Ο Άγιος Σίλβεστρος ήταν από την Ρώμη και φύλαγε την Ορθόδοξη πίστη, κάνοντας να τον αγαπούν για την ενάρετη ζωή του ακόμα και οι ειδωλολάτρες. Μετά την κοίμηση του Αγίου Μιλτιάδου χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος-Πάπας Ρώμης γενόμενος διάδοχος στον θρόνο του κορυφαίου Πέτρου. Αφού διώχθηκε επί βασιλείας του αντιχρίστου Μαξεντίου, ήρθε ο Μέγας Κωνσταντίνος στην Ρώμη και αφού έστησε τον Σταυρό στα κυριότερα σημεία της πόλεως, διέταξε να λατρεύουν ελεύθερα οι Χριστιανοί τον Χριστό.Τότε επέστρεψε στην Επισκοπή του και ο Άγιος Σίλβεστρος μετά από εν οράματι προσταγή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου προς τον αυτοκράτορα, τον οποίο αφού δίδαξε ο Άγιος τα περί της Ορθοδόξου Χριστιανικής πίστεως Μυστήρια, εκείνος πίστεψε επιθυμώντας να βαπτισθεί στον Ιορδάνη ποταμό, όπως ο Χριστός.
Όμως, τα όργανα του διαβόλου και δη κάποιοι Ιουδαίοι, ενοχλημένοι από την διάδοση του Χριστιανισμού, διέβαλαν την μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, την Ελένη που ζούσε στην Βιθυνία, ειδοποιώντας την ότι ο βασιλεύς προσκύνησε έναν κατάδικο άνθρωπο που τον σταύρωσαν οι πατέρες τους ως κακούργο. Τότε ο Μ. Κωνσταντίνος πρότεινε να φέρει η μητέρα του στην Ρώμη, τους σοφότερους διδασκάλους των Εβραίων για να αναμετρηθούν ενώπιόν του με τους Χριστιανούς Επισκόπους.
Πράγματι, εξελέγησαν 12 εξαίρετοι διδάσκαλοι των Εβραίων με κορυφαίο τον πονηρό μάγο Ζαμβρή και όταν ήρθαν στην Ρώμη ζήτησαν τους 12 Επισκόπους με τους οποίους θα συζητούσαν για να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Όμως, από την πλευρά των Ορθοδόξων παρουσιάστηκε μόνος του ο Άγιος Σίλβεστρος, αναλαμβάνοντας να αντιμετωπίσει εκείνος τους Εβραίους!
Αποδεικνύοντας αρχικά ότι οι Χριστιανοί έναν Θεό ομολογούν και σέβονται τον οποίο λέγουν και Πατέρα, όπως και Υιόν ως εκ προσώπου του Πατρός, τον οποίο σταύρωσαν οι Εβραίοι, καθώς και Άγιο Πνεύμα. Θεό που έχει Λόγο και Πνεύμα όπως λέγουν και οι Προφήτες των Εβραίων, οι οποίοι προφήτευαν την εκ Παρθένου άσπορο Γέννηση του Χριστού, τα Πάθη, την Ανάσταση, την ανάσταση των νεκρών, καθώς και άλλα σημεία της επίγειας ζωής Του, λέγοντάς τους: «Βρείτε μου κάποιον άλλον ο οποίος να γεννήθηκε από Παρθένο Κόρη, και να σταυρώθηκε, και ν’ αναστήθηκε τριήμερος, και τότε θα ομολογήσω και εγώ ότι δεν τα είπαν αυτά για τον Χριστό».
Στη συνέχεια ο Άγιος απέδειξε πως ο Χριστός ήταν και Θεός και άνθρωπος που αν και έπασχε υβριζόμενος και βασανιζόμενος, έμενε αβλαβής η θεότητά Του, πάσχοντας μόνο η Σάρκα, φέροντας ως παράδειγμα το ένδυμα του βασιλέως που ενώ υπέστη επεξεργασίες (βαφή, ύφανση κ.α.) δεν αλλοιώθηκε η βασιλική του αξία, όπως επίσης αν κόψει κάποιος ένα δέντρο που το φωτίζουν οι ακτίνες του ήλιου, τότε ο ήλιος δεν παθαίνει τίποτα επειδή το ξύλο πάσχει. Ομοίως και το σίδηρο που σφυροκοπά ο χαλκεύς, μόνο αυτό σφυροκοπείται και κόβεται, ενώ η φωτιά δεν παθαίνει τίποτα!
Αφού είχαν διαλεχθεί με τον Άγιο οι 10 Εβραίοι, ερώτησε τότε ο προτελευταίος από αυτούς, γιατί να λάβει ο Χριστός τόσο άσχημο θάνατο και δεν λύτρωσε τον άνθρωπο με άλλον τρόπο. Απεκρίθη τότε θεόπνευστα ο Άγιος, ότι λόγω της άκρας δικαιοσύνης του Θεού, έπρεπε να διορθωθεί η παράβαση όπου ο δαίμονας εξαπάτησε τον άνθρωπο και τον εξόρισε από τον Παράδεισο με το ξύλο της βρώσεως. Έτσι, με το ξύλο του Σταυρού, ο Χριστός νίκησε τον αντίπαλο με το δικό Του Αίμα και ανέστησε τον άνθρωπο κάνοντάς τον άξιο του Παραδείσου.
Τελευταίος απέμεινε ο μάγος Ζαμβρής που ενώ παραδέχθηκε ότι νικήθηκαν από τον Άγιο Σίλβεστρο, θέλησε με πανουργία να αναμετρηθούν και στα έργα, ζητώντας να φέρουν έναν άγριο ταύρο για να δείξει ότι οι Εβραίοι έχουν την δύναμη του Θεού, επειδή οι προπάτορές τους όταν ήθελαν να θυσιάσουν μεγάλους ταύρους, έλεγαν στο αυτί τους το όνομα του Θεού και ευθύς το ζώο πέθαινε. Ζητεί τότε ο πονηρός να δείξει ο Άγιος των Χριστιανών αν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, αλλά εκείνος έχοντας κατά νου τι θα συνέβαινε εν συνεχεία λέγει στον μάγο: «Ο Θεός μου δεν δίδει θάνατο, αλλά μάλλον ζωή και μακαριότητα», και ζητεί από τον βασιλιά να βρουν τον αγριότερο ταύρο που όταν τον έφεραν δεν μπορούσαν να τον κρατήσουν με σχοινιά ούτε 30 άνδρες. Ο Ζαμβρής πλησίασε τον ταύρο λέγοντας μυστικούς λόγους της μαντείας και επικαλούμενος τον διάβολο, έριξε κάτω το ζώο που απέθανε, χαροποιώντας τους Ιουδαίους.
Τότε ο Άγιος Σίλβεστρος έβγαλε κήρυγμα, λέγοντας: «Εγώ κηρύττω τον Δεσπότη Χριστό, ο οποίος φωτίζει τυφλούς, λεπρούς καθαρίζει, παραλύτους εγείρει, νεκρούς ανασταίνει και ιατρεύει πάσα ασθένεια. Γι’ αυτό φανερό είναι ότι ο Ζαμβρής δεν ονόμασε τον Θεό, αλλά τον διάβολο, ο οποίος μπορεί να δώσει ως φονιάς και ανθρωποκτόνος τον θάνατο, αλλά να αναστήσει κάποιον δεν μπορεί».
Καλούν τότε ο Άγιος, καθώς και ο Μέγας Κωνσταντίνος, τον Ζαμβρή να αναστήσει αν μπορεί τον ταύρο και τότε ο δόλιος λέγει ότι δεν μπορεί κανείς άνθρωπος να αναστήσει οτιδήποτε νεκρό, καί προσποιείται ότι επειδή δεν έχει την δύναμη ο Σίλβεστρος να νεκρώσει τον ταύρο θέλει να συγχύσει την ήττα του. Ο Άγιος Σίλβεστρος αναλαμβάνει τότε να αναστήσει το ζώο και οι Ιουδαίοι νομίζοντας ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, υποσχέθηκαν ότι αν αναστήσει τον ταύρο θα γίνουν Χριστιανοί.
Ο Άγιος γονατίζει, υψώνει τα χέρια και τα δακρυσμένα μάτια του στον ουρανό και δέεται μυστικά, παρακαλώντας τον Θεό να αναστήσει το ζώο, ώστε να γνωρίσει ο λαός την δύναμή Του και να πιστεύσουν στο Πανάγιο Όνομά Του. Λέγει τότε: «Εις το όνομα του Δεσπότου Ιησού Χριστού, ο οποίος σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου, σήκω και σταμάτησε με πάσα ημερότητα». Τότε έγινε το Θαύμα και ο ταύρος σηκώθηκε. Ο Άγιος έλυσε τα σχοινιά διατάσσοντας τον ταύρο να πάει στον τόπο του ήρεμος!
Επλήσθησαν τότε χαράς ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και όλοι οι παριστάμενοι για το μεγαλείο της Χριστιανικής Αλήθειας, την οποία παραδέχθηκαν και οι Ιουδαίοι που έπεσαν στα πόδια του Αγίου ζητώντας συγχώρεση, αιτούμενοι να βαπτισθούν Χριστιανοί, μαζί και πολλοί ειδωλολάτρες, όπως και έγινε.