Ἡ πρόκλησις τῶν νέων
τεχνολογιῶν ἐπικοινωνίας καὶ ἡ στάσις μᾶς ὡς χριστιανῶν*
Εἶναι γεγονὸς ἀδιαμφισβήτητο ὅτι ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς ἀποθέωσης τῆς τεχνολογίας· ἀπὸ τὴν κατάκτηση τοῦ διαστήματος καὶ τὸν «πόλεμο τῶν ἄστρων» ἔχουμε ἤδη περάσει στὴν εὐρεία διάδοση καὶ χρήση τῶν τεχνολογιῶν ἐπικοινωνίας – τηλεόραση, ἴντερνετ, κινητὴ τηλεφωνία κλπ – καὶ στὸν ἐπακόλουθο «πόλεμο τῆς πληροφορίας». Ἄλλοι γοητεύονται ἀπὸ τὶς νέες δυνατότητες, ἄλλοι τὶς βλέπουν μὲ καχυποψία ἢ ἀκόμα ὡς ἀπειλὴ, οἱ πάντες ὅμως, μὲ τὸν ἕνα ἢ μὲ τὸν ἄλλο τρόπο, τὶς χρησιμοποιοῦμε καθημερινά. Τὸ ἐρώτημα τῆς χρήσης τῆς τεχνολογίας ἐν γένει, ἔχει σαφῶς κοινωνιολογικές, ἠθικές, ψυχολογικές, φιλοσοφικὲς καὶ θεολογικὲς διαστάσεις. Στὸν ἴδιο παρονομαστὴ βρίσκονται καὶ οἱ τεχνολογίες τῆς ἐπικοινωνίας· αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο αὐτὲς χαρακτηρίζονται ἤδη ἀπὸ τὸν τίτλο αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως ὡς «πρόκληση», μιᾶς ποὺ καλούμαστε νὰ προσδιορίσουμε τὸ μέτρο τῆς χρήσης αὐτῶν τῶν τεχνολογιῶν καὶ τὸ ὅριο τῆς κατάχρησης.
Ἐνδεικτικὸ τῆς σοβαρότητας τοῦ ζητήματος, ἀλλὰ καὶ τῆς σύγχυσης μὲ τὴν ὁποία συχνὰ τὸ ἀντιμετωπίζουμε, εἶναι σχετικὸ ἐρώτημα ποὺ τέθηκε πρόσφατα ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Ἐφημέριος». Σᾶς μεταφέρω ἕνα ἀπόσπασμα: «Κατὰ πόσο εἶναι ἀπαραίτητη ἡ τεχνολογία στὶς ζωὲς τῶν χριστιανῶν, γιὰ νὰ φέρει πιὸ κοντὰ τὸν ἕνα μὲ τὸν ἄλλο, ὥστε νὰ μάθουν καινούρια πράγματα καὶ νὰ ζήσουν κοινὰ βιώματα(;). Τελικὰ πρέπει νὰ ὑπάρξει πλαίσιο καὶ ὅρια γιὰ τὸ ποὺ σταματοῦν “οἱ μηχανὲς” καὶ ὁ ἄνθρωπος ξαναβρίσκει τὴ συνέχεια τοῦ; Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ συνεχῶν ἀνακατατάξεων, ἡ μετανεωτερικότητα μὲ τὴ μορφὴ τῆς τεχνολογίας ἔχει εἰσβάλλει στὶς ζωὲς μᾶς, στὴν καθημερινότητὰ μᾶς, στὶς δουλειὲς μᾶς, στὸ νοῦ καὶ στὴν ψυχὴ μᾶς. Ἡ τεχνολογία δίχως ὅρια ἴσως συναποτελοῦσε μιᾶς μορφῆς “ἀρμαγεδδώνα” γιὰ τὴν πολιτισμικὴ καὶ πνευματικὴ παράδοση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀνεπίγνωστη κατάχρηση τῆς τεχνολογίας ἴσως σημάνει τὸν μελλοντικὸ ἀφανισμὸ τοῦ…»
Ὅπως διαπιστώνουμε, τὸ ἐρώτημα ποὺ ἐτέθη, ἐνῶ ξεκινᾶ μὲ ἕναν ὀρθὸ προβληματισμὸ γιὰ τὸ μέτρο τῆς χρήσης τῶν τεχνολογιῶν ἐπικοινωνίας, στὴ συνέχεια παρασύρεται σὲ μιὰ μανιχαϊστικὴ θεώρηση τοῦ πράγματος καταλήγοντας σὲ δαιμονοποίηση τῆς τεχνολογίας, ἡ ὁποία φαντάζει ὡς εἰσβολέας, ἀπειλητικὸς γιὰ τὴν διαιώνιση τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ κινεῖται ἐπάνω στὸ λαθεμένο δίπολο «πίστη ἢ ἐπιστήμη;», τὸ ὁποῖο ταλάνισε τὴν ἀνθρώπινη σκέψη ἐπὶ αἰῶνες καὶ ἀσυναίσθητα ὑπαγορεύει ἐρωτήματα παρόμοιου τύπου στοὺς σύγχρονους ἀνθρώπους, τόσο στοὺς ἐντὸς ὅσο καὶ στοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀπάντηση, ὅμως, στὰ ἐρωτήματα ποὺ θέτει ἡ χρήση τῆς τεχνολογίας, δὲν μπορεῖ νὰ κινεῖται στὸ δίπολο ἄσπρο-μαῦρο· ἂν μποῦμε σὲ αὐτὴ τὴ λογική, τότε εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀπορρίψουμε εἴτε τὴν τεχνολογία στὸ σύνολὸ τῆς, ὡς ἔργο τοῦ διαβόλου, εἴτε τὴν πίστη μᾶς, ὡς ἀναχρονιστικὴ καὶ ἐξωπραγματική. Ὑπάρχει ἄραγε κανεὶς ποὺ ἀπορρίπτει τὰ ἐπιτεύγματα τῆς ἀρχιτεκτονικῆς; ἢ ποὺ δὲν βλέπει τηλεόραση; ἢ ποὺ δὲν ἀποδέχεται τὴν ἰατρική; ἢ ποὺ θεωρεῖ τὸν ἠλεκτρισμὸ ὡς ἔργο τοῦ διαβόλου; Ἀπὸ τὰ παραδείγματα αὐτὰ καταλαβαίνουμε πόσο ἐξωπραγματικὸς καὶ μὲ ὀλέθριες συνέπειες εἶναι αὐτὸς ὁ τρόπος σκέψεως. Ὀλέθριος, γιατὶ ὅποιος ἐγκλωβιστεῖ σὲ αὐτόν, καταδικάζει τὸν ἑαυτὸ τοῦ νὰ ζήσει στὴν ἐποχὴ τῶν σπηλαίων· καὶ ἐξωπραγματικός, γιατὶ ἐὰν ἐρευνήσει στὴν ἑλληνικὴ γραμματεία, τὴ φιλοσοφικὴ καὶ τὴ χριστιανική, θὰ διαπιστώσει τὴν παντελὴ ἀπουσία αὐτοῦ τοῦ τρόπου σκέψεως.
Ἡ τεχνολογία, ἑπομένως, δὲν εἶναι κάποιο θηρίο ποὺ ἦρθε ἀπ' ἔξω, ἀλλὰ ἀποτελεῖ
ἐπίτευγμα τῆς ἐπιστήμης, δηλαδὴ τῆς ἀνθρώπινης γνώσης. Ἡ ἐπιστήμη πάλι, κατὰ τὴ
διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς[1] καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας[2], ἀποτελεῖ ἀγαθό,
δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν εἶναι ἀπορριπτέα. Ἐκεῖνο ποὺ ἐλέγχεται, κατὰ
περίπτωση, εἶναι ἡ ὀρθὴ χρήση τῆς τεχνολογίας ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη. Ἔτσι,
ἡ μὲν ὀρθὴ χρήση ἐπαινεῖται, ἡ δὲ ὑπερβολὴ ἀπορρίπτεται. Στὸν κανόνα αὐτὸ ἐντάσσεται
καὶ ἡ σύγχρονη ἠλεκτρονικὴ τεχνολογία· ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμη ἀνθρώπινο ἐργαλεῖο, ὅπως
ὁ τροχός, ὁ ἠλεκτρισμός, τὸ μαχαίρι. Ἡ φύση τῆς τεχνολογίας, ὡς ἐφαρμοσμένη
γνώση, εἶναι καλὴ, ἐνῶ σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο δὲν εἶναι οὔτε ἀγαθοεργὸς οὔτε καταστροφικὴ ἀλλὰ ἀδιάφορη, ὅπως δηλαδὴ καὶ ἡ φύση κάθε ὑλικοῦ πράγματος.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ διαδικτυακὴ ἐπικοινωνία ἐπιτυγχάνεται
μὲ τὴ χρήση τῆς ὕλης, καθότι συνίσταται στὴν ἐγγραφὴ δεδομένων σὲ μαγνητικὰ μέσα
καὶ τὴν διαβίβαση αὐτῶν μέσω τῆς κίνησης φωτονίων μέσα ἀπὸ ὀπτικὲς ἴνες ἢ ἠλεκτρονίων
μέσα ἀπὸ ἀγωγοὺς ἠλεκτρισμοῦ καὶ μέσω τῶν ραδιοκυμάτων. Ἑπομένως, ἡ χρήση τῆς διαδικτυακῆς
ἐπικοινωνίας, ὅπως κάθε ἐργαλείου, δὲν τὴν καθιστὰ καλὴ ἢ κακὴ· ἐκείνη ἡ ὁποία ὑπαγορεύει
τὴν ἀγαθὴ ἢ τὴν πονηρὴ χρήση τοὺς καὶ ὁδηγεῖ σὲ καλὲς ἢ κακὲς πράξεις, μὲ ἀντίστοιχες
συνέπειες, εἶναι ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τὴν χρησιμοποιεῖ. Ὁ χριστιανός, ὡς
ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμω ἀλλ'` οὐχὶ ἐκ τοῦ κόσμου, δὲν ἀντιδιαστέλλεται ἀπὸ τὸν κόσμο
ἀλλὰ ἀπὸ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν προαίρεση ἡ ὁποία κινεῖται ἐνάντια στὴν
ἀγάπη καὶ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ὁ χριστιανὸς δὲν φοβᾶται καὶ δὲν δαιμονοποιεὶ
οὔτε τὴν ὕλη οὔτε τὴν τεχνολογία· χρησιμοποιεῖ τὴν διαδικτυακὴ ἐπικοινωνία στὸ βαθμὸ
ποὺ διευκολύνει τὴν διαπροσωπικὴ ἐπικοινωνία, γνωρίζει τὰ ὅριὰ τῆς καὶ δὲν τὴ μεταχειρίζεται
γιὰ ἀυτοπροβολή, κουτσομπολιό, κατάκριση ἢ ἀκόμα γιὰ ἀνήθικους ἢ ἐγκληματικοὺς
σκοπούς. Ἄρα, αὐτὴ καθαυτὴ ἡ τεχνολογία τῆς ἐπικοινωνίας δὲν ἀπειλεῖ τὸν
ἄνθρωπο, ὅπως δὲν τὸν ἀπειλεῖ ὁ τροχὸς ἢ τὸ μαχαίρι· ὁ τρόπος ποὺ τὴ χρησιμοποιοῦμε
καὶ κυρίως ἡ κατάχρησὴ τῆς, ὅπως ἄλλωστε κάθε ἁμαρτία ὡς προϊὸν τῆς ἀνθρώπινης
προαίρεσης, εἶναι τὸ ζήτημα ποὺ στὴν οὐσία μᾶς ἀπασχολεῖ.
Οἱ τεχνολογίες τῆς ἐπικοινωνίας καὶ οἱ δυνατότητες ποὺ παρέχουν
Ὅταν ἀναφερόμαστε στὶς τεχνολογίες τῆς ἐπικοινωνίας, ἐννοοῦμε τὸ
τηλέφωνο, τὴν τηλεόραση, τὸ ραδιόφωνο, τὸ διαδίκτυο· ὅλα αὐτὰ τὰ μέσα ἐξυπηρετοῦν
τὴν ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων νὰ ἐπικοινωνήσουν ἄμεσα, ὑπερβαίνοντας τὸ ἐμπόδιο τῆς ἀπόστασης
ἢ ἀκόμα τὴν ἀδυναμία τῆς φυσικῆς παρουσίας, πρόσωπο πρὸς πρόσωπο. Εἰδικὰ μὲ τὴν
ἐξάπλωση τοῦ διαδικτύου, τὸ ὁποῖο πλέον μᾶς ἀκολουθεῖ παντοῦ μὲ τὰ νέου τύπου κινητὰ
τηλέφωνα ποὺ εἶναι περισσότερο φορητοὶ ἠλεκτρονικοὶ ὑπολογιστὲς παρὰ τηλεφωνικὲς
συσκευές, ἔχει διευρυνθεῖ ἡ δυνατότητα νὰ ἐπικοινωνοῦμε μὲ πολλοὺς ἀνθρώπους
ταυτόχρονα, ἀνὰ πάσα ὥρα καὶ στιγμή, ἀπὸ ὅπου καὶ ἂν βρισκόμαστε. Οἱ ἱστοσελίδες
καὶ τὰ τὰ blog ἐνημερωτικοῦ ἢ θρησκευτικοῦ ἢ ἱστορικοῦ ἢ προσωπικοῦ ἢ κάθε εἴδους
περιεχομένου, τὸ facebook, τό youtube, τό instagram, τό tweeter, τά online παιχνίδια κλπ, εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ γνωστὲς ἐφαρμογὲς τοῦ διαδικτύου, ἀρκετὲς
ἀπὸ τὶς ὁποῖες οἱ περισσότεροι, καὶ κατὰ κύριο λόγο οἱ νεώτερες γενιές, χρησιμοποιοῦμε
σὲ καθημερινὴ βάση. Τὸ κοινὸ χαρακτηριστικὸ ὅλων εἶναι ἡ ἀμεσότητα καὶ ἡ ταχύτητα
τῆς ἐπικοινωνίας, τῆς ἀλληλεπίδρασης, τῆς ἀνταλλαγῆς πληροφοριῶν, σκέψεων καὶ
ἰδεῶν.
Οἱ ρυθμοὶ μὲ τοὺς ὁποίους ζοῦμε καὶ ἐργαζόμαστε, συχνὰ μᾶς στεροῦν τὸν χρόνο
γιὰ νὰ βρεθοῦμε μὲ γνωστοὺς καὶ νὰ ἐπικοινωνήσουμε μαζὶ τοὺς· οἱ τεχνολογίες τῆς
ἐπικοινωνίας ἀναπληρώνουν αὐτὸ τὸ κενό, ἐξοικονομοῦν χρόνο, διευρύνουν τοὺς ὁρίζοντες
τῆς ἐπικοινωνίας. Ἔτσι, μποροῦμε νὰ συνομιλοῦμε μὲ γνωστὰ καὶ ἀγαπημένα πρόσωπα,
ἀκόμα κι ἂν ἐκεῖνα βρίσκονται πολὺ μακριά. Μᾶς παρέχεται ἐπίσης ἡ δυνατότητα νὰ
παρακολουθήσουμε μιὰ ἐκδήλωση στὴν ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ παρευρεθοῦμε, μιὰ
ὁμιλία, ἀκόμα καὶ μιὰ Ἱερὴ Ἀκολουθία ἢ μιὰ Θεία Λειτουργία, παρόλο ποὺ στὴν τελευταῖα
περίπτωση γινόμαστε θεατὲς ἐξ ἀποστάσεως καὶ ὄχι κοινωνοὶ τῶν τελουμένων. Μποροῦμε
ἀκόμη νὰ μάθουμε πράγματα γιὰ τὴν πίστη μᾶς, νὰ βροῦμε καὶ νὰ μελετήσουμε ὅλη τὴν
Πατερικὴ γραμματεία, κείμενα κατηχήσεως στὴν Ὀρθοδοξία καὶ γενικὰ νὰ οἰκοδομηθοῦμε
ὡς ἄνθρωποι πάνω σὲ ὅλα τὰ πεδία τῆς ἀνθρώπινης γνώσης καὶ ἐπιστήμης.
Προβλήματα καὶ κατάχρηση
Ἡ ἀμεσότητα τῆς ἐπικοινωνίας, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴ χρήση τῶν ἀντίστοιχων
τεχνολογιῶν, ἀποτελεῖ καὶ τὴν ἀχίλλειο πτέρνα τῆς. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ συχνὰ ἀντὶ
νὰ ἀντικαθιστᾶ καταλήγει νὰ ὑποκαθιστᾶ τὴν πρόσωπο πρὸς πρόσωπο ἐπικοινωνία. Ἡ
ἀναπλήρωση, δηλαδή, τῆς ἀνάγκης νὰ βρεθοῦμε μὲ ἄλλους ἀνθρώπους καὶ νὰ ἐπικοινωνήσουμε
μαζὶ τούς, μπορεῖ νὰ δημιουργήσει τὸ αἴσθημα ὅτι δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ βγοῦμε
ἀπὸ τὸ σπίτι· στὸ τέλος, ἂν δὲν προσέξουμε, αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ ἐπικοινωνία τείνει
νὰ μᾶς ἀπομονώσει ἀπὸ φίλους καὶ γνωστούς, ἀφοῦ μᾶς ἀποστερεῖ τὸν χρόνο γιὰ νὰ βρεθοῦμε
στὸν ἴδιο χῶρο, ἀπομειώνοντας ἀκόμα περισσότερο τὴν φυσικὴ παρουσία καὶ
ἐπικοινωνία. Δὲν εἶναι σπάνιο ἐξάλλου τὸ φαινόμενο, σὲ μιὰ παρέα ποὺ ἔχει συναντηθεῖ
σὲ ἕνα σπίτι ἢ σὲ ἕνα δημόσιο χῶρο, οἱ περισσότεροι νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸ κινητὸ
τοὺς τηλέφωνο, συνομιλώντας π.χ. στό facebook, ἀντί νὰ συναναστρέφονται μὲ τοὺς
φίλους τοὺς ποὺ βρίσκονται στὸν ἴδιο χῶρο.
Ἕνα ἄλλο πρόβλημα τῆς ἠλεκτρονικῆς ἐπικοινωνίας εἶναι συχνὰ ἡ ἀδυναμία ταυτοποίησης
τοῦ συνομιλητὴ μᾶς. Πολλοὶ χρησιμοποιοῦν ψευδώνυμο ἢ ἐπικοινωνοῦν ἀνώνυμα· αὐτὸ
δὲν εἶναι ἐκ προοιμίου κακό, ὡστόσο ἄλλο πράγμα εἶναι νὰ συνομιλεῖ κανεὶς μὲ ἀνθρώπους
ποὺ γνωρίζει καὶ ἄλλο μὲ ἀγνώστους, πολλὼ δὲ μᾶλλον ὅταν πρόκειται ἡ ὁποιαδήποτε
συνομιλία νὰ προσλάβει προσωπικὸ χαρακτήρα. Γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό, ὅπως καὶ γιὰ πολλοὺς
ἄλλους κινδύνους τοῦ διαδικτύου, ἡ Ἀρχὴ Δίωξης ἠλεκτρονικοῦ Ἐγκλήματος κάνει ἐπανειλημμένες
ὑπενθυμίσεις, ἐφιστώντας τὴν προσοχὴ ὅλων, καὶ ἐιδικότερα τῶν ἀνήλικων χρηστῶν.
Σὲ κάθε περίπτωση, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ζοῦμε σὲ μιὰ κοινωνία στὴν ὁποία ἡ ἐλεύθερη
ἔκφραση θεωρεῖται ὡς κεκτημένο ἀγαθὸ καὶ δὲν διώκεται, εἶναι ἐρευνητέα τὰ αἴτια
ποὺ ἐπιτάσσουν τὴν ἀνωνυμία, εἴτε τὴ δικὴ μᾶς εἴτε τῶν συνομιλητῶν μᾶς.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς μορφῆς ἐπικοινωνίας εἶναι ὅτι δίνει στὸν
χρήστη τὴν ψευδαίσθηση ὅτι βρίσκεται στὸ ἐπίκεντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ κόσμου.
Ἡ ἀποδοχὴ ἐκ μέρους τῶν ἄλλων, εἶναι μιὰ φυσικὴ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου, ὁ τρόπος ὅμως
μὲ τὸν ὁποῖο δικτυώνεται, δηλαδὴ συνδέεται, ὁ καθένας μὲ τοὺς ἄλλους, εἶναι διαφορετικὸς
ἀπὸ ὅτι στὴν πραγματικὴ ἐπικοινωνία. Ἡ διαφορὰ ἔγκειται, πρώτον, στὸν ἀριθμὸ· μὲ
τὸ διαδίκτυο εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ ἀποκτήσει κανεὶς πολλὲς χιλιάδες «φίλων» καὶ νὰ
συνδεθεῖ εἰκονικὰ μὲ αὐτούς, ἐνῶ στὴν πραγματικὴ ζωὴ ὁ ἀριθμὸς τῶν φίλων, τῶν συγγενῶν
καὶ τῶν γνωστῶν μᾶς ἀνέρχεται σὲ μερικὲς δεκάδες. Καὶ δεύτερον, λόγω ἀκριβῶς τῆς
εὐκολίας ποὺ παρέχει ὁ μεγάλος ἀριθμὸς διασυνδέσεων, εἶναι ἐυκολότερο νὰ ἀποφύγει
κανεὶς κάθε ἀρνητικὴ κριτικὴ ἢ δυσάρεστη «συνάντηση», νὰ ἀπορρίψει ἢ νὰ ἀγνοήσει
συνομιλητὲς καὶ νὰ κατασκευάσει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἕνα εἰκονικὸ σύμπαν κομμένο καὶ ραμμένο στὰ μέτρα τοῦ, στὸ ὁποῖο οὐσιαστικὰ καταπνίγεται κάθε
διαφορετικὴ φωνὴ καὶ κάθε ἀντίλογος, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προσφέρουν εὐκαιρίες γιὰ
ὑγιὴ καὶ οὐσιαστικὸ διάλογο. Μιὰ τέτοιου εἴδους «ἀποδοχὴ» ὄχι μόνο δὲν ἔχει σχέση
μὲ τὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ καθιστὰ τὸν ἄνθρωπο στάσιμο, ἀφοῦ τὸν ἀποκόπτει ἀπὸ
κάθε εὐκαιρία ἐμπλουτισμοῦ τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο σκέφτεται καὶ κινεῖται.
Ἀποτελέσματα τῶν παραπάνω ἀποτελοῦν, σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις, ἡ ἀδυναμία πραγματικῆς
ἐπικοινωνίας καὶ κοινωνικοποίησης, μέσω ἑνὸς ἐντεινόμενου κοινωνικοῦ ἀπομονωτισμοῦ
καὶ μονισμοῦ, ἡ ἐλλιπὴς ἐνημέρωση, ἡ φτωχότερη γλώσσα, τὸ κλείσιμο στὸ ἐγώ, ὁ
ἐθισμός, ἡ κατάχρηση. Ἀκόμη, ἡ χρήση τῶν ἠλεκτρονικῶν μέσων ἐπικοινωνίας δίνει σὲ
πολλοὺς τὴν ἐντύπωση ὅτι ἔκαναν τὸ χρέος τοὺς ἀπέναντι σὲ ὁποιαδήποτε πρόκληση ἢ
πρόβλημα· «κάνουμε Like» στὴ φωτογραφία μὲ τὸ βρέφος ποὺ πνίγηκε στὸ Αἰγαῖο καὶ νομίζουμε ὅτι μὲ
τὸν τρόπο αὐτὸ ἐκφράζουμε συμπόνοια καὶ ἀλληλεγγύη· Ἀλληλεγγύη ὅμως σημαίνει νὰ
βαστάζω τὸ βάρος τῶν ἄλλων, νὰ καταβάλλω προσπάθειες, νὰ τρέχω, νὰ συνδράμω.
Καὶ ὅλα αὐτά, χωρὶς νὰ ἀγγίξουμε κἂν τὸ μεγάλο κεφάλαιο ποὺ ὀνομάζεται ἠλεκτρονικὸ
ἔγκλημα ἢ ἀκόμη τὰ ἐγκλήματα ποὺ χαλκεύονται μέσω τοῦ διαδικτύου.
Τὸ διαδίκτυο μᾶς προσφέρει τὴ δυνατότητα νὰ φέρουμε στὸ σπίτι μᾶς ό,τί κι
ἂν ἐπιθυμήσουμε· μοιάζει μὲ μιὰ πολυσύχναστη πλατεία, στὴν ὁποία ὑπάρχουν
ἐκκλησιές, θέατρα, βιβλιοπωλεῖα, μουσεῖα καὶ κάθε εἴδους καταστήματα καὶ κυκλοφοροῦν
κάθε εἴδους ἄνθρωποι. Στὴ δικὴ μᾶς ἐπιλογὴ ἔγκειται τὸ ποὺ θὰ μποῦμε καὶ τὶ θὰ πάρουμε
καὶ μὲ ποιοὺς θὰ συναναστραφοῦμε. Ὅπως ἡ πλατεία ἢ ἡ ἀγορὰ δὲν εὐθύνονται γιὰ τοὺς
ἀνθρώπους ποὺ τὶς περιδιαβαίνουν, ὁμοίως καὶ ἡ τεχνολογία τῆς ἐπικοινωνίας δὲν εὐθύνεται
γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τὴν χρησιμοποιοῦμε. Ἔχει τὴ δύναμη νὰ προάγει τὴν
ἐπικοινωνία, νὰ ἐνημερώνει τὸν ἄνθρωπο γύρω ἀπὸ ό,τί τὸν ἐνδιφέρει καὶ τὸν
ἀπασχολεῖ, νὰ τὸν καλλιεργεῖ. Καὶ ὅπως κάθε ἀνθρώπινο μέσο, ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ
μεταφέρει καὶ τὶς ἐγγενεῖς παθολογίες τοῦ ψυχισμοῦ ἑνὸς ἑκάστου, νὰ τὶς
διευρύνει, καὶ νὰ τὶς καθιστὰ δημόσιες.
Τὸ «ἐκκλησιαστικὸ»
διαδίκτυο
Ἐξειδικεύοντας στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τὰ ὅσα εἴπαμε γενικὰ γιὰ τὸ διαδίκτυο
καὶ τὶς σύγχρονες μεθόδους ἐπικοινωνίας, εὔκολα διαπιστώνουμε ὅτι δὲν διαφέρει καὶ
πολὺ ἀπὸ τὴν εἰκόνα ποὺ ἤδη περιγράψαμε. Ἂν καὶ μὲ κάποια καθυστέρηση, ὁ χῶρος τοῦ
διαδικτύου κατακλύζεται πλέον ἀπὸ ἄπειρες σελίδες θρησκευτικοῦ -ἐκκλησιαστικοῦ
ἐνδιαφέροντος, ὅπου ὁ καθένας μπορεῖ νὰ βρεῖ πολύτιμους θησαυρούς, ὅπως κείμενα
Ὀρθοδόξου θεολογίας, ἀπαντήσεις σὲ διάφορα ἐρωτήματα, βίους Ἁγίων, κείμενα τῶν Πατέρων
τῆς Ἐκκλησίας (πολλὰ μάλιστα σὲ καλὲς νεοελληνικὲς μεταφράσεις), προβληματισμοὺς
πάνω σὲ σύγχρονες καταστάσεις καὶ προβλήματα, ὁμιλίες, ἐκπομπές, βιβλία, κηρύγματα
κλπ. Φαντάζομαι πὼς δὲν ἀμφιβάλλει κανεὶς ὅτι ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν εὐλογία γιὰ τὸν
καθένα ποὺ ἀναζητεῖ νὰ οἰκοδομηθεῖ πνευματικά, νὰ λάβει στήριγμα στὴν πνευματικὴ
τοῦ πορεία καὶ νὰ λάβει ἔγκυρες καὶ ἐμπεριστατωμένες ἀπαντήσεις. Ὅλες σχεδὸν οἱ
Μητροπόλεις διατηροῦν ἱστοσελίδα, πολλὲς ἐνορίες ἐπίσης καὶ πολλοὶ κληρικοὶ καὶ
θεολόγοι, καθιστώντας τρόπον τινὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ πιὸ προσιτὸ καὶ πιὸ εὔκολο στὸ
νὰ διαδοθεῖ.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, παρουσιάζονται οἱ ἴδιοι κίνδυνοι· πολλοὶ κρύβουν τὴν
ταυτότητὰ τοὺς πίσω ἀπὸ βαρύγδουπους τίτλους, προσφέροντας σὲ πολλὲς περιπτώσεις
ἀμφιβόλου ποιότητος ὑλικό, τὸ ὁποῖο ἀπευθύνεται κυρίως στὸ συναίσθημα τῶν
πιστῶν, χωρὶς οὐσιαστικὰ νὰ καλλιεργεῖται ἡ κατὰ Θεὸν προκοπή, ἡ ὁποία συνίσταται
στὴν μετάνοια, στὴν ἐξομολόγηση, στὴ Θεία Εὐχαριστία. «Θεολόγος δὲ πᾶς͵ καὶ ὁ μυρίαις
κηλῖσι τὴν ψυχὴν στιγματίας», ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος[3], μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴ
δύναται ὁ ἁπλὸς πιστὸς νὰ διακρίνει ἐὰν ὅσα διαβάζει ἢ ἀκούει εἶναι ἀληθινὰ ἢ
ὄχι.
Ἐπιπλέον, ἔχει γεμίσει τὸ διαδίκτυο μὲ «προφητεῖες» κεκοιμημένων καὶ ἐν
ζωὴ «ἁγίων», ἐνσπείροντας φόβους ἢ καλλιεργώντας ἕωλες προσδοκίες, λὲς καὶ οἱ Ἅγιοι
ἢ ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρονται ὄχι γιὰ τὴ σωτηρία μᾶς ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς ποῦν τὶ θὰ γίνει στὸ
πολιτικὸ καὶ στὸ ἐθνικιστικὸ ἐπίπεδο ἢ ἂν θὰ ἐυημερήσουμε ὑλικὰ στὴν παροῦσα
ζωή. Πολλοί, ἐπώνυμα ἢ ἀνώνυμα, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἐπιδίδονται στὴν ἀδιάκοπη ἀντιγραφὴ
κειμένων, τὰ ὁποία ἁλιεύουν στὸ διαδίκτυο, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ τὴν αὔξηση τῆς ἐπισκεψιμότητας
τῶν σελίδων τοὺς ἢ τὴν προσωπικὴ τοὺς προβολή.
Ἀντὶ νὰ κοιτάζουμε νὰ οἰκοδομήσουμε τὸν ἔσω ἄνθρωπο, κατὰ κύριο λόγο ἐπιδιώκουμε
τὴν ἀναγνώριση τῶν ἄλλων, λιβανίζοντες ἑαυτοὺς ἢ συλλέγοντες αὐτάρεσκα ἐπαίνους
ἢ συστρατευόμενοι σὲ «ὁμάδες» ποὺ καλλιεργοῦν τὶς ἤδη ἐγγενεῖς παθογένειὲς μᾶς.
Ἔτσι, δὲν λείπουν οἱ σελίδες ποὺ μοναδικὸ ἔργο τοὺς ἔχουν τὴν κατάκριση ή, ἐπί τὸ
ἐπιεικέστερο, τὴν καταλαλιὰ εἰς βάρος τῶν ἁμαρτωλῶν, τῶν αἱρετικῶν, ἀκόμα καὶ τῆς
Ἐκκλησίας τῆς ὁποίας εἶναι μέλη οἱ συντάκτες, οἱ ἀναγνῶστες καὶ οἱ σχολιαστὲς
τούς. Ἢ οἱ σελίδες ποὺ προβάλλουν ὑπέρμετρα ἐπισκόπους, κληρικούς, λαϊκοὺς
θεολόγους, καὶ μάλιστα μὲ ἀνούσιες ἀφορμές, ὅπως ἡ τέλεση μιᾶς Θείας Λειτουργίας
ἢ μιὰ κοσμικὴ ἐκδήλωση. Ἀσχολούμαστε μὲ τὸ τὶ εἶπε ὁ ἕνας καὶ τὶ εἶπε ὁ ἄλλος, κρίνουμε
τὰ λεγόμενὰ τοὺς μὲ τὸ ἂν εἶναι «γνωστὴ φίρμα» τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ρεπορτὰζ καὶ ὄχι
μὲ γνώμονα τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς, τρέχουμε νὰ φωτογραφηθοῦμε δίπλα
σὲ «ἐπιφανεῖς», γιὰ νὰ ‘χοῦν νὰ λένε γιὰ μᾶς γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι. Λὲς καὶ ἐπίκεντρο
τῆς ζωῆς τῶν χριστιανῶν δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς ἀλλὰ ἡ ἑκάστοτε προβαλλόμενη
προσωπικότητα.
Καὶ μαζὶ μὲ αὐτό, καλλιεργεῖται ἕνα ἄνευ προηγουμένου κουτσομπολιό, ὅπου
τὸ ἐνδιαφέρον ἐπικεντρώνεται στὰ ἄμφια τῶν λειτουργῶν ἢ στὰ δῶρα ποὺ ἀντηλλάγησαν
ἢ στὰ δεῖπνα ποὺ παρετέθησαν, ἢ στὸν ἀριθμὸ τῶν συμμετασχόντων κλπ. Καὶ λέω ἄνευ
προηγουμένου, γιατὶ ἀπὸ ὅσο μπορῶ νὰ θυμηθῶ, παρὰ τὸ σχετικὰ νεαρὸ τῆς ἡλικίας
μοῦ, πρὶν τὴν ἐμφάνιση αὐτῶν τῶν μέσων δὲν ἀσχολούμασταν οἱ χριστιανοὶ μὲ τέτοια
θέματα· γιαυτὸ καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ μᾶς ζωὴ ἐπικρατοῦσε περισσὴ ἁπλότητα καὶ συνάμα
περισσὴ ἀνθρωπιά.
Τὸ διαδίκτυο στὴν οὐσία ἀποκάλυψε ὅτι ἐμεῖς ποὺ θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μᾶς παιδὶ
τῆς Ἐκκλησίας, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, εἴμαστε σὲ μεγάλο βαθμὸ ἐξίσου ρηχοὶ μὲ τὸν
ὑπόλοιπο κόσμο, τὸν ὁποῖο ἀσυστόλως κατακρίνουμε· κατέστησε δημόσια τὰ λάθη μᾶς,
τὶς παραλείψεις μᾶς, τὶς ἀτέλειὲς μᾶς καὶ κυρίως τὴν προσπάθειὰ μᾶς νὰ δικαιολογήσουμε
τὰ ἀδικαιολόγητα εἴτε στὸ ὄνομα τοῦ μιμητισμοῦ, ἀφοῦ «ἔτσι κάνουν ὅλοι», εἴτε προσπαθώντας
νὰ ἐφεύρουμε χωλαίνουσες«θεολογικὲς» δικαιολογίες.
Ἐκκλησιολογική θεώρηση
Ὅλα τὰ προηγούμενα ἀποτελοῦν ἐκφράσεις τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος· ἐὰν ὁ κόσμος
ἐπιζητεῖ τὴν ἀνθρώπινη δόξα, τὴ λάμψη, τὸν πλοῦτο, τὴ διαφήμιση, καλῶς κάνει καὶ
δὲν εἶναι δουλειὰ μᾶς νὰ τὸν κρίνουμε. Ἐν πάση περιπτώσει, τὰ κριτήρια τὰ δικὰ μᾶς
διαφέρουν ἀπὸ τὰ κριτήρια τοῦ κόσμου τούτου, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς μᾶς κάλεσε νὰ σκεφτόμαστε
καὶ νὰ ζοῦμε κατὰ Θεόν, νὰ εἴμαστε τὸ φῶς καὶ τὸ ἁλάτι τοῦ κόσμου. Κριτήριο καὶ
ἄξονας τῶν πάντων εἶναι ὁ Χριστός, σὲ αὐτὸν προσβλέπουμε, αὐτὸν ὀφείλουμε νὰ
δείχνουμε, αὐτὸν νὰ κηρύττουμε, μὲ γνώμονα τὸν Χριστὸ νὰ μετρᾶμε τὰ πάντα.
Σὲ ό,τί ἀφορᾶ στὴν τεχνολογία γενικὰ καὶ ἐιδικότερα στὴν τεχνολογία τῆς
ἐπικοινωνίας, ἀπὸ ὅσα ἤδη ἔχουν ἀναφερθεῖ εἶναι φανερὸ ὅτι ἀποτελεῖ ἕνα ἀγαθό, ἕνα
ἐπίτευγμα τοῦ ἀνθρώπου, ἕνα ἐργαλεῖο, ὅπως ὁ τροχός, τὸ μαχαίρι καὶ οἱ κάθε λογῆς
μηχανές. Ἡ φύση τῆς τεχνολογίας δὲν εἶναι κακή, ἡ χρήση τῆς μπορεῖ νὰ γίνει μὲ καλὸ
ἢ μὲ κακὸ τρόπο· καὶ καλὴ χρήση κάθε τεχνολογίας ποὺ προωθεῖ τὴν ἐπικοινωνία, γίνεται
ὅταν ἔχουμε ὡς γνώμονὰ μᾶς τὴν κατὰ Θεὸν προκοπή, τὴ δικὴ μᾶς καὶ τῶν ἀδελφῶν
μᾶς. Ἐὰν ἡ ἐπικοινωνία συνίσταται στὸ λόγο, πὼς πρέπει νὰ ὁμιλοῦμε; μᾶς τὸ λέει
ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἐν σοφία περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω, τὸν καιρὸν
ἐξαγοραζόμενοι. ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, ἐἰδέναι πῶς δεῖ
ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι»[4]. Ἑπομένως, ἐφόσον δὲν συνάδουν μὲ τὴν ἰδιότητα
τοῦ χριστιανοῦ ἡ καταλαλιά, ἡ κατάκριση, τὸ κουτσομπολιό, ἡ φιλαυτία καὶ ἡ ἀυτοπροβολή,
δὲν εἶναι δυνατὸν αὐτὰ νὰ χαρακτηρίζουν τὰ λόγια καὶ τὴν κάθε εἴδους ἐπικοινωνία
ποὺ ἔχουμε, δημόσια ἢ ἰδιωτική, εἴτε σὲ σύναξη εἴτε μὲ τὴ χρήση τῶν νέων
τεχνολογιῶν. Ἂν τὴ ζωὴ μᾶς διέπει τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν γίνεται νὰ μᾶς ἐνδιαφέρει
ἡ κολακεία τῶν ἄλλων, τῶν ἐγγὺς ἢ τῶν μακράν.
Ὡς χριστιανοὶ ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε διάκριση, μέτρο, σύνεση· ἄλλο πράγμα εἶναι
ἡ πληροφόρηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἄλλο ἡ διαφήμιση, ἄλλο ὁ πορισμός. Πληροφόρηση
εἶναι ἕνα σημαντικὸ γεγονός, ἕνα κάλεσμα σὲ προσευχὴ ἢ σὲ φιλανθρωπία· ἄλλως, δὲν
διαφέρουμε «τῶν γραμματέων τῶν θελόντων περιπατεῖν ἐν στολαῖς καὶ φιλούντων ἀσπασμοὺς
ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις»[5].
Ἂν μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, τότε ὡς χριστιανοὶ ὀφείλουμε
νὰ καταγγέλλουμε τὴν ἀλήθειαν[6], ὄχι τὸν πλησίον ἢ τὸν ἀδελφὸ μᾶς, πολλὼ δὲ μᾶλλον
δημόσια καὶ κατὰ κύριο λόγο ἀνώνυμα. Ὅποιος ὁμιλεῖ τὴν γλώσσα τῆς ἀληθείας, ὅποιος
ὀμολογεῖ Χριστόν, δὲν ἔχει λόγο νὰ κρύβεται στὴν ἀνωνυμία· στὸ θέμα αὐτό, κάθε δικαιολογία
καὶ ἐπιφύλαξη εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ.
Ἀντιθέτως, ἡ πρωτοβουλία πολλῶν κληρικῶν ποὺ διατηροῦν προσωπικὲς
ἱστοσελίδες, οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς ἔργο τὴν διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελίου, δὲν εἶναι
κατακριτέα· ὑπὸ τὸν ὅρο, βέβαια, νὰ μὴν ἀποσκοποῦν στὴν προσωπικὴ προβολή. Τὰ
ὅρια, ἐλπίζω, ἔχουν γίνει κατανοητὰ ἀπὸ τὰ προαναφερθέντα. Σὲ κάθε περίπτωση, κληρικοὶ
καὶ λαϊκοί, προτοῦ ἀνοίξουμε τὸ στόμα μᾶς ἃς ἔχουμε κατὰ νοῦ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι· σοφισθῆναι, καὶ οὕτω
σοφίσαι· γενέσθαι φῶς, καὶ φωτίσαι· ἐγγίσαι Θεῷ, καὶ προσαγαγεῖν ἄλλους· ἁγιασθῆναι,
καὶ ἁγιάσαι· χειραγωγῆσαι μετὰ χειρῶν, συμβουλεῦσαι μετὰ συνέσεως»[7].
Ἀντιμετώπιση τῶν
προβλημάτων
Πῶς μποροῦμε, λοιπόν, νὰ θεραπεύσουμε τὰ προβλήματα ποὺ προκύπτουν ἀπὸ τὴν
κακὴ χρήση ἢ ἀπὸ τὴν κατάχρηση τῶν τεχνολογιῶν τῆς ἐπικοινωνίας; καί, κυρίως, πῶς
θὰ προστατέψουμε τὰ παιδιὰ μᾶς;
Τὰ προβλήματα ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω, τόσο σὲ γενικὸ ἐπίπεδο ὅσο καὶ στὸ
πνευματικό, ὀφείλονται κατὰ κύριο λόγο στὴν ἔλλειψη παιδείας καὶ πνευματικῆς
καλλιέργειας· διακρίνονται δὲ σὲ κοινωνικά, ψυχολογικὰ καὶ πνευματικά. Ἀνάλογα μὲ
τὴν περίπτωση, ἄλλα ἀπὸ αὐτὰ μποροῦν νὰ τὰ ἀντιμετωπίσουν οἱ γονεῖς, ἄλλα οἱ Πνευματικοὶ
καὶ ἄλλα οἱ εἰδικοί, Ψυχολόγοι καὶ Κοινωνικοὶ Λειτουργοί. Ἡ συνδρομὴ τοὺς εἶναι
πολύτιμη, εἰδικὰ ὅταν ὁ καθένας ἀναγνωρίσει στὸν ἑαυτὸ τοῦ τὸ πρόβλημα καὶ θελήσει
νὰ ἀπεμπλακεῖ ἀπὸ αὐτό. Οἱ κάθε εἴδους ἀπαγορεύσεις δὲν λύνουν τὸ πρόβλημα, ἁπλὰ
τὸ ἀναστέλλουν πρόσκαιρα. Ἐκεῖ ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε πολὺ περισσότερα, εἶναι στὸν
τομέα τῆς πρόληψης, ἡ ὁποία ἔχει δύο στάδια. Τὸ πρῶτο, εἶναι νὰ κατανοήσουμε τὶς
ἀρχὲς ποὺ διέπουν τὴ ζωὴ μᾶς, καὶ ἐιδικότερα τὸν τρόπο τῆς ἐπικοινωνίας μᾶς σὲ πρῶτο
πρόσωπο καὶ μέσω τῶν τεχνολογιῶν. Καὶ τὸ δεύτερο, νὰ ἐφαρμόσουμε αὐτὲς τὶς ἀρχὲς
στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐπικοινωνοῦμε μὲ τὰ παιδιὰ μᾶς καὶ στὸν τρόπο ποὺ χρησιμοποιοῦμε
αὐτὲς τὶς τεχνολογίες, καὶ ἔτσι νὰ διαπαιδαγωγήσουμε πρῶτα ἐμᾶς κι ἔπειτα τὰ παιδιὰ
μᾶς.
Ποιὲς εἶναι αὐτὲς οἱ ἀρχές; Πρώτη, ἡ διάκριση ἀνάμεσα στὸ εἰκονικὸ καὶ στὸ
πραγματικό. Ἄλλο τὸ διαδίκτυο, ἄλλο ἡ ἴδια ἡ ζωὴ· ἀλίμονο ἂν ἡ ζωὴ μᾶς περιορίζεται
σὲ τέσσερις τοίχους, σὲ μία ὀθόνη, σὲ ἕνα ἀκουστικό. Γιατὶ τότε χάνουμε τὴν ἐπαφὴ
μὲ τὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἄμεσου περιβάλλοντὸς μᾶς.
Δεύτερη, ἡ σπουδαιότητα τῆς φυσικῆς προσωπικῆς ἐπαφῆς καὶ ἐπικοινωνίας. Ἡ συνομιλία
ἐξ ἀποστάσεως, ἀκόμα καὶ μὲ γνωστὰ μᾶς πρόσωπα, δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴν ἐκ
τοῦ σύνεγγυς, ὅπου ἀκόμα καὶ οἱ κινήσεις τοῦ σώματος, τὰ βλέμματα, τὰ
μειδιάματα, μεταφέρουν ποικίλα μηνύματα ἀλληλεπιδρώντας καταλυτικὰ στὸν ψυχισμὸ
μᾶς. Τρίτη ἀρχή, τὸ μέτρο τῆς χρήσης τῶν τεχνολογιῶν ἐπικοινωνίας, τὸ ὁποῖο συνίσταται
στὴν ἀναπλήρωση τῆς φυσικῆς συνάντησης, ὅταν αὐτὴ δὲν εἶναι ἐφικτή, δίχως νὰ μᾶς
ἀποσπᾶ ἀπὸ τὴ φυσιολογικὴ ροὴ τῆς ζωῆς μᾶς καὶ τῶν δραστηριοτήτων ποὺ τὴν
χαρακτηρίζουν. Τέταρτη, ἡ κατανόηση ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τῶν ἄλλων, καὶ δὴ ἡ
εἰκονική, καὶ ἄλλο ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία συμβαδίζει μὲ τὴν ταπείνωση, τὴ συγχωρητικότητα,
τὴν προσφορά, τὸν ἀγώνα, τὴ θυσία γιὰ τὸν πλησίον. Πέμπτη, τὸ μέτρο γενικὰ στὴ ζωὴ
μᾶς, στὶς σκέψεις μᾶς, στὶς ἐπιθυμίες μᾶς, στὴν ἐν γένει συμπεριφορὰ μᾶς. «Πάντα
μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐ πάντα συμφέρει. Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι
ὑπὸ τινὸς»[8]· ἐκεῖνος ποὺ ἄγεται καὶ φέρεται ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ, δὲν θὰ ἀντισταθεῖ
σὲ ό,τιδήποτε τοῦ προσφερθεῖ, εὔκολα καὶ δίχως κόστος, μέσω τοῦ διαδικτύου.
Καὶ τέλος, ὡς χριστιανοί, νὰ μὴ λησμονοῦμε ὅτι δίχως Χριστὸ δὲν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος
καὶ ο,τιδήποτε ἄλλο πέρα ἀπὸ τὸ Χριστό, ὁποιαδήποτε κοσμικὴ ἐπιδίωξη ἢ ἀπόλαυση,
δόξα, λάμψη, πλούτη, ἡδονές, ἀποτελοῦν σκύβαλα καὶ ξυλοκέρατα.
π. Χερουβείμ Βελέτζας
—————
* Ομιλία ποὺ ἐκφωνήθηκε στὴν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στὸ πλαίσιο τοῦ Σεμιναρίου Ὀρθοδόξου Κατηχήσεως, τὴν 31-1-2016.
—————
* Ομιλία ποὺ ἐκφωνήθηκε στὴν Πανελλήνια Ἕνωση Γονέων, στὸ πλαίσιο τοῦ Σεμιναρίου Ὀρθοδόξου Κατηχήσεως, τὴν 31-1-2016.
[1] «Καὶ ἐκάλεσεν Μωυσῆς Βεσελεηλ καὶ Ελιαβ καὶ πάντας τοὺς ἔχοντας τὴν
σοφίαν, ᾧ ἔδωκεν ὁ θεὸς ἐπιστήμην ἐν τῇ καρδίᾳ, καὶ πάντας τοὺς ἑκουσίως
βουλομένους προσπορεύεσθαι πρὸς τὰ ἔργα ὥστε συντελεῖν αὐτά». Έξ. 36.2· «οὗτος
ὁ θεὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν. ἐξεῦρεν πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης καὶ
ἔδωκεν αὐτὴν Ιακωβ τῷ παιδὶ αὐτοῦ καὶ Ισραηλ τῷ ἠγαπημένῳ ὑπ’ αὐτοῦ· μετὰ τοῦτο
ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Βαρούχ 3.37.
[2] «Ὥσπερ ἑκάστη τῶν τεχνῶν βοήθεια ἡμῖν πρὸς τὸ τῆς φύσεως ἀσθενὲς ὑπὸ
τοῦ Θεοῦ κεχάρισται͵ οἷον γεωργία μὲν͵ ἐπειδὴ οὐκ ἐξαρκεῖ τὰ αὐτομάτως ἐκ τῆς
γῆς φυόμενα πρὸς τὴν τῶν χρειῶν παραμυθίαν· ὑφαντικὴ δὲ͵ ἐπειδὴ ἀναγκαία ἡ τῶν
σκεπασμάτων χρεία πρός τε τὸ εὔσχημον καὶ τὰς ἀπὸ τοῦ ἀέρος βλάβας͵ καὶ
οἰκοδομικὴ ὁμοίως· οὕτω καὶ ἰατρική. Ἐπειδὴ τὸ ἐμπαθὲς ἡμῶν σῶμα ποικίλαις
βλάβαις͵ ταῖς τε ἔξωθεν προσπιπτούσαις καὶ ταῖς ἔνδοθεν ἀπὸ τροφῶν
συνισταμέναις͵ ὑπόκειται͵ καὶ πλεονασμοῖς καὶ ἐλλείψεσι καταπονεῖται͵ ἡ ἰατρικὴ
τέχνη εἰς τύπον τῆς κατὰ ψυχὴν θεραπείας τὴν ἀπόθεσιν τοῦ περισσοῦ͵ καὶ τὴν τοῦ
λείποντος πρόσθεσιν ὑποτιθεμένη ὑπὸ τοῦ πᾶσαν ἡμῖν τὴν ζωὴν οἰκονομοῦντος Θεοῦ
συγκεχώρηται». Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατά πλάτος, 55, PG 10.1044.
[3] Περί τοῦ Ἅγίου Πνεύματος πρὸς τὸν ἐν ἁγίοις Ἀμφιλόχιον ἐπίσκοπον
Ἰκονίου, κεφ. 30.
[4] Κολοσ. 4.5-6
[5] Λουκ. 20.46
[6] Βλ. Μ. Βασιλείου, ό.π. «…τὴν ἐλπίδα θέμενοι ἐπὶ τὴν βοήθειαν τοῦ
Πνεύματος͵ ἐν πάσῃ παρρησίᾳ κατηγγείλαμεν τὴν ἀλήθειαν».
[7] PG 35.480
[8]A΄ Κορ. 6.12
ΠΗΓΗ.ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΑ