ΟΣΙΟΣ ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ, Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ (2ον Μέρος)
Posted: 12 May 2013 11:17 AM PDT

Πολλές ἱστορίες μᾶς διηγήθηκαν παλαιότεροι πατέρες, πού εἴτε οἱ ἴδιοι τίς ἔζησαν εἴτε τίς ἄκουσαν νά τίς διηγοῦνται ἀπό τούς Γεροντάδες τους.
Ὅταν κατοίκησαν στήν Σκήτη τοῦ Λάκκου ὁ παπα-Σεραφείμ καί ἡ συνοδεία του, ἐξομολογοῦνταν σέ ἕναν πνευματικόν, ὀνόματι Λεόντιον Ἱερομόναχον.
           
       
     Ὁ παπα-Λεόντιος ἔμενε ἕνα διάστημα σέ μιά σπηλιά τοῦ Ἄθωνα, γιαὐτό καί ὀνομάστηκε σπηλαιώτης. Ἐπειδή ἦταν καλός καί ἀσκητικός Γέροντας, ἐξομο-λογοῦνταν σ' αὐτόν ἀρκετοί ἀσκητές. Ἦταν καί ἐξομολόγος τῆς συνοδείας τοῦ παπα-Σεραφείμ.

            Μεταξύ αὐτῶν πού ἐξομολογοῦνταν, διηγήθηκε ὁ παπα-Σεραφείμ, ἦταν καί δώδεκα ἀνώνυμοι ἀναχωρητές, πού ἔμεναν σέ σπηλιές, στά βουνά τοῦ Ἄθωνα. Ὅταν πήγαιναν στόν παπα-Λεόντιο, μεταξύ ἄλλων, τοῦ "ἐπεξηγοῦσαν θεῖα Μυστήρια", τοῦ ἔλεγαν "τό μέλλον τοῦ Ἁγίου Ὄρους", τοῦ ἑρμήνευαν "τά κάλλη τοῦ παραδείσου" καί "ποία ἡ δόξα τῶν δικαίων μετά θάνατον".         
            Διασώζεται ἀκόμη μία ἀξιόπιστη διήγηση γιά τόν παπα-Λεόντιο καί τούς δώδεκα ἀφανεῖς ἐρημίτες.

            Ὁ παπα-Λεόντιοςζοῦσε σάν ἐρημίτης στά ἐρημικά μέρη τοῦ Ἄθωνος. Εἶχε σχέσεις μέ δώδεκα ἀναχωρητές, τῶν ὁποίων γνώριζε τά κατοικητήρια. Παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν πνευματικός, δεχόταν τίς συμβουλές καί τίς γνῶμες τῶν ἀναχωρητῶν αὐτῶν, γιατί τούς σεβόταν ὡς ἁγίους.
Λέγεται ὅτι αὐτοί οἱ δώδεκα ἀνώνυμοι ἀναχωρητές τοῦ συνέστησαν νά πάει ἤ τόν ἔστειλαν στό νησί τῆς Σάμου, γιά νά βοηθήσει πνευματικά τό λαό.Ἔκανε ὑπακοή καί πῆγε καί ἔμεινε ἐκεῖ μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του.
            Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ πού τόν γνώρισαν διηγοῦνται θαυμαστά γεγονότα γιά τήν ζωή του. Ἔλεγχε στρατηγούς, δημάρχους καί ἄλλα ἐξέχοντα πρόσωπα, τά ὁποῖα δέν ἔδιναν τό καλό παράδειγμα στό λαό, ἀλλά ζοῦσαν ὡς ἀποστάτες τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ποτέ δέν εἰσῆλθε σέ αὐτοκίνητο, στή Σάμο ὅπου ἔζησε τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του. (Μέ κάποιες ἐξαιρέσεις ὅπως καί τό γεγονός πού ἀναφέρεται πιό κάτω.)
            Ἦταν πεζοπόρος κήρυκας τῆς πίστεως καί τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔζησε ὡς ἀκτήμων καί διά Χριστόν σαλός καί ὁ λαός τόν σεβόταν ὡς ἅγιο. Ἦταν ζηλωτής καί ἀκολουθοῦσε μέ πάθος τό Πάτριο ἡμερολόγιο, ἐλέγχοντας τούς Νεο-ημερολογίτες γιά τήν μεγάλη προδοσία τῆς Πίστεως. (Σύγκρινε, Βλασίου Μοναχοῦ, ἁγιορείτου, Οἱ ἀόρατοι ἐρημίτες τοῦ Ἄθωνα, 2007)

            Στήν Σάμο πολλοί ἦταν οἱ πιστοί ἐκεῖνοι πού κράτησαν τήν Ὀρθοδοξία καί ἔμειναν σταθεροί στήν Πίστη. Γιαὐτό ὑπέστησαν διωγμούς, ἰδιαίτερα ἐπειδή δέν δέχονταν μέ τίποτα τό νέο φράγκικο καλενδάριο.

Μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί ὁ παπα-Μελέτιος πού ὑπέστη διωγμό καί φυλάκιση, ἐπειδή δέν ἀκολούθησε τήν ἀλλαγή. Ἰδιαίτερα σκληρός ἦταν ὁ διωγμός στά χρόνια 1950-55. Τότε φυλακίστηκε καί βασανίστηκε καί ὁ παπα-Μελέτιος, καί ὅταν ἀποφυλακίστηκε, τόν ἄφησαν σχεδόν γυμνό, μέσα στήν παγωνιά καί στό κρύο. Ἅρπαξε πνευμονία καί κοιμήθηκε!
            Εἶχε συγγενή καί τήν Ἀργυρώ, μιά πολύ πιστή Ὀρθόδοξη γυναῖκα. Ἡ Ἀργυρώ, μέσα σέ μεγάλη κακοκαιρία καί κατα-ρρακτώδη βροχή, ἐμφανίστηκε στό Μοναστήρι μέ Κόλλυβα, ὅπου λειτουργοῦσε ὁ παπα-Πανάρετος, μιά ἁγιασμένη ψυχή, καί ἔφερε τά κόλλυβα γιά τό μνημόσυνο τοῦ παπα-Μελέτιου, χωρίς καθόλου νά βραχεῖ!
            Στήν ἐρώτηση, πῶς ἔφτασε μέχρι τό Μοναστήρι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, χωρίς νά βραχεῖ καθόλου οὔτε αὐτή οὔτε τά κόλλυβα, αὐτή ἀπάντησε ὅτι πήγαινε ἀπό ἐκεῖ ... πού δέν ἔβρεχε!
            Στό Μοναστήρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στή Σάμο, ὅπου πήγαινε καί ὁ παπα-Λεόντιος,ζοῦσαν μέ μεγάλη στέρηση καί ἐγκράτεια καί δύο πολύ μεγάλες ἀσκήτριες, πού ψάρι δέν ἔτρωγαν οὔτε καί τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, πού πῆγε νά τούς λειτουργήσει ὁ παπα-Ἀζαρίας.
            Στή Σάμο ζοῦσε καί ὁ μπαρμπα-Μανώλης. Ἤταν πολύ ταπεινός καί πρᾶος!
Ἔκανε πολλά παιδιά. Πολλά πέθαιναν ἀπό τήν φυματίωση καί τἄθαβε χωρίς παπά.          Τοὔλεγαν νά γυρίσει μέ τό Νέο, γιατί κι αὐτός θά πέθαινε καί δέν θἆχε παπά νά τόν θάψει!
            Ἐκεῖνος ταπεινά ἀπαντοῦσε:
            -Ἄμα τό ἐπιτρέψει ὁ Θεός ἄς γίνει, ἀλά δέν νομίζω νά τό ἐπιτρέψει!
            Ὅταν κοιμήθηκε, τά παιδιά του, πού εἶχαν μεγαλώσει, πῆραν τήν νύχτα τρεῖς ἡ ὥρα, τηλέφωνο τόν παπα-Ἀζαρία, νά στείλουν ἑλικόπτερο γιά νά τόν πάρει, πού θά τό νοίκιαζαν μέ πολλά λεφτά, γιατί εἶχε ἀπαγορευτικό καί οὔτε ἀεροπλάνο πετοῦσε, γιά νά ψάλλει τόν πατέρα τους!
            Ἐκεῖνος ὅμως ξεκίνησε πολύ πρωί καί πῆγε στό ἀεροδρόμιο, ἕξι ἡ ὥρα, ὅπου ὑπῆρχε μόνο μία θέση στό ἀεροπλάνο, καί ἦταν τό μοναδικό πού πέταξε ἐκείνη τήν ἡμέρα, μέ τό ὁποῖο καί ξαναγύρισε, ἀφοῦ ἔφτασε στή Σάμο καί ἐξεπλάγησαν ὅλοι πού τόν εἶδαν πρωί-πρωί ἐκεῖ!
            Ὅλα εἶχαν μόνο γιά λίγη ὥρα ἠρεμήσει! Οὔτε κακοκαιρία, οὔτε βροχή! Ἔκανε τήν κηδεία τοῦ εὐλογημένου μπάρμπα-Μανώλη, τόν ἔθαψαν ἁπλά, μέσα σέ ἕνα σεντόνι, καί ὁ παπα-Ἀζαρίας ἐπέστρεψε στό Μοναστήρι του!

            Ὅπως μᾶς διηγήθηκε ὁ π. Ἀζαρίας, ὁ παπα-Λεόντιος ἦταν ἔγγαμος καί εἶχε ἀδελφό ἱερέα, στό χωριό Πλάτανος.
            Ὅλο τό χωριό τόν ψήφισε ἱερέα, (ἔτσι γινόταν τότε, ἐκλέγονταν οἱ ἱερεῖς), καί χειροτονήθηκε στό Βαθύ τῆς Σάμου.
            Οἱ χωριανοί του τόν προϋπάντησαν μέ θυμιάματα καί ἑξαπτέρυγα. Τό ὄνομά του ὡς κοσμικός ἦταν Λεωνίδας.
            Ὅταν ἄλλαξε τό ἡμερολόγιο δέν ἀκολούθησε τήν καινοτομία.
            Ὁ ἀδελφός του τόν προέτρεπε νά ἀλλάξει κι αὐτός, γιατί θά λειώσουν τά παπούτσια του καί δέν θά μπορέσει νά ξαναγοράσει ἄλλα!
            Ἔκτοτε, πέταξε τά παπούτσια του, καί ἦταν ἀνυπόδητος σέ ὅλη του τή ζωή! Λέγοντας, ἄν τά παπούτσια μου γίνουν αἰτία νά χάσω τήν ψυχή μου, ποτέ νά μήν ξαναφορέσω! Ἡ πρεσβυτέρα του λυπήθηκε πολύ, πού δέν θἆχαν τά χρειαζούμενα γιά νά ζήσουν, καί ἀπό τήν στενοχώρια της πῆρε δηλητήριο, γιά νά αὐτοκτονήσει!
            Ὅμως δέν πέθανε!
            Τῆς ἔκαναν πλύσεις καί νοσηλεύτηκε στό νοσοκομεῖο. Ἔζησε στή συνέχεια ἄρρωστη. Εἶχε καί ἕναν γυιό, πού τελευταία κοιμήθηκε στόν Πειραιά.
      
      Ὅλη τήν περιουσία του ὁ παπα-Λεόντιος τήν εἶχε μέσα σέ ἕνα σακκούλι!
             Δηλ. εἶχε μέσα σ' αὐτό τά ἅγια σκεύη, Ἅγιο Ἄρτο καί τά ἀπαιτούμενα γιά τήν Θεία Λειτουργία!
            Φοροῦσε σχεδόν πάντα τό κουκκούλι του. Ἐπάνω ἔγραφε: "Ὀρθοδοξία ἤ θάνατος!"
            Μόνο ἕνα ζωστικό χιλιομπαλωμένο φοροῦσε. Δεύτερο ἔνδυμα δέν εἶχε!
  Ζοῦσε σέ ἐξωκκλήσια καί στίς ἐρημιές. Ἔστελνε τά μικρά παιδιά νά διαλαλήσουν ὅτι τό ἀπόγευμα θἄβγαζε κήρυγμα ὁ παπα-Λεόντιοςστήν πλατεῖα τοῦ χωριοῦ.
            Τῶν Θεοφανείων ἅγιαζε ὅλες τίς παραλίες τοῦ νησιοῦ. Γυναῖκες μέ παντελόνια καί βαψίματα τίς ἔλεγχε αὐστηρά καί δέν τίς δεχόταν.
            Ἔκανε τόν τρελλό, γιά νά κρύβει τήν ἁγιότητά του. Πολλοί τόν ἀπόπαιρναν. Τόν κυνηγοῦσαν καί τόν χτυποῦσαν.
            Τρέλλες, ὅμως, δέν ἔλεγε!
            Δημόσια ἔλεγχε ἐκείνους πού γέλαγαν καμμιά κοπέλα καί στή συνέχεια τήν ἐγκατέλειπαν καί δέν τήν νυμφεύονταν.
            Ἔτσι ἔλεγξε κάποτε καί τόν γυιό ἑνός φορτηγατζῆ, πού γέλασε μιά κοπέλα στό χωριό! Ἐκεῖνος ὅμως δέν ἄντεξε τόν ἔλεγχο. Ἦταν καί πολύ γεροδεμένος. Τοὔστησε καρτέρι καί τόν βασάνισε φρικτά, χτυπώντας τον, ἔχοντάς τον γονατιστό καί βγάζοντας του τά γένια τρίχα-τρίχα...
            Ὁ μακάριος ὅμως παπά-Λεόντιος δέν ἔλεγε τίποτε! Μόνο προσευχόταν! Καρτερικά ὑπέμεινε τό βασανιστήριο καί γιά τόν λόγο τῶν χειλέων Του ἐβάστασεν ὁδούς σκληράς!
            Γιά τό φρικτό βασανιστήριό του ἔλεγε στό Μοναστήρι, ὅπου τόν δέχτηκαν γιά νά τόν περιποιηθοῦν λίγο καί νά καθαρίσουν τά αἵματα πού ἔτρεχαν ἀπό τό πρόσωπό του, καί πού τόν προέτρεπαν νά πάει νά καταγγείλει τό γεγονός στήν ἀστυνομία:
            -Ἀφῆστε νά ξεπληρώσω καμμιά ἁμαρτία!
Ὅταν ἦταν μικρό παιδί ὁ παπα-Ἀζαρίας καί ἔπαιζε μέ τά ἄλλα παιδιά στήν παραλία, ὁ παπά-Λεόντιος προφήτευσε ὅτι αὐτό τό παιδί, ὅταν μεγαλώσει θά γίνει ἱερομόναχος καί ἡγούμενος, ὅπως δια-βεβαίωσαν οἱ παλαιότεροι πού ζοῦν ἀκόμη καί εἶδαν τήν προφητεία του, μετά ἀπό πολλά χρόνια, νά ἐκπληρώνεται.
            Παλαιότερα ὁ παπά-Λεόντιος εἶχε πάει καί στά Ἱεροσόλυμα.
            Ὅταν τόν ρώτησαν, γιατί πῆγε, ἀπάντησε:
            -Γιά νά σώσω τήν ψυχή μου! Ἀλλά ἔφυγε πάλι ἀπό 'κεῖ, γιατί Νεοημερολογίτες ἐπίσκοποι καί ἱερεῖς συλλειτουργοῦσαν μέ τούς Ἁγιοταφίτες.
            Στή Σάμο, ὅπως σημειώσαμε, λειτουργοῦσε σέ ξωκκλήσια! Κάποτε λειτουργοῦσε στόν Ἅγιο Γεώργιο. Τούς πέταξαν ἔξω τά ὄργανα τῆς καινοτομίας. Ἕνας ἀπ' αὐτούς πέταξε καί τά Ἅγια. Ὁ παπά-Λεόντιος τότε τοῦ εἶπε:
            -Κακό τέλος νά ἔχεις!
            Καί πράγματι αὐτός ὁ ἀσεβής, καθόταν κάποτε καί κάπνιζε κοντά σέ ἕνα βαρέλι μέ πετρέλαιο. Τό ἄνοιξε νά δεῖ πόσο πετρέλαιο εἶχε μέσα, καί τά εὔφλεκτα ἀέρια, πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ  στό βαρέλι, πῆραν φωτιά καί ἔγινε ἔκρηξη καί ὁ ἴδιος κάηκε ζωντανός καί εἶχε φρικτό θάνατο!
            Ἦταν αὐστηρός νηστευτής. Οὔτε τό Πάσχα δέν ἔτρωγε! Κάποτε, Πάσχα, θά τρώγαν κάτι σαρδέλες, στό Μοναστήρι πού βρέθηκε. Τόν πίεζαν νά φάει κι αὐτός!
            Πήρε ἕνα κόκκαλο ἀπό μιά σαρδέλα καί τό κατάπιε, γιά νά τούς κάνει τό θέλημα!

            Κάποτε εἶχε ἔλθει στή Σάμο γιά διακοπές, ἀπό ὅπου καταγόταν, μέ τήν οἰκογένειά του ἀπό τήν Γερμανία, ἕνας φίλος μου, ὁ Γιάννης, πού δούλευε σέ μιά Κοινωνική ὑπηρεσία Δήμου στή Γερμανία.
            Πηγαίνοντας γιά μπάνιο μέ τό αὐτοκίνητό του, βλέπει τόν παπα-Λεόντιοκαταμεσήμερο, στόν ἔρημο δρόμο, πού τοῦ σήκωσε τό χέρι.
            -Σταμάτα, τοῦ λέει!
            -Ἐγώ σέ αὐτοκίνητο δέν μπαίνω, ἀλλά στό δικό σου θά μπῶ! γιατί ἐσύ θά γίνεις ἱερεύς!
            Πῆγε μέχρι λίγο παρακάτω μαζί τους, καί μέσ' τήν ἐρημιά κατέβηκε. Ὁ φίλος μου ὁ Γιάννης τἄχασε! Δέν εἶχε ξανασυναντήσει τέτοιον ἄνθρωπο. Τόν θεώρησε τρελλό! Ἔτσι ὅπως τόν εἶδε ρακένδυτο καί ξυπόλυτο!
            Πέρασαν τρία χρόνια καί χειροτονήθηκε ἱερεύς, ὁ παπα-Γιάννης! Τό περιστατικο μοῦ τό διηγήθηκε ὁ ἴδιος, ὅταν ζούσαμε, στή Γερμανία.

            Πολλά θαυμάσια περιστατικά μοῦ διηγήθηκε καί ὁ τέως πρόεδρος τῆς Βερδικούσσας, ὁ κ. Θεόδωρος Καφφές, γιά τόν παπα-Λεόντιο.
            Ὅτι περπατοῦσε ξυπόλυτος μέσα στό χιόνι καί ἀπό τίς πατοῦσες του ἔτρεχε αἷμα! Ὅτι μπαίνοντας στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, στή Θεσσαλονίκη, μαζί του, μυρόβλυσε ὅλη ἡ Ἐκκλησία καί ἐκεῖ ἔβγαλε λόγο μέ παρρησία ὁ παπα-Λεόντιος, καυτηριάζοντας, στό κέντρο τῆς πόλης, τήν καινοτομία τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ καί τόν φοβερό Οἰκουμενισμό! Καί κανένας δέν τόμησε νά ἀντιλέξει, γιατί ἔβλεπαν τό μεγάλο θαῦμα τῆς μυροβλυσίας μπροστά στά μάτια τους!
            Προσευχόταν ὁ παπα-Λεόντιος, στό δωμάτιο πού τόν φιλοξενοῦσε ὁ πρόεδρος, καί ὅταν ἄνοιξε γιά νά τοῦ μιλήσει, τόν εἶδε λουσμένο στόν ἱδρῶτα, νά προσεύχεται μέ λιγμούς καί μέ κραυγή ψυχῆς πρός τόν Θεόν!
           
            Ἐπισκέφθηκαν κάποτε τόν παπα-Λεόντιο σέ ἕνα Μοναστήρι, ὅπου βρισκόταν, μερικοί ἀδελφοί ἀπό τήν Πάτρα.
            Τούς σταύρωσε ὅλους ὁ παπα-Λεόντιος καί τούς εὐλόγησε, ἐκτός ἀπό τόν ἱερομόναχο τῆς συνοδείας, πού τόν ἔφτυνε συνέχεια!
            Αὐτός ὁ ἱερομόναχος πῆρε ἄσχημο δρόμο στή συνέχεια, γιατί, φαίνεται,  δέν εἶχε καθαρό βίο, ὅπως ὀφείλουν νά ἔχουν οἱ ἱερεῖς, καί καθαιρέθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία, γιατί σκανδάλιζε τόν κόσμο μέ τήν ἀπρόσεκτη ζωή του.

            Κάποτε, ἀπό φθόνο τοῦ διαβόλου, ἔσπασε τό γυάλινο Ἀρτοφόριο, πού εἶχε πάντοτε μαζί του ὁ παπα-Λεόντιος, γιά νά κοινωνεῖ τούς ἀσθενεῖς καί νά μεταλαμβάνει  καί ὁ ἴδιος, ὄντας ἱερεύς, ὅταν δέν μποροῦσε νά λειτουργήσει, μιά καί ἦταν σέ διαρκῆ νηστεία.
            Ἔσκυψε μέ ἰδιαίτερη εὐλάβεια, μάζεψε τά γυαλιά καί τόν Ἅγιο Ἄρτο, ἔκανε τά γυαλιά μικρά κομματάκια σέ ἕνα γουδί χτυπῶντάς τα μέ τό γουδοχέρι καί τά κατέλυσε ὅλα.
            Περίμεναν νά πεθάνει ἀπό ἐσωτερική αἱμορραγία ὁ παπα-Λεόντιος, ἀφοῦ θά κατακόβονταν τά σπλάχνα του ἀπό τά γυαλιά, ἀλλά τίποτε δέν ἔπαθε!
            Συνέχισε νά κηρύσσει καί νά διδάσκει τόν λαό μέ παρρησία  μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, τό 1995. Δίδασκε νά νηστεύουν ὅλοι καί νά ἐπιμελοῦνται τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους συνεχῶς, μέ ἀδιάλειπτη προσευχή ἐφαρμόζοντας τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο καί τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κυρίως κήρυσσε νά ἐπιστρέψουν ὅλοι στήν Ὀρθοδοξία καί στό Πάτριο Ἑορτολόγιο καί νά ἐγκαταλείψουν τήν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.