὑπομονῆς τούς ἁγίους Μάρτυρες καί τώρα, στούς καιρούς τῆς εἰρήνης, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπολαμβάνει τήν τιμή, πού τῆς πρέπει, ἀπό βασιλεῖς καί ἄρχοντες καί ἀπό ἀνθρώπους κάθε καταγωγῆς καί προελεύσεως. Οἱ βασιλεῖς ἐξουσιάζουν τό λαό μιᾶς μονάχα περιοχῆς πού διοικοῦν19. Καί μονάχα ἡ ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία ἔχει ἀπεριόριστη δύναμη καί ἐξουσία σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Γιατί, σύμφωνα μέ αὐτό πού γράφει ὁ Ψαλμωδός «ὁ Θεός ἔθεσε στά σύνορά σου εἰρήνη» (πρβλ. Ψαλμ. 147, 3). Γι᾿ αὐτήν τήν ᾿Εκκλησία, ἄν ἤθελα νά τά πῶ ὅλα, θά χρειαζόμουν πολύ περισσότερες ὧρες, γιά νά τά διηγηθῶ20.

ΚΗ´ . Στούς κόλπους αὐτῆς τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἔχοντας τή σωστή διδασκαλία καί τή σωστή ζωή, θά κληρονομήσουμε τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ὁποία κάνουμε τά πάντα, ὥστε νά τήν ἀπολαύσουμε, χαρισμένη σέ μᾶς ἀπό τόν Κύριο καί χορηγό αὐτῆς. Γιατί ὁ σκοπός μας δέν ἀποβλέπει σέ μικρά πράγματα, ἀλλά ἡ φροντίδα κι ὁ ἀγώνας μας γίνεται γιά τήν ἀπόλαυση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, μετά ἀπό τό σημεῖο ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, γιά τήν ὁποία ἔχουμε ἤδη μιλήσει, διδασκόμαστε νά πιστεύουμε καί στήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ὁποία ἀγωνιζόμαστε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί.

ΚΘ´ . ῾Η πραγματική καί ἀληθινή ζωή εἶναι ὁ Πατέρας, ὁ ῾Οποῖος διά τοῦ Υἱοῦ καί «ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι», σάν ἀπό μιά αἰώνια καί ἀστείρευτη πηγή, ἀδιάκοπα, ἀναβρύει καί παρέχει ὅλες τίς ἐπουράνιες δωρεές στόν κόσμο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς αἰωνιότητας. Καί ἀπό τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἔχει δοθεῖ καί σ᾿ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους ἡ ἀψευδής ὑπόσχεση γιά τήν ἀπόλαυση τῶν ἐπουρανίων αὐτῶν δωρεῶν τῆς αἰώνιας ζωῆς. Δέν εἶναι δυνατόν νά μήν πιστέψουμε σ᾿ αὐτό. Πρέπει νά πιστεύουμε, ὄχι γιατί ἐμπιστευόμαστε στίς ἀσθενικές δυνάμεις μας, ἀλλά γιατί ἐλπίζουμε στή δύναμη ᾿Εκείνου. «Γιατί ὅλα εἶναι δυνατά στόν Θεό» (πρβλ. Ματθ. 19, 26). Καί γιά τό ὅτι αὐτό εἶναι δυνατόν καί ὅτι προσδοκοῦμε καί περιμένουμε νά ζήσουμε αἰώνια, λέει ὁ προφήτης Δανιήλ: «Καί πολλοί δίκαιοι θά εἶναι σάν τ᾿ ἀστέρια στούς αἰῶνες καί πέρα τῶν αἰώνων» (Δαν. 12, 3). Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει· «Καί ἔτσι πάντοτε θά εἴμαστε μαζί μέ τόν Κύριο» (Α´ Θεσ. 4, 17). Αὐτό τό «θά εἴμαστε πάντοτε μαζί μέ τόν Κύριο», ὑπονοεῖ τήν αἰώνια ζωή. Ξεκάθαρα ἐπίσης μᾶς λέει καί ὁ Σωτήρας μας στά Εὐαγγέλια: «Καί θά πᾶνε αὐτοί στήν αἰώνια κόλαση καί οἱ δίκαιοι στήν αἰώνια ζωή» (Ματθ. 25, 46).


 Λ´ . ῾Υπάρχουν πολλές ἀποδείξεις γιά τήν αἰώνια ζωή. Σέ ὅσους δέ ἀπό μᾶς ἐπιθυμοῦν ν᾿ ἀποκτήσουν αὐτή τήν αἰώνια ζωή, τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης μᾶς ὑποδεικνύουν τούς τρόπους, μέ τούς ὁποίους μποροῦμε νά τήν ἀποκτήσουμε21. Γι᾿ αὐτούς τούς τρόπους -ἐπειδή δέν θέλω νά δώσω ἔκταση στήν ὁμιλία μου- θά παραθέσουμε λίγες μονάχα μαρτυρίες, ἀφήνοντας τίς ἄλλες νά τίς μελετήσουν μέ λεπτομέρειες ὅσοι διαθέτουν τήν ἀνάλογη προθυμία. ῎Αλλοτε μᾶς λέει ἡ ἁγία Γραφή ὅτι θά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή, «διά τῆς πίστεως». ᾿Επειδή εἶναι γραμμένο: «᾿Εκεῖνος πού πιστεύει στόν Υἱό θά ἔχει αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 3, 36) κ.τ.λ. Καί ἀλλοῦ λέει ὁ ἴδιος Εὐαγγελιστής: «᾿Αληθινά σᾶς λέω, ὅτι αὐτός πού ἀκούει τό λόγο μου καί πιστεύει σ᾿ ᾿Εκεῖνον πού μέ ἔχει ἀποστείλει, θά ἔχει αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 5, 24) καί τά ὑπόλοιπα. ᾿Αλλοῦ πάλι μᾶς λέει ἡ ἁγία Γραφή ὅτι θά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή διά τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου. Γιατί λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο: «Κι ἐκεῖνος πού θερίζει παίρνει μισθό καί συγκεντρώνει καρπό στήν αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 4, 36). Κι ἄλλοτε πάλι ἡ ἁγία Γραφή μᾶς ὑποδεικνύει τό δρόμο τοῦ μαρτυρίου καί τῆς «ἐν Χριστῷ» ὁμολογίας, καί μᾶς λέει: «᾿Εκεῖνος πού μισεῖ σ᾿ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο τή ζωή του, θά τή διαφυλάξει στήν αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 12, 25). Κι ἀλλοῦ πάλι, πάνω στό θέμα τοῦ ὅτι πρέπει νά προτιμᾶμε περισσότερο ἀπό τά χρήματα καί τούς συγγενεῖς τόν Χριστό, λέει: «῞Οποιος ἄφησε ἀδελφούς ἤ ἀδελφές» (Ματθ. 19, 29) κ.τ.λ., «θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή». ῎Αλλο τρόπο πού μᾶς προτείνει ἡ ἁγία Γραφή, γιά νά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Δηλαδή, «νά μή μοιχεύσεις, νά μήν κλέψεις» καί τά ὑπόλοιπα (πρβλ. Ματθ. 19, 18). Γιατί ἔτσι ἀπάντησε ὁ Χριστός σ᾿ ἐκεῖνον πού Τόν πλησίασε καί τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλέ μου καλέ, τί νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;» (πρβλ. Ματθ. 19, 16). ᾿Ακόμα ἡ ἁγία Γραφή μᾶς ὑποδεικνύει τήν ἐγκατάλειψη τῶν ἁμαρτωλῶν πράξεων καί τή συνέχιση τῆς ζωῆς μας κάτω ἀπό τή διακονία καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέει: «Τώρα πιά, πού ἔχετε ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἔχετε ὑποδουλωθεῖ στήν ἀγάπη καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά συνάξετε ὡς καρπό τῶν κόπων σας τόν ἁγιασμό καί κατάληξή σας θά εἶναι ἡ αἰώνια ζωή» (Ρωμ. 6, 22). ΛΑ´ .

῾Υπάρχουν ὅπως εἶπα, πολλοί τρόποι γιά ν᾿ ἀποκτήσει κανείς τήν αἰώνια ζωή, ἀπό τούς ὁποίους παράλειψα νά σᾶς ἀναφέρω τούς περισσότερους, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι τόσοι πολλοί. Διότι ὁ Κύριος, ὄντας φιλάνθρωπος, ἄνοιξε ὄχι μιά, οὔτε δυό, ἀλλά πάρα πολλές πόρτες22, γιά νά μπορέσουν ὅλοι νά μποῦν ἀνεμπόδιστα -τουλάχιστον ἀπό τήν πλευρά τοῦ Θεοῦ- καί νά τήν ἀπολαύσουν. ῞Ολα αὐτά, τά σχετικά μέ τήν αἰώνια ζωή, σᾶς τά ἐκθέσαμε μέ συνοπτικό λόγο, ἀλλά μέ σαφήνεια καί πληρότητα, σύμφωνα μέ τή σπουδαιότητα τοῦ θέματος, γιατί αὐτή ἡ διδασκαλία γιά τήν αἰώνια ζωή εἶναι καί τό τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καί ὁ τελικός στόχος τῆς πίστεως πού περιέχεται σέ ὁλόκληρο τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Αὐτήν, εἴθε ὅλοι μας, καί ἐμεῖς πού σᾶς διδάσκουμε καί ἐσεῖς πού μᾶς ἀκοῦτε, ν᾿ ἀξιωθοῦμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀπολαύσουμε.

 ΛΒ´ . Καί τώρα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μιά καί εἶχα τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ νά σᾶς διδάξω αὐτές τίς Κατηχήσεις, σᾶς παρακαλῶ νά ἑτοιμάζετε τήν ψυχή σας νά δεχτεῖ ὅλα αὐτά τά ἐπουράνια χαρίσματα. Καί γιά μέν τήν ἁγία καί ἀποστολική πίστη πού σᾶς παραδώσαμε, γιά νά γίνει κτῆμα σας καί γιά νά εἴσαστε σέ θέση νά τήν ὁμολογεῖτε μέ τή Χάρη τοῦ Κυρίου, κάναμε ὅσες διδασκαλίες μπορούσαμε, ὅλες αὐτές τίς ἡμέρες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς πού πέρασαν. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἔπρεπε νά ποῦμε μόνο ὅσα εἴπαμε. Εἶναι πολλά αὐτά πού παραλείψαμε καί τά ὁποῖα ἴσως πιό καλοί διδάσκαλοι θά τά κατανοοῦσαν καί θά τά ἀπέδιδαν ἐπιτυχέστερα23. Τώρα ὅμως πού πλησιάζει ἡ ἁγία ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί ἡ ἀγάπη σας θά λάβει τό θεῖο φωτισμό, ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό μέσω τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας, δηλαδή τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, θά διδαχτεῖτε πάλι, ἄν θέλει ὁ Θεός, ὅσα πρέπει νά γνωρίζετε ὡς χριστιανοί.
Δηλαδή θά διδαχτεῖτε, μέ πόση τάξη καί εὐσέβεια θά πρέπει, ὅταν σᾶς καλέσει ὁ λειτουργός, νά πλησιάσετε καί νά μπεῖτε στό Βαπτιστήριο, ποιά εἶναι ἡ σκοπιμότητα καί ἡ θεολογική σημασία κάθε τελετουργικῆς πράξεως καί κινήσεως πού θά λάβει χώρα, κατά τή διάρκεια τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Κι ἀκόμα μέ πόση εὐλάβεια θά πρέπει νά προσερχόσαστε, μετά τό Βάπτισμα, στό ἅγιο θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἀπολαύσετε τῶν ἐπουρανίων καί πνευματικῶν Μυστηρίων, πού βρίσκονται ἐκεῖ. ῎Ετσι ὥστε ἡ ψυχή σας, μέ τή διδασκαλία, νά διαφωτιστεῖ ἀπό πρίν, πάνω στό μέγεθος τοῦ καθενός ἀπό τά χαρίσματα πού θά σᾶς δοθοῦν ὡς δωρεά ἀπό τόν Θεό.


 ΛΓ´ . Μετά ἀπό τήν ἁγία καί σωτήρια ἡμέρα τοῦ Πάσχα ἀμέσως, ἀπό τή Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου, κάθε ἡμέρα καί γιά ὅλη τήν ἑβδομάδα, ἀφοῦ μετά τή Θεία Λειτουργία ἔρθετε στόν ἅγιο αὐτό τόπο τῆς ᾿Αναστάσεως, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀκούσετε ἄλλες Κατηχήσεις. Σ᾿ αὐτές τίς Κατηχήσεις θά διδαχτεῖτε πάλι, ὥστε νά πληροφορηθεῖτε γιά ποιό λόγο καί μέ ποιό σκοπό ἔχει γίνει κάθε τελετουργική μυστηριακή κίνηση καί νά πάρετε τίς σχετικές μαρτυρίες-ἀποδείξεις ἀπό τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη. Καί πρῶτα-πρῶτα θά σᾶς μιλήσουμε γιά ὅσα γίνονται ἀμέσως πρίν ἀπό τό Βάπτισμα. Κατόπιν θά μάθετε πῶς ὁ Κύριος σᾶς χάρισε τήν πλήρη κάθαρση ἀπό τίς ἁμαρτίες σας, μέ τό λουτρό τοῦ ὕδατος καί μέ τή ρηματική ἐπίκληση τῆς Χάρης τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος (πρβλ. ᾿Εφεσ. 5, 26). ᾿Ακόμα, πῶς μέ τήν ἱερολογία τῶν Μυστηρίων τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος πήρατε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί πῶς σᾶς δόθηκε ἡ σφραγίδα τῆς κοινωνίας τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Θά διδαχτεῖτε ἀκόμα καί γιά τά ῎Αχραντα Μυστήρια τά ὁποῖα λειτουργοῦνται στό θυσιαστήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπό τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, πού πρῶτος καί Μόνος τά λειτούργησε σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν Πόλη24. Θά διδαχτεῖτε δηλαδή πῶς ἀκριβῶς μᾶς τά ἔχουν παραδώσει οἱ ἅγιες Γραφές, ποιά εἶναι ἡ δύναμή τους καί πῶς καί πότε πρέπει νά προσέρχεται κανείς σ᾿ αὐτά. Τέλος, θά διδαχτεῖτε πῶς πρέπει, στήν παρούσα ζωή, μέ λόγια καί ἔργα ἄξια τῆς Χάρης πού δεχτήκατε, νά συναναστρεφόσαστε, ὥστε νά ἀξιωθεῖτε νά ἀπολαύσετε καί τήν αἰώνια ζωή. Αὐτά λοιπόν, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά σᾶς λεχθοῦν ἀργότερα.

ΛΔ´ . Λοιπόν, ἀδελφοί μου, νά χαιρόσαστε πάντοτε, μέ τή χαρά τοῦ Κυρίου. Θά σᾶς τό ξαναπῶ: Νά χαιρόσαστε (πρβλ. Φιλιπ. 3, 1 καί 4). Γιατί ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς ἀπολύτρωσής σας (πρβλ. Λουκ. 21, 28) καί ὁ ἐπουράνιος στρατός τῶν ᾿Αγγέλων ἀναμένει τή σωτηρία σας. ᾿Ακούγεται ἤδη ἡ φωνή πού κράζει δυνατά στήν ἔρημο: «῾Ετοιμάστε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου» (῾Ησ. 40, 3. Ματθ. 3, 3). ῾Ο προφήτης ῾Ησαΐας κραυγάζει: «῞Οσοι διψᾶτε πορευτεῖτε πρός τό νερό» (῾Ησ. 55, 1). Κι ἀλλοῦ πάλι· «᾿Ακοῦστε με καί θά ἀπολαύσετε τά ἀγαθά καί θά εὐφρανθεῖ μέσα στά ἀγαθά ἡ ψυχή σας» (῾Ησ. 55, 2). Σέ λίγο θά ἀκούσετε τήν ὡραία ἀνάγνωση ἀπό τό ἐδάφιο πού θά λέει: «Φωτίσου νέα ῾Ιερουσαλήμ, γιατί ἔφτασε κοντά σου τό φῶς» (πρβλ. ῾Ησ. 60, 1). Γι᾿ αὐτή τή νέα ῾Ιερουσαλήμ ὁ προφήτης ῾Ησαΐας εἶχε πεῖ: «Μετά ἀπό αὐτά θά ὀνομαστεῖς πόλη δικαιοσύνης, μητρόπολη πιστή Σιών» (῾Ησ. 1, 26), ἐπειδή ὁ νόμος προῆλθε ἀπό τή Σιών καί ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἀπό τήν ῾Ιερουσαλήμ, ὁ ὁποῖος ἀπό ἐδῶ ξεχύθηκε σέ ὅλη τήν οἰκουμένη. Σ᾿ αὐτήν ἀπευθύνθηκε ὁ προφήτης ῾Ησαΐας καί γιά σᾶς τῆς εἶπε: «Σήκωσε ὁλόγυρα τά μάτια σου καί κύτταξε τά παιδιά σου πού εἶναι συναγμένα» (῾Ησ. 49, 18). Κι αὐτή ἀποκρίθηκε καί εἶπε: «Ποιοί ξέρουν νά πετοῦν ψηλά, πάνω ἀπό μένα, σάν τά σύννεφα καί σάν τά περιστέρια μέ τά μικρά τους;» (῾Ησ. 60, . Σύννεφα σᾶς ὀνόμασε γιά τήν πνευματική σας ζωή καί περιστέρια γιά τήν ἀκεραιότητά σας. Καί ἀλλοῦ πάλι λέει: «Ποιός ξέρει ἀπ᾿ αὐτά; ῎Η ποιός ἔχει δεῖ παρόμοια; Μήπως καί δοκίμασε, γιά μιά μονάχα ἡμέρα, ἡ γῆ ὠδίνες τοκετοῦ ἤ μήπως γεννήθηκε κάποιο ἔθνος μονομιᾶς; Διότι δοκίμασε ὠδίνες τοκετοῦ καί γέννησε ἡ Σιών τά παιδιά της» (῾Ησ. 66, . Καί θά γεμίσουν ὅλα ἀνεκλάλητη χαρά, γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Νά, θά κάνω ἐγώ ν᾿ ἀγαλλιάσει ἡ ῾Ιερουσαλήμ καί νά εὐφρανθεῖ ὁ λαός μου» (῾Ησ. 65, 18).

ΛΕ´ . ῎Ας δώσει ὁ Θεός νά εἰπωθεῖ καί γιά σᾶς τώρα: «Γεμίστε εὐφροσύνη οὐρανοί κι ἄς ἀγαλλιάσει ὅλη ἡ γῆ» (῾Ησ. 49, 13) καί στή συνέχεια: «῾Ο Θεός ἐλέησε τό λαό Του καί παρηγόρησε τούς ταπεινούς τοῦ λαοῦ Του» (῾Ησ. 49, 13). Αὐτά ὅλα θά σᾶς χαριστοῦν ἀπό τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού σᾶς ὑπόσχεται: «᾿Εγώ θά ἐξαφανίσω σάν σύννεφο τίς ἀνομίες σου καί σάν ὀμίχλη τίς ἁμαρτίες σου» (πρβλ. ῾Ησ. 44, 22). Κι ἐσεῖς, ἀφοῦ θά ἀξιωθεῖτε νά πάρετε τό ὄνομα τῶν πιστῶν —γιά τούς ὁποίους εἶναι γραμμένο στήν ἁγία Γραφή˙ σ᾿ αὐτούς πού θά δουλεύσουν σέ μένα θά τούς χαριστεῖ καινούριο ὄνομα, τό ὁποῖο θά εὐλογηθεῖ πάνω στή γῆ (πρβλ. ῾Ησ. 65, 15-16)— θά πεῖτε μέ εὐφροσύνη: «῎Ας εἶναι εὐλογητός ὁ Θεός καί Πατέρας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ᾿Εκεῖνος πού μᾶς χάρισε διά τοῦ Χριστοῦ κάθε πνευματική καί ἐπουράνια εὐλογία» (᾿Εφεσ. 1, 3). «᾿Από τόν ῾Οποῖο δεχτήκαμε τήν ἀπελευθέρωσή μας, μέ τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, μέ τήν πλούσια Χάρη Του, πού σκόρπισε σέ μᾶς περίσσια» (᾿Εφεσ. 1, 7-8) κ.τ.λ. Καί ἀλλοῦ πάλι λέει: «῾Ο Θεός ὅμως, ἐπειδή εἶναι πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος, μᾶς ἀγάπησε μέ ἀπέραντη ἀγάπη. Κι ἐνῶ ἤμαστε πνευματικά νεκροί, ἐξαιτίας τῶν παραπτωμάτων μας, μᾶς ξανάδωσε τή ζωή μαζί μέ τόν Χριστό» (᾿Εφεσ. 2, 4-5) κ.τ.λ. Καί πάλι, ψάλτε παρόμοιο ὕμνο στόν Θεό, λέγοντας:


«῞Οταν ὁ Θεός, ὁ Σωτήρας μας, φανέρωσε τήν καλοσύνη καί τήν ἀγάπη Του στούς ἀνθρώπους, μᾶς ἔσωσε, ὄχι γιά τά καλά ἔργα πού τυχόν κάναμε ἐμεῖς, ἀλλά γιατί μᾶς σπλαχνίστηκε. Μᾶς ἔσωσε μέ τό Βάπτισμα τῆς ἀναγέννησης καί τῆς ἀνανέωσης πού χαρίζει τό ῞Αγιο Πνεῦμα, τό ῾Οποῖο σκόρπισε πλούσια πάνω μας διά τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτήρα μας γιά νά δικαιωθοῦμε μέ τή δική Του Χάρη καί νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια ζωή πού προσδοκοῦμε» (Τίτ. 3, 4-7). Αὐτός λοιπόν, «ὁ Θεός καί Πατέρας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ Πατέρας τῆς δόξας, ἄς σᾶς χαρίσει πνεῦμα σοφίας, πού θά σᾶς ἀποκαλύψει πῶς νά Τόν γνωρίσετε ἀκόμα καλύτερα. Κι ἄς φωτίζει τά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς σας» (πρβλ. ᾿Εφεσ. 1, 16-17). Καί ἄς σᾶς διαφυλάξει σ᾿ ὅλη σας τή ζωή, χαρίζοντάς σας τή δύναμη καί τό φωτισμό γιά κάθε λόγο, ἔργο καί λογισμό ἀγαθό. Σ᾿ Αὐτόν ἀνήκει, τιμή καί δόξα, διά τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, μαζί μέ τό ῞Αγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτέλειωτους αἰῶνες τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1.Πραγματικά, γιά τόν ψυχικό ἄνθρωπο εἶναι ἴσως τό μέγιστο κίνητρο γιά τή διάπραξη τοῦ καλοῦ «ἡ ἀπολαβή». Καί θά ἦταν ἴσως ἁπλό ἰδεολόγημα, ἄν θά θέλαμε νά ποῦμε ὅτι κάποιοι ἀπό μᾶς δέν ἔχουν ἐγωκεντρικά καί ὠφελιμοθηρικά κίνητρα στίς θρησκευτικές ἐπιδιώξεις τους. Παρά ταῦτα, τό κίνητρο τῆς «᾿Ανάστασης» μᾶς ἀναβιβάζει σέ ὑψηλότερο ἐπίπεδο πνευματικότητας, γιατί ἡ προοπτική τῆς ᾿Ανάστασης εἶναι διφυής· ᾿Ανάσταση ζωῆς καί ἀνάσταση κρίσεως. Μιά τέτοια στόχευση μᾶς ὠθεῖ στό νά ζητοῦμε τούς ὅρους καί τίς προϋποθέσεις πού θά μᾶς ἐξασφαλίσουν τήν ᾿Ανάσταση ζωῆς. ῎Ετσι ὁδηγούμαστε στό ἀγκάλιασμα τοῦ Σταυροῦ καί τήν ἀποδοχή τοῦ σταυροῦ μας, πού μᾶς κάνουν ἀνθεκτικούς καί γενναίους στόν πειρασμό καί στή δοκιμασία. 2. ῾Ο Κύριος μᾶς φανερώνει μέ τόν προφήτη ῾Ησαΐα (55, 8-9) τήν τρομακτικά μεγάλη διαφορά τοῦ «ἐπιπέδου» πάνω στό ὁποῖο κινεῖται-ἐργάζεται ὁ Θεός καί τοῦ ἐπιπέδου πάνω στό ὁποῖο κινεῖται καί ἐνεργεῖ ὁ ἄνθρωπος. «Οὐ γάρ εἰσιν αἱ βουλαί μου ὥσπερ αἱ βουλαὶ ὑμῶν, οὐδ᾿ ὥσπερ αἱ ὁδοὶ ὑμῶν αἱ ὁδοί μου, λέγει Κύριος, ἀλλ᾿ ὡς ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τῆς γῆς, οὕτως ἀπέχει ἡ ὁδός μου ἀπὸ τῶν ὁδῶν ὑμῶν καὶ τὰ διανοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς διανοίας μου». Γιά μᾶς εἶναι ἀσύλληπτη ἡ διαφορά πού βρίσκεται ἀνάμεσα σ᾿ ἕνα σωματίδιο-ὑποάτομο καί στό συμπαντικό ἀχανές. Αὐτή ἡ διαφορά προωθημένη στό ἄπειρο, βρίσκεται μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου, γιά κάθε θέμα τῆς ὀντότητας καί τῆς λειτουργίας τοῦ προσώπου μας. Μέ βάσιμη λοιπόν συνέπεια ὁ ῞Αγιος βγάζει τό διδακτικό συμπέρασμα· Δέν πρέπει λοιπόν νά ἀποδίδεις στόν Θεό ἀδυναμίες ὅμοιες μέ τίς δικές σου. Δῶσε καλύτερα τήν προσοχή σου στή δύναμη ᾿Εκείνου. 3. Εἶναι προφανές ὅτι ὁ ῞Αγιος ὁμιλεῖ μέ βάση τά κοσμογεωγραφικά δεδομένα τῆς ἐποχῆς του. Τό παράδειγμα δέν χάνει τή διδακτική του στόχευση. 4. Εἶναι πραγματικά ὑποδειγματική ἡ εὐαισθησία τοῦ ῾Αγίου καί παιδαγωγική ἡ μέθοδός του, μέ τήν ὁποία προσπαθεῖ νά γίνουν ἀντιληπτές οἱ ἔννοιες τίς ὁποῖες θέλει νά διδάξει. ῏Ηταν πάντοτε ἐνήμερος τῆς δεκτικότητας τῶν ἀκροατῶν του καί παρακολουθοῦσε μέ ἄγρυπνο μάτι τήν πορεία τῆς ἀφομοίωσης τῆς διδασκόμενης ὕλης. 5. Εἶναι ἄξιο θεολογικῆς περιεργείας τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Κατηχητής καί ἀρχιερέας τῆς Καινῆς Διαθήκης βασίζει τό σκεπτικό τῆς δικαιοσύνης στό Νόμο τῆς Παλαιᾶς. Πιθανή ἐξήγηση μπορεῖ ἐνδεχομένως νά θεωρηθεῖ τό ὅτι ἀπευθύνει τό λόγο σέ ᾿Ιουδαίους. Πάντως τό παράδειγμα εἶναι φρικιαστικό. 6. ῾Η ποινική δίωξη τῆς τυμβωρυχίας, καίτοι μπορεῖ νά μήν ἔχει αἰτιώδη σχέση μέ τήν πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, εἶναι μιά ἔμμεση μαρτυρία, ἄν ὄχι γιά τήν πίστη στήν ἀνάσταση, ἀλλά γιά τήν ἐπιθυμία τῆς δυνατότητας τῆς ἀνάστασης.

7. ῾Ο νομοθέτης δέν «ὑπερβαίνει», ὡς ὁ θεωμένος ἄνθρωπος, τούς νόμους, ἀλλά τούς τροποποιεῖ μέ τήν ἐξουσία του, προσωρινά ἤ ὁριστικά. ῾Η «ἐν Χριστῷ» ὑπέρβαση τῶν ὅρων τῆς φύσεως ἀπό τόν ἄνθρωπο, εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο θαῦμα, ἀλλά γιά τόν Θεό εἶναι φυσική ἐνέργεια τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν Του. Αὐτές ἱκανώνουν τόν ἄνθρωπο νά ὑπερβαίνει τούς σταθερούς νόμους τῆς κτιστῆς δημιουργίας καί νά κάνει τή συμμετοχή του στήν ὑπερβατότητα τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, «ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ», ἐνδεικτική τοῦ ἐπιπέδου τῆς θεωτικῆς πορείας του. 8. Αὐτή ἡ ἄστοχη ἐνέργεια εἶναι καθιερωμένη καί γενικευμένη μέθοδος τῶν κάθε εἴδους αἱρετικῶν, ἀλλά καί ἀσυνείδητο λάθος τῶν καλοπροαίρετων «κρυφῶν» αἱρετικῶν πού βρίσκονται πληθωρικά καί στίς ἡμέρες μας. Οἱ πρῶτοι, ἔχουν παραδεχτεῖ τίς αἱρετικές δοξασίες καί προσπαθοῦν «ἐκ τῶν ὑστέρων» νά βροῦν στηρίγματα στή Γραφή ἤ στούς Πατέρες, ἐνῶ οἱ δεύτεροι, δέν διαθέτουν τίς ὀρθές «προσλαμβάνουσες παραστάσεις» ὥστε νά κατανοήσουν ὀρθῶς αὐτό πού συναντοῦν στό γραπτό ἤ καί στόν προφορικό λόγο τῆς ᾿Εκκλησίας. 9. ῾Η διδασκαλία αὐτή διατυπώνεται ἄνετα καί ἀνεπιφύλακτα καί γίνεται δεκτή ἀπό αὐτούς πού γνωρίζουν τή Γραφή. ᾿Εκεῖ πού μᾶς «κερδίζει» ὁ πονηρός εἶναι κάθε φορά πού μᾶς βάζει νά τήν ἐφαρμόσουμε κρίνοντας τούς «ἀποθνήσκοντας», χωρίς νά ἔχουμε τέτοιο δικαίωμα ἤ δεδομένη ἁρμοδιότητα. ῾Η ἐξομολόγηση, καί πολύ περισσότερο ἡ μετάνοια, εἶναι βίωμα τῆς «βαθείας καρδίας» καί δέν ὑπόκειται στήν «κατ᾿ ὄψιν» κρίση τοῦ ἄλλου. 10. Στίς σύγχρονες ἑρμηνευτικές διατυπώσεις τῶν χωρίων πού χρησιμοποιεῖ ἐδῶ ὁ ῞Αγιος διαπιστώνουμε πολλές διαφορές. Παρά ταῦτα, δέν μποροῦμε νά ἀρνηθοῦμε ὅτι τά συγκεκριμένα αὐτά χωρία εἶναι ἄσχετα πρός τήν πίστη-προσδοκία τοῦ ᾿Ιώβ στή μετά θάνατο ζωή καί ἀνάσταση. ῾Επομένως δικαιώνεται ἡ θέση τοῦ ῾Αγίου. 11. Εἶναι ἐκπληκτική προτύπωση τῆς προσδοκωμένης ἀνάστασης τῶν νεκρῶν. Βέβαια τό νεκρό σῶμα δέν ἔδωσε αὐτοδύναμα τήν ἀνάσταση στό ἄλλο νεκρό σῶμα, ἀλλά μέσα στή Θεία Πρόνοια καί ᾿Ενέργεια, τό σῶμα τοῦ Προφήτη ἔγινε ὄργανο λειτουργίας-τελέσεως τοῦ θαύματος. 11α. Αὐτή ἡ θέση τοῦ ῾Αγίου δέν εἶναι «ἐπινόηση», ἀλλά ἀποκαλύπτει μιά πραγματικότητα πού τήν ἀντιλαμβάνονται ἐκεῖνοι πού διαθέτουν τή σχετική ἱκανότητα. Μέ ἀφορμή αὐτή τή θέση τοῦ ῾Αγίου, διερωτώμαστε· Μήπως εἶναι καί αὐτή ἡ πραγματικότητα ἕνα βασικό ἐπιχείρημα γιά τόν ἰσχυρισμό κάποιων ἀπό μᾶς ὅτι οἱ «μεταμοσχεύσεις» καταλύουν τή μοναδική καί ἀνεπανάληπτη συνάφεια ψυχῆς καί σώματος ὡς ἀναπαλλοτρίωτης βάσης τοῦ προσώπου;

. ῾Ο ῞Αγιος ἀναφέρεται στήν κατάσταση τῶν σωμάτων μετά τήν ἀνάστασή τους. Τό παράδειγμα τῆς πυγολαμπίδας εἶναι εὔστοχο, γιατί, πραγματικά, μέσα στό νυχτερινό σκοτάδι τά ἔντομα αὐτά φαίνονται σάν κινούμενα φωτεινά σωματίδια. 13. Σέ προηγούμενο σχόλιο (11α) τονίσαμε τή θέση τοῦ ῾Αγίου ὅτι ἡ ἁγιότητα ἀποτυπώνεται στά σώματα τῶν ῾Αγίων. Τώρα ὁ ῞Αγιος μᾶς διδάσκει ὅτι καί ἡ ἁμαρτία ἀποτυπώνεται στά σώματα τῶν ἁμαρτωλῶν. ῎Ετσι νομίζουμε ὅτι ἐνισχύεται καί ἡ σοβαρότητα τοῦ ἐρωτήματος πού κάνουμε ἐκεῖ σχετικά μέ τίς μεταμοσχεύσεις ὀργάνων σώματος. 14. Μέσα στό σύγχρονο «οἰκουμενιστικό» συγκρητισμό ἔχει ἀμβλυνθεῖ τό αἰσθητήριο τῶν περισσοτέρων ᾿Ορθοδόξων καί μέ τό ἐπίθετο «Καθολική ᾿Εκκλησία» χαρακτηρίζουν καί ἐννοοῦν τούς Δυτικούς Ρωμαιοκαθολικούς χριστιανούς, πού ἐφόσον εἶναι σχισματικοί καί αἱρετικοί δέν ἀνήκουν στή Μία, ῾Αγία, Καθολική καί ᾿Αποστολική ᾿Εκκλησία πού εἶναι ἡ ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία. Εἶναι λοιπόν ἀνάγκη νά μποῦν τά πράγματα στή θέση τους. 15. ῾Ιστορικά, Θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά δέν εἶναι δυνατόν νά γενικευθεῖ μιά τέτοια θέση καί δέν μπορεῖ νά γίνει δεκτή ἀνεπιφύλακτα, γιατί διαχρονικά τό γένος τῶν ῾Εβραίων ἔχει, ὄχι μόνο ἁπλή, ἀλλά καί ἔνδοξη ἐκπροσώπηση μέσα στήν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. 16. ῾Ο Σαρκωμένος Θεός Λόγος εἶναι τό Κεφάλαιο τῆς ᾿Αλήθειας καί τῆς Ζωῆς τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η ᾿Εκκλησία, κατά τό ἀνθρώπινο στοιχεῖο τῆς συστάσεως καί ὑποστάσεώς της, φανερώνει τήν πραγματική σχέση της μέ τήν ᾿Αλήθεια καί τή Ζωή, πού τῆς χαρίζει ὁ Θεός Λόγος, μέ τή λειτουργία τοῦ συνοδικοῦ συστήματος. ῾Η συνοδικότητα ἔχει τίς ρίζες της μέσα στά βάθη τῆς Τριαδικῆς Μοναρχίας ἤ τῆς Μοναρχικῆς Τριάδος καί βασίζεται στήν ἁρμονία πού πηγάζει ἀπό τήν ἀλληλοπεριχώρηση τῶν Τριῶν Προσώπων τῆς Μοναδικῆς ἐν Τριάδι Θεότητος. Διαχρονικά, μαρτυρεῖται ἡ λειτουργία τῆς συνοδικότητας μέσα στήν ᾿Εκκλησία καί ἡ ἐπιτυχία της διαβαθμίζεται πάντοτε σέ σχέση μέ τίς ἱστορικογεωγραφικές καί ἀνθρώπινες παραμέτρους τῶν φορέων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας. ῾Η διοικητική ὀργάνωση τῆς ᾿Εκκλησίας ἔχει πολλές φορές ἀπειλήσει, ὅταν δέν ἔχει ἀφανίσει, τήν ἀκεραιότητα καί τήν ἀποτελεσματικότητα τῆς λειτουργίας τοῦ συνοδικοῦ συστήματος. ῾Η διαμόρφωση de facto ἐκκλησιαστικῶν διοικητικῶν μορφωμάτων (νεοπλα–σμάτων) στό χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας ἔχει ζημιώσει, πολλές φορές, σέ συνεργασία μέ τά ἀνθρώπινα πάθη, τή λειτουργία τοῦ συνοδικοῦ συστήματος. 17. Σέ κάθε ἀνθρώπινη λειτουργία ἤ ἔκφραση μπορεῖ νά ὑπάρξει, ἐκτός ἀπό τή λογική καί φυσική χρήση, καί κάποια παράχρηση ἤ κατάχρηση. ῎Ετσι φθάσαμε στό σημεῖο ἀπό τή μιά νά ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική καί ᾿Αποστολική ᾿Εκκλησία καί ἀπό τήν ἄλλη νά μετέχουμε στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο ᾿Εκκλησιῶν». Εἶναι ἄκρως ἐπίκαιρη ἡ σημασία αὐτῆς τῆς θέσεως τοῦ ῾Αγίου. Κάθε σύναξη θρησκευομένων, ἔστω καί χριστώνυμων, δέν μπορεῖ νά θεωρεῖται ᾿Εκκλησία οὔτε νά ἀνήκει στήν ᾿Εκκλησία. ῾Ο ἀνοικτός διάλογος μέ κάθε ἄνθρωπο εἶναι χρέος τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀλλά ὁ συγκρητισμός δέν δημιουργεῖ μόνο ἐννοιολογική σύγχυση, δημιουργεῖ καί τά «θολά νερά» μέσα στά ὁποῖα ψαρεύει ὁ διάβολος καί τά ὄργανά του. 18. ῾Η ὑπόδειξη αὐτή τοῦ ῾Αγίου δέν μπορεῖ νά ἐφαρμοσθεῖ σήμερα. Στίς ἡμέρες μας ἔχουν πάρει τά χαρακτηριστικά αὐτά ἐπίθετα ἄλλες διαστάσεις στό θρησκειακό Χάρτη. ᾿Ορθόδοξοι αὐτοχαρακτηρίστηκαν καί οἱ Προχαλκηδόνιοι καί οἱ ᾿Αντιχαλκηδόνιοι πού εἶναι «Μονοφυσίτες». ῎Αλλοι θεωροῦν σκόπιμο νά χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο «῾Ελληνορθόδοξη» ᾿Εκκλησία, μέ σκοπό νά φανερώνουν τή μόνη ἀκραιφνῶς ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία. Δέν εἶναι ὅμως ἀπόλυτα ἐπιτυχημένος ὁ ὅρος αὐτός γιά πολλούς λόγους. ῎Αλλοι σκέφτηκαν νά διατυπώσουν τόν ὅρο «ἡ ᾿Εκκλησία τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων», ὥστε νά διατηρήσουν ὅλα τά ἀπαραίτητα ἐκκλησιολογικά στοιχεῖα καί νά ἀποφύγουν τήν πρόσμιξή τους μέ ἐπουσιώδη στοιχεῖα δευτερεύοντος χαρακτῆρος. Στή Διασπορά, εὔκολα διακρίνει κανείς τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τῶν Ρώσων, τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τῶν Σέρβων, τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τῶν ῾Ελλήνων κ.λ.π. 19.

Τό imperium, ἡ κοσμική ἐξουσία, εἶναι καί πρέπει νά εἶναι ξένο καί ἀπόβλητο στοιχεῖο στό Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας, γιατί διαφορετικά, ἡ ᾿Εκκλησία παύει νά ταυτίζεται μέ τόν Χριστό, ὀντολογικά. Δέν πρέπει νά ταυτίζεται ἡ αὐθεντία τῆς ᾿Εκκλησίας, πού ἔχει μέσα στό συνοδικό χαρακτήρα της οἰκουμενική ἐμβέλεια, μέ τήν «παγκόσμια πολιτική ἐξουσία» ἄλλων ὀργανισμῶν. Πολύ περισσότερο δέν μπορεῖ νά συνδέεται μέ ἕνα πρόσωπο ἤ μέ ἕνα νεοπλασματικό συνοδικό ὑποκατάστατο πού στηρίζεται σέ καμένες ἤ εἰδωλολατρικά καί ἀνεδαφικά προβαλλόμενες, ἔστω καί κάποτε ἔνδοξες, δάφνες. Τότε δημιουργεῖται χωροχρονική «ἀπολίθωση τῆς ᾿Εκκλησίας». ῾Η ᾿Ορθόδοξη ἐκκλησιολογία ἀπαιτεῖ τήν ἱκανότητα τῆς ᾿Εκκλησίας νά προσλαμβάνει τή ζῶσα πραγματικότητα τοῦ κόσμου καί βάσει αὐτῆς νά λειτουργεῖ τό Ἐπισκοποκεντρικό συνοδικό της σύστημα. Δέν εἶναι δυνατόν ἀρχιερεῖς χωρίς ποίμνιο νά διαφεντεύουν, καί μάλιστα ipso jure, Ἐπισκόπους μέ ποίμνια καί, συγκριτικά, ὑπερμεγέθη. Αὐτή ἄλλωστε εἶναι καί ἡ σημασία τοῦ ἀξιώματος· «τά ἐκκλησιαστικά εἴωθε τοῖς πολιτικοῖς συμμεταβάλλεσθαι». 20. ῾Η ᾿Εκκλησία ἐφόσον δέν ἐπηρεάζεται ἀπό ἰδιαίτερα ἐθνικά, φυλετικά καί πολιτισμικά στοιχεῖα καί δέν θεραπεύει δευτερεύουσες ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀνταποκρίνεται στήν ἀνάγκη τῆς σωτηρίας κάθε ἀνθρώπου, δηλαδή στήν εἰρήνευσή του μέ τόν Θεό, μέ τόν πλησίον καί μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, διαχειρίζεται μέ πνευματική καί θεόσδοτη ἐξουσία τήν οὐσιαστικότερη πλευρά τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, παγκοσμίως. 21. Δέν εἶναι ἱκανός κάθε χριστιανός νά κατανοεῖ ἀκίνδυνα καί μέ πληρότητα πολλά ἐκ τῶν περιεχομένων στήν ἁγία Γραφή. Γι᾿ αὐτό τό λόγο, ἐμεῖς χειραγωγούμαστε στήν κατανόηση τῆς Βίβλου ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες μας. ᾿Εκεῖνοι χαρισματικά δέχτηκαν τήν ᾿Αλήθεια καί χαρισματικά τήν ἔκαναν ζωή τους καί μᾶς ἐξασφάλισαν σίγουρα «μονοπάτια» ἀλήθειας καί ζωῆς, καί μάλιστα μέ διαχρονική ἐγκυρότητα καί νηπτική καί μορφολογική προσαρμοστικότητα. 22. Κάθε προσωπική ὑπόσταση χριστιανοῦ, θά μπορούσαμε νά ἰσχυρισθοῦμε ὅτι διαθέτει τό «πνευματικό DNA» της πού τά ἰδιαίτερα «γονιδιακά του» χαρακτηριστικά δημιουργοῦνται ἀπό τό μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο τρόπο πού συνάπτεται καί συλλειτουργεῖ ἡ θέλησή του μέ τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέσα στό χωροχρονικό πλαίσιο τῆς ὕπαρξής του. 23. Εἶναι τόσο διδακτικό γιά μᾶς νά βλέπουμε ὅτι ἕνα τέτοιο φρόνημα εἶναι «κοινός τρόπος» πατερικῆς συμπεριφορᾶς, πηγαίας καί ἀνεπιτήδευτης ταπεινοφροσύνης! ῎Ετσι μᾶς χειραγωγοῦν οἱ ἅγιοι Πατέρες στήν κατανόηση τῶν Γραφῶν. Μέ μαρτυρίες ζωῆς καί ὄχι μέ ἀναπαραγωγή ἰδεολογημάτων. 24.

Συμμεριζόμαστε, συγκλονισμένοι, τό «ἐν Κυρίῳ» καύχημα τοῦ ἁγίου Πατρός, γιά τήν εὔνοια τῶν ῾Ιεροσολύμων νά ἁγιασθοῦν, γιά πρώτη φορά, πάνω στή γῆ ἀπό τή Ζωή καί τή Δράση τοῦ Χριστοῦ. ᾿Εκεῖ πρόσφερε τόν ῾Εαυτό Του, Θύτης καί Θῦμα, καί παρέδωσε στούς ἁγίους ᾿Αποστόλους τό Μέγα Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τό Ποτήριο τῆς Ζωῆς καί τόν ῎Αρτο τῆς ᾿Αθανασίας. ῾Η ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ μεταποιεῖ ὅλη τήν κτίση, ὅλη τήν Οἰκουμένη, σέ ῾Ιεροσόλυμα, μέ τήν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού γιά μᾶς δέν εἶναι τελετή ἀναμνήσεως, ἀλλά Μυστήριο διαχρονικῆς παρατάσεως τοῦ Μυστηρίου πού στά ῾Ιεροσόλυμα ἐτέλεσε ὁ Κύριος καί Θεός μας καί Σωτήρας μας ᾿Ιησοῦς. Λυπούμαστε γιατί παραμένουν πολύ πτωχοί καί ξένοι ἀπό τόν ὀντολογικό πλοῦτο τοῦ Μυστηρίου τῶν Μυστηρίων ἐκεῖνοι πού τό ἐκτιμοῦν σάν κοινωνική τελετή ἀνάμνησης τοῦ Κυρίου ἤ σάν μαγικό τρόπο ἀπόσπασης Θείας Χάρης.
Ἀπό τό βιβλίο
 
«Προσδοκῶ ἀνάσταση νεκρῶν» Ἔκδοσις «Ἑτοιμασία» Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα