Θεραπεία μέσῳ αὐστηρότητας
Ἀπό τόν Εὐεργετινόv
Ὁ
μέγας Γρηγόριος ἐπέστρεψε κάποτε στήν πόλη του ἀπό τή γειτονική πόλη
Κόμανα. Καί ἐπειδή σέ ὅλους ἦταν γνωστό ὅτι πάνω ἀπό ὅλα φρόντιζε γιά
τήν ἀνακούφιση ἐκείνων πού εἶχαν ἀνάγκη, δυό Ἑβραῖοι, εἴτε ἀποβλέποντας
σέ κάποιο κέρδος εἴτε ἐπιδιώκοντας τόν ἐμπαιγμό του, ὡς δῆθεν
εὐκολόπιστου, παραφύλαξαν στό δρόμο, ἀπ’ ὅπου θά περνοῦσε. Καί ὁ ἕνας
ξάπλωσε ἀνάσκελα στήν ἄκρη τοῦ δρόμου καί ἔκανε τόν πεθαμένο. Ὁ ἄλλος
πάλι, θρηνώντας τάχα τό νεκρό, μοιρολογοῦσε ὑποκριτικά καί φώναξε στόν
ἅγιο, πού περνοῦσε μπροστά τους:
Αὐτός
ὁ δύστυχος πέθανε ξαφνικά, καί κείτεται γυμνός, ἀπροετοίμαστος γιά τήν
ταφή! Σέ παρακαλῶ, ἄνθρωπέ μου, μήν παραβλέψεις τό ἱερό χρέος, ἀλλά νά
λυπηθεῖς τή φτώχειά του καί νά προσφέρεις κάτι, ὅ,τι ἔχεις, γιά νά μπεῖ
τελευταῖο στολίδι στό σῶμα του.
Αὐτά
ἔλεγε καί ἔτσι ἱκέτευε τόν ἅγιο ὁ Ἑβραῖος. Κι ἐκεῖνος, χωρίς καθόλου νά
ἐξετάσει τήν ὑπόθεση, ἔβγαλε τόν μανδύα του, τόν ἔριξε πάνω στόν
ξαπλωμένο καί συνέχισε τό δρόμο του.
Μόλις
προσπέρασε κι ἔμειναν μόνοι τους οἱ ἐμπαῖκτες, ἐκεῖνος ὁ ἀπατεώνας
ἄλλαξε τόν ψεύτικο θρῆνο σέ γέλιο. Καγχάζοντας ἀπό εὐχαρίστηση γιά τό
κέρδος, πού ἀποκόμισαν μέ τήν ἀπάτη, προκαλοῦσε τόν ξαπλωμένο σύντροφό
του νά σηκωθεῖ. Ὁ ἄλλος ὅμως ἔμενε στήν ἴδια θέση, χωρίς ν’ ἀκούει
τίποτε ἀπ’ ὅσα τοῦ ἔλεγε!
Φώναξε
πιό δυνατά. Τόν σκούντησε καί μέ τό πόδι του. Αὐτός ὅμως οὔτε τή φωνή
ἄκουσε οὔτε τό χτύπημα ἔνιωσε. Ἦταν πάντα ξαπλωμένος στήν ἴδια στάση.
Ἦταν νεκρός! Μόλις ἔπεσε πάνω του ὁ μανδύας, τόν βρῆκε στ’ ἀλήθεια ὁ
θάνατος, πού ὑποκρινόταν γιά νά ἐξαπατήσει τόν ἅγιο. Ἔτσι δέν ἔπεσε ἔξω ὁ
ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἀλλά γιά τό σκοπό πού ἔδωσε τό μανδύα του, γι’ αὐτόν
ἀκριβῶς χρησιμοποιήθηκε ἀπό ἐκείνους πού τόν πῆραν.
Ἄν
τώρα τό ἀποτέλεσμα τοῦτο, πού ἔφεραν ἡ πίστη καί ἡ δύναμη τοῦ μεγάλου
Γρηγορίου, φαίνεται σκληρό καί θλιβερό, ἄς μήν παραξευνεύεται κανείς. Ἄς
θυμηθεῖ τόν ἀπόστολο Πέτρο. Γιατί κι ἐκεῖνος φανέρωνε τή δύναμη πού
εἶχε ὄχι μόνο μέ εὐεργεσίες, θεραπεύοντας τίς ἀρρώστιες τῶν ἀνθρώπων καί
μέ τή σκιά τοῦ σώματός του μονάχα, ἀλλά καί μέ τήν καταδίκη σέ θάνατο
τοῦ Ἀνανία, πού καταφρόνησε τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία
ἐνοικοῦσε στόν ἀπόστολο. Καί τοῦτο, νομίζω, γιά νά συνετισθοῦν μέ τό
φόβο ὅσοι ἀπό τό λαό εἶχαν τάσεις καταφρονήσεως καί νά παιδαγωγηθοῦν ἀπό
τό φοβερό ἐκείνο παράδειγμα, ὥστε νά μήν πέσουν σέ ὅμοια σφάλματα.