Κυπριακές Παροιμίες
Η παροιμία είναι ένα πνευματικό δημιούργημα που χάνεται στα βάθη του χρόνου και κανένας δεν ξέρει από που κρατά η ρίζα της.
Ακόμα και οι πρωτόγονοι λαοί έχουνε τις παροιμίες τους, και είναι να
θαυμάζει κανείς την παρατηρητικότητα και την εκφραστική ευστοχία εκείνων
που τις έπλασαν.
Τον καλύτερον ορισμό γι΄αυτήν τον έδωσε ο Αριστοτέλης: η παροιμία
είναι η «μεταφορά απ΄είδους επ’ είδος». Χαρακτηριστικό των παροιμιών σε
όλες τις εποχές είναι το πολύχρηστο και η συντομία.
Οι παροιμίες είναι παρομοιώσεις που με τον καιρό έγιναν πάγκοινες και
λέγονται πάνω στις διάφορες πράξεις και στους λόγους των ανθρώπων για
να γίνεται μεταφορικά ο χαρακτηρισμός τους.
Άλλοτε είναι το πόρισμα ενός μύθου: πάνω σε πράξεις ή λόγους λέγεται ολόκληρος μύθος.
Όταν όμως η παροιμία είναι ευκολονόητη, τότε λέγεται μόνον αυτή, χωρίς επεξήγηση.
Τις παροιμίες χαρακτηρίζει, κατά το περισσότερο, ευτράπελος και
ειρωνικός τρόπος, και οι πιο πολλές έχουνε για βάση τους τον φυτικό
κόσμο, τον βίο των ζώων και των ανθρώπων ή προέρχονται από παροιμιώδης
μύθους.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν τις παροιμίες τους, όπως παροιμίες είχαν και οι Βυζαντινοί.
Παροιμίες ακούμε κ΄εμείς σήμερα σε κάθε κουβέντα γύρω μας, και μπορεί
κανείς να τις χαρακτηρίσει σαν επιβίωση του παρελθόντος μέσα στο παρόν
όταν βλέπει πλήθος απ’ αυτές να έχουν τις αντίστοιχές των σε μακρινές
εποχές.
Οι αρχαίοι έλεγαν: «Πέτραν κοιλαίνει ρανίς υδάτων ενδελεχούσα».
Σήμερα ακούγεται: «Σταλαγματιά-σταλαγματιά το μάρμαρο τρυπιέται».
Οι Κύπριοι έχουν τις δικές τους παροιμίες, όπως οι αδελφοί τους
Ελλαδίτες, από τον αδιάσπαστο φυλετικό δεσμό που τους ενώνει με την
ακατάλυτη κ΄αιώνια ρίζα του Ελληνισμού.
Από τις εκατοντάδες των παροιμιών του Κυπριακού Λαού δίνουμε εδώ ένα
σύντομο δείγμα παρμένο από τις πλούσιες πηγές των κυριότερων λαογράφων
του τόπου καθώς και από διάφορες σποραδικές αφηγήσεις κατοίκων της
υπαίθρου όπως τις εσημειώσαμε στην Κύπρο.
Παροιμίες
Που άδρωπον στενοπερίσσευτον ππαράες μεν δανειστής.
Μην επιδιώκεις κάτι που είναι αδύνατο να γίνη.
‘Οπκοιος ΄νεκατώννει τα χώματα εννά γεμώσουν τ΄αμμάδκια του.
Όποιος καταπιάνεται με έργα αλλότρια κινδυνεύει να πάθει και ζημιά.
Δώσ’ τον τζυρά, τον άντραν σου και λάμνε (τρέχα) γύρευκ’ άλλον!
Για όσους ασυλλόγιστα χαρίζουν κάτι, ενώ το έχουν απόλυτη ανάγκη.
Το καλομάλαον (ήμερο) αρνίν φαίνεται ΄που την μάντραν.
Ο καλός και άξιος άνθρωπος φαίνεται από τα μικράτα του.
Απού πειράζει τον γάδαρον πίννει τες πορκιές του.
Όποιος συνδέεται με πρόστυχους ας έχει υπόψη του και τα δυσάρεστα επακόλουθα.
Επολοήθηκεν (απάντησε) κι ο γάδαρος ΄που την αππέσσω πάγνην (πάχνι).
Ανακατεύονται στη σηζήτηση απρόσκλητοι χωρίς καλά-καλά να ξέρουν περί τίνος πρόκειται.
Μιτσίν (μικρό) γαούριν νωπόν (νέο) φαίνεται.
Οι κοντοί άνθρωποι φαίνονται μικροί αλλά δεν σημαίνει ότι και είναι.
Όσον μισώ τα κάρταμα (το φυτό κάρδαμο), στα γένεια μου βλαστούσιν.
Για όσους έχουν την ατυχία να μη μπορούν ν’ απαλλαγούν από ό,τι ιδιαίτερα αποστρέφονται.
Πριν εγυρεύκαν ΄που γενιάν, τωρά γυρεύκουν πόχει,
μα πόχει νουν και στόχασην πάλε γενιάν γυρεύκει.
Πρέπει και σήμερα κανείς στην παντρειά να προτιμά την αρετή από τα πλούτη.
Το γλήορον και το καλόν ΄εν παν μαζίν τα δκυό τους.
Η καλή δουλειά δεν γίνεται με βιασύνη.
Πού΄χει κατάραν του παππού πάει τον Μαν (Μάη) αρκάτης (εργάτης),
κι απού΄χει του πρωτοπαππού πάει τον Πρωτογιούννην (Ιούνιο).
Οι κατάρες των γωνιών, και ειδικά του παππού και του προπάππου, είναι πολύ βαριές.
Που Σάββατον ως Σάββατον ελύτζιασεν (έγινε φαλακρός) ο κκέλης (ο φαλακρός).
Κάθε δουλειά για να πετύχει θέλει και τον απαιτούμενο καιρό.
Παρακάλε το μάλιν (περιουσία) της γεναίκας σου να΄ν΄γυαλλικά.
Καλύτερα τα προικιά της γυναίκας σου νά ΄ναι από γυαλικά για να μπορείς να της τα σπάσεις πάνω στον δίκαιο θυμό σου.
Αντίς να σε φουμίζουσιν (παινεύουν) οι ξένοι κ’ οι δικοί σου,
φουμίζεσαι παρτίκα μου, ατή σου κι απατή σου.
Για κείνους που εγκωμιάζουν οι ίδιοι τον εαυτό τους.
Αρρωστοφαγιά, κατεβασιά της πείνας.
Για όσους προσποιούνται τον άρρωστο για να φάνε καλύτερο φαΐ.
Ένας πελλός (τρελός) να γνωριστή έν και θέλει κουδούνιν.
Τα μεγάλα ελαττώματα δεν μπορούν να κρυφτούν.
Τάϊσ’ τον πελλόν, να σου μα(γ)αρίση κιόλας.
Για κείνους που, αντί ν’ αναγνωρίζουν το καλό, το πληρώνουν με αχαριστία.
Άλλοι τον πεύκον κι αν ραή!
Αλίμονο στον δυνατό που θα χτυπηθεί από τη μοίρα.
Εν΄δανεικά τα πίσκαλα (χειροκροτήματα) στον γάμον.
Όταν θέλει να πει κανείς πως παραμένει ανταπόδοση σε μια του εκδούλευση.
Η ρκά (γριά) έτσι καταχείμωνα τ’ αγγούριν εθθυμήθην.
Για κείνους που γυρεύουν κάτι έξω απ΄τον καιρό του.
Επήες έναν τόπον πών’ ούλλοι στρα(β)οί; δήσε κ’ εσού τ’ αμμάδκια σου.
Άμα βρεθής με ανθρώπους αμόρφωτους, κάνε κ΄εσύ τον αμόρφωτο αν θες να περάσεις καλά μαζί τους.
Άλλοι ζιούσιν με τον κόπον κι άλλοι ζιούσιν με τον τρόπον.
Για τους καταφερτζήδες που καλοπερνούν μεταχειριζόμενοι πλάγια μέσα.
Ο άρκοντας έφαν κ’ έβρασεν, κι ο φτωχός έφαν κ’ ερίασεν (κρύωσε).
Ο πλούσιος έχει φαγητό και ζεστασιά, ενώ ο φτωχός για να φάει πρέπει να πουλήσει ακόμη και τα ρούχα του.
Ώστι να γινή το κκέφιν του αρκόντου, του φτωχού εξέ(β)ην (βγήκε) η ψυχή του.
Για την αδιαφορία των πλουσίων μπρος στη δυστυχία των φτωχών.
Το χωρκόν εν’ γεμέτον κλιθθάριν (κριθάρι) κι ο γάδαρος μου πεθυμά το.
Για όσους επιθυμούν κάτι που, ενώ μπορούν, δεν βρίσκουν τον τρόπο ή την ευκαιρία να το απολαύσουν.
Ψεματινόν λακκιρτίν στο μεϊτάννιν ΄εν ιβκαίνει.
Ψεύτικη κουβέντα δεν βγάνει άδικα στη φόρα.
Καλός-καλός ο χοίρος μας κ’ εξέβην χαλαζιάρης.
Για όσους δίνουν πολλές ελπίδες και στο τέλος απογοητεύουν.
Του κόσμου τ΄αναέλαστρον (περίγελως) του κόσμου ανα(γ)ελά του.
Για μωρούς και γελοίους που κοροϊδεύουν τους άλλους.
Εγιώ σ’ έχτισα, φούρνε μου, κ’ εγιώ ΄ννα σε χαλάσω.
Λέγεται σ’ εκείνους που ανέβηκαν ψηλά με την βοήθεια άλλων μα που ξεχνούν τους ευεργέτες των.
Απών’ εί(δ)εν (όποιος δεν είδε) βουνά και κάστρη εί(δ)εν τον φούρνον κ’ εποθαμμάστην.
Όποιος δεν έχει δει μεγάλα και ωραία πράγματα, βλέπει έκθαμβος τα μικρά και ασήμαντα.
Ο αλουπός εχώννετουν κ’ ο νούρος (ουρά) του εφαίνετουν.
Για όσους κάνουν κρυφά κάτι, νομίζοντας πως δεν τους έχουν αντιληφθεί, ενώ μόνοι τους προδίδονται.
Λόγια και νερόν πέρνει τα ο ποταμός.
Τα λόγια φεύγουν, τα έργα όμως μένουν.
Κατά μάναν, κατά τζύρην, κατά θκειόν καραβοτζύρην.
Τα προτερήματα και τα ελαττώματα των γωνιών και των συγγενών κληρονομούνται απ΄τα παιδιά.
Η ρκά έν τ΄όρπιζεν ν’ αρμαστή (παντρευτεί) και θέλει και πουπανωπροίτζιν (πανωπροίκι).
Για όσους δεν αρκούνται σ’ αυτά που τους έφερε η τύχη αλλά ζητούν και περισσότερα.
Εί(δ)εν ο ανεβράκωτος βρατζίν κ’ εξιππάστην.
Λέγεται για τους νεόπλουτους και τα καμώματά τους.
Κατεβαίνει η ορκή του Θεού ΄που τα τζεραμίδκια.
Για τα ανεπάντεχα κακά που βρίσκουνε τον άνθρωπο.
Τ’ αμμάτιν (το κακό μάτι) πύρκον (πύργο) καταλυεί κι ανώγεια βάλλει κάτω.
Για τον φθόνο που προξενεί μεγάλα κακά στους ανθρώπους.
Απού πεινά κ’ εν τρώει θαρκέται (νομίζει) ένν’ αρκοντύνη,
κ’ έννα πεθάνη άξιππα (άξαφνα) κ’ η πείνα εννά του μείνη.
Λέγεται για τους φιλάργυρους που στερούνται άδικα τα πάντα στη ζωή τους.
Ο αλουπός στον ύπνο του πετειναρούδκια εθώρεν.
Για όποιον φαντάζεται πως θα τον ευνοήσει η τύχη.
Τούτ’ η πίττα κ’ η κανάτα μας αφήκαν δίχως βράκαν.
Ο λαίμαργος, για χάρη της κοιλιάς του, πολλές φορές στερείται και τα πλέον απαραίτητα.
ο κάττος κι αν εγέρασεν τα νύχια που’ χεν , έχει τα.
Για κείνους που διατηρούν και στα γεράματα ένα προτέρημα ή ελάττωμά τους.
Ο Μανώλης με τα λόγια χτίζει ανώγεια και κατώγια.
Για όσους φλυαρούν χωρίς καμμιά σοβαρή σκέψη.
Βλέπε πρώτα την γούγιαν (ούγια του υφάσματος) και διάλεξε πανίν.
Κοίτα πρώτα τη μάνα και πάρε το παιδί.
Ο πάππος έφαν (έφαγε) τ’ όξινον (λεμόνι) και μούθκιασεν (εμούδιασε) τ’ αγγόνιν.
Ότι κακό κάνουν οι γονείς, το πληρώνουν τα παιδιά.
Τον αλουπόν η τρύπα του ΄εν τον εχώρεν κ’ ετράβαν και τριζοκολόκαν (ξεροκολοκύθα).
Γι’ αυτούς που καταπιάνονται με πράγματα ανώτερα από τις δυνάμεις τους.
Όσην αμάνταν (ησυχία) έχει ο νούρος του φόραδου (φοράδας) τόσην έχει κο ο φτωχός ανάπαψην.
Ο φτωχός δεν ξεκουράζεται ποτέ.
Γεωργικές Παροιμίες
Άλετρον ξυσμένον, σπαθίν ακονισμένον.
Όταν τα αλέτρι είναι καθαρό, η καλλιέργεια της γης γίνεται καλύτερα.
Αν ποτίσης και κοπρίσης, σί(γ)ουρα εννά γιωρκήσης.
Με την περιποίηση της γης σου θα εξασφαλίσεις καλή σοδειά.
Γελάς της γης κρυφά; τζείνη γελά σου φανερά.
Αναλογα με την καλή ή κακή καλλιέργεια η γη σου θα σε πληρώσει.
Τον νερόν του Οχτώβρη και το νερόν του Μάρτη
αν δεν έχεις τόπον να το βάλης, βάρτο μέσ’ το πιθάριν.
Τόσο είναι ωφέλιμα τα βρόχινα νερά αυτών
των δύο μηνών για τα δέντρα και τα γεννήματα ώστε ο γεωργός πρέπει να τα
μαζεύει για μια ώρα ανάγκης.
Ο βους αν δεν αλώνεβκεν (αλώνιζε), ο νιός αν δεν εθέριζεν κ’ η κόρη αν δεν εγένναν,
ποττέ τους εν εγέρναν (γερνούσαν).
Το κάθε πράγμα έχει το λόγο του για να γίνεται.
Άμα ο βασιλιάς εν΄πίσω, εν΄ούλλα πίσω.
Πάνω απ΄όλα τα προϊόντα της γης το σιτάρι
είναι ο βασιλιάς. Γι’ αυτό, αν το σιτάρι δεν αναπτυχθεί εξαιτίας της
αναβροχιάς, όλες οι σπορές των δημητριακών δεν προκόβουν.
Βκάλε παλλούραν (θάμνος αγκαθερός), να φας κουλλούραν.
Δηλ., καθάρισε το χωράφι σου από τ΄αγριόχορτα για να είναι το χώμα του γόνιμο όταν το σπείρεις.
Αν θέλης να πλήξης (στενοχωρηθείς) ή να χαρής, έλα τον Μάη να με δης.
Σημαίνει ότι από τον μήνα Μάη, που ωριμάζουνε τα στάχυα, φαίνεται και η ποιότητα του σιταριού αν θα είναι καλή ή κακή.
Τσάππισ’ τους όχτους (άκρες) των χωραφκιών σου, να γεμώσουν οι γύροι των αλωνιών σου.
Όσο πιο εντατικά περιποιηθείς τη γη σου τόσο πιο άφθονη η συγκομιδή σου.
Τον Φεβράρη (Φλεβάρη) έλα ‘δε με, και τον Μάρτη ξαναδέ με,
κι αν με δης και κυματίζω, σάσε (φτιάξε) σέντε (αποθήκη) να με βάλης.
Αν αυτούς τους δύο μήνες το σιτάρι πάει καλά, τότε η σοδειά θα είναι μεγάλη.
Πηγές: Από το βιβλίο της Αθηνάς Ταρσούλη «ΚΥΠΡΟΣ», τόμος Β’, 1963-noctoc-noctoc.blogspot.gr