ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ
ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ
ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ Αγιορείτου
ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ
ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ
Εκδοσις
περιοδικού «Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ»
ΑΘΗΝΑΙ 2001
Άρθρα και σχόλια άναφερόμενα εις την αϊρεσιν του
Οίκουμενισμοϋ και τήν μεγάλην εΰθύνην των κοινωνούντων άμέσως ή εμμέσως μετ'
αύτής ΑΘΗΝΑΙ 2001
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Τά άρθρα τον παρόντος έργου έχουν πρωτοδημοσιευθή
στο φυλλάδιο «Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ» κατά τή διάρκεια των ετών 1982¬2000. Επειδή, ώς
γνωστόν, «το βιβλίο μένει», διά τούτο και ύπεβλήθημεν εις τον κόπον και τά
έξοδα τής παρούσης εκδόσεως. Και τούτο, διότι πιστεύομεν ότι τά Θέματα που
αναπτύσσονται στις επόμενες σελίδες διατηρούν την έπικαιρότητά τους, όχι
μόνον διά το σήμερα, αλλά και διά το μέλλον, αφού στηρίζονται στην άγιοπατερική
«πρακτική» τού παρελθόντος, ή οποία έχει διαχρονικήν αξίαν.
Καθημερινώς λυπούμεθα πληροφορούμενοι τις ποικίλες
προδοσίες πίστεως και τάξεως που ενεργούν οί φύσει και θέσει φρουροί τής
Όρθοδοξίας όλων των αυτοκεφάλων Εκκλησιών! Πιο πολύ όμως λυπούμεθα διά την
απαθή και σιωπηρά άντιμετώπισιν των ανωτέρω από το σώμα τής Εκκλησίας,
κληρικούς και λαϊκούς, και ιδιαιτέρως τους Μοναχούς. Έδώ πιστεύομεν ότι
ευρίσκεται το κέντρο τής κρίσεως, αφού «Έργον Μοναχού, μηδέ το τυχόν άνέχεσθαι
καινοτομεϊσθαι το Εύαγγέλιον».
Και όμως! Ό Μοναχισμός απουσιάζει σήμερα τελείως
σχεδόν από τον στίβον τής ομολογίας! Κατόπιν τούτου είναι φυσικόν νά εφησυχάζουν
και οί υπόλοιποι των υπευθύνων. Τους λόγους μας τους επιβεβαιώνει τό εξής
γεγονός ή πληθώρα των θεολογικών συνεδρίων, τά όποια αυξάνουν συνεχώς. Κατά την
διάρκειαν τους άναλύονται τά πάντα, πλήν τού ενός, «ου εστι χρεία», του Θέματος
τής αιρέσεως! Κληρικοί και Θεολόγοι γράφουν και ομιλούν ώσάν νά μην ύπάρχη ή
αϊρεσις του Οίκου μονισμού, που έχει Αλλοιώσει δόγματα και παραδόσεις! Το Θέμα
είναι τεράστιον και αλγεινόν, διότι άναφέρεται εις την εσωτερικήν άλλοίωσιν των
ορθοδόξων κριτηρίων κλήρου και λαού.
Εύρισκόμεθα εις την περίοδον του τρίτου κατά σειράν
λατινόφρονος και κακοδοξοΰντος πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, χωρίς νά έχη
έμφανισθή ούδεμία επίσημος άντίδρασις γιά το φθοροποιόν έργον τους!
Και όταν αργότερα θά έχη κορυφωθή έτι πλέον ή
αποστασία διά τής έτοιμαζομένης «Πανορθοδόξου» Συνόδου, ή οποία Θά άλλοιώση έν
έπισήμφ λόγω και τελετή τά «όρια των πατέρων», τότε Θ’ αρχίσουν νά... εξετάζουν
τό θέμα oi... «στρατηγοί» και λοιποί «φύλακες», προκειμένου νά δώσουν τό
σύνθημα τής άντιδράσεως...
Τό μόνον παρήγορον σημεϊον είναι ή άφύπνισις του
λαϊκού στοιχείου που παρατηρεϊται εσχάτως, έστω και σε μικρή κλίμακα. Σ’ αυτούς
τούς πιστούς κυρίως απευθύνεται ή παρούσα έκδοσις. Επιθυμεί νά ένισχύση τό
ανθενωτικόν και παραδοσια- ’ κόν φρόνημά τους, ώστε μετά λόγου ν' αντιδρούν
στούς ψευδοποιμένας και φθορεϊς τού θείου Άμπελώνος.
Πρέπει τό ποίμνιον ν' άντιληφθή ότι δεν είναι
άμέτοχον ευθύνης, όταν έφυσυχάζη και αδιάφορή, τήν ώραν πού προδίδεται ή
πίστις! Ό Άγιος Θεόδωρος γράφει σχετικώς:
«"Ωστε όταν ό λόγος είναι γιά τήν αλλοίωση τής
πίστεως, δεν επιτρέπεται νά λέη κάποιος: Ποιος είμαι εγώ; Μήπως είμαι ίερεύς, ή
αρχών, ή στρατιωτικός, ή γεωργός; "Ένας πτωχός είμαι, πού με δυσκολία
βγάζω τον καθημερινόν μου άρτον. Συνεπώς δεν υπάρχει γιά μένα κανένας λόγος και
φροντίδα γιά τό θέμα αυτό. Ουά, (άπαντά ό πατήρ), οι λίθοι Θά διαμαρτυρηθούν
και συ παραμένεις σιωπηλός και αμέριμνος;» (P.G. 99,1321 Β.).
Εύχόμεθα τού λοιπού ούδεις νά εύρεθή μεταξύ των
’Ορθοδόξων «σιωπηλός και αμέριμνος». Και τούτο διότι ό κίνδυνος είναι μεγάλος
διά τήν σωτηρίαν τής ψυχής του, αφού κατά τον λόγον
των αγίων Πατέρων «ή μετά των κακοδοξούντων κοινωνία
δημιουργεί διακοπήν τής μετά του Χρίστου κοινωνίας»
Ίερομ. Θεοδώρητος Ί. Ήσυχαστήριον Ευαγγελισμού
-Πάρου Πάσχα τού 2001
1. Θαυμαστή
έξαίρεσιν αποτελούν αί «Έπιστολαϊ πόνου» τοΰ Μητροπολίτου Φιλαρέτου τής Ρωσικής
Διασποράς, καθώς επίσης και έτερο συναφή κείμενά του, τά όποια έχομεν έκδόσει
σέ βιβλίον υπό τον τίτλον: «’Ορθόδοξος μαρτυρία», Άθήναι 1985, σσ. 84.
2. Με
αυτά τά σαθρά επιχειρήματα ό π. Έπιφάνιος Θεοδωρόπουλος καί οι δορυφόροι του
έκοίμισαν δεκαετίες τώρα τον ορθόδοξον λαόν διά διαφόρων συγγραφών, όπως «Τά
δυο άκρα», ώστε να παραμένη εν κοινωνία, μετά των λατινοφρόνων ποιμένων του.
Λεπτομερή άναίρεσιν τών άντορθοδόξων αυτών θέσεων βλέπε εις ήμέτερα: «Διάλογοι
τής έρημου περί Οίκουμενισμοϋ» και «Άντίδοτον».
3. «Φυλάξατε
έτι έαυτάς τής ψυχοφθόρου αίρέσεως, ής ή κοινωνία άλλοτρίωσις Χρίστου». (P.G.
99, 1257 C).
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΠΡΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΝ ΜΟΝΑΧΟΝ
Αγαπητέ μου
π. Γεράσιμε, χαίροις εν Κυρίω πάντοτε
μετά του Γέροντός σου.
Μέ χαρά διάβασα τά τελευταία νέα τής επιστολής σου
και γιά τις τόσο απαραίτητες επισκευές του σεσαθρωμένου, πλήν ήγιασμένου από
τούς άγώνας των παλαιών πατέρων, Κελλίου σας. Άναφορικώς μέ τον ένθουσιασμόν
σου, λόγω τής διακοπής τού μνημοσύνου τού πατριάρχου από μερικούς Κελλιώτας,
δέν μέ βρίσκεις σύμφωνον καθόλου. Τό διατί, θά μου έπιτρέψης νά στο εκθέσω
κάπως ιστορικά, διότι τό θέμα είναι πολύ σοβαρόν και ή πείρα του παρελθόντος
πιστεύω ότι θά μάς βοηθήση πολύ στήν εξαγωγή των άναγκαίων συμπερασμάτων.
Πριν 22 άκριβώς χρόνια μεγάλη και επίσημος όμήγυρις Αγιορειτών πατέρων είχε διά προκηρύξεώς της διαμαρτυρηθή δημοσίως προς τον
πατριάρχην Αθηναγόραν —λόγω τής συναντήσεώς του μέ τον πάπα στά Ιεροσόλυμα— ότι
άν τυχόν συνέχιση τοιούτου είδους έπαφάς θά τον άποκηρύξουν και αυτόν. Τότε
ήρκέσθησαν νά άποκηρύξουν μόνον τάς δηλώσεις πού έγιναν προ και μετά τήν
συνάντη- σιν.
Πέρασαν άπό τότε 22 χρόνια ούτε ένα, ούτε δύο. Αί
άντορθόδοξοι εν τούτοις δηλώσεις έσυνεχίσθησαν και μάλιστα συνοδευόμεναι άπό
πράξεις τελείως ταπεινωτικός και προδοτικός διά τήν ’Ορθοδοξίαν. Και όμως οί
Αγιορεί- ται πού ύπέγραψαν τήν ανωτέρω προκήρυξιν τού 1965, αλλά και δλοι
γενικώς οί λοιποί, έσυνέχισαν νά κοινωνοΰν μέ τον Άθηναγόραν και τον έν
συνεχεία διάδοχόν του Δημήτριον, σαν νά μή συνέβαινε τίποτα! Κατά καιρούς
μάλιστα, δταν οί διοικοϋντες τήν 'Αγιορειτικήν Πολιτείαν έβλεπαν δτι μερικοί
ζωηροί άπειλοϋσαν διακοπήν κοινωνίας μέ τό Φανάρι, συνεβούλευαν τούς
πατριαρχικούς καί τάς εξαρχίας των πού ήρχοντο στο Όρος νά προσέχουν νά «μή
σκανδαλίζουν τάς ψυχάς των άπλουστέρων», φειδόμενοι αυτών τών «άδυνάτων»... Καί
οί ζωηροί ήσύχαζαν μετά τάς ύποσχέσεις καί ή προδοσία έσυνεχίζετο άνευ
επεισοδίων...
• Ουδέποτε εις τήν ιστορίαν τής Εκκλησίας κακόδοξοι
ποιμένες έκινήθησαν τόσο άνετα καί έπληξαν τόσο βάναυσα τό σώμα καί τήν
άλήθειαν τής Εκκλησίας δσο τά τελευταία 35 χρόνια! Όχι μόνον κατόρθωσαν νά
προδίδουν άνευ καμμιάς άντιδράσεως, άλλά νά κάνουν καί τούς διοικοϋντας τό Όρος
πειθήνια όργανά των, ύπασπιστάς καί προασπιστάς τής πολιτικής των, ώστε αυτοί
οί ίδιοι οί 'Αγιορεΐται νά καταδιώκουν τούς συναδέλφους των, τούς ελάχιστους
πού έτόλμησαν τελικώς νά σπάσουν τό φράγμα τής σιωπής καί τής ενόχου άνοχής καί
νά ομολογήσουν,άρρενωπά, δτι δέν άκολουθοϋν πλέον τον ψευδοποιμένα του
Φαναριού.
Καί τά χρόνια κυλούσαν. Ή αϊρεσις έγιγαντοϋτο
καθημερινώς ενώ οί υπεύθυνοι τής Ίεράς Κοινότητος καί λοιποί καθηγούμενοι τών
Μονών συζητούσαν καί έγραφαν γιά τον Μακρυγιάννη καί τήν έλληνική γλώσσα,
συνεχώς δε εντός καί εκτός τού Όρους έκήρυτταν γιά τό άναγκαίον τής νήψεως καί
τό ύπερβάλλον τού μυστικού γνόφου τής άνατολικής Θεολογίας...
Έν τω μεταξύ ό λαός τού Θεού έκοιμάτο ήσυχος, άφοΰ
δεν άκουγε άπό τούς φύλακες καμμιά φωνή έγρηγόρσεως καί κινδύνου όλα έφαίνοντο
νά πηγαίνουν τόσο καλά. Τον πληροφορούσαν δτι κύμα είναι καί θά περάση, «νά
προσέχουμε τά σχίσματα, διότι οί αιρετικοί πεθαίνουν καί φεύγουν και
λησμονοΰνται, ενώ τά σχίσματα μένουν». ’Έτσι γιά ν’ άποφύγουν οί κύριοι αυτοί
τά σχίσματα —πού λυτρώνουν την Εκκλησίαν έκ τού πραγματικού μερισμού κατά τούς
Ιερούς Κανόνας— έπροτίμησαν την ησυχίαν τους καί ακολούθησαν ήρεμα καί «συνετά»
τήν κηρυττομένη κακοδοξίαν. Ό Αθηναγόρας πράγματι έφυγε, αλλά ή φθορά διεκόπη
μόνον γιά λίγες ήμερες —όσο κράτησαν τά τής κηδείας καί διαδοχής του— γιά νά
συνεχισθή μέ πιο έντονο ρυθμό ή προδοσία από τον διάδοχό του. Αυτή ήτο ή
σημειωθεΐσα αλλαγή στο διάστημα όπου ή κακοδοξία άλλαξε φρουρά στο Φανάρι. Οί
συντηρητικοί όμως έβλε¬παν τά πράγματα πολύ διαφορετικά. Λιοντάρι άπεκάλεσαν
τον Δημήτριον καί αμέσως έσπευσαν νά τον μνημονεύσουν ως όρθοτομούντα τον λόγον
τής αλήθειας! Καί εκείνος χαρούμενος από τήν αφέλειάν των άρχισε νά ξυλώνη μέ
περισσή χάρι καί τά υπόλοιπα πού είχε αφήσει ό άποθανών προκάτοχός του. '
Δυστυχείς ορθόδοξοι τού καιρού μας! Άν «ή γρηγοροΰσα συνείδησις τής Εκκλησίας», ό Μοναχισμός, σάς πρόδωσε τόσο εύκολα, από
ποιον καί πότε θ’ άντιληφθήτε τήν τραγωδίαν σας; Αύτοί είναι ή αιτία πάντων των
κακών, ώς λέγει ό πολύς Μελέτιος ό 'Ομολογητής καί ό φλογερός ζηλωτής Αββακούμ
ό Λαυριώτης. Άν έτηροΰσαν τον όρκον τους δεν θά παρέδιδαν τό κάλλος τής
’Ορθοδοξίας στήν άσχημοσύνη καί τήν ταπείνωση.
Γι’ αυτό, αγαπητέ μου π. Γεράσιμε, δέν συγκινήθηκα
από τις τελευταίες διαμαρτυρίες τών διαφόρων Κελλιωτών Μοναχών τού Όρους, χωρίς
όμως νά σημαίνη οτι τις βλέπω καί σάν αρνητικό στοιχείο. Όταν όμως μετά άπό 22
χρόνια προδοσίας συνεχίζουν νά απειλούν καί πάλιν καί νά «έξαιτοΰν τάς
θειοτάτας εύχάς», τού κακοδόξου ποιμένος των, νά εκφράζουν τον πόνον καί τήν
ανησυχίαν των διά τά τελούμενα, αλλά καί τήν έπιθυμίαν των «νά μή άποκοποΰν άπό
τήν Μεγάλην τού Χριστού Εκκλησίαν», άγνοούντες ότι ό συνεχιζόμενος σύνδεσμός
των με αυτήν τούς άποκόπτει από την άληθινήν Εκκλησίαν τοϋ Χριστού, από την
όμήγυριν των πρωτοτόκων και ομολογητών, πώς είναι δυνατόν λέγω, νά προκαλέσουν
μέ τέτοια γραφόμενα ταραχή στις παρατάξεις τών κακοδόξων; Οί πιστοί έξ άλλου
πού σάς παρακολουθούν έχουν χορτάσει πια από λόγια- πεινούν γιά πράξη και
συνέπεια.
Ούτε οί θεατρικές πράξεις τής Κοινότητας πρέπει νά
συγκινοΰν κανένα. Αυτοί έσάς φοβούνται, τούς μοναχούς, μήπως καί τούς άποκηρύξετε
μέ αποτέλεσμα νά πέση ή ορθόδοξη λεοντή τους στα μάτια τού λαού, διαφορετικά
ούτε γράμματα θά έστελναν στο Φανάρι, ούτε θ’ αποφάσιζαν νά τό έπισκεφθούν. Σαν
τί περιμένουν νά τούς εξηγήσουν οί Φαναριώτες; Είκοσι δύο χρόνια τούς
κοροϊδεύουν ή μάλλον σάς κοροϊδεύουν —διότι οί μεγάλοι συντονίζονται συνήθως
στήν προδοσίαν— καί συνεχίζουν παρά ταΰτα μέχρι σήμερα νά παίζουν τό θέατρό
τους μέ τό ϊδιο σκηνικό...
Λυπούμαι, πάτερ μου, αλλά πολυετές πρέπει νά είναι
τό έπιτίμιον πού θά σάς βάλη ό πνευματικός σας, καί μετά τήν άποκήρυξιν πού θά
κάνετε τών κακοδόξων, διότι κοινωνούσατε τόσα χρόνια μαζί τους παραπλανώντες
τον λαόν τού Θεού καί τήν αϊρεσιν κρατύνοντες. .
Κατά τήν εικονομαχίαν, όποιος έκ τών ιερέων ή
μοναχών ώμολόγει καθυστερημένα, έπαιρνε τό έπιτίμιον τής άλειτουργησίας καί
άκοινωνησίας άπό τούς έξάρχους τών ομολογητών, «μέχρι καιρού ’Ορθοδόξου
συνόδου», ή όποια καί θά διευθετούσε τελικώς τον χρόνον τών έπιτιμίων. Γι’ αύτό
καί νομίζω ότι οί πατέρες πρέπει νά σοβαρευθούν λιγάκι καί ή φράσις των ν’
άποκτήση τήν άρρενωπότητα πού χρειάζεται σέ τέτοιες περιπτώσεις. Είναι
άνεπίτρεπτος τέτοια διαγωγή άπό έπαγγελομένους τούς «Φύλακας τής ’Ορθοδοξίας».
Ό Δημήριος πέπτωκε πριν καν άρχίση διά πράξεως νά
προδίδη τήν άλήθεια. Πέπτωκε διά τού έθρονιστηρίου του
λόγου. Καί όμως 15 ολόκληρα χρόνια τον λιβανίζουν οι
συνάδελφοί σου, ενώ που καί ποϋ κάνουν πώς αντιδρούν, γιά νά ρίξουν στάχτη στά
μάτια των άφελών, ότι δήθεν δη λ. άγρυπνοϋν «διά την φύλαξιν τής ’Ορθοδοξίας»,
όπως πληθωρικά γράφουν στά διάφορα κείμενά τους. Δεν σου γράφω περισσότερα
διότι στην «’Απολογία ενός 'Αγιορείτου» πού σου έστειλα υπάρχουν όλες οί
σχετικές διασαφήσεις καί λεπτομέρειες. Μην ελπίζετε ν’ άνανήψη τό Φανάρι.
Όποιος θέλει νά σώση τήν ψυχήν του, άς διακόψη αμέσως κάθε επαφή με τούς
μνημονευτάς του Δημητρίου καί όλους πού τον κοινωνοϋν, προκειμένου ν’ άναπνεύση
άέρα Όρθοδοξίας. Ούτε νά ελπίζετε τίποτα θετικόν άπό
τήν άντιπροσω- πείαν των 'Αγιορειτών πού θά πάη στήν Πόλι γιά συζητήσεις. Θά
σάς κοροϊδεύουν άνελέητα, όπως κάνουν τόσα χρόνια τώρα. Θυμάσαι τί έγραφαν οί
ίδιοι τό 1981 όταν γύρισαν άπό τό Φανάρι. «Ή έμμονή των 'Αγιορειτών εις τήν
άκραιφνώς ορθόδοξον γραμμήν αποτελεί μίαν πνευματικήν προσφοράν προς τό Οικ.
Πατριαρχεΐον». Τό μόνον πού κατορθώνουν διά τών δηλώσεών των αυτών είναι νά προσβάλλουν
εαυτούς καί νά μάς υπενθυμίζουν τήν πιστότητα τής πολιτικής των προς τήν
παρομοίαν του προϊσταμένου των, όστις προσφάτως έτόλμησε νά δηλώση ύποκριτικώς:
«Τό Φανάριον είναι πιστόν εις τήν ακραιφνή χριστιανικήν παράδοσιν» (Απολογία
ενός 'Αγιορείτου, σελ. 34).
Πρέπει πλέον νά άντιληφθήτε, αγαπητέ μου πάτερ, ότι
δεν έχετε χρόνον γιά πειράματα. Συνεπώς ή άντίδρασίς σας πρέπει νά είναι
ρωμαλέα, δηλαδή πατερική. Συνεχίζεις νά προδίδης; δεν σε μνημονεύω, δηλαδή δέν
σέ κοινωνώ, ούτε εσένα, ούτε τήν Σύνοδόν σου, ούτε όσους σέ κοινωνοϋν καίτοι
γνωρίζουν τά έργα σου. Αύτή είναι ή θέσις τής ’Ορθοδοξίας εν προκειμένω, τά δέ
λοιπά άποτελοϋν προφά-σεις εν άμαρτίαις· ύπενθυμίζουν αύτόν πού συνεχώς
κοσκι-νίζει, διότι δέν θέλει νά ζύμωση...
To μνημόσυνον είναι ό συνδετικός κρίκος, ή σωλήνα
πού συνδέει τά συγκοινωνοϋντα δοχεία —τά θυσιαστήρια των μνημονευόντων Δη
μητριού και τά ίδικά σας— των ιερών σας Κελλίων. Συνεπώς ή ηχητική και μόνον
διακοπή τού μνημοσύνου, ενώ θεωρείτε κοινωνικόν τό Φανάρι (αυτό σημαίνει ή φράσις
τών κελλιωτών «δέν άποκοπτόμεθα τής Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας»), δέν
σημαίνει τίποτα, είναι χάδι γιά τούς Φαναριώτες, συγχρόνως δε καί άνιστό-
ρητον. Οι πατέρες τού ενδόξου παρελθόντος τού Μονα-χισμού δέν έχρησιμοποίουν
τοιαύτην διπλωματίαν εις τάς εκφράσεις των. Τό δτι άντέδρασαν παρομοίως καί
παλαιότερον οι Άγιορεΐται επί Άθηναγόρου (1970-72), ως γράφουν, δέν σημαίνει
τίποτα, διότι καί εκείνοι τότε έκ τών πραγμάτων άναγκασθέντες, καί όχι έκ
καρδίας πιστεύοντες, έφθασαν στο διάβημα εκείνο. Ήτο απλώς μια ηχητική διακοπή
μνημοσύνου, χωρίς διακοπήν κοινωνίας, απλώς προς τό θεαθήναι τοΐς άπλουστέροις
μοναχοΐς, οί όποιοι ζητούσαν έπιμόνως από τούς προϊσταμένους των κάποια
δυναμικήν άντίδρασιν.
Ότι ήτο επιπόλαια καί άνευ εσωτερικού ψυχισμού ή
πράξις των αύτή άποδεικνύεται καί από τού ότι έκοινώνουν άδιαμαρτύρητα μέ μή
Φαναριώτας επισκόπους, πού έμνημό- νευον όμως τού Άθηναγόρου, καί έκ τού ότι
μόλις άπέθανε έκεΐνος καί τον διεδέχθη ό Λημήτριος έσπευσαν άμέσως —καίτοι
διάβασαν τον αιρετικόν λόγον του, ότι θά παραμείνη πιστός στήν γραμμήν τού
μεγάλου προκατόχου του— έσπευσαν λέγω νά έπαναλάβουν τό μνημόσυνο. Καί ένώ έπί
15 χρόνια ό πατριάρχης απέδειξε σαφώς προς όλας τάς διευθύνσεις, ότι παρά τήν
φαινομενικήν του απλότητα προδίδει τήν ’Ορθοδοξίαν ψυχρά, σταθερά καί συνεχώς,
έν τούτοις συνεχίζουν νά τον μνημονεύουν ως «όρθοτομοΰντα τον λόγον τής
άληθείας»!
Λοιπόν μή τούς μιμεΐσθε καί σεις τώρα, διότι τό
παρελθόν έπρεπε νά σάς έχη γίνει άριστος διδάσκαλος.
Προχωρεΐστε στην διακοπήν κοινωνίας των πατριαρχικών
καί των κοινωνούντων αύτοΐς και τότε θά αίσθανθήτε έσωθεν την πληροφορίαν που
ζητάτε, ότι δηλαδή πράγματι βαδίζετε τήν οδόν των αγίων ομολογητών τής πίστεώς
μας.
Είναι εντροπή διά τον 'Αγιορειτικόν Μοναχισμόν νά μή
μπορή νά μιμηθή γυναικείας εν κόσμω αδελφότητας, αί όποΐαι πατερικώς καί
άρρενωπώς ώμολόγησαν, καί οι διάδοχοι ενός Γρηγορίου Παλαμά καί των επί Βέκκου
μαρτυρησάντων οσίων νά μή μπορούν νά ειπουν ένα όχι στους κακοδόξους
προϊσταμένους των.
Τυχόν άπορίας σου άναμένω στή νέα έπιστολή σου.
Σέ χαιρετώ μετά πολλής έν Κυρίω άγάπης Θ. Μ. 11/’87
ΠΟΙΟΣ Ο ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟΣ
Η νύχτα έχει προχωρήσει άρκετά ενώ εγώ μόνος στο κελλί μου προσπαθώ, μέ συντροφιά τις ιερές
εικόνες και τό ιλαρό φώς του καντηλιού, προσπαθώ νά βρώ για ποιό άκριβώς λόγο
επικρατεί σήμερα στήν Έλλαδική Εκκλησία και τό "Αγιον Όρος αυτή ή φοβερή
άφασία γιά τά θέματα τής πίστεως, αφασία πού χρόνια τώρα έχει περάσει στήν
περιοχή τής αποστασίας. "Η, γιά νάμαι πιο άκριβής και δίκαιος, άσχολοΰνται
και μέ τήν πίστη απόδειξη τά κηρύγματα γιά τούς χιλιαστάς, παπικούς, και
σπανίως τούς μασόνους, όπως επίσης και τά σχετικά φυλλάδια και βιβλία. Αυτό
όμως πού δέν κάνουν είναι ότι δέν ένδιαφέρονται νά ελέγξουν διά λόγου και
πράξεως, σύμφωνα μέ τήν ορθόδοξη παράδοση, τούς κακοδόξους προϊσταμένους τους ή
και συναδέλφους τους, οι όποιοι δεκαετίες τώρα κηρύττουν τό αιρετικό πιστεύω
τού Οίκουμενισμοΰ. Διότι κατ’ αύτούς ή πίστη τών ’Ορθοδόξων δέν είναι μοναδικός
δρόμος σωτηρίας υπάρχουν και άλλοι δρόμοι πού οδηγούν έξ ίσου μέ τήν ’Ορθοδοξία
προς τον Θεόν και τήν σωτηρίαν.
Γι’ αύτό άκριβώς και τό 1990 ύπεγράφη στήν Ελβετία ή
ένωσις μέ τούς αιρετικούς Μονοφυσίτας, τούς όποιους από τον πέμπτον αιώνα έχει
καταδικάσει ή Εκκλησία διά Οικουμενικών Συνόδων! Τό δέ 1993 είς τον Λίβανον
ύπεγράφη ή ένωσις τών ’Ορθοδόξων μετά τών Ούνιτών και Παπικών! Τήν ένωσιν
έπεκύρωσε και ό πατριάρχης Βαρθολομαίος στήν τελευταία συνάντησή του μέ τον
πάπα, όπου μετά τό ουνιτικό συλλειτουργό πού είχαν στήν Ρώμη, συνυπέγραψαν τό
κοινόν ανακοινωθέν, τό όποιον επικροτεί τά γενόμενα στο Λίβανον. ’Αλλά μόνον
αύτά; Ακόμη και τον Μωαμεθανισμόν και τάς λοιπάς ειδωλολατρικάς θρησκείας τάς
θεωρουν οι συγκριτισται οίκουμενισταί ότι οδηγούν στον Θεόν. Όλων αυτών των
κακοδοξιών άρχιτέκτων και ύπερασπιστής και διάκονος ό πατριάρχης Βαρθολομαίος,
τον όποιον αναμένουν τον προσεχή Μάϊον εις Αθήνας και εις τήν Μητρόπολιν
Παροναξίας, διά νά τιμήσουν οί έπίσημοι και ό άγνοών εν πολλοις λαός τής
Ελλάδος.
Νά ύποδεχθοΰν ποιον; Όχι μόνον ένα αιρετικόν άλλα
και υβριστήν των Ελλήνων! «Πώς είναι δυνατόν ή Ελλάς νά ύποδεχθή τιμητικώς ένα
πατριάρχην ό όποιος είναι άποδεδειγμένως μισέλλην;», διάβασα νά γράφει ένα
έντυπο, πού πριν λίγο καιρό είχα λαβει και τό όποιον συνέχιζε με τά εξής: «Δεν
αποτελεί τούτο ατιμίαν κατά τής Ελλάδος, πού οφείλει τήν ελευθερίαν της εις
τούς ήρωας του 1821, τούς όποιος ό κ. Βαρθολομαίος καθυβρίζει; Διότι, ως
γνωστόν, αφού έγράφη πολλάκις εις τον τύπον, είπε και τούτο τό άπίστευτον, ότι
δήθεν «...δυστυχώς οί δυο λαοί (Τούρκοι και 'Έλληνες) διέκοψαν τήν υπέροχη
συμβίωση τών 400 χρόνων» (δηλαδή τήν Τουρκική δουλείαν τών Ελλήνων!!) όταν
ξεσηκώθηκαν κάτι ξυπόλητοι* τό 1821 και δημιούργησαν τις γνωστές
προστριβές...»!!! (Αυριανή, 26.10.91).
Προσφάτως δέ έγραψε ό τύπος: «Υπέρ όχι μόνον τής
τελωνειακής σύνδεσης (τής Τουρκίας) αλλά και τής πλήρους ένταξης στήν Ευρωπαϊκή
'Ένωση είναι ό Οίκ. Πατριάρχης Βαρθολομαίος...» (Ελευθεροτυπία Ταν. 15, 1996).
Στόχος του τά πιθανά πλεονεκτήματα πού θά προκόψουν
άπό τό Φανάρι, άδιαφορώντας γιά τις άρνητικές επιπτώσεις στον Έλλαδικό χώρο άπό
τον βάρβαρο και άντιδημοκρατικόν έταίρον...
Έκτος όμως τών άνωτέρω είναι και ψευδοπατριάρχης.
Διότι, ένφ «αιρετικός έστι... ό μικρόν γοΰν έκκλίνων τής ορθοδόξου πίστεως», ό
κ. Βαρθολομαίος παρεκτρέπεται σε πολλά και μεγάλα, ώς θά φανή κατωτέρω.
Α) Παραβαίνει συνεχώς και προκλητικώς την άπόφασιν
των άγιων πατέρων και Συνόδων πού αναφέρει δτι «πρέπει νά άναθεματισθή πάσα
αϊρεσις» (Α Κανών τής Β' Οίκουμ. Συνόδου). Αυτός όμως πράττει τό άντίθετον!
Β) Και όχι μόνον δεν αναθεματίζει τάς διαφόρους
αιρέσεις, αλλά και διακηρύττει άναιδώς ότι τάς αναγνωρίζει ώς Εκκλησίας, ήδη
από τήν πρώτην ήμέρα πού άνήλθε στον Θρόνον. Όσο δέ αφορά τούς ιερούς Κανόνας
πού απαγο-ρεύουν μέ καθαίρεση μιά τέτοια ομολογία και πράξη, αυτός καταφρονεί
τελείως τήν φωνή τους άποκαλών αυτούς «τείχη αίσχους»!! (Έπίσκεψις, 15.6.’89).
Γ) Έν συνεχεία δέ τήν παράνομον αυτήν άναγνώρισιν
των αιρέσεων προσπαθεί νά έπιβάλη όχι μόνον εις τό 'Άγτόν Όρος άλλά και τάς
λοιπάς Εκκλησίας, όπως συνέβη και μέ τό πατριαρχείο Ιεροσολύμων, τό όποιον
ήρνήθη νά δεχθή ώς ορθοδόξους τούς αιρετικούς Μονοφυσίτας.
Δ) Γι’ αυτό άκριβώς ό μέγας αυτός αποστάτης των
εσχάτων τούτων χρόνων ουδέποτε κατηγόρησε τις σατανο- λατρικές συμπροσευχές τής
Άσσίζης Ιταλίας του 1986 των οικόύμενιστών μέ άρχηγών τον πάπαν. Σ’ αυτές
έλαβον μέρος όχι μόνον οί χριστιανικές αιρέσεις, άλλά και Εβραίοι,
Μουσουλμάνοι, Βουδισταί, ειδωλολάτραι, μάγοι κ.λ.π.
’Ιδού, πάλιν, διατί ό κ. Βαρθολομαίος μετέχει
άμετανόητος εις σατανοκρατικά συνέδρια οικουμενιστών, όπως εκείνο τής Καμπέρα
Αυστραλίας τό ’91, όπου έγιναν τέτοια δαιμονικά ξεφαντώματα, ώστε ένας
προτεστάντης αναγκάστηκε νά γράψη: «Ή θέσις του Π.Σ.Ε. ότι αί ειδωλολατρικαί
θρησκείαι θά κερδίσουν τον ουρανόν χωρίς τον Τησοΰν Χριστόν, καθιστά τον ίδιον
τον Χριστόν ένα άπατεώνα, όταν λέη: «ουδείς δύναται έλθεΐν προς τον πατέρα,
είμή δι’ εμού». Τότε ό Παύλος εις μάτην ήνάλωσε τήν ζωήν του και εις μάτην
έγραψε τις επιστολές του πού άπλωσαν τον Χριστιανισμόν στον ρωμαϊκόν κόσμον. Ή
Βίβλος έσφαλλε άπορρί- πτουσα τα είδωλα εις την δευτέραν έντολήν.
Τό Π.Σ.Ε. ύποβιβάζει τον Ίησούν Χριστόν εις τό
επίπεδον των ειδωλολάτρων ηγετών και τον κάνει μία άπό τάς πολλάς οδούς προς
τον Θεόν!.. 'Ένα σατανικόν πνεύμα ή πνεύματα παρήγαγον ένα σατανικόν Ίησοΰν εις
τό Π.Σ.Ε.! Ό Χριστός τού Π.Σ.Ε. στην Αυστραλία ουδέποτε ήλθε εκ των ουρανών,
ούδέποτε έπέστρεψε εις τούς ουρανούς και δεν δύναται νά πάρη κάποιον στον
ουρανόν. 'Ένα ξένο και σατανικό πνεύμα καί πνεύματα, αυτό είναι τό μόνο είδος
τού Χριστού πού θά ήδύνατο νά προσκληθή για νά άκούση τις κραυγές τών
οίκουμενιστών... Ή Αύστραλία άπεκάλυψε τό βάθος τής άποστασίας πού ένεργείται
διά μίαν παγκόσμιον Εκκλησίαν καί ή οποία έχει περιγραφή ώς «Βαβυλών ή μεγάλη,
ή μήτηρ τών πορνών, ή νύμφη τού τελικού άντιχρίστου...». (Orthodox Christian
Witness, 5.9.’91).
Καί όταν τυχόν ταΰτα προβάλλωνται από
βιντεοκασσέτες, οι οικουμενισταί χαλούν τον κόσμον, διά νά σταματήσουν τις
εκπομπές καί νά τις ματαιώσουν με εγκληματικές προφάσεις, ώς έπραξε προσφάτως ό
Δημη- τριάδος κ. Χριστόδουλος άπό τό κανάλι τού ΤΗΛΕΤΩΡΑ.
Οί μέλλοντες λοιπόν νά υποδεχθούν τον Βαρθολοαίον
εις ’Αθήνα καί Παροναξία, δέν θά υποδεχθούν ορθόδοξον πατριάρχην άλλά
ψευδεπίσκοπον καί ψευδοπατριάρχην, όπως τον χαρακτηρίζουν οί ιεροί Κανόνες.
Όσοι δε θά συνεργήσουν διά τήν ύποδοχήν του θά σκανδαλίσουν τούς ’Ορθοδόξους
Χριστιανούς καί θά τούς οδηγήσουν εις παγίδα, άφοΰ θά τούς προτρέψουν νά
ύποδεχθούν προβα- τόσχημον λύκον, άμαρτάνοντες οϋτω θανασίμως.
Οί άνωτέρω, σκέφθηκα, είναι τελείως αδικαιολόγητοι,
όχι μόνον διότι προ πολλών ετών ό εκκλησιαστικός τύπος έχει έπισημάνει τήν
πτώσιν εις τήν πίστιν τών πατριαρχών τού Φαναριού, άλλά καί διότι τά
«κακουργήματα» τού κ. Βαρθολομαίου τά βλέπουν καί άπό τήν τηλεόρασί τους.
Παραθέτομεν ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα εκκλησιαστικής
έφημερίδος δημοσιευθέν τό 1982.
«’Από την εποχή πού στο πατριαρχικό θρόνο τής
βασιλεύουσας ανέβηκε ό Μελέτιος Μεταξάκης, ένας έσμός προδοτών, μέ έξαίρεσι τον
πατριάρχην Μάξιμο τον Ε, λυμαίνεται τό Πατριαρχείο. Ό Αθηναγόρας ήταν εκείνος
πού έβλαψε περισσότερο από όλους τήν ’Ορθοδοξία και τό Φανάρι. Καί μετά τον
θάνατό του κανένας δεν βρέθηκε νά σταματήση τό δύσμοιρο Πατριαρχείο από τό
κατρακύλισμά του. ’Έτσι, σήμερα, τό Πατριαρχείο περιστοιχίζεται από άτομα, πού
είναι έντελώς άγευστα άπό τήν ορθοδοξία, πού είναι αμφίβολο άν πιστεύουν καί σ’
αυτόν τον Θεόν ακόμα, πού δεν παύουν όμως νά τον εμπορεύονται καί εμπαίζουν
σαρκαστικά. Γιατί, άν πίστευαν, κανένας τους δέν θά τολμούσε νά παριστάνη τον
κληρικό άπό αύτούς. Καί γι’ αυτό, ξεπουλούν τήν ’Ορθοδοξία σέ τιμή ευκαιρίας»!
(Όρθόδοξος Τύπος, 25.6.82).
Μετά άπό τέτοια κείμενα καί τις δημόσιες εμφανίσεις
τού πατριάρχου, πού ολοφάνερα προδίδουν τήν μοναδικόττα τής ’Ορθοδοξίας, πώς
είναι δυνατόν νά τον άνέχωνται έπίσκοποι, ιερείς καί μοναχοί, ιδίως τού Αγίου
’Όρους, πού τον μνημονεύουν καθημερινώς; Μέχρι πότε θά τον θωπεύουν μέ τις
δήθεν διαμαρτυρίες τους, ένώ βλέπουν ότι καθημερινώς θρασύνεται καί περισσότερον,
άπεμπολών τον «θησαυρόν τής ύγιαινούσης πίστεως»; Δέν αντιλαμβάνονται ότι προ
πολλοΰ έπρεπε νά είχαν διακόψει κοινωνίαν μαζί του συμφώνως προς τούς ιερούς
Κανόνας καί τήν πατερικήν. διδασκαλία;
Ό κ. Βαρθολομαίος όμως δέν είναι μόνον αιρετικός.
Όπως όλοι οί αιρετικοί είναι καί άδικος. Τούτο άποδεικνύεται άπό τον τρόπον πού
συμπεριφέρεται προς όσους δέν τον προσκυνούν καί μνημονεύουν. Τότε άφήνει νά
έκδηλωθή όλος ό «πλούτος» τής κακοδόξου καρδίας του... ’Έτσι στις 20.5.1992
έξεδίωξε διά τής αστυνομίας τήν αδελφότητα της Σκήτης του Προφήτου Ήλιου έν
'Αγίω Όρει, επειδή δέν τον έμνημόνευε λόγω των οικουμενιστικών του ενεργειών.
Εις τούτο φέρει μεγίστην ευθύνην και ή συμπράξασα Ιερά Κοινότης τού Αθωνος, ή
οποία σύρεται δυστυχώς ώς κοπέλλι όπισθεν τών παρανόμων επιθυμιών του. Έν συνεχεία
«κάλεσε τούς ζηλωτές πού έγκαταβιοϋν στην ’Αθωνική Πολιτεία —ύπολογίζονται γύρω
στούς τριακοσίους— «εις μετάνοιαν και άνάνηψιν» και στήν περίπτωση πού άρνηθοϋν
κάτι τέτοιο «νά άπέλθουν εκτός Αγίου Όρους, διότι αυτό είναι έδαφος τού
Οικουμενικού Πατριαρχείου καί δέν έχουν θέσιν εις αυτό οι τά ένάντια προς αύτό
φρονοΰντες». (ΤΑ ΝΕΑ, 9.11.’92).
«Ή μέ μνημονεύετε ή φεύγετε άπό τό Αγιον Όρος. Τό
τελεσίγραφο αύτό άπηύθυνε προς τούς ζηλωτές μοναχούς τού Όρους ό πατριάρχης
Βαρθολομαίος, λίγο πριν άπό τήν αναχώρησή του γιά τήν Κρήτη» (ΕΘΝΟΣ, 9.11.’92).
Ακόμη έθεσε τό ρητορικό έρώτημα: «μπορεί σέ μιά
οικογένεια τά παιδιά νά διαφωνούν μέ τον πατέρα, τον άρχηγό τής οικογένειας;»
(ΕΘΝΟΣ, 7.11.1992).
Βεβαίως εις τά άνωτέρω ύπάρχουν πολλές απαντήσεις,
εγώ όμως έκείνο τό βράδυ προτίμησα νά διαλέξω μία άπ’ όλες τήν οποία καί
παραθέτω διά τούς άναγνώστας τού «Αγιορείτου»:
«Πολύ καί λίαν πλανάται» ό κ. Βαρθολομαίος λέγων τά
άνωτέρω, καί άν νομίζη ότι θά πέραση ό διωγμός τών ’Ορθοδόξων Αγιορειτών, τον
όποιον ετοιμάζει έν πνεύματι αιρετικής άδικίας. Πρώτον, διότι «εις μετάνοιαν
καί άνάνηψιν» καλείται ό ίδιος, πού είναι άδικος καί αιρετικός, καί όχι οί
’Ορθόδοξοι Αγιορείτου Δεύτερον, διότι, όπως ένας «πατέρας» δέν ήμπορεΐ νά έχη
άξίωσιν ύπακοής άπό τον υιόν του, όταν τον έξωθή εις τήν ληστείαν, ούτε άπό τήν
θυγατέρα του, όταν τήν προάγη εις τήν πορνείαν, ούτω καί ό «πνευματικός
πατέρας» δέν ή μπορεί νά έχη άξίωσιν ύπακοής, όταν είναι λύκος άντί ποιμένος
καί προάγει εις τήν
αι'ρεσιν πού είναι ή χειροτέρα μορφή πορνείας.
Τρίτον, διότι τό 'Άγιον Όρος δέν είναι «έδαφος» του Οικουμενικού Πατριαρχείου,
ούτε βεβαίως τσιφλίκι τού κ. Βαρθολομαίου Άρχοντώνη, άλλά «αύτοδιοίκητον τμήμα
τού Ελληνικού Κράτους, τού όποιου ή κυριαρχία παραμένει άθικτος επ’ αύτοΰ»
(Σύνταγμα τής Ελλάδος, άρθρ. 105). ’Επί πάσι δε τούτοις είναι «Τό Περιβόλι τής
Παναγίας». Τέταρτον, διότι οι ’Ορθόδοξοι Άγιορεΐται Πατέρες θά άντιδράσουν: α)
ώς οι τριακόσιοι τού Λεωνίδα μέ τό «μολών λαβέ», β) ώς οί Άγιορεΐται Πατέρες
έπι Ίωάννου τού Βέκκου, γ) ώς ό Κωνσταντίνος Παλαιολόγος... καί δ) όπως οί
πατέρες των, ή καί οί ίδιοι, τό 1940 μέ τό ΟΧΙ. Μέ τήν διαφοράν ότι τώρα, ούτε
ό Εφιάλτης θά ύπάρξη, ούτε Κερκόπορτα θά εύρεθή ανοικτή». Καί καταλήγει ώς έξής
τό κείμενον.
«Ταύτα άς έχη πάντοτε ύπ’ όψιν του ό κ.
Βαρθολομαίος. Νά μή λησμονή δέ ποτέ, ότι, ό,τι καί άν γίνη «ό λόγος τού Θεού ού
δέδεται». Άν δέ τολμήση, κατά τρόπον ένθυμίζοντα τό «ήρθαν τά άγρια νά διώξουν
τά ήμερα» καί τό: «φωνάζει ό κλέφτης, νά φοβηθή ό νοικοκύρης», νά διώξη τούς
’Ορθοδόξους εν Άγίω Όρει καί αλλαχού, τότε θά άντιληφθή έν τή πράξει τί
σημαίνει τό «σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26. 14).
Είναι εξ άλλου εις όλους γνωστόν δτι έχει εντός
ολίγου χρόνου δημιουργήσει ζητήματα στήν Εκκλησία τής Ελλάδος, Κρήτης, στα
'Ιεροσόλυμα, τήν Αυστραλία, τήν ’Αμερικήν! Ζητήματα, ζητήματα, προκειμένου νά
έπικρατή- ση ώς «Οικουμενικός» τύραννος τής ’Ορθοδόξου Εκκλη¬σίας. Είδικώς
μάλιστα στο Άγιον Όρος έχει καταλύσει κάθε έννοιαν αύτοδιοικήτου διά τής
αποστολής πατριαρχικών έξαρχειών, παρά τήν γνώμην τής Τ. Κοινότητος, ώς
προβλέπει ό Καταστατικός Χάρτης τού Όρους. Δι’ αυτών τιμωρεί τούς
άντιφρονοΰντας στα σχέδιά του- επιβραβεύει τούς «ίδικούς του»· διχάζει τήν
Άγιορειτικήν ’Αδελφότητα εις πατριαρχικούς καί μή· επιβάλλει τήν γνώμη του καί
έκεΐ δπου αί Ί. Μοναί κάλλιστα μπορούν νά τακτοποιήσουν τά τού οϊκου τους, ώς
συνέβη προσφάτως μέ την 'I. Μονήν Μεγίστης Λαύρας. Ακόμη καί τις κουρές των
Μοναχών επιθυμεί νά ελέγχει ό ίδιος, καταργών ούτω κάθε έκφρασιν Μοναστηριακού
τυπικού και αύτοδιοικήτου. Τίποτε δμως δεν θά κατόρθωνε από τά παραπάνω, εάν οι
ήγούμενοι ύπελόγιζαν περισσότερον από τούς θρόνους τους τούς Ι, Κανόνας, όπως
πράττει ή Ί. Μονή Έσφιγμένου. ’Αφού δμως προσκυνούν ένα ψευδεπίσκοπον και
συνεργάζονται μαζί του διά τήν έξόντωσιν των Ζηλωτών πατέρων, ή κατάληξις είναι
δικαία! «Δίκαιος ό Θεός ήμών καί δικαιοσύνας ήγάπησεν»...
Εύτυχώς δμως ικανός άριθμός πιστών έχουν άντιληφθή
τήν κακόδοξο διακονία του καί τον άπεδοκίμασαν ποικιλοτρόπως εις Κρήτην, Πάτμον,
Κάλυμνον. Έλπίζομεν δτι τό αύτό θά συμβή είς Αθήνας καί Παροναξίαν τον προσεχή
Μάϊον. Εις τήν Πάτμον ειδικά, ό λαός είχε άπομονωθή από τά προσκυνήματα, τά
όποια είχαν κατακλύ- σει παντός είδους αιρετικοί. Διότι τελικώς κάθε έπίσκεψίς
του εις αύτό αποβλέπει· είς συμπροσευχάς μετά τών αιρετικών, ώστε ό λαός νά
συνηθίση τό θέαμα καί νά τον ακολουθήσει αδιαμαρτύρητα στήν οικουμενιστική του
αποστασία. Προσθέτομεν δέ διά τήν ιστορίαν, δτι στήν συλλειτουργία του μέ τον
πάπα τής Ρώμης τον παρελθόντα Ιούνιον, καί ενώ ήτο καλοκαιρία, ξαφνικά ό
ουρανός πάνω από τον Ναόν τού αγίου Πέτρου έμαύρισε καί οι κεραυνοί απειλούσαν
νά συντρίψουν τον τροΰλλο τού Ναού! Καί ενώ καί τά στοιχεία τής φύσεως
διαμαρτύρονται, ό κλήρος καί ό Μοναχισμός, ιδίως ό Αγιορειτικός, δεν τολμούν νά
άνα- χαιτίσουν τό αιρετικό του κήρυγμα, γενόμενοι συνυπεύθυνοι γιά τήν απώλεια
τού λαού. Διότι, ώς είναι γνωστόν, δεν κοινωνεΐ μόνον μέ αιρετικούς, αλλά είναι
καί ό ίδιος αιρετικός.
Εκείνη δμως τή στιγμή τό καντήλι τρεμόσβησε ζητώντας
άσφαλώς λάδι. Σηκώθηκα νά φέρω τό λαδικό, ενώ μια εύχή ψιθύρισαν άθελα τα χείλη
μου. Κύριε, φώτισε τούς καλοπροαίρετους πιστούς ν’ άντιληφθοϋν ποιον λύκον
ύποδέχονται για ποιμένα και παιδαγώγησε, όπως Σύ γνωρίζεις, τούς ρασοφόρους πού
κρατούν τον λαόν σου στο σκοτάδι της άγνοιας και κακοδοξίας. ’Αμήν.
2/’96
Κατ’ άλλην γραφήν: ξεβράκωτοι.
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η... ΑΦΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
Τό έχουμε γράψει πολλάκις, ότι οί θεολόγοι μας,
δυστυχώς, δεν διαφέρουν του Ιερατείου και του Μοναχισμού, σέ ό,τι αφορά την
άγνοιαν και αδιαφορία τους γιά ζωτικά θέματα ορθοδόξου πίστεως και ομολογίας.
Και ένώ μερικοί έξ αύτών έ'χουν οπωσδήποτε την δυνατότητα νά ασχοληθούν με
Κανονικά θέματα, προκειμένου νά έπισημάνουν τό μέγεθος τής συντελουμένης
άποστασίας των επισκόπων τους, αυτοί αδιαφορούν σκανδαλωδώς, ασχολούμενοι με
ό,τι άλλο δύναται νά φαντασθή κανείς.
’Αγνοούν λοιπόν καί αποφεύγουν νά γνωρίσουν
έπισταμένως τό ιερόν Πηδάλιον πού θά τούς πρόσφερε τον κατάλληλον οπλισμόν διά
την άντιμετώπισιν τής άποστασίας των ήμερων μας. Μήπως αυτό είναι κάτι τό
άδιάφορον ή δευτερεΰον; Έάν εις όλα τά λοιπά άριστεύσουν καί άδιαφορήσουν γιά
τό κεφαλαιώδες θέμα τής πίστεως, αυτό καί μόνον είναι ικανόν νά τούς καταστήση
ενόχους καί «έκτος νύσσης» τρέχοντας...
Διαβάζουν πολλά περιοδικά καί γνωρίζουν διάφορα
άσχετα προς τήν άποστολήν τους κείμενα, άλλά τό ιερόν Πηδάλιον, οπού διασώζει
ολόκληρον σχεδόν τήν ίεράν Παράδοσιν τής ’Ορθοδοξίας μας, γι’ αύτούς είναι κάτι
τό σχεδόν άγνωστον ή άδιάφορον! Τά ανωτέρω τά έχομε διαπιστώσει πολλάκις στάς μετ’
αύτών συζητήσεις μας καί τό ζοΰμε καθημερινώς διαβάζοντας τά διάφορα
θρησκευτικά φυλλάδια πού εκδίδουν. Τό γεγονός αύτό δεν αποτελεί άσήμαντον
λεπτομέρειαν εκφράζει τήν πτωχείαν καί μονο-
μέρειαν τής δραστηριότητός των, την άπουσίαν τής
καθολικότητος έκ τής διδαχής των. Και τούτο, διότι τό περιεχόμενο του ίεροϋ
Πηδαλίου πρέπει ν’ άποτελή πυξίδα και γνώμονα διά τήν όλην δράσιν των. Επειδή
δεν γίνεται αυτό, έχομε τα σημερινά θλιβερά αποτελέσματα: τήν άδιαφορίαν
ενώπιον τής παναιρέσεως τής εποχής μας· τήν χλιαράν και άλλοιωμένην προσφοράν
του Ευαγγελικού μηνύματος· τό θαυμάζειν δήθεν άγιας προσωπικότητας τής
Δύσεως... Άντιθέτως ή έμπρακτος σπουδή του Πηδαλίου άναδεικνύει τούς όμολογητάς
τής Εκκλησίας, άναδεικνύει τούς πιστούς οικονόμους τής ίεράς παρακαταθήκης.
Αυτό έπραξαν και οί προ ήμών άγιάσαντες, ώστε ό βίος και τά έργα των νά γίνουν
προσθήκαι περιφανείς εις τό ζωντανό βιβλίο τής Παραδόσεως. Τό φρόνημά των
άπετέλει έκφρασιν και μετάφρασιν των θείων λογίων. Ή σκέψις και ή δράσις των
έξέφραζον τό «πατερικόν φρόνημα», κάτι πού έσήμαινε ζωντανή συμμετοχή στις
άγιες ρίζες τού παρελθόντος. «Ή πιστότητα προς τήν Παράδοση δεν είναι μία
άφοσίωσις προς τήν άρχαιότητα, αλλά μάλλον ή ζωντανή σχέσις με τό πλήρωμα τής
χριστιανικής ζωής. Ή έκκλησις προς τήν Παράδοσιν δεν είναι τόσο πολύ μία
έκκλησις προς άρχαιότερα πρότυπα, όσον είναι μία έκκλησις στήν καθολική
εμπειρία τής Εκκλησίας, στο πλήρωμα τής γνώσεώς της». («'Αγιοι Κολλυβάδες»,
Μάρτ. ’97).
Ή συμμετοχή στο πλήρωμα αύτό θά παρουσίαση εν
συνεχεία τούς άγλαούς καρπούς της, τήν αγιότητα τού βίου και τήν πιστήν
διακονίαν τής άγιας κληρονομιάς. Δεν πρόκειται γιά νεκρή έπανάληψιν τής
παραδοθείσης πίστεως και πράξεως, άλλά γιά «δημιουργικήν έπέκτασιν τής αρχαίας
Παραδόσεως μέ αφετηρίαν τήν έν Χριστώ ζωήν». (Γ. Φλωρόφσκυ).
Δυστυχώς στις ήμέρες μας, στούς θεολογικούς καί
εκκλησιαστικούς κύκλους παρατηρεΐται ένας φοβερός διχασμός· ή ύπερτόνησις των
αγαθών έργων εις βάρος τής καθαρής πίστεως. Και δταν λέμε καθαράν πίστιν
έννοοΰμε αύτήν πού μάς παρεδόθη ύπό των αγίων Πατέρων και δχι αύτήν πού
κηρύσσουν και ζοϋν οί σύγχρονοι οικουμενισταί θεολόγοι και κληρικοί. Διότι άπό
πού παρέλαβον «την συνιερουργίαν μετά τού πάπα και τήν συμπροσευχήν μέ τους Βουδδιστάς,
Μουσουλμάνους και πυρολάτρας, όπως έγινε στην Άσσίζη, Βανκοΰβερ και Καμπέρα;
Άπό πού παρέλαβον τό κήρυγμα και τήν διδαχήν, ώστε νά τολμούν νά τό
διακηρύττουν και διά πατριαρχικής Εγκυκλίου, δτι οι αιρετικοί είναι
«συγκληρονόμοι τής Χάριτος και κοινωνοί των Μυστηρίων τού Θεού; Νά
συμπροσεύχωνται μέ τούς πάσης φύσεως αιρετικούς, αλλοθρήσκους, μάγους, παπαδί-
νες, παστόρισσες; νά συνιερουργοΰν γάμους, βαπτίσεις, κηδείες μέ τούς
αιρετικούς; νά φθείρουν τήν άκολουθίαν 'τού αγίου βαπτίσματος; Νά θεωρούν τον
παπισμόν «άδελφήν έκκλησίαν» και νά απαγορεύουν τον αναβαπτισμόν τους; Νά διώκουν
και δυσφημούν, δσους τολμούν νά τούς παρατηρήσουν καί ελέγξουν, άποκαλούντες
αυτούς σχισματικούς καί αιρετικούς;
Καί δλα αυτά διότι έχουν πάρει διαζύγιον άπό τήν
Παράδοσιν, διότι υβρίζουν τό ιερόν Πηδάλιον άποκαλούντες «τείχη αίσχους» τούς
ιερούς Κανόνας!!. Καί τό άκόμη χειρότερον είναι, δτι ενώ μερικοί κληρικοί καί
λαϊκοί αντιλαμβάνονται τήν προδοσίαν καί τήν ελέγχουν —έστω γραπτώς— συνεχίζουν
εν τούτοις νά θεωρούν τούς πεπτωκότας επισκόπους των ως «όρθοτομούντας τον
λόγον τής αλήθειας»! Καί μόνον αυτό; τρέμουν κυριολεκτικώς μήπως διά τον
έλεγχον τούς τιμωρήσουν ή αφορίσουν! Ποιοι; αύτοί πού δυνάμει είναι προ πολλοΰ
άφωρισμένοι καί καθηρημέ- νοι ύπό των ιερών Κανόνων διά τά άντορθόδοξα έργα
των! Όντως σχιζοφρενική θεολογία μή έχουσα τίποτα τό κοινόν μέ τό ένδοξον
παρελθόν των αγίων πατέρων μας.
Ιδιαιτέρως βεβαίως ύπεύθυνοι εν προκειμένω είναι οί
Μοναχοί καί Μοναχαί, οί Κανονικοί λεγόμενοι, άφοΰ ό βίος των πρέπει νά ρυθμίζεται ύπό των ιερών Κανόνων.
Ποιαν απολογίαν θά δώσουν στον Θεόν διά τήν αδικαιολόγητον σιγήν των; Πώς θά
άντικρύσουν τούς συναδέλφους των όμολογητάς τήν ήμέραν τής Κρίσεως, όταν
εκείνοι διά πολύ μικρότερα έξωρίσθησαν και ποικΐλως έβασανίσθησαν, αύτοϊ δε
ακολουθούν τούς συμμαχήσαντας με τήν αϊρεσιν επισκόπους των;
Βεβαίως δικαιολογούνται, δτι διατηρούν τά Ιερά
καθιδρύματα και ποικίλως ανακαινίζουν, άλλ’ ή καύχησις αύτή είναι ματαία και
ανυπόστατος, άφού γίνονται αιτία νά διατηρήται και μεγαλύνεται ή αϊρεσις.
Παρομοίως έκαυ- χώντο διάφοροι ήγούμενοι έπι εικονομαχίας, κοινωνοΰντες μέ τούς
αιρετικούς εικονομάχους, προφάσει διατηρήσεως τών Μονών και διασώσεως τών
Μοναχών, προς τούς όποιους γράφει τά έξης φοβερά ό άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης:
«’Ώ τής πωρώσεως!, ώ τής θεομαχίας! Χριστός
ήρνητο... επίσκοποι περιορίζοντο... μονάχοι και μονάζουσαι, λαϊκοί, λαΐζουσαι-
οι μέν τυπτόμενοι, οί δέ φρουρού- μενοι· άλλοι λιμοκτονούμενοι, έτεροι
ζεόμενοι· ... έτεροι θανατούμενοι... και σύ, ώ τρισάθλιε, αιχμαλωτισθεις στήν
ψυχοφθόρον κοινωνίαν τής αίρέσεως και διαμένων εις τό όλετήριον, ώς πρέπει νά
λεχθή και όχι Μοναστή ριον, κομπάζεις ότι είσαι καλά!
... Ποιον ναόν διετήρησας, άφού έμίανας τον ναόν τού
Θεού πού είσαι σύ ό ίδιος; Ποιους δέ αδελφούς διέσωσας, άφού κατεστράφησαν διά
τής ολέθριας σου κοινωνίας μετά τής αίρέσεως;» (P.G. 99, 1337C).
Καιρός νά άνανήψουν Γέροντες και Γερόντισσες, καί, ή
νά ομολογήσουν, ή νά παραιτηθούν, διότι, άν δέν μετανοήσουν, ώς τονίζει ό
ανωτέρω φωστήρ, «ου χριστιανούς ήγητέον»!
8/’97
«ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ «ΕΝΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Προ μηνών ό γνωστός πνευματικός τής Σιναϊτικής
ερήμου π. Άδριανός άπεκήρυξε τον οικουμενισμόν του νέου ήμερολογίου και
προσεχώρησε εις την Εκκλησίαν τοΰ παλαιού, αφού διεπίστωσε και έμπράκτως τις
κακοδοξίες των σημερινών επισκόπων τής «’Ορθοδοξίας». Αύτό, ως ήτο φυσικόν, δεν
άρεσε σέ πολλούς τού νέου ήμερολογίου, κληρικούς καί λαϊκούς θεολόγους, καθότι
ελέγχει τήν πορεία τους καί τούς αφήνει άκάλυπτους ένώπιον των πνευματικών τους
τέκνων, τά όποια δικαίως θά διερωτώνται τί συμβαίνει.
Διά τούτο τό περιοδικόν «ό Σταυρός» έγραψε εκτενές
σχόλιο (Αΰγ. 944, σ. 134) παρατηρών διά τον π. Άδριανόν ότι «δεν έξήντλησε τά
μέσα». Κατά τήν γνώμην τοΰ συντάκτου έπρεπε προτού διακόψει κοινωνίαν μέ τήν
Εκκλησίαν τού νέου «νά έστελνε εγκυκλίους έπιστολάς προς τούς άπανταχοΰ γής
ευρισκομένους χριστιανούς, στις όποιες θά στηλίτευε τήν άπόκλησι προς τον
οικουμενισμόν τών προσώπων έκείνων πού θά έπρεπε νά είναι φρουροί τής ορθοδόξου
πίστεως». Ή πρότασις τοΰ συντάκτου περί γραπτής διαμαρτυρίας έφηρμόσθή κατά
κόρον άπό τούς άγωνισθέντας προ ικανών ετών κατά τής κακοδοξίας καί ουδέν αποτέλεσμα
έφερε- μόνο ή διακοπή κοινωνίας τούς ενοχλεί καί τούς αποκαλύπτει. ’Έτσι ό π.
Άδριανός προτίμησε τήν οδόν τής πράξεως. Προς τούτο έπεσκέφθη Αυστραλίαν καί
Καναδά όπου άνθει ό άπόδημος Ελληνισμός, προκειμένου νά στηλιτεύση τήν αιρεσιν.
·Τό αποτέλεσμα; Τον έξεδίωξαν άμέσως οι «ορθόδοξοι» αρχιε-πίσκοποι και
επίσκοποι των περιοχών!
Γι’ αύτό, επειδή διεπίστωσε ότι έχουν πια πωρωθή,
κατά τον λόγον του θείου Παύλου, άπεφάσισε νά άσφαλισθή διά τής άποτειχίσεως
και προσχωρήσεως εις τάς τάξεις των Παλαιοημερολογιτών.
Ό Άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης, τον όποιον αναφέρει «ο
Σταυρός» ώς άγωνιστήν «έντός τής Εκκλησίας», μόνο διά τό θέμα του παρανόμου
γάμου του αύτοκράτορος έφήρμοσε οικονομίαν άρκούντως αύστηράν, διακόψας
κοινωνίαν μέ όλους τούς πρωταιτίους τής μοιχοζευξίας και τούς κοινωνοϋντας
αύτοΐς. Στήν περίοδον όμως τής είκονο- μαχικής αίρέσεως ή διακοπή τής κοινωνίας
ήτο καθολική· ούδεις είκονόφιλος έκοινώνει μέ τούς εικονομάχους, καθόσον τά
μέτωπα ή σαν χωρισμένα και πας όμολογών πίστιν και σεβασμόν προς τάς αγίας
εικόνας έδιώκετο άπηνώς. Και ταΰτα μέν εις τήν έκκλησίαν του Βυζαντίου.
Ύπτίηχον όμως άλλαι τοπικαί έκκλησίαι και πατριαρχεία πού δέν μετείχαν τής
αίρέσεως και τά όποια έκοινώνουν μέ τούς είκονοφίλους.
Σήμερα όμως τά πράγματα είναι πολύ χειρότερα τής εικονομαχικής
περιόδου. Ή πενταρχία τών πατριαρχείων καί όλαι αί αυτοκέφαλοι Έκκλησίαι
κοινωνοϋν καί συ-νεργάζονται μεταξύ των διώκουσαι τούς ένισταμένους κατά τής
αίρέσεως του οίκουμενισμοϋ (πλήν τοϋ πατριαρχείου Ιεροσολύμων). Συνεπώς ή μόνη
οδός πού άπομένει, δΤ όποιον θέλει νά μείνη αμέτοχος τής αίρέσεως καί κατακρί-
του κοινωνίας, είναι ή οδός τής άποτειχίσεως καί ή κοινωνία του μέ τάς
εκκλησίας τοϋ παλαιού ήμερολογίου. Τήν ανωτέρω στάσιν έπικροτεί ή πολιά τής
Όρθοδοξίας παράδοσις καί οι ιεροί Κανόνες, οι όποιοι θεωρούν «άξιους τιμής»
τούς ούτως ένεργοϋντας!
Δυστυχώς οί συντάκται τοϋ «Σταυροΰ», παρά τά
γραφέντα επί μίαν τριακονταετίαν, επιμένουν ότι μπορεί νά είναι ορθόδοξοι, ώς
οι όμολογηταί του παρελθόντος, και συγχρόνως νά κοινωνοΰγ μέ όλας τάς εκκλησίας
πού κακοδοξούν η κοινωνοϋν μέ την κακοδοξίαν! Αυτό τό άποκαλοϋν αγώνα «εντός
των τειχών τής Εκκλησίας», ενώ σημαίνει ακριβώς τό αντίθετον εύρίσκονται εντός
τής κακοδοξίας και έκτος άληθείας! Καί κάποιοι ήγούμενοι έπί αγίου Θεοδώρου,
έχοντες τά μοναστήρια τους και μνημο- νεύοντες τών αιρετικών, ένόμιζον ότι
πράττουν έργον θεάρεστον καί διακριτικόν, όπως οι συντάκται τού «Σταυ-ρού»,
προς τούς όποιους έγραψε ό Όσιος Πατήρ: «καί τώρα δέξαι μου, τιμιώτατε πάτερ,
όμιλούντα πιο ελεύθερα. Δέν τυγχάνει εκτός εύθύνης, τό νά συλληφθής δηλαδή από
άνθρώπους τού βασιλέως καί νά παραμείνης παρά ταΰτα ελεύθερος... Έάν ή όσιότης
σου ούδέν έπαθε έκ τών άνωτέρω (τών βασάνων δηλαδή πού ύπεβάλοντο οί πιστοί),
μετά τήν σύλληψιν, συγχώρα με, αλλά έπλανήθης αδελφέ. Καί μή μοΰ δικαιολογήσαι
πώς διατηρείς άσφαλείς τάς εκκλησίας καί τάς αγιογραφίας τών ναών, ώς καί τό
μνημόσυνον τού πατριάρχου. Τά παρόμοια καί άλλοι πεπτωκότες φλυαρού- σιν. Τά
άνωτέρω δέν δύνανται νά διατηρηθούν, εκτός έάν έγένετο προδοσία τής ορθοδόξου
ομολογίας. Διότι σε παρακαλώ ποία ή ώφέλεια, όταν εμείς πού λεγόμεθα καί εϊμεθα
ναός τού Θεού έχουμε καταστραφή (διά τής μή ομολογίας) μέ τό νά περιποιούμεθα
αψύχους ναούς;... Άλλοίμονον, άλλοι νά αποθνήσκουν, άλλοι νά εξορίζονται, άλλοι
νά μαστιγώνονται, άλλοι νά φυλακίζονται, άλλους νά φιλοξενούν τά όρη, αί
έρημίαι, οί βράχοι καί τά σπήλαια, καί εμείς διαμένοντες στά σπίτια μας νά
νομίζωμεν ότι θά παραμείνωμεν άβλαβεΐς. Ουδόλως...
» Ταΰτα είπα άπό άγάπη προς σέ καί ώς ύπενθύμισιν,
ότι οί τά τοιαΰτα πράττοντες είναι άξιοι τιμωρίας...» (P.G. 99, 1365 AC).
Καί προς τον ήγούμενον Θεόφιλον: «... Καί σύ, ώ
τρισάθλιε, έαλωκώς τή ψυχοφθόρω κοινωνία, καί μενών εις
τό όλετήριον, έπ’ άν ούτως, άλλ’ ού μοναστήριον,
λέγεις εύ έχειν... Τΐνας δε και αδελφούς έφυλάξω, διεφθορότας τη όλεθρία σου
κοινωνία, καν έν βρώμασι; σκάνδαλον του κόσμου, ύπόδειγμα άρνήσεως, προτροπή
απώλειας, σαρξ άλλ’ ού πνεύμα, σκοτήρ άλλ’ ού φωστήρ...» (Αύτ. 1337 C).
’Ιδού πώς έσκέπτοντο και ένεργοΰσαν οι άληθινοί
πατέρες τού παρελθόντος καί μάλιστα ό μέγας Θεόδωρος, τον όποιον ό π.
’Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί ώς τον «άτρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων
άληθειων». Μακάριοι οί ταπεινώς μιμούμενοι τήν πορείαν του δυστυχείς δε άληθώς
οί διαστρέφοντες τούς λόγους του, προκει- μένου νά δικαιολογήσουν τήν παραμονήν
τους εις τήν αϊρεσιν...
10/’94
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ