Ή γερόντισσα Ναταλία η «διά Χριστόν σαλή»
Η Ναταλία ήταν μια «διά Χριστόν σαλή» πού ζούσε σ” ένα φτωχικό σπιτάκι και έκοιμήθη το 1975 σέ ηλικία 138 ετών!
Μια ήμερα την επισκέφθηκε μια γυναίκα άρρωστη, πού έπασχε
από βαριά πτώση των σπλάγχνων και δεν μπορούσε να σηκώσει ούτε ένα
κανάτι νερό. Είχε ακούσει για τη χάρη της Ναταλίας κι” έφθασε με πολύ
πόθο εκεί για να την βοηθήσει στην υγεία της. Ή Γερόντισσα την
υποδέχθηκε με καλοσύνη και την προσφώνησε με τ” όνομα της, χωρίς να την
έχει ξαναδεί ή να έχει ακούσει κάτι γι” αυτή. Της είπε να πάει να φέρει
δύο κουβάδες γεμάτους νερό! Στους δισταγμούς της για την αδυναμία της,
της επέμενε, και μάλιστα της είπε να τούς γέμιση μέχρις επάνω.
Πήγε, κι άρχισε σιγά-σιγά να τούς γεμίζει. Όταν τούς σήκωσε
για να τούς πάει στο σπίτι, το έκανε με μεγάλη ευκολία και τότε
αισθάνθηκε ότι θεραπεύτηκε. Από τότε έγινε τελείως καλά και δεν είχε
καμιά ενόχληση.
Το θαύμα μαθεύτηκε σ” όλη την περιοχή. Ή μητέρα ενός νέου
ήθελε να πάει με τον γιό της αυτόν να την επισκεφθούν. Ό νέος αρνιόταν
επίμονα. Όμως, μετά από λίγο καιρό άρχισε να θερμαίνεται ή καρδιά του,
αλλά ντρεπόταν να πει στη μητέρα του την αλλαγή της γνώμης του. Μόνο της
είπε, πως θα επισκεφθεί τη Ναταλία μόνος του. Πράγμα το όποιο έκανε. Ή
Ναταλία, από πολύ καιρό, δεν δεχόταν άνδρες στο κελί της, γιατί πολλούς
πειρασμούς είχε πάθει απ” αυτούς, με το να την κυνηγούν για την ενάρετη
ζωή της και να την κτυπούν υπακούοντας στους δαίμονες. Όμως σ” αυτόν τον
νέο έκανε εξαίρεση.
Την βρήκε πλαγιασμένη, πολύ αδύνατη και κουβαριασμένη σέ μια
γωνιά του κακοφωτισμένου δωματίου, πού είχε μια βαριά μυρωδιά. Μέσα της
όμως έκρυβε μια μεγάλη δύναμη. Ό νέος δεν καταλάβαινε καλά τί του έλεγε
ή Ναταλία και χρειαζόταν να του εξηγεί τα λόγια της μια γυναίκα πού την
υπηρετούσε και την φιλοξενούσε στο σπίτι της. Του έδειχνε πώς έχει να
κάνη μακρύ δρόμο και πρέπει να ετοιμασθεί, εννοώντας το Αγιον Ορος, και
ότι θα γίνη μοναχός, πράγμα πού ποτέ δεν είχε σκεφθή.
Διηγούνται πολλά για την μακάρια Ναταλία. Με την προσευχή
της έκανε καλά πολλούς αρρώστους, δίνοντας τους να πιουν αγιασμένο νερό
και να βάλουν απ” αυτό πάνω στον πόνο τους. Τυφλοί και δαιμονισμένοι
έβρισκαν εκεί την ίαση τους. Αλκοολικοί, διαζευγμένοι, απελπισμένοι και
φτωχοί, ανάπαυση και παρηγοριά.
Όταν οι Αρχές του τόπου ανησύχησαν για την κίνηση πού
δημιουργήθηκε γύρω της και θέλησαν να την εξορίσουν, συνέβη το έξης: Ό
υπεύθυνος πού θα πήγαινε να εκτέλεση την απόφαση αυτή, βρήκε ξαφνικά το
παιδί του παράλυτο, από τη μέση και κάτω. Το πήρε αμέσως στην αγκαλιά
του κι έτρεξε στη Ναταλία να προσευχηθεί γι” αυτό. Το παιδί έγινε καλά
και ό πατέρας του δεν μπόρεσε να πραγματοποίηση την απειλή του…
Ή Ναταλία δεν είχε σπίτι δικό της. Φιλοξενούνταν σέ μια
ευσεβή χριστιανή. Όταν επέστρεψε από ένα ταξίδι του ό γιός της γυναίκας
πού φιλοξενούσε τη Ναταλία, είπε στη μητέρα του, με θυμό και αγανάκτηση,
πώς πρέπει να την διώξει από το σπίτι. Ή Ναταλία άκουσε τις φωνές και
κάλεσε τη μητέρα να της πει να την υπομείνουν μέχρι την άλλη ήμερα και
τότε θα φύγει. Ή μητέρα προτιμούσε να τα χαλάσει με το γιό της παρά να
διώξει την άγια αυτή γυναίκα, πού έβλεπε την προσευχή της καθημερινά να
θαυματουργή και τα λόγια της να αναπαύουν τόσες πονεμένες ψυχές. Ή
Ναταλία, με ιλαρότητα και ηρεμία, την ευχαρίστησε θερμά για την
υπομονετική φιλοξενία της και την αγόγγυστη διακονία της και της έδωσε
πολλές εγκάρδιες ευχές. Ή γυναίκα δεν καταλάβαινε κι” επέμενε να της
λέει να μη φύγει. Την ιδία νύχτα ή Ναταλία άνεπαύθη εν Κυρίω…