ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΑΝΟΥΒ
Διηγήθηκε ό αββάς Ιωάννης ότι ό αββάς Ανούβ και ό αββάς Ποιμήν και
τα υπόλοιπα αδέλφια του, προερχόμενοι από μία κοιλία και γενόμενοι Μοναχοί στην Σκήτη, όταν ήλθαν οι (βάρβαροι) Μαζικές και την ερήμωσαν για πρώτη φορά, αναχώρησαν από εκεί και ήλθαν σε κάποιο τόπο ονομαζόμενο Τερενούθι, μέχρι να σκεφθούν που πρέπει να μείνουν. Και έμειναν εκεί σε κάποιο παλαιό (ειδωλολατρικό) ναό μερικές ήμερες. Και είπε ό αββάς Ανούβ στον αββά Ποιμένα: «Κάνε αγάπη εσύ και τ' αδέλφια σου, να ασκήσει την ησυχία ό καθένας ξεχωριστά και να μη συναντήσουμε ό ένας τον άλλο αύτη την εβδομάδα».
Και είπε ό αββάς Ποιμήν: «Θα κάνουμε όπως θέλεις». Και
έτσι έκαναν. Σ' εκείνο τον (ειδωλολατρικό) ναό υπήρχε ένα λίθινο
άγαλμα. Και σηκωνόταν το πρωί ό Γέροντας και πετροβολούσε το πρόσωπο του
αγάλματος και το απόγευμα έλεγε σ' αυτό: «συγχώρεσε με». Και συμπλήρωσε
την εβδομάδα κάνοντας έτσι. Το Σάββατο συναντήθηκαν μεταξύ τους και
είπε ό αββάς Ποιμήν στον αββά Ανούβ: «Σε είδα, αββά, αυτή την εβδομάδα
να πετροβολείς το πρόσωπο του αγάλματος και να του ζητείς συγχώρηση
κάνοντας μετάνοια. Πιστός άνθρωπος κάνει τέτοια πράγματα;».
Και
αποκρίθηκε ό Γέροντας: «Και αυτό το πράγμα για σας το έκανα. Καθώς με
είδατε να πετροβολώ το πρόσωπο του αγάλματος, μήπως μίλησε ή
οργίστηκε;». Και είπε ό αββάς Ποιμήν: «Όχι». «Και πάλι όταν του έβαλα
μετάνοια, μήπως ταράχθηκε και είπε "δεν συγχωρώ";». Και είπε ό αββάς
Ποιμήν: «Όχι».
Και είπε ό Γέροντας (Ανούβ): «Κι' εμείς, λοιπόν,
είμαστε επτά αδέλφια. Εάν θέλετε να μείνουμε μαζί, ας γίνουμε όπως αυτό
το άγαλμα, το όποιο εάν το βρίσουνε ή το δοξάσουνε δεν ταράζεται. Εάν
δεν θέλετε να γίνει έτσι, να, τέσσερις πύλες υπάρχουν στο ναό• ό καθένας
ας πορευθεί οπού θέλει». Και έπεσαν κάτω λέγοντας στον αββά Άνούβ:
«Όπως θέλεις, πάτερ, θα κάνουμε και θα ακούμε όσα μας λέγεις».
(Από τη «Φιλοκαλία...» της σειράς Ε.Π.Ε, Αποφθέγματα Γερόντων, τόμ. 1, σελ.143-147. Στο μεταφρασμένο κείμενο έγινε γλωσσική και γραμματική απλοποίηση - βελτίωση).