Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΟΥΡΣΚ. (1889-.1938) ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΟΥΡΣΚ. (1889-.1938) ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Το 1922 ό π. Όνούφριος τιμήθηκε μέ το οφίκιο τού άρχιμανδρίτη και διορίστηκε προϊστάμενος τού Ναού τού Αγίου Νικολάου της πόλης Κριβόι-Ρόγκ της επαρχίας Αίκατερινοσλάβ.

Όπως είναι γνωστό, το καλοκαίρι τού 1922 δημιουργήθηκε το σχίσμα της «Ζωντανής Εκκλησίας», τού οποίου οι ηγέτες επιδίωκαν ριζικές και άντιπαραδοσιακές μεταρρυθμίσεις στην εκκλησιαστική ζωή. Τον Αύγουστο συγκλήθηκε στο Κίεβο σύνοδος τών κανονικών αρχιερέων της Ρωσικής Εκκλησίας, ή οποία, εκτιμώντας τά πολλά χαρίσματα τού π. Ονούφριου. τον εξέλεξε επίσκοπο Έλισάβετγκραντ. Ωστόσο, ό επικεφαλής της «Ζωντανής Εκκλησίας» μητροπολίτης Ευδόκιμος (Μεσέρσκι), μέ τις διασυνδέσεις και την επιρροή του στο μπολσεβίκικο καθεστώς, κατόρθωσε να ματαιώσει προσωρινά τη χειροτονία.
Στο μεταξύ, τον Δεκέμβριο τού 1922 ό Ανδρέας Γκαγκαλιούκ, αναζητώντας τον αδελφό του, ζήτησε πληροφορίες από τον μητροπολίτη Ευδόκιμο. Εκείνος τού είπε:

- Ό αρχιμανδρίτης Ονούφριος βρίσκεται στην πόλη Κριβό-Ρόγκ και στα κηρύγματά του καταφέρεται εναντίον μας. ’Αν αγαπάτε τον αδελφό σας, τηλεγραφήστε του να έρθει αμέσως στη Μόσχα και να μέ συναντήσει. Εφόσον ταπεινωθεί μπροστά μου και προσχωρήσει στο κίνημά μας, θα τον κάνουμε επίσκοπο σ’ όποιαν επαρχία επιθυμεί. Προειδοποιήστε τον ότι, σε αντίθετη περίπτωση, τον περιμένουν φυλακίσεις και εξορία. 

Βιαστείτε! Δεν έχετε καιρό για χάσιμο.
Χωρίς χρονοτριβή, ό Ανδρέας τηλεγράφησε στον αδελφό του. Εκείνος του απάντησε με λίγες λέξεις: «Δεν θέλω να έχω καμιά σχέση μέ τον Ευδόκιμο».
Τελικά, στις αρχές του 1923 ό π. Ονούφριος κατόρθωσε να πάει κρυφά στο Κίεβο, όπου στις 4 Φεβρουάριου χειροτονήθηκε επίσκοπος Έλισάβετγκραντ και ορίστηκε βοηθός επίσκοπος της επαρχίας Οδησσού και Χερσώνος. Ή χειροτονία του έγινε από τον έξαρχο της Ουκρανίας μητροπολίτη Μιχαήλ (Έρμακώφ) και τον επίσκοπο Ούμάν Δημήτριο (Βερμπίτσκι).

Δύο μέρες μετά τη χειροτονία του, ό επίσκοπος Ονούφριος έφτασε στο Έλισάβετγκραντ και τέλεσε την πρώτη άρχιερατική του Λειτουργία στον Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου μπροστά σε τεράστιο πλήθος πιστών.
Λίγες μέρες αργότερα τον επισκέφτηκε ό εκπρόσωπος της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Διοικήσεως της «Ζωντανής Εκκλησίας» Τρόφιμος Μιχαήλωφ. Τον ρώτησε αν ήταν διατεθειμένος να προσχωρήσει στο κίνημά τους. Ό ιεράρχης απάντησε μέ ευθύτητα και αποφασιστικότητα:
 
- Δεν αναγνωρίζω και δεν θα αναγνωρίσω ποτέ τούς «Αρχιερείς» και «ιερείς» της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Διοικήσεως. Προϊστάμενοί μου είναι οι Αρχιερείς της κανονικής Εκκλησίας μητροπολίτης Μιχαήλ και επίσκοπος Προκόπιος, στοάς όποιους υπακούω.
 
Την άλλη μέρα ό επίσκοπος Ονούφριος συνελήφθη και φυλακίστηκε πρώτα στο Έλισάβετγκραντ και έπειτα στην Όδησσό. Το κατηγορητήριο ανέφερε πώς, όταν ήρθε στην επαρχία του ως επίσκοπος, τέθηκε επικεφαλής της τοπικής «Πατριαρχιακής Εκκλησίας», πού δεν Αναγνωριζόταν από τις κρατικές αρχές, και δεν έντάχθηκε στη «Ζωντανή Εκκλησία», τη μόνη Αναγνωρισμένη.

Για τρεις μήνες έζησε την Απανθρωπιά τών σοβιετικών φυλακών ό νεαρός ιεράρχης. Στις 15 Μαΐου του 1923 τον Απέλυσαν και τον διέταξαν να Αναχωρήσει από την περιοχή της Οδησσού. Εκείνος πήγε στο Κριβόι-Ρόγκ, όπου είχε διακονήσει ως προϊστάμενος του Ναού του Αγίου Νικολάου. Εκεί, μέ Ακατάβλητο ζήλο άρχισε και πάλι να ιερουργεί, να κηρύσσει, να παρηγορεί το διωκόμενο ποίμνιο του Χριστού. Σύντομα κατόρθωσε να συγκεντρώσει πολυάριθμο εκκλησίασμα από την πόλη και τά γειτονικά χωριά.

Δυστυχώς, όμως, υστέρα’ από πέντε μήνες, στις 16 Οκτωβρίου του 1923, τον συνέλαβαν πάλι μέ αφορμή μιάν εγκύκλιό του προς τούς πιστούς, τούς όποιους απέτρεπε από κάθε σχέση μέ το σχίσμα της «Ζωντανής Εκκλησίας». Ή εγκύκλιος θεωρήθηκε αντισοβιετική. Μετά τη σύλληψή του, ό ιεράρχης στάλθηκε στη φυλακή πρώτα του Κριβόι-Ρόγκ κι έπειτα του Έλισάβετγκραντ. Την ήμερα της μεταφοράς του μέ το τρένο από την πρώτη στη δεύτερη, ό πιστός λαός, πού μέ άγνωστο τρόπο 
είχε πληροφορηθεί την απόφαση των αρχών, συγκεντρώθηκε στον σταθμό. Δεν επιτράπηκε, ωστόσο, σε κανέναν να πλησιάσει στην αποβάθρα. Έτσι, οι χριστιανοί στάθηκαν κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής και, την ώρα πού έφευγε το τρένο, με δάκρυα αποχαιρετούσαν τον αγαπημένο τους επίσκοπο, πού τούς ευλογούσε πίσω από το καγκελόφραχτο παράθυρο ενός βαγονιού.

Από το Έλισάβετγκραντ ό ιεράρχης μεταφέρθηκε στο Χάρκωφ, στις φυλακές του οποίου παρέμεινε σχεδόν τρεις μήνες.
Ανασκοπώντας τις ταλαιπωρίες του στις φυλακές, ό κατατρεγμένος Ιεράρχης έγραφε το 1926:

«Λίγα χρόνια έχω ζήσει, αλλά πολλά βάσανα έχω δοκιμάσει. Από τά δύο μόλις χρόνια της έπισκοπείας μου έχω περάσει έξι μήνες στις φυλακές του Έλισάβετγκραντ, της Οδησσού, του Κριβόι-Ρόγκ και τού Χάρκωφ. Πολλές φορές μέ οδήγησαν στα δεσμά πεζό μέσ από τούς δρόμους, μέ συνοδεία οπλισμένων φρουρών, και άλλες μέσα σε σιδερόφραχτο όχημα, καθισμένον ανάμεσα σε κλέφτες και φονιάδες... Καθώς αναλογιζόμουν τις αμαρτίες μου, τις εκούσιες και τις ακούσιες, χαιρόμουνα πού ό Κύριος μέ αξίωνε να πιώ το
ποτήρι, αυτών των παθημάτων, για να καθαρθώ...

»Τη Μεγάλη Σαρακοστή του 1923, πού ήμουνα στις φυλακές της ’Οδησσού, πολλοί φυλακισμένοι θέλησαν να εξομολογηθούν και να κοινωνήσουν τά άχραντα Μυστήρια. Ανάμεσα στους φυλακισμένους ήταν και ό ιερέας π. Πέτρος. Σ' αυτόν εξομολογηθήκαμε όλοι οι κληρικοί και οι λαϊκοί πιστοί, πάνω από πεντακόσιοι άνθρωποι. Έπειτα ό ίδιος τέλεσε τη θεία Λειτουργία. Έψαλε μια μικρή χορωδία, πού συγκροτήθηκε την ώρα εκείνη από κρατουμένους. Το “Πιστεύω” και το “Πάτερ ημών” τά ψάλαμε όλοι μαζί. 

Πολλοί ήταν εκείνοι πού κοινώνησαν έπειτα από πολλά χρόνια...
»Στη φυλακή τού Κριβόι-Ρόγκ συζητούσα συχνά μ έναν νεαρό κρατούμενο πού είχε θεολογική κατάρτιση και πνευματικά ενδιαφέροντα. 'Όταν αποφυλακίστηκε, μού έγραψε ότι, συζητώντας μαζί μου, μολονότι δεσμώτης, πέρασε τις καλύτερες στιγμές της ζωής του. Κι εγώ μέ νοσταλγία θυμάμαι τις δύσκολες ημέρες της φυλακής, όσο κι αν αυτό ακούγεται παράξενο. Γιατί ό Κύριος, πού βρίσκεται πάντοτε κοντά στούς δούλους Του, παρηγορούσε κι εμένα, τον αμαρτωλό. »Μια μέρα ένας μορφωμένος κρατούμενος μού είπε:

»— Μολονότι ή ζωή σας στη φυλακή δεν είναι εύκολη, φαίνεστε ψυχικά αναπαυμένος. Πολλοί καλοί άνθρωποι σάς στέλνουν τη βοήθειά τους, όπως και όσο μπορεί ό καθένας. Επιπλέον, ή συνείδησή σας σάς πληροφορεί ότι κάνατε αυτό πού έπρεπε. Είναι, όμως, έτσι; Νομίζω πώς όχι. Στην πραγματικότητα, αφήσατε το ποίμνιό σας απροστάτευτο από τούς αρπακτικούς λύκους, πού θέλουν να το κατασπαράξουν. Δεν θα ήταν, λοιπόν, καλύτερα να κάνετε κάποιον συμβιβασμό μέ την Ανωτέρα Εκκλησιαστική Διοίκηση;

»Αφού σκέφτηκα για λίγες στιγμές, τού απάντησα:
»— Αν διέκοπτα την κανονική μου σχέση μέ τον αγιότατο πατριάρχη και την εκκλησιαστική μου αρχή, προσχωρώντας στη σχισματική Ανωτέρα Εκκλησιαστική Διοίκηση, ή έστω αναγνωρίζοντας την μέ κάποιον τρόπο, θα έπαυα να είμαι ορθόδοξος επίσκοπος. Και τότε, επειδή ακριβώς δεν θα ήμουν επίσκοπος, θα εξαπατούσα το ποίμνιο πού μού εμπιστεύτηκε ή θεία πρόνοια. Τώρα, όμως, παραμένοντας μέ τη χάρη τού Θεού μέσα στην αληθινή Εκκλησία, εξακολουθώ να είμαι ορθόδοξος επίσκοπος».

Στις 16 Ιανουαρίου του 1924 ό επίσκοπος Ονούφριος απολύθηκε από τις φυλακές του Χάρκωφ μέ την εντολή να μην απομακρυνθεί από την πόλη. Στο Χάρκωφ ζούσαν τότε εξόριστοι επτά αρχιερείς. Μολονότι ό επίσκοπος Ονούφριος ήταν ό πιο νέος, όλοι οι άλλοι αναγνώριζαν την ανωτερότητα του ως προς τις ικανότητες, το θάρρος και τον ζήλο. Πράγματι, αψηφώντας κάθε κίνδυνο, δεν έπαυε να ιερουργεί σε ιδιωτικούς χώρους, να κηρύσσει σε κάθε ευκαιρία, να στηρίζει τούς χριστιανούς στην πίστη μέ λόγια και γράμματα, να πολεμάει τούς εχθρούς της Εκκλησίας.
Οι καιροί ήταν πολύ δύσκολοι - διωγμοί, σχίσματα, σκάνδαλα. Ή Εκκλησία είχε ανάγκη από οδηγητικές μορφές και φωτεινά παραδείγματα χριστιανικής βιωτής.
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ. ΡΩΣΟΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.