Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός· Οἱ ἀγῶνες καὶ ἡ ἀποτείχισίς του
1ον Μέρος
Ὅπως εἶναι γνωστό ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὅπως ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα Πατέρες, ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκμεταλλευόμενος τήν παντελῆ ἐξασθένησι τοῦ Βυζαντίου, ἠθέλησε κατά τό λόγιο νά ξυλεύση πρίν ἀκόμη πέση ἡ δρῦς καί νά ὑποτάξη τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία θά τοῦ ἐδίδετο ἐκ τῶν προτέρων ὡς ἀντάλλαγμα, προκειμένου νά βοηθήση, ὅπως ἔλεγε, στρατιωτικά καί οἰκονομικά τήν καταρρέουσα αὐτοκρατορία. Εἶναι γεγονός ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχε κατ’ εὐδοκία Θεοῦ σ’ αὐτήν τήν κρίσιμη γιά τήν Ὀρθοδοξία περίοδο ὁ ἅγ. Μᾶρκος, θά εἶχε ὅλη ἡ Ἀνατολή φραγκέψει καί ἡ ἀληθινή πίστις θά εἶχε ἐξαλειφθῆ ἀπό τή γῆ.
1ον Μέρος
Ὅπως εἶναι γνωστό ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὅπως ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα Πατέρες, ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκμεταλλευόμενος τήν παντελῆ ἐξασθένησι τοῦ Βυζαντίου, ἠθέλησε κατά τό λόγιο νά ξυλεύση πρίν ἀκόμη πέση ἡ δρῦς καί νά ὑποτάξη τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία θά τοῦ ἐδίδετο ἐκ τῶν προτέρων ὡς ἀντάλλαγμα, προκειμένου νά βοηθήση, ὅπως ἔλεγε, στρατιωτικά καί οἰκονομικά τήν καταρρέουσα αὐτοκρατορία. Εἶναι γεγονός ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχε κατ’ εὐδοκία Θεοῦ σ’ αὐτήν τήν κρίσιμη γιά τήν Ὀρθοδοξία περίοδο ὁ ἅγ. Μᾶρκος, θά εἶχε ὅλη ἡ Ἀνατολή φραγκέψει καί ἡ ἀληθινή πίστις θά εἶχε ἐξαλειφθῆ ἀπό τή γῆ.
Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὁ ἅγ. Μᾶρκος δέν ἀγωνίσθηκε μόνο κατά τή Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας-Φερράρας, πρᾶγμα πού εἶναι σέ πολλούς γνωστό, ἀλλά ἀγωνίσθηκε καί μετά τήν ὑπογραφή τῆς συμφωνίας καί τήν ἐπάνοδο στήν Κωνστατινούπολι. Αὐτοί μάλιστα οἱ τελευταῖοι ἀγῶνες του, οἱ ὁποῖοι σέ πολλούς εἶναι ἄγνωστοι, ἔχουν ἴσως μεγαλύτερη σημασία, διότι θά ἠδυνάμεθα νά εἴπωμε ὅτι οἱ κατά τήν Σύνοδο ἀγῶνες του δέν ἐτελεσφόρησαν, ἐφ’ ὅσον ὑπεγράφη τελικῶς ἡ ἕνωσις τῶν «Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ οἱ μετά τήν Σύνοδο εἶχαν πλήρη ἐπιτυχία, ἐπειδή ἔγιναν αἰτία νά ἐπανέλθωμε εἰς τήν Ὀρθοδοξία καί νά καταδικασθῆ συνοδικά ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας καί μαζί ὁ Παπισμός.
Τό πρῶτο καί βασικό τό ὁποῖον ἔκανε ὁ ἅγιος μετά τήν ἐπάνοδον εἰς τήν Κωνστατινούπολι, ἦτο ὅτι διέκοψε τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν τήν ἕνωσι στήν Φλωρεντία καί ὅσους τούς ἀκολουθοῦσαν.
Ἡ ἀποτείχισις αὐτή τοῦ ἁγίου διήρκησε μέχρι τοῦ θανάτου του. Ὁ ἅγιος ἀπεβίωσε τήν 23/6/1444 ἤ κατ’ ἄλλους 1445 (Θ.Η.Ε. τόμ. 8: 761), ἡ δέ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας ἐπερατώθη τό 1439. Τά πέντε λοιπόν αὐτά ἤ ἕξι χρόνια, μετά τήν παπική Σύνοδο, ἦτο ὁ ἅγιος ἀποτειχισμένος ἀπό ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν καί ὅσους τούς ἀκολουθοῦσαν. Ἐπί πλέον δέ ἔγινε, τά τελευταῖα αὐτά χρόνια τῆς ζωῆς του, ὁ ἀρχηγός τῶν ἀνθενωτικῶν μέ τούς ἀγῶνες του καί διέσωσε τήν Ὀρθοδοξία ἀπό τήν λατινική ὑποταγή.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι τήν ἐποχή ἐκείνη τοῦ ἁγίου ἦταν πολύ πιό εὐαίσθητοι στά θέματα τῆς πίστεως ἀπό τούς Ὀρθοδόξους τῆς ἐποχῆς μας. Διά τοῦτο, ὡς ἀπό ἐνστίκτου θά λέγαμε, ἀπετειχίζοντο ἀπό τούς ἑνωτικούς καί λατινόφρονες Ἐπισκόπους καί κληρικούς. Ὁ ἅγ. Μᾶρκος σέ ἐπιστολή του ἀπό τήν Λῆμνο ὅπου ἦτο ἐξόριστος, πρός τόν ἱερομόναχο Θεοφάνη εἰς τόν Εὔριπον περιγράφει αὐτήν τήν ἀποτείχισι: «Διαπεράσας οὖν εἰς τήν Καλλίπολιν καί διερχόμενος διά τῆς Λήμνου ἐκρατήθην ἐνταῦθα καί περιωρίσθην παρά τοῦ βασιλέως. Ἀλλ’ ὁ λόγος τοῦ θεοῦ καί ἡ τῆς ἀληθείας δύναμις οὐ δέδεται, τρέχει δέ μᾶλλον καί εὐοδοῦται · καί οἱ πλείονες τῶν ἀδελφῶν τῇ ἐμῇ ἐξορίᾳ θαρροῦντες βάλλουσι τοῖς ἐλέγχοις τούς ἀλιτηρίους καί παραβάτας τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί ἐλαύνουσι πανταχόθεν αὐτούς ὡς καθάρματα, μήτε συλλειτουργεῖν αὐτοῖς ἀνεχόμενοι, μήτε μνημονεύειν ὅλων αὐτῶν ὡς Χριστιανῶν» (Σπ. Π. Λάμπρου, Παλαιολόγεια καί Πελοποννησιακά, τόμ. Α΄, σελ. 21).
Βλέπομε ἐδῶ ὅτι ἡ ἐξορία τοῦ ἁγίου ἔγινε αἰτία ἐξεγέρσεως καί ἀποτειχίσεως πολλῶν κληρικῶν, ἀπό τούς λατινόφρονες Ἐπισκόπους. Ἡ ἀποτείχισις εἶχε πάντοτε ὡς γνώρισμα τήν διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καί τῆς μνημονεύσεως «μήτε συλλειτουργεῖν αὐτοῖς ἀνεχόμενοι, μήτε μνημονεύειν ὅλων αὐτῶν ὡς Χριστιανῶν».
Ἐν συνεχείᾳ στήν ἴδια ἐπιστολή ὁ ἅγιος
καθοδηγεῖ τόν ἱερομόναχο Θεοφάνη πῶς νά ἀντιμετωπίση τόν
νεοχειροτονηθέντα λατινόφρονα Ἐπίσκοπο Ἀθηνῶν στόν ὁποῖο προφανῶς
ὑπήγετο ὁ Θεοφάνης: «Μανθάνω δέ, ὅτι ἐχειροτονήθη παρά τῶν
λατινοφρόνων μητροπολίτης Ἀθηνῶν κοπελύδριον τι τοῦ Μονεμβασίας, ὅπερ
αὐτόθι διάγον συλλειτουργεῖ τοῖς Λατίνοις ἀδιακρίτως καί χειροτονεῖ
παρανόμως ὅσους ἄν εὕρῃ καί οἵους. Ἀξιῶ οὖν τήν ἁγιωσύνην σου, ἵνα, τόν
ὑπέρ τοῦ θεοῦ ζῆλον ἀναλαβών ὡς ἄνθρωπος τοῦ θεοῦ καί τῆς ἀληθείας φίλος
καί τοῦ ἁγίου Ἰσιδώρου γνήσιος μαθητής, παραινέσῃς τοῖς τοῦ θεοῦ
ἱερεῦσιν ἐκφεύγειν ἅπασι τρόποις τήν κοινωνίαν αὐτοῦ, καί μήτε
συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνηνονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον,
ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι, μήτε λειτουργεῖν ὅλως ἐν ταῖς
λατινικαῖς ἐκκλησίαις, ἵνα μή ἔλθῃ καί ἐφ’ ὑμᾶς ἡ ἐπελθοῦσα ὀργή τοῦ
θεοῦ τῇ Κωνσταντινουπόλει διά τάς ἐκεῖ γινομένας παρανομίας» (ὅπ. ἀν., σελ. 21-22).
Ἡ προτροπή τοῦ ἁγίου εἶναι πλήρης ἀποτείχισις ἀπό τόν λατινόφρονα Ἐπίσκοπο «ἐκφεύγειν ἅπασι τρόποις τήν κοινωνία αὐτοῦ, καί μήτε συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνηνονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον, ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι». Ἡ ἔκφρασις τοῦ ἁγίου ἐν συνεχείᾳ «μήτε λειτουργεῖν ὅλως ἐν ταῖς λατινικαῖς ἐκκλησίαις» ἴσως νά ἐννοῆ νά μή λειτουργοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι στίς ἐκκλησίες τῶν λατινοφρόνων καί ἑνωτικῶν, ἤ σέ αὐτές πού εἶχαν καταλάβει διά τῆς βίας οἱ Λατίνοι.
Στήν ἴδια ἐπίσης ἐπιστολή περιγράφει ὁ ἅγιος πῶς συμπεριφέροντο οἱ μοναχοί στόν λατινόφρονα Ἐπίσκοπο Μονεμβασίας: «Ὁ γοῦν καλόγηρος τοῦ ὑμετέρου μισθωτοῦ καί οὐχί ποιμένος, ὁ ἄνους Μονεμβασίας λαβών παρά τοῦ βασιλέως τό τοῦ Προδρόμου ἡγουμενεῖον, οὔτε μνημονεύεται παρά τῶν καλογήρων αὐτοῦ, οὔτε θυμιᾶται ὅλως ὡς Χριστιανός, ἀλλ’ ἔχουσιν αὐτόν εἰς τά πράγματα μόνον ὥσπερ τινά κούσουλον» (ὅπ. ἀν., σελ. 22). Τόν Λατινόφρονα Ἐπίσκοπο λοιπόν αὐτόν δέν τόν ἀντιμετώπιζον κἄν ὡς χριστιανόν οἱ μοναχοί τῆς περιφερείας του. Ἡ λέξις «καλόγηρος» πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος ἴσως σημαίνει εἰρωνικά τόν γέροντα, τόν καθοδηγητή · καί ἡ λέξις «κούσουλον» εἶναι ἴσως ἰδιωματισμός τῆς ἐποχῆς τοῦ ἁγίου καί ἑρμηνεύεται ἀπό τά συμφραζόμενα ὡς κάτι παραπεταμένο καί ἀπομονωμένο.
Εἰς τό τέλος τῆς ἐπιστολῆς ὁ ἅγιος δίδει πάλι ὁδηγίες σχετικές μέ τήν μνημόνευσι τῶν Λατινοφρόνων: «Φεύγετε οὖν καί ὑμεῖς, ἀδελφοί, τήν πρός τούς ἀκοινωνήτους κοινωνίαν καί τό μνημόσυνον τῶν ἀμνημονεύτων. Ἴδε ἐγώ Μᾶρκος ὁ ἁμαρτωλός λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ μνημονεύων τοῦ πάπα ὡς ὀρθοδόξου ἀρχιερέως ἔνοχός ἐστι πάντα τόν λατινισμόν ἐκπληρῶσαι μέχρι καί αὐτῆς τῆς κουρᾶς τῶν γενείων, καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται» (ὅπ. ἀν., σελ. 22).
Ἡ ἀποτείχισις διά τόν ἅγιο ἦτο ἡ ἀσφαλής ὁδός ἐν καιρῷ αἱρέσεως καί διδάσκει ὅτι αὐτός πού κάνει συγκατάβασιν εἰς τά τῆς πίστεως θά κριθῆ ὅπως ὁ αἱρετικός «καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ: Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός: Οἱ ἀγῶνες καί ἡ ἀποτείχισίς του