Καταδικάστηκε ποτὲ ἡ αἵρεσις τοῦ Παπισμοῦ ἀπὸ Σύνοδον;
Μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἄστατων κραυγῶν ποὺ προσπαθοῦν ἀπεγνωσμένα μὲ πομπώδη φληναφήματα νὰ ὑποστηρίξουν τὸν Οἰκουμενισμὸ ἀκούγεται τὸ ἀνεδαφικὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὁ Παπισμὸς δὲν ἔχει καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο (!;). Ὅσοι τὸ ὑποστηρίζουν αὐτὸ ἐννοεῖται πὼς δὲν κατέχουν τίποτε ἀπὸ θεολογία ἀλλὰ συνάμα ἀγνοοῦν καὶ πλήρως τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα.
Ὡς ἀπάντηση δημοσιεύουμε
ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν καταπληκτικὴ μελέτη τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως
Ἀμβροσίου ποὺ εἶχε ἐκπονήσει κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἀδίστακτων ἀνοιγμάτων πρὸς τὸν
Παπισμὸ τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα. Ὁ Μητροπολίτης ἀναφέρει μιὰ λίστα Ἱερῶν Συνόδων ποὺ κατεδίκασαν τῶν Παπισμὸ καὶ τὶς πλάνες τοῦ. Ἐπίσης καὶ ὀνόματα Ἁγίων ποὺ θεωροῦσαν ξεκάθαρα τὸν Παπισμὸ ὡς Αἵρεση (φυσικὰ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ κάποιος Ἅγιος ποὺ νὰ μὴν ἦταν σύμφωνος ὡς πρὸς αὐτὸ).
…Εἶναι λοιπὸν «κατεγνωσμέναι» παρὰ Συνόδων
ἢ Πατέρων αἱ αἱρετικαὶ διδασκαλίαι τῆς Δύσεως;
Ἂς ἴδωμεν:
• Ἡ μεγάλη Σύνοδος τοῦ 879 ἐν Κωνσταντινουπόλει, ἡ ὑπὸ πολλῶν
θεωρουμένη ὡς Ὀγδόη Οἰκουμενική, δεχθεῖσα τὸ Σύμβολον ἄνευ τῆς προσθήκης τοῦ Φιλιόκβε,
ἐδογμάτισε: «Πάντες οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω πιστεύομεν. Τοὺς
ἐτέρως
παρὰ
ταῦτα
φρονοῦντας
ἢ ἕτερον
ὅρον
ἀντὶ
τούτου
προβαλέσθαι
τολμώντας, τῷ ἀναθέματι
καθυποβάλλομεν.
Εἰ τὶς
παρὰ
τοῦτο
τὸ ἱερὸν
Σύμβολον
τολμήσειεν
ἕτερον
ἀναγράψασθαι
ἢ προσθείναι
ἢ ἀφελείν
καὶ
ὅρον
ονομάσαι
ἀποθρασυνθείη,
κατάκριτος
καὶ πάσης χριστιανικῆς ὁμολογίας ἀπόβλητος.
Εὶ τὶς
τοίνυν, εἰς
τοῦτο
ἀπονοίας ἐλάσας, τολμήσειεν ἕτερον
ἐκθέσθαι
Σύμβολον
καὶ
ὅρον
ονομάσαι
ἢ προσθήκην
ἢ ἀφαίρεσιν
ἐν τῷ παραδεδομένω
ἡμῖν
παρὰ
τῆς
ἁγίας
καὶ
οἰκουμενικῆς
ἐν Νικαία
τὸ πρώτον
μεγάλης
Συνόδου
ποιῆσαι, ἀνάθεμα
ἔστω! » (αὐτόθι, σελ. 263-264). Ἰδού, λοιπόν, βαρυτάτη, ἐπισημοτάτη,
πανηγυρικωτάτη
καὶ
σχεδὸν
Οἰκουμενικοῦ
χαρακτῆρος
καταδίκη
τοῦ
αἱρετικοῦ
καὶ
βλασφήμου
Φιλιόκβε!
• Ὅτε ὁ Πάπας Ρώμης Σέργιος ὁ Δ΄ἐχρησιμοποίησε τὸ Σύμβολον μετὰ τῆς προσθήκης τοῦ Φιλιόκβε (1009), ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος..,
μετ' άπόφασιν
Συνόδου, διέγραψε
τὸ ὄνομα
τοῦ
μνημονευθέντος
Ρώμης
Σεργίου
ἐκ τῶν
διπτύχων
τῆς
Ἀνατολικῆς
Ἐκκλησίας, ἔκτοτε
δὲ μέχρι
σήμερον
οὐδὲν
παπικὸν
ὄνομα
ἐτέθη
ἐν ἀυτοίς» (Βασ. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστικὴ
Ἱστορία, ἐκδ. αἐκδ ,΄σελ. 344). Τὰ ὀνόματα
τῶν
Προκαθημένων
Ἐκκλησιῶν
δὲν
διαγράφονται
βεβαίως
διὰ
«τοπικὰ ἔθιμα»,
ἀλλὰ
δι' αἱρέσεις!
• Τὰς Λατινικὰς κακοδοξίας κατεδίκασε καὶ ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος τοῦ 1054, ὁπότε
ἐγένετο
καὶ
τὸ ὁριστικὸν
Σχίσμα, ἀποκαλέσασα
εἰδικῶς
τὸ «Φιλιόκβε», ὄχι
«τοπικὸν ἔθιμον»,
ἀλλὰ «βλάσφημον δόγμα»(αὐτόθι,σελ.344).
• Τὰς Λατινικὰς κακοδοξίας κατεδίκασαν καὶ αἱ μὲ τὸν Ἡσυχασμὸν ἀσχοληθεῖσαι Σύνοδοι τοῦ 1341, τοῦ
1347 καὶ τοῦ
1351.
• Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1440,
Σύνοδος ἐν Ρωσία κατὰ τὸ 1441,
Σύνοδος ἐν Ιεροσολύμοις κατὰ τὸ 1443,
Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1450,
Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1484,
κατεδίκασαν καὶ ἀπεκήρυξαν
τὴν ψευδοσύνοδον τῆς Φλωρεντίας, ἡ ὁποία εἶχε δεχθῆ τὴν «ἕνωσιν» ἐπὶ ψευδοὺς καὶ
ἀσυστάτου βάσεως, ἤτοι μὴ θεωρήσασα ὡς αἱρέσεις τὰς καινοτομίας τῆς Δύσεως.
Σύνοδος
ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1722
καταδικάζει «τῆς Λατινικῆς κακοδοξίας καὶ κακοφροσύνης τὰ δόγματα» καὶ ἀποφαίνεται ὅτι οἱ Λατίνοι δι' ἀύτών «ἐξαπατώσι τοὺς ἁπλουστέρους, ἐυγάνοντές τοὺς ἀπὸ τὰ εὐσεβὴ Δόγματα τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ σύροντὲς τοὺς ἀθλίως εἰς τὸν βυθὸν τῆς ἀπωλείας».(αὐτόθι,τό. Βτὸ,΄σελ. 823-824).
• Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1727
ἀποκηρύσει τὰς ἐτεροδιδασκαλίας τῶν Λατίνων, παλαιὰς τε καὶ νέας καὶ χαρακτηρίζει ταύτας» λήρον μακρὸν καὶ Κολακείας ψυχοβλαβοὺς ἐφευρέματα καὶ ἠπατημένης διανοίας γεννήματα» (αὐτόθι, σελ.867).
• Σύνοδος ἐν Κωσταντινουπόλει κατὰ τὸ 1838
καταδικάζει δριμύτατα τὰς ἐτεροδιδασκαλίας τοῦ Παπισμοῦ, ὡς «βλασφημίας κατὰ τῆς Εὐαγγελικῆς ἀληθείας», ὡς «ἑωσφορικὴν πλάνην», ὡς «ἀπομάκρυνσιν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀμώμου καὶ ἀδόλου Πίστεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» κ.λ.π.(αὐτόθι,σελ.896,902).
• Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει
κατὰ τὸ 1848 καταδικάζει τὸν Παπισμὸν ὡς αἵρεσιν! «Τούτων τῶν πλατυνθεισών, κρίμασιν
οἷς οἵδε Κύριος, ἐπὶ μέγα μέρος τῆς Οἰκουμένης αἱρέσεων, ἣν πότε ὁ Ἀρειανισμός,
έστι δὲ τὴν σήμερον καὶ ὁ Παπισμὸς», ὂν χαρακτηρίζει ὡς ἀνατρέποντα πάσας τὰς Οἰκουμενικὰς
Συνόδους διὰ τῶν πλανῶν τοῦ! (Αὐτόθι, σελ.906).
• Σύνοδος ἐν Κωνσταντινουπόλει
κατὰ τὸ 1895 καταδικάζει τὰς ἐτεροδιδασκαλίας τοῦ Παπισμοῦ, ὡς «φρονήματα ὑπερφιάλου
ἀλαζονείας», ὡς «καινοτομίας ἀθέσμους καὶ ἀντιευαγγελικάς»,ὡς «οὐσιώδεις περὶ τὴν
Πίστιν διαφορὰς ἀναγομένας εἰς τὰ θεοπαράδοτα τῆς Πίστεως Δόγματα, ὡς «ἀντιευαγγελικάς
καὶ παναθέσμους», ὡς «σπουδαίας καὶ οὐσιώδεις περὶ τὴν Πίστιν διαφορὰς», τῆς νοθεύσεως
τῶν συγγραμμάτων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων καὶ τῆς παρερμηνείας τῆς τε Ἁγίας Γραφῆς
καὶ τῶν Ὀρῶν τῶν Ἁγίων Συνόδων», καὶ ἐπάγεται: «Διὸ καὶ δικαίως ἀπεκηρύχθη καὶ ἀποκηρύσσεται,
ἐφ' ὅσον ἂν ἐμμένη ἐν τὴ πλάνη αὐτοῦ» (αὐτόθι, σελ.933,935,936,938,942).
Ἐρωτῶμαι: ΄Ἔπρεπε
ὁ Πατριάρχης νὰ ἠρώτα προηγουμένως ἐμὲ ἂν ἐνέκρινον τὰ διάφορα διαβήματὰ τοῦ; Βεβαίως
ὄχι! Ποῖος εἶμαι ἐγὼ ὥστε νὰ μὲ ἐρωτήση ὁ Πατριάρχης; Θὰ ήτο τραγικὴ δι' έμὲ τοιαύτη
ἀξίωσις! Εἶχον ὅμως μίαν ἀξίωσιν. Νὰ ἐρωτήση τὰς Συνόδους τοῦ 867, τοῦ 879, τοῦ
1009, τοῦ 1054, τοῦ 1341, τοῦ 1347, τοῦ 1351, τοῦ 1440, τοῦ 1441, τοῦ 1443, τοῦ
1450, τοῦ 1484, τοῦ 1722, τοῦ 1727, τοῦ 1838, τοῦ 1848, τοῦ 1895, νά ἐρωτήση τοὺς
ἁγίους Πατέρας καὶ τοὺς σοφοὺς Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἐρωτήση τὸν ἅγιον Φώτιον,
τὸν ἱερὸν Θεοφύλακτον, τὸν ἅγιον Γρηγόριον Παλαμᾶν, Συμεὼν τὸν Θεσσαλονίκης, τὸν
ἅγιον Μάρκον Εὐγενικόν, τὸν Ἐυγένιον Βούλγαρην, τὸν Νικηφόρον Θεοτόκην, τὸν ἅγιον
Νικόδημον, τὸν ἅγιον Νεκτάριον καὶ λοιποὺς καὶ λοιποὺς καὶ λοιπούς, νὰ ἐρωτήση,
πολλὼ μᾶλλον, τὰς σεπτὰς καὶ θεοκινήτους Οἰκουμενικὰς Συνόδους, αἱ ὁποῖαι διὰ τῶν
ἁγίων καὶ ἱερῶν Κανόνων τῶν ἀπαγορεύουν, ἐπὶ ποινὴ καθαιρέσεως, πᾶσαν συμπροσευχὴν
μετὰ αἱρετικῶν, σχισματικῶν ἢ καὶ ἀκοινωνήτων καὶ ἂν ὅλοι αὐτοὶ ἐνέκρινον τὰ διαβήματὰ
τοῦ, τὰς δηλώσεις τοῦ, τὰς συμπροσευχὰς τοῦ, τοὺς ἐν γένει τρόπους τοῦ, τότε μάλιστα!
Οὐδεὶς θὰ εἶχε δικαίωμα
νὰ διαφωνήση, οὐδεὶς νὰ διαμαρτυρηθῆ, οὐδεὶς νὰ
ἐμποδίση. Ὅταν ὅμως ὁ Παναγιώτατος ἐνεργὴ ἀντιθέτως
πρὸς Συνόδους, πρὸς Πατέρας, πρὸς Κανόνας, ὡς ἐὰν πάντες αὐτοὶ νὰ μὴ εἶχον ἀληθινὴν
ἀγάπην καὶ νὰ μὴ ἐνδιεφέροντο διακαῶς διὰ τὴν πλήρωσιν τοῦ αἰτήματος τοῦ Κυρίου
«ἴνα πάντες ὲν ὦσιν», ἀλλὰ νὰ ἦσαν πλήρεις μίσους καὶ ἀδιαφορίας, τότε καὶ ἡμεῖς
δικαιούμεθα (δικαιούμεθα ἢ ὑποχρεούμεθα, ἑκόντες ἄκοντες;) νὰ ἐνεργήσωμεν ἀντιθέτως
πρὸς τὸν Παναγιώτατον!
Δι' ἡμᾶς ὑπὲρ πάντα
Πατριάρχην κεῖνται οἱ ἅγιοι Πατέρες, αἱ σεπταὶ Σύνοδοι, οἱ ἱεροὶ Κανόνες. Καί,
εὑρισκόμενοι τυχὸν πρὸ θλιβερῶν διλημμάτων ὑπακοῆς…
Πηγή ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΟΧΩΡΙΟΥ