Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι ή συνάφεια, μέσα...
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι ή συνάφεια, μέσα στήν οποία ο Άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε ότι τό σχίσμα είναι εξ ίσου κακό μέ τήν
αιρεση καί ότι ούτε τό αίμα του μαρτυρίου δέν μπορεί νά εξαλείψει τήν
αμαρτία του σχίσματος, έχει σχέση μέ τις διαιρέσεις πού προκαλούνται εξ
αιτίας της φιλαρχίας καί της κενοδοξίας όσων εκλέγονται αναξίως
επίσκοποι καί όσων εισπηδούν σέ ξένες δικαιοδοσίες γιά νά στηρίξουν τούς
αναξίους, καί όχι μέ όσους αντιδρούν γιά τήν καταπάτηση των θεσμών της
Εκκλησίας.
Οι πρώτοι σχίζουν καί διαιρούν τήν Εκκλησία καί όχι οι δεύτεροι, έστω καί άν, από τήν κυριαρχούσα στήν ηγεσία της Εκκλησίας σχισματική ομάδα, χαρακτηρίζονται ως σχισματικοί, όπως χαρακτηρίσθηκαν ο Άγιος Ιωάννης καί οι έχοντες κοινωνία μαζί του κληρικοί καί λαϊκοί, ως «σχίσμα των Ιωαννιτών», από τούς πράγματι σχισματικούς διαδόχους του. Σ” αυτούς επιρρίπτει ευθέως τήν κατηγορία του σχίσματος καί τούς στολίζει μέ βαρείς χαρακτηρισμούς, όπως θά δούμε. Πολύ περισσότερο δέν έχουν καμμία σχέση ούτε μέ τούς Παλαιοημερολογίτες, ούτε μέ όσους νεοημερολογίτες ανησυχούν καί αγωνιούν γιά τήν κυριαρχία της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, μέ τούς εκπροσώπους του οποίου, ετεροδόξους καί Ορθοδόξους, έπρεπε αυτονοήτως καί προφανώς νά διακόψουμε κάθε κοινωνία.
Αυτό προκύπτει σαφώς από όσα περί αιρέσεων παρουσιάσαμε του Αγίου Ιωάννου, αλλά καί από τήν θέση του Αποστόλου Παύλου στήν πρός Εφεσίους επιστολή, ότι η ενότητα στήν Εκκλησία διασφαλίζεται, όταν οι πιστοί είναι «εν σωμα και εν πνεύμα», όταν υπάρχει «είς Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα». Πιστεύει ο Άγιος Χρυσόστομος, ότι καλώς ο Απόστολος μετά τό «εν σώμα» έθεσε καί τό «εν πνεύμα», γιά νά δείξει ότι από τό ενα σώμα θά υπάρχει ασφαλώς καί ενα πνεύμα, η ιδια πίστη, ή ακόμη ότι δέν αρκεί νά είναι κανείς ενσωματωμένος στήν Εκκλησία, στό «εν σώμα», χρειάζεται νά έχει καί τό πνεύμα της Εκκλησίας, καί αυτό ισχύει όχι μέ τούς αίρετικούς πού είναι εκτός του σώματος της Εκκλησίας, αλλά μέ όσους Ορθοδόξους ανήκουν στό σώμα της Εκκλησίας, δέν εχουν όμως τό πνεύμα της Εκκλησίας, καί είναι φίλοι των αιρετικών.
Οι πρώτοι σχίζουν καί διαιρούν τήν Εκκλησία καί όχι οι δεύτεροι, έστω καί άν, από τήν κυριαρχούσα στήν ηγεσία της Εκκλησίας σχισματική ομάδα, χαρακτηρίζονται ως σχισματικοί, όπως χαρακτηρίσθηκαν ο Άγιος Ιωάννης καί οι έχοντες κοινωνία μαζί του κληρικοί καί λαϊκοί, ως «σχίσμα των Ιωαννιτών», από τούς πράγματι σχισματικούς διαδόχους του. Σ” αυτούς επιρρίπτει ευθέως τήν κατηγορία του σχίσματος καί τούς στολίζει μέ βαρείς χαρακτηρισμούς, όπως θά δούμε. Πολύ περισσότερο δέν έχουν καμμία σχέση ούτε μέ τούς Παλαιοημερολογίτες, ούτε μέ όσους νεοημερολογίτες ανησυχούν καί αγωνιούν γιά τήν κυριαρχία της παναιρέσεως του Οικουμενισμού, μέ τούς εκπροσώπους του οποίου, ετεροδόξους καί Ορθοδόξους, έπρεπε αυτονοήτως καί προφανώς νά διακόψουμε κάθε κοινωνία.
Αυτό προκύπτει σαφώς από όσα περί αιρέσεων παρουσιάσαμε του Αγίου Ιωάννου, αλλά καί από τήν θέση του Αποστόλου Παύλου στήν πρός Εφεσίους επιστολή, ότι η ενότητα στήν Εκκλησία διασφαλίζεται, όταν οι πιστοί είναι «εν σωμα και εν πνεύμα», όταν υπάρχει «είς Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα». Πιστεύει ο Άγιος Χρυσόστομος, ότι καλώς ο Απόστολος μετά τό «εν σώμα» έθεσε καί τό «εν πνεύμα», γιά νά δείξει ότι από τό ενα σώμα θά υπάρχει ασφαλώς καί ενα πνεύμα, η ιδια πίστη, ή ακόμη ότι δέν αρκεί νά είναι κανείς ενσωματωμένος στήν Εκκλησία, στό «εν σώμα», χρειάζεται νά έχει καί τό πνεύμα της Εκκλησίας, καί αυτό ισχύει όχι μέ τούς αίρετικούς πού είναι εκτός του σώματος της Εκκλησίας, αλλά μέ όσους Ορθοδόξους ανήκουν στό σώμα της Εκκλησίας, δέν εχουν όμως τό πνεύμα της Εκκλησίας, καί είναι φίλοι των αιρετικών.