Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

“ΠΑΓΙΔΕΣ” ΣΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΤΟΥΣ [Β´]

Λάθη κατά τήν ἐξομολόγηση
καί ποιά ἡ σωστή προετοιμασία της
[Β´] 

Α´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2011/12/11/παγίδες-στὴν-ἐξομολόγηση-α´/

τοῦ π. Σάββα Ἁγιορείτη

Μερικά κόμη σημεα πού πρέπει νά προσέξουμε.

1) να σημαντικό πού πρέπει νά προσέξουμε εναι νά μήν ναβάλλουμε τήν ξομολόγηση. φ’ σον πάρχει κάποια σημαντική πτώση θά πρέπει μέσως νά τρέξουμε νά τήν πομε στόν Πνευματικό.

.          «Ὅσο κρατᾶς ἕνα χαλασμένο πράγμα», ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος «τόσο χαλάει. Γιατί νὰ ἀφήσει νὰ περάσουν ἕνας-δύο μῆνες γιὰ νὰ πάει στὸν πνευματικὸ νὰ τὸ ἐξομολογηθεῖ; Νὰ πάει τὸ συντομότερο. Ἂν ἔχει μία πληγὴ ἀνοιχτή, θὰ ἀφήσει νὰ περάσει ἕνας μήνας, γιὰ νὰ τὴ θεραπεύσει; Οὔτε νὰ περιμένει νὰ πάει, ὅταν θὰ ἔχει πολὺ χρόνο ὁ πνευματικός, γιὰ νὰ ἔχει πιὸ πολλὴ ἄνεση. Αὐτὸ τὸ ἕνα σφάλμα, τὰκ-τὰκ νὰ τὸ λέει ἀμέσως καὶ μετά, ὅταν ὁ πνευματικὸς θὰ ἔχει χρόνο, νὰ πηγαίνει γιὰ πιὸ πολύ, γιὰ μία συζήτηση κ.λπ.»[17].

 2) πίσης στήν ξομολόγηση θά πρέπει νά λέμε τά δικά μας σφάλματα καί μόνο ατά χωρίς νά καθυστερομε.

.        «Προσοχή λοιπόν!», ἐπισημαίνει  ὁ π. Παῦλος, «Εξομολογούμαστε τίς δικές μας μαρτίες καί χι τίς μαρτίες λλων. Καί μολογομε τίς μαρτίες χωρίς περιστροφές, δικαιολογίες καί στορίες. Ἡ προσπάθεια νά δικαιολογήσουμε τίς ἁμαρτίες μας δείχνει ὅτι στήν πραγματικότητα δέν ἔχουμε μετανοήσει γι᾽ αὐτές. Στήν περίπτωση αὐτή καί ὁ ἐξομολογούμενος δέν ἀναπαύεται ψυχικά, ἀλλά καί ὁ ἱερέας καταπονεῖται. Διότι ἀκριβῶς δέν γίνεται σωστή ἐξομολόγηση.
.          Δέν εναι σωστό λοιπόν νά μακρηγορε κανείς στήν ξομολόγηση. Ὁμολογοῦμε σύντομα τίς ἁμαρτίες μας, μέ μετάνοια καί συναίσθηση, καί δεχόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη τίς ὅποιες συμβουλές τοῦ ἐξομολόγου. ᾽Ιδιαιτέρως, δέν χρειάζεται ἀνάλυση στίς σαρκικές λεγόμενες ἁμαρτίες. Τίς ὁμολογοῦμε μέ λιτό καί ἐπιγραμματικό τρόπο. Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι ἐπιτρεπτό νά καθυστερεῖ κανείς στό ἐξομολογητήριο. ῎Αν ὑπάρχει κάποιο ἰδιαίτερο πρόβλημα πρός συζήτηση, θά πρέπει νά ἀντιμετωπιστεῖ κάποια ἄλλη ὥρα πέραν τῆς ἐξομολογήσεως, καί ὁπωσδήποτε ὄχι πρό τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων καί τοῦ Πάσχα. Τό πρόγραμμα τοῦ ἱερέα τότε εἶναι ἀρκετά βεβαρυμένο»[18].
.          Ἔλεγε καί ὁ πατήρ Παΐσιος σχετικά μ’ αὐτό: «Δν χρειάζεται ρα πολλ γι ν δώσω εκόνα το αυτο μου. ταν συνείδηση δουλεύει σωστά, δίνει νθρωπος μ δύο λόγια εκόνα τς καταστάσεώς του. ταν μως πάρχει μέσα του σύγχυση, μπορε ν λέει πολλ κα ν μ δίνει εκόνα. Νά, βλέπω, μερικοί μου γράφουν ὁλόκληρα τετράδια, εἴκοσι-τριάντα σελίδες ἀναφορᾶς μὲ μικρὰ γράμματα, καὶ μερικὲς σελίδες ὑστερόγραφο… Ὅλα αὐτὰ ποὺ γράφουν, μποροῦσαν νὰ τὰ βάλουν σὲ μία σελίδα»[19].

 3) Προσοχή μεγάλη πίσης καί σέ κάτι λλο πολύ σημαντικό: στό συναίσθημα τς αταρέσκειας καί στήν δέα τι εμαστε καλοί τι πμε καλά.

.          «Συχνάκις τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἀποχωρεῖ ἀφ’ ἡμῶν», παρατηρεῖ ὁ π. Σωφρόνιος, «δι’ ἐκείνας ἢ τὰς ἄλλας κινήσεις τῆς καρδίας ἢ τῆς σκέψεως ἡμῶν. Εἶναι ὅμως δυνατὴ ἡ ἐγκατάλειψις καὶ διὰ τὸν λόγον ὅτι τὸ Πνεῦμα βλέπει ἡμᾶς ἀναπεπαυμένους καὶ ἱκανοποιημένους μετὰ τῶν ἤδη ληφθέντων ἢ ἐπιτευχθέντων, καὶ ἀποχωρεῖ, ἵνα ἀποδείξη εἰς ἡμᾶς ὅτι εἴμεθα εἰσέτι μακρὰν ἐκείνου, ὅπερ ὀφείλομεν νὰ εἴμεθα.» [20].  Ἡ ἐν ταπεινώσει καί ὑπακοῇ πορεία εἶναι ἡ μόνη ἀσφαλής. Τότε καί ἡ ἐξομολόγηση μᾶς ὠφελεῖ.

4 )ταν νομίζουμε τι δέν χουμε νά πομε τίποτε πάρχει τό νδεχόμενο νά μήν παρακολουθομε σωστά τόν αυτό μας.

.           Ἀκριβῶς αὐτό (τήν μή σωστή παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας) θεωροῦσε ὁ π. Παΐσιος ὡς αἰτία τοῦ νά νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι δέν χρειάζεται νά ἐξομολογηθεῖ. Καί συνέχιζε: «Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι μυστήριο. Νὰ πηγαίνεις καὶ ἁπλὰ νὰ λὲς τὶς ἁμαρτίες σου. Γιατί, τί νομίζεις; Πεῖσμα δὲν ἔχεις; Ἐγωισμὸ δὲν ἔχεις; Δὲν πληγώνεις τὴν ἀδελφή; Δὲν κατακρίνεις; Μήπως ἐγὼ τί πηγαίνω καὶ λέω; Θύμωσα, κατέκρινα… καὶ μοῦ διαβάζει ὁ πνευματικὸς τὴν συγχωρητικὴ εὐχή»[21].

5) Προσοχή στά «μικρά».

.          Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά μήν ὑποχωρεῖ καί στίς λεγόμενες «μικρές» ἁμαρτίες. «Καὶ οἱ μικρὲς ἁμαρτίες», δίδασκε ὁ Γέρων Παΐσιος, «ἔχουν καὶ αὐτὲς βάρος. Ὅταν πήγαινα στὸν πάπα-Τύχωνα νὰ ἐξομολογηθῶ, δὲν εἶχα τίποτε σοβαρὸ νὰ πῶ καὶ μοῦ ἔλεγε: Ἀμμούδα, παιδάκι μου, ἀμμούδα! Οἱ μικρὲς ἁμαρτίες μαζεύονται καὶ κάνουν ἕναν σωρὸ ἀμμούδα, ποὺ εἶναι ὅμως βαρύτερη ἀπὸ μία μεγάλη πέτρα. Ὁ ἄλλος ποὺ ἔχει κάνει ἕνα ἁμάρτημα μεγάλο, τὸ σκέφτεται συνέχεια, μετανοεῖ καὶ ταπεινώνεται. Ἐσὺ ἔχεις πολλὰ μικρά. Ἐὰν ὅμως ἐξετάσεις τὶς συνθῆκες μὲ τὶς ὁποῖες ἐσὺ μεγάλωσες καὶ τὶς συνθῆκες μὲ τὶς ὁποῖες μεγάλωσε ὁ ἄλλος, θὰ δεῖς ὅτι εἶσαι χειρότερη ἀπὸ ἐκεῖνον»[22]. Τά «μικρά» γιά αὐτούς πού ἔχουν γνώση τῆς Πνευματικῆς ζωῆς δέν εἶναι μικρά. 

6) χι γενικολογίες οριστολογίες.

.          Ἕνα ἄλλο σημεῖο προσοχῆς εἶναι ὅτι θά πρέπει ἡ ἐξομολόγηση νά μήν εἶναι γενικόλογη τοῦ τύπου: «Πάτερ ἔχω κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες» ἤ γεμάτη ἀοριστολογίες. «Νὰ προσπαθεῖς», συμβούλευε ὁ Γέρων Παΐσιος πνευματικό του παιδί, «νὰ εἶσαι συγκεκριμένη στὴν ἐξομολόγησή σου. Δὲν φθάνει νὰ πεῖ κανεὶς λ.χ. ζηλεύω, θυμώνω κ.λπ., ἀλλὰ πρέπει νὰ πεῖ τὶς συγκεκριμένες πτώσεις του, γιὰ νὰ βοηθηθεῖ. Καὶ ὅταν πρόκειται γιὰ κάτι βαρύ, ὅπως ἡ πονηριά, πρέπει νὰ πεῖ καὶ πῶς σκέφθηκε καὶ πῶς ἐνήργησε ἀλλιῶς κοροϊδεύει τὸν Χριστό. Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια στὸν πνευματικό, δὲν τοῦ ἀποκαλύπτει τὸ σφάλμα του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τὸν βοηθήσει, παθαίνει ζημιά, ὅπως καὶ ὁ ἄρρωστος κάνει μεγάλο κακὸ στὴν ὑγεία του, ὅταν κρύβει τὴν πάθησή του ἀπὸ τὸν γιατρό. Ἐνῶ, ὅταν ἐκθέτει τὸν ἑαυτό του ὅπως ἀκριβῶς εἶναι, τότε ὁ πνευματικὸς μπορεῖ νὰ τὸν γνωρίσει καλύτερα καὶ νὰ τὸν βοηθήσει πιὸ θετικά»[23].

7) χι «ξαπάτηση» το Πνευματικο.

.          «Ἡ δύναμη τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως εἶναι ἀνυπολόγιστη», σημειώνει ὁ π. Παῦλος καί συνεχίζει: «Δέν ἐπενεργεῖ ὅμως πάνω μας χωρίς τήν δική μας ἐλεύθερη συνεργασία. Νά ἔχουμε συναίσθηση τῆς ἱερότητας τοῦ Μυστηρίου καί νά προσερχόμαστε σ’ αὐτό μέ βαθιά ταπείνωση, εἰλικρίνεια καί συντετριμμένη καρδιά. Μόνο ὅσοι βιώνουν τήν μετάνοια καί ἐξομολογοῦνται πλήρως καί τελείως τίς ἁμαρτίες τους φεύγουν ἀναπαυμένοι, χαρούμενοι καί εἰρηνικοί, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα νά τούς ἐπισκιάζει. Ὅσοι νομίζουν ὅτι ξεγελοῦν τόν Πνευματικό, γελιοῦνται οἱ ἴδιοι, παίζοντας θέατρο καί ἐξοργίζοντας τόν Θεό. Ἄν συνεχίσουν μέ αὐτή τήν λανθασμένη τακτική φεύγουν δυστυχῶς ἀπό τήν παροῦσα ζωή ἀμετανόητοι πρός αἰωνία ἀπώλεια»[24].

8) κζήτηση συγγνώμης καί γάπη μέ λους.

.          Ἀναγκαία βέβαια προϋπόθεση γιά νά συγχωρηθοῦμε καί νά εἶναι ἔγκυρη ἡ ἐξομολόγησή μας εἶναι τό νά συγχωρήσουμε καί νά ζητήσουμε συγχώρηση ἀπό ὅλους. «Ὅταν κανεὶς ἀδικήσει ἢ πληγώσει μὲ τὴν συμπεριφορὰ του ἕναν ἄνθρωπο», παρατηρεῖ ὁ Γέρων Παΐσιος,«πρέπει πρῶτα νὰ πάει νὰ τοῦ ζητήσει ταπεινὰ συγχώρηση, νὰ συμφιλιωθεῖ μαζί του, καὶ ἔπειτα νὰ ἐξομολογηθεῖ τὴν πτώση του στὸν πνευματικό, γιὰ νὰ λάβει τὴν ἄφεση. Ἔτσι ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἂν πεῖ τὸ σφάλμα του στὸν πνευματικό, χωρὶς προηγουμένως νὰ ζητήσει συγχώρηση ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ πλήγωσε, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἰρηνεύσει ἡ ψυχή του, γιατί δὲν ταπεινώνεται. Ἐκτὸς ἂν ὁ ἄνθρωπος ποὺ πλήγωσε ἔχει πεθάνει ἢ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν βρεῖ, γιατί ἄλλαξε κατοικία καὶ δὲν ἔχει τὴν διεύθυνσή του, γιὰ νὰ τοῦ ζητήσει, ἔστω καὶ γραπτῶς, συγγνώμη, ἀλλὰ ἔχει διάθεση νὰ τὸ κάνει, τότε ὁ Θεὸς τὸν συγχωρεῖ, γιατί βλέπει τὴν διάθεσή του»[25]. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ζητήσει συγννώμη καί ὁ ἄλλος δέν τόν συγχωρήσει τότε, δίδασκε ὁ π. Παΐσιος, πρέπει «νὰ κάνουμε προσευχὴ νὰ μαλακώσει ὁ Θεὸς τὴν καρδιά του. Ὑπάρχει ὅμως περίπτωση νὰ μὴ βοηθάει ὁ Θεὸς νὰ μαλακώσει ἡ καρδιά του, γιατί, ἂν μᾶς συγχωρήσει, μπορεῖ νὰ ξαναπέσουμε στὸ ἴδιο σφάλμα»[26].

 9) χι δικαιολόγηση το αυτο μας

.          Στήν ξομολόγηση πηγαίνουμε γιά νά ατοκατηγορηθομε καί ὄχι νά δικαιολογηθοῦμε ἤ νά παρουσιάσουμε τίς «ἀρετές» μας. Καλλίτερα νά εἴμαστε ἄτεγκτοι καί αὐστηροί μέ τόν ἑαυτό μας παρά νά ἀναζητοῦμε ἐλαφρυντικά.
.      «Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ προσέξη» ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος ἀναφερόμενος σ’ αὐτόν πού ἐξομολογεῖται,«εἶναι νὰ μὴ δικαιολογῆ τὸν ἑαυτό του κατὰ τὴν ἐξομολόγηση. Ἐγώ, ὅταν πάω νὰ ἐξομολογηθῶ καὶ πῶ λ.χ. «θύμωσα» – ἄσχετα ἂν χρειαζόταν νὰ δώσω καὶ σκαμπίλι-, δὲν ἀναφέρω τὸ θέμα, γιὰ νὰ μὴ μοῦ δώση ἐλαφρυντικὸ ὁ πνευματικός. Ὅποιος ἐξομολογεῖται καὶ δικαιολογεῖ τὸν ἑαυτό του, δὲν ἔχει ἀνάπαυση ἐσωτερική, ὅσο ἀσυνείδητος καὶ ἂν εἶναι. Τὰ ἐλαφρυντικὰ ποὺ χρησιμοποιεῖ στὴν ἐξομολόγησή του γίνονται ἐπιβαρυντικὰ γιὰ τὴν συνείδησή του. Ἐνῶ, ὅποιος ὑπερβάλλει τὰ σφάλματά του, γιατί ἔχει λεπτὴ συνείδηση, καὶ δέχεται καὶ μεγάλο κανόνα ἀπὸ τὸν πνευματικό, αὐτὸς νιώθει ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού, ἂν κλέψουν λ.χ. μία ρώγα, νιώθουν σὰν νὰ πῆραν πολλὰ καλάθια σταφύλια καὶ σκέφτονται συνέχεια τὸ σφάλμα τους. Δὲν κοιμοῦνται ὅλη τὴν νύχτα, μέχρι νὰ τὸ ἐξομολογηθοῦν. Καὶ ἄλλοι, ἐνῶ ἔχουν κλέψει ὁλόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογοῦν τὸν ἑαυτό τους καὶ λένε πὼς πῆραν ἕνα τσαμπί. Αὐτοὶ ὅμως ποὺ ὄχι μόνο δὲν δικαιολογοῦν τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ μεγαλοποιοῦν τὸ παραμικρὸ σφάλμα τους καὶ στενοχωριοῦνται καὶ ὑποφέρουν πολὺ γιὰ μία μικρή τους ἀταξία, ξέρετε τί θεία παρηγοριὰ νιώθουν; Ἐδῶ βλέπεις τὴν θεία δικαιοσύνη, πῶς ὁ Καλὸς Θεὸς ἀνταμείβει. Ἔχω παρατηρήσει ὅτι ὅσοι ἐκθέτουν τὰ σφάλματά τους ταπεινὰ στὸν πνευματικὸ καὶ ἐξευτελίζονται, λάμπουν, γιατί δέχονται τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀπόστρατος μὲ πόση συντριβή μοῦ διηγήθηκε ὅ,τι εἶχε κάνει ἀπὸ ὀκτὼ χρονῶν παιδάκι. Ἕνα τόπι εἶχε πάρει ἀπὸ ἕνα παιδάκι γιὰ μία μόνο νύχτα –τὴν ἄλλη μέρα τοῦ τὸ ἔδωσε– καὶ ἔκλαιγε, γιατί τὸ στενοχώρησε. Ὅταν ἀποστρατεύθηκε, ἔψαξε καὶ βρῆκε ὅσους εἶχε λυπήσει, ὅταν ὑπηρετοῦσε –ἄσχετα ἂν ἐκτελοῦσε καθῆκον τῆς ὑπηρεσίας του-, καὶ τοὺς ζήτησε συγγνώμη! Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση! Ὅλα τὰ ἔπαιρνε ἐπάνω του. Μένει τώρα σὲ ἕνα χωριὸ καὶ τὰ χρήματά του τὰ δίνει ἐλεημοσύνη. Ὑπηρετεῖ καὶ τὴν ἡλικιωμένη μάνα του, ἐνενήντα πέντε χρόνων, κατάκοιτη μὲ ἡμιπληγία καί, ἐπειδὴ βλέπει τὸ σῶμα της, ὅταν τὴν φροντίζη, τὸν πειράζει ὁ λογισμός. «Ἂν ὁ Χὰμ ποὺ εἶδε τὴν γύμνωση τοῦ πατέρα του τιμωρήθηκε, λέει, τότε ἐγώ…». Συνέχεια ἔκλαιγε. Τὸ πρόσωπό του ἦταν ἀλλοιωμένο. Πόσο διδάχθηκα ἀπὸ τὴν συντριβή του!»[27].

10) χι ποχή πό τήν ξομολόγηση μέ τήν δικαιολογία τι «φο θά ξαναπέσω τί νά πάω;».

.          Ὅπως κανείς δέν λέει: «Ἀφοῦ θά ξαναπεινάσω, γιατί νά φάω;» ἤ «ἀφοῦ θά ξαναλερωθῶ γιατί νά πλυθῶ;», ἔτσι κανείς δέν πρέπει νά ἀναβάλλει τήν ἐξομολόγηση μέ τήν σκέψη: «Ἀφοῦ θά ξαναπέσω γιατί νά πάω νά ἐξομολογηθῶ;».
.          Κάποτε ρώτησαν τόν π. Παΐσιο: «Γέροντα, μερικοὶ ἀπὸ φιλότιμο δὲν πᾶνε νὰ ἐξομολογηθοῦν. «Ἀφοῦ μπορεῖ νὰ ξανακάνω τὸ ἴδιο σφάλμα, λένε, γιὰ ποιό λόγο νὰ πάω νὰ τὸ ἐξομολογηθῶ; γιὰ νὰ κοροϊδεύω τὸν παπά;». Ἐκεῖνος τότε ἀπάντησε:
– Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό! Εἶναι σὰν νὰ λέει ἕνας στρατιώτης, ὅταν τραυματίζεται: «Ἀφοῦ ὁ πόλεμος δὲν τελείωσε καὶ μπορεῖ πάλι νὰ τραυματισθῶ, γιατί νὰ δέσω τὸ τραῦμα μου;». Ἀλλά, ἂν δὲν τὸ δέσει, θὰ πάθει αἱμορραγία καὶ θὰ πεθάνει. Μπορεῖ ἀπὸ φιλότιμο νὰ μὴν πηγαίνουν νὰ ἐξομολογηθοῦν, τελικὰ ὅμως ἀχρηστεύονται. Ὁ διάβολος, βλέπεις, ἐκμεταλλεύεται καὶ τὰ χαρίσματα (π.χ. τὸ φιλότιμο). Ἂν δὲν καθαρίζουμε μὲ τὴν ἐξομολόγηση τὴν ψυχή μας, ὅταν πέφτουμε καὶ λερωνόμαστε, σκεπτόμενοι ὅτι πάλι θὰ πέσουμε καὶ θὰ λερωθοῦμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στὶς παλιὲς λάσπες καὶ εἶναι δύσκολο μετὰ νὰ καθαρίσουν»[28].

11) χι πόκρυψη κάποιων μαρτιν – πομάκρυνση τς δαιμονικς ντροπς.

.          Δυστυχῶς συμβαίνει καί αὐτό: Λόγῳ δαιμονικῆς ἐντροπῆς ὁ ἐξομολογούμενος μπορεῖ νά ἀποκρύψει κάποιες σοβαρότατες ἁμαρτίες. Τότε βέβαια δέν συγχωρεῖται καί δέν θεραπεύεται, διότι εἶναι ἀνειλικρινής ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. διάβολος παίρνει πό τόν νθρωπο τήν ντροπή, ταν τόν σπρώχνει στήν μαρτία (γιά νά τήν κάνει ἄνετα καί εὔκολα) καί το τήν ξαναδίνει, ταν πρόκειται νά τήν ξομολογηθε (γιά νά μήν τήν ἐξομολογηθεῖ καί θεραπευθεῖ).
.       «Γνωρίζοντας, ὁ διάβολος», παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «πώς ἡ ἁμαρτία μέσα της ἔχει τὴν ντροπὴ κι αὐτὸ μπορεῖ, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἕλκεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ τὸν κρατήσει μακριά της- γνωρίζοντας ἀπὸ τὴν ἄλλη πὼς ἡ μετάνοια ἔχει τὴν παρρησία καὶ τὸ θάρρος μέσα της καὶ πὼς αὐτὸ μπορεῖ νὰ προσελκύσει στὴν μετάνοια αὐτὸν ποὺ θέλει νὰ μετανοήσει, ἀντέστρεψε τὴν τάξη τῶν πραγμάτων κι ἔδωσε στὴν μετάνοια ντροπή, ἐνῶ στὴν ἁμαρτία ἔδωσε τὸ θάρρος καὶ τὴν παρρησία. Κι ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Θὰ σοῦ τὸ ἐξηγήσω. Καταλαμβάνεται ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ μία ἐπιθυμία πονηρὴ καὶ δυνατὴ- καὶ τὴν ἀκολουθεῖ, ὅπως ἕνας αἰχμάλωτος- δὲν ντρέπεται- δὲν κοκκινίζει. Πράττει τὴν ἁμαρτία- ἴχνος ντροπῆς πουθενὰ- δὲν κοκκινίζει καθόλου. Ὅμως, γιὰ νὰ μετανοήσει, ντρέπεται. Μά, ἄνθρωπέ μου, ὅταν ἔπραττες τὴν ἁμαρτία δὲν ντρεπόσουν καὶ τώρα πού ἦρθες νὰ μετανοήσεις, τώρα ντρέπεσαι; Νιώθει ντροπὴ ὁ ἄνθρωπος. Ναί, τὸ καταλαβαίνω. Μά, γιὰ πές μου, γιατί τότε πού ἔπραττε τὴν ἁμαρτία δὲν ντρεπόταν; Πράττει τν μαρτία κα δν ντρέπεται, κα ντρέπεται ν πε τ λόγια της μετανοίας; Δὲν εἶναι παρὰ ἔργο τῆς κακίας τοῦ διαβόλου αὐτό. Αὐτὸς εἶναι ποὺ τὴν στιγμὴ τῆς ἁμαρτίας ἐμποδίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ αἰσθανθεῖ ντροπή, καὶ τὸν ἀφήνει ἔτσι ἐκτεθειμένο ἀπέναντι στὴν ἁμαρτία- γιατί γνωρίζει ὅτι, ἂν νιώσει ὁ ἄνθρωπος ντροπή, θὰ φύγει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Τὴν στιγμὴ πάλι τῆς μετανοίας κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ αἰσθάνεται ντροπὴ- γιατί γνωρίζει ὅτι αὐτὸς ποὺ αἰσθάνεται ντροπή, δὲν φθάνει στὴν μετάνοια. Διπλὸ εἶναι τὸ κακὸ ποὺ κάνει: Ἕλκει στὴν ἁμαρτία, ἀπὸ τὴ μιά, καὶ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴ μετάνοια, ἀπ’ τὴν ἄλλη. Γιατί νὰ ντρέπεσαι λοιπόν; Δὲν ἔνιωθες ντροπὴ τότε ποὺ ἔπραττες τὴν ἁμαρτία καὶ νιώθεις τώρα ποὺ ἔρχεσαι νὰ βάλεις φάρμακο ἐπάνω στὴν πληγή. Τώρα πού ἀπαλλάσσεσαι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τώρα ντρέπεσαι; Ὄφειλες τότε νὰ αἰσθάνεσαι ντροπὴ- ἔπρεπε τότε νὰ ντρεπόσουν- τότε, ὅταν ἔπραττες τὴν ἁμαρτία. μαρτωλς γινόσουν κα δν νιωθες ντροπή, γίνεσαι δίκαιος κα ντρέπεσαι; “Λέγε τὶς ἁμαρτίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ γίνεις δίκαιος”. Ὢ μέγεθος φιλανθρωπίας τοῦ Κυρίου! Δὲν εἶπε “Λέγε τὶς ἀνομίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ μὴν τιμωρηθεῖς”, ἀλλὰ “Λέγε τὶς ἀνομίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ γίνεις δίκαιος”. Δὲν ἔφθανε πού δὲν τὸν τιμωρεῖς, τὸν κάνεις δίκαιο κι ἀπὸ πάνω; Ναί, καὶ πολὺ δίκαιο μάλιστα. Πρόσεξε ἀκριβῶς αὐτὰ τὰ λόγια! Λέει: Τὸν κάνω δίκαιο αὐτὸν ποὺ θὰ μετανοήσει. Θέλεις νὰ μάθεις καὶ σὲ ποιά περίπτωση τὸ ἔκανε αὐτό; Τότε μὲ τὸν ληστή. Μὲ τὸ νὰ πεῖ ὁ ληστὴς στὸν σύντροφό του ἁπλῶς καὶ μόνο ἐκεῖνα τὰ γνωστά μας λόγια! “Μὰ οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Κι ἐμεῖς δίκαια βέβαια- ἔχουμε μία τιμωρία ὅπως μᾶς ἀξίζει, γιὰ ὅλα ὅσα κάναμε”- τὴν ἴδια ἐκείνη τὴ στιγμὴ τοῦ λέει ὁ Σωτήρας: “Σήμερα κιόλας μαζί μου θὰ εἶσαι στὸν παράδεισο”. Δὲν τοῦ εἶπε: “σὲ ἀπαλλάσσω ἀπὸ τὴν κόλαση κι ἀπὸ τὴν τιμωρία”, ἀλλὰ τὸν βάζει στὸν παράδεισο, ἀφοῦ τὸν κάνει δίκαιο»[29].

.          Ἑπομένως καμμιά ντροπή δέν δικαιολογεῖται. Μέ θάρρος καί ἐμπιστοσύνη στὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ θά πρέπει νά ὁμολογοῦμε ὅλες τίς ἁμαρτίες μας.
.          «Ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν», παρατηρεῖ ὁ Στάρετς Σάββας ὁ Παρηγορητής, «πρέπει νά γίνεται ἐκ βάθους καρδίας, χωρίς τήν παραμικρή ἀπόκρυψη ἤ δικαιολογία τοῦ ἑαυτοῦ μας.  Καί ὅποιος καλύπτει κάτι στήν ἐξομολόγηση, ἐκεῖνος ἰδιαίτερη διπλῆ ἁμαρτία παίρνει στήν ψυχή του. Ἄν, ἔχοντας ἀνάγκη τό γιατρό γιά τήν ἀνημπόρια σου, κρύβεις τήν ἀσθένειά σου, τότε δέν σώζεσαι ἀπό τήν ἀθεράπευτη σήψη. Δέν πρέπει νά ντρέπεσαι νά ἀποκαλύπτεις στόν πνευματικό σου πατέρα τίς ἁμαρτίες σου, ὅσο μεγάλες κι ἄν εἶναι»[30].

12) Διόρθωση τς ζως μας, παύση τς μαρτίας, ληθινή μετάνοια.

.          Δέν εἶναι ἀρκετό νά ἀπαριθμήσει κανείς τίς ἁμαρτίες του μπροστά στόν Πνευματικό γιά νά ἐπιτύχει καί τήν διόρθωσή του. Θά πρέπει νά ζεῖ τήν μετάνοια, τήν συντριβή καί νά τήν ἐκφράζει, τό κατά δύναμιν μέ  μυστικούς στεναγμούς καί κρυφά δάκρυα στό «ταμιεῖον του», στήν προσευχή του. Χωρίς ἐξομολόγηση πράγματι δέν μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Θά πρέπει ὅμως ἡ ἐξομολόγηση νά συνοδεύεται ἀπό ἀληθινή μετάνοια, δηλαδή παύση τῶν κακῶν καί πράξη τῶν καλῶν.
.          «Ὅποιος δέν προστρέξει στό σωτήριο (μυστήριο) τῆς μετανοίας», διδάσκει ὁ Στάρετς Σάββας, « θά ἀκούσει αὐτή τήν φοβερή ἀπόφαση τοῦ Κυρίου: «Ἐάν μή μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε» (Λουκ.ιγ´3)  Ἀλλά καί ὅσοι προστρέχουν στό μυστήριο τῆς μετανοίας δέν καθαρίζονται ὅλοι, ἐπειδή ὅλοι δέν προσέχουν ἐκείνους τούς ὅρους πού εἶναι ἀπαραίτητοι γιά τήν ἀληθινή μετάνοια. Ἀρχή τῆς μετάνοιας εἶναι ἡ συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἡ συντριβή γι’ αὐτές.  «Ὅταν ἀποστραφεῖς στενάξης, τότε σωθήσῃ» (Ἠσ. λ´15)
.        Μερικοί πό γνοια πό προσεξία στό ργο τς μετανοίας, ναποθέτουν τό μυστήριο τς μετανοίας σέ μιά μόνο ξομολόγηση.  Νομίζουν τι μέ τήν προφορική ξομολόγηση τν μαρτιν στόν πνευματικό πατέρα τελείως καθαρίζονται π’ ατές.  Ἀλλά  εἶναι μάταιη ἡ ἐλπίδα τους.  Δέν περιμένει τέτοια εἴδους μετάνοια ἀπό μᾶς ὁ Κύριος. Θέλει ἐμεῖς νά αἰσθανθοῦμε ὅλο τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, νά πονέσουμε γι’ αὐτές, νά τίς πλύνουμε μέ καρδιακά δάκρυα συντριβῆς καί νά δώσουμε στήν καρδιά μας σταθερή ὑπόσχεση ὅτι θά διορθώσουμε τή ζωή μας.  Τότε μόνο ἡ μετάνοιά μας εἶναι πραγματικά εὐάρεστη στόν Θεό.
.          Παραδείγματα τέτοιας μετανοίας χρησιμεύουν σέ μᾶς, ὁ ἄσωτος υἱός, ὁ τελώνης, ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ὀ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἱερομάρτυρας Κυπριανός καί ἄλλοι.  Μέ βαθειά λύπη πρέπει νά ποῦμε ὅτι μεγάλο μέρος τῶν σημερινῶν χριστιανῶν δέν προσφέρει τήν πρέπουσα μετάνοια καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ δέν διορθώνεται ἡ ζωή τους, ἡ ἁμαρτία τούς κυριεύει, τά πάθη τους δέν τιθασσεύονται κι αὐτοί, ἀφοῦ δέν καθαρίζονται ἀπό τίς ἐσωτερικές πληγές δέν ἀφήνουν τίς κακές τους συνήθειες καί δέν φέρουν καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας»[31].

13) χι πελπισία, λλά οτε καί διαφορία

.          διάβολος προσπαθε ετε νά πελπίσει τόν νθρωπο γιά τήν σωτηρία του ετε νά τόν ρίξει στήν μέλεια μέ τήν σκέψη τι Θεός εναι φιλάνθρωπος καί θά τόν συγχωρήσει· πότε δέν χρειάζεται μετάνοια καί ξομολόγηση. Ὁ χριστιανός θά πρέπει νά πολεμᾶ ἐναντίον καί τῶν δύο. «Ὑπάρχουν δύο εἴδη ἀσθένειας», εὔστοχα σημειώνει ὁ Στάρετς Σάββας,« τά ὁποῖα χρησιμεύουν σέ κάποιους σάν αἰτία τῆς ἀμετανοησίας, τῆς μή ἐγκαταλείψεως τῶν ἁμαρτιῶν τους.  Ἡ πρώτη ἀρρώστια εἶναι ἡ πλήρης ἀπελπισία γιά τήν σωτηρία τους καί ἡ δεύτερη ἡ ὑπερβολική ἐλπίδα στήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
.          Ἡ ἀπελπισία συνίσταται στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, συναισθανόμενος τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν του δέν ἐλπίζει πλέον νά λάβει γι’ αὐτές συγχώρηση ἀπό τόν Θεό, βυθιζόμενος ἀκόμη περισσότερο στήν ἄβυσσο τῆς ἀνομίας.  Τά κακά πνεύματα χρησιμοποιοῦν τήν ἀπελπισία καί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στόν τέλειο ὄλεθρο.
.          Μέχρι νά πέσουμε, οἱ δαίμονες μᾶς παρουσιάζουν τόν Θεό ὡς φιλάνθρωπο, ἀλλά μετά τήν πτώση μας ὡς ἀδυσώπητο.  Μή πιστεύεις τόν ψεύτη διάβολο, μή χάνεις τήν ἐλπίδα σου στήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἔχοντας στό νοῦ σου τόν προφητικό λόγο: «μὴ ἐπίχαιρέ μοι, ἡ ἐχθρά μου, ὅτι πέπτωκα· καὶ ἀναστήσομαι, διότι ἐὰν καθίσω ἐν τῷ σκότει, Κύριος φωτιεῖ μοι» (Μιχ. ζ´8).
.          Καμμιά ἁμαρτία δέν εἶναι ἀσυγχώρητη πλήν τῆς ἀμετανόητης. Ὁ Ἰούδας ὁ προδότης θά συνεχωρεῖτο, ἄν μετανοοῦσε. Τίποτε δέν συγκρίνεται μέ τήν γενναιοδωρία τοῦ Θεοῦ, τίποτε δέν τήν ξεπερνᾶ.  Γι’ αὐτό, ὅποιος ἀπελπίζεται, εἶναι αὐτόχειρας. Ὅποιος εἰλικρινά προσέρχεται στόν Θεό, ἐκεῖνον δέν τόν ἀφήνει νά πέσει τελείως, ἀλλά βλέποντας τήν ἀδυναμία του, συνεργεῖ καί τόν βοηθεῖ φανερά ἤ μυστικά, δίνοντάς του ἄνωθεν χεῖρα βοηθείας. Ὅμως δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε στό κακό, στήν ἐπιείκεια γιά τίς ἁμαρτίες μας, τήν ἀπέραντη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἁμαρτωλό.  Ὁ Θεός ὅσο εἶναι φιλάνθρωπος, τόσο εἶναι καί δικαιοκρίτης.  Γι’ αὐτό σέ ὅλους καί στόν καθένα χωριστά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἀληθινή μετάνοια.  Τούς μή μετανοοῦντας ὁ Θεός δέν τούς συγχωρεῖ»[32].

14) Προσοχή στήν διόγκωση τν σφαλμάτων πού κάνει πονηρός.

.          Ὁ διάβολος προσπαθεῖ πάντα νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἀπόγνωση καί τήν ἀπελπισία. Γι’ αὐτό καί διογκώνει τά σφάλματά μας- πού μπορεῖ νά εἶναι καί πάρα πολύ μικρά- μέ σκοπό νά μᾶς γεμίσει μέ μελαγχολία.

.          Ρώτησαν κάποτε τόν Γέροντα Παΐσιο: « Γέροντα, ποῦ ὀφείλεται ἡ μελαγχολία πού ἔρχεται πολλὲς φορὲς στὴν ψυχή;». Καί ἀπάντησε: «  μελαγχολία  κα  τ  πλάκωμα  τς  ψυχς  φείλονται  συνήθως  σ  τύψεις  π εαισθησία, κα τότε νθρωπος χρειάζεται ν ξομολογηθ, γι ν μπόρεση ν βοηθηθ π τν πνευματικό. Γιατί, ἂν εἶναι εὐαίσθητος, μπορεῖ τὸ σφάλμα πού ἔκανε νὰ εἶναι πολὺ μικρό, ἀλλὰ ὁ ἐχθρὸς διάβολος νὰ τὸ μεγαλοποιῆ, νὰ τοῦ τὸ δείχνη μὲ μικροσκόπιο, γιὰ νὰ τόν  ρίξη  στὴν ἀπελπισία  καὶ  νὰ  τόν  ἀχρηστέψη.  Μπορεῖ  νὰ  τοῦ  πῆ  λ.χ.  ὅτι  τάχα  στενοχώρησε πολύ τούς ἄλλους, ὅτι τοὺς δυσκόλεψε κ.λπ., καὶ νὰ τὸν κάνη νὰ στενοχωριέται πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἀντέχει. φο νδιαφέρεται διάβολος, γιατί δν πηγαίνει ν πειράξη τν συνείδηση νς ναίσθητου νθρωπου; Ἀλλά τὸν ἀναίσθητο τὸν κάνει νὰ θεωρῆ μηδαμινὸ ἕνα μεγάλο σφάλμα του, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη σὲ συναίσθηση.
.       Πρέπει    νθρωπος  ν  γνωρίση  τόν  αυτ  του  πως  εναι,  κα  χι  πως  τν παρουσιάζει    χθρός  διάβολος,  διότι  αὐτός  ἐνδιαφέρεται γιὰ  τὸ  κακό  μας.  Ποτὲ  νὰ  μὴν ἀπελπίζεται, ἀρκεῖ νὰ μετανοῆ, γιατί καὶ οἱ ἁμαρτίες του εἶναι λιγώτερες ἀπό τοῦ διαβόλου καὶ  ἐλαφρυντικὰ  ἔχει,  ἐπειδὴ  πλάσθηκε  ἀπό  χῶμα  καὶ  ἀπό  ἀπροσεξία  γλίστρησε  καὶ λασπώθηκε. Γιὰ νὰ γίνη σωστὸς ἀγώνας, πρέπει νὰ γυρίζουμε τὴν ρόδα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖ πού τὴν γυρίζει ὁ διάβολος. Ἂν μᾶς λέη ὅτι εἴμαστε κάτι, νὰ καλλιεργοῦμε τὴν αὐτομεμψία. Ἂν μᾶς λέη  ὅτι  δέν  εἴμαστε  τίποτε,  νὰ  λέμε:  Ὁ  Θεός  θὰ  μὲ  ἐλεήση.  Ἔτσι  ἁπλᾶ  ἄν  κινῆται  ὁ ἄνθρωπος,  μὲ  ἐμπιστοσύνη  καὶ  ἐλπίδα  στόν  Θεό, μπαίνει  στήν  ζωή  του  ἡ  μετάνοια,  ἡ ταπείνωση, καὶ ἀνεβαίνει σὲ πνευματικὰ ὕψη»[33].

 15) Προσοχή στήν ατομεμψία.

.         Ἕνα λεπτό σημεῖο πού πρέπει νά προσέξει αὐτός πού ἐξομολογεῖται καί ἀγωνίζεται πνευματικά εἶναι τό θέμα τῆς αὐτομεμψίας. Δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει κακομοιριά ἀλλά λεβεντιά. Ὑπάρχει φόβος νά ὁδηγηθεῖ ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός στήν ἀπελπισία καί τήν ἀπραξία, ἄν ἀσκεῖ τήν αὐτομεμψία, χωρίς συγχρόνως νά καλλιεργεῖ καί τήν τέλεια ἐλπίδα του στόν Θεό.
.          Τέλεια ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί τέλεια ἐλπίδα στόν Θεό θά πρέπει νά ἔχουμε συνεχῶς.
.        Κάποτε ρωτήθηκε ὁ π. Παΐσιος: «Δηλαδή, Γέροντα, ἡ αὐτομεμψία δὲν βοηθάει στὸν πνευματικὸ ἀγώνα;». Ὁ Γέροντας ἀπάντησε: «Βοηθάει,  ἀλλά  θέλει  διάκριση.  Μπορε  π.χ.  ν  λέη  κανείς  στόν  αυτό  του:  Εσαι νόητος… .  Ν  τ  λέη μως  μ  ταπείνωση,  γι  ν  κοροϊδέψη  τόν  διάβολο,  λλά  κα  μ λεβεντιά, χι μ κακομοιριά. Ατομεμψία, χι πελπισία.

.          Σημεῖο  πνευματικῆς  ὡριμότητος  εἶναι  νὰ  πιστέψω  ὅτι  δέν  κάνω  τίποτε,  νὰ ἀπογοητευθῶ μὲ  τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, ἀπὸ τὸ ἐγώ μου, ν νιώθω πώς μ ,τι  κάνω  προσθέτω  συνέχεια  μηδενικ  καὶ  νὰ  συνεχίζω  τόν  ἀγώνα  μου  ἐλπίζοντας  στὸν Θεό. Τότε ὁ Καλὸς Θεός, ὅταν δῆ τὰ μηδενικά τῆς ἀγαθῆς μου προαιρέσεως, θὰ μὲ λυπηθῆ, θὰ προσθέση στὴν ἀρχή τὴν μονάδα καὶ θὰ πάρουν ἀξία τὰ μηδενικά μου καὶ θὰ πλουτίσω πνευματικά.  Μέσα  στήν  ταπεινὴ  κατασταση  τῆς  ἀπογοητεύσεως  ἀπό  τόν  ἑαυτό  μου κρύβεται ἡ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση»[34].

16) Προσοχή στήν περευαισθησία.

.          Μία ἀκόμη παγίδα τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ὑπερευαισθησίας στόν ἄνθρωπο. Ὅταν συμβαίνει αὐτό, ὁ ἄνθρωπος κάποια πράγματα τά λεπτολογεῖ, τά «ψειρίζει» καί γεμίζει ἐνοχές, πού μπορεῖ νά εἶναι καί τελείως ἀνυπόστατες. Εἶναι τά λεγόμενα «μορμολύκια», τά «σκιάχτρα», πού φτιάχνει περευαίσθητος ἄνθρωπος μέ τήν συνεργασία τοῦ διαβόλου καί τρομάζει ἐκεῖ ὅπου δέν ὑπάρχει φόβος.
.          Σ’ αὐτές τίς καταστάσεις χρειάζεται ὡς θεραπευτικό φάρμακο ἡ καλή ἀδιαφορία – ὅπως τήν ἀποκαλοῦσε ὁ Γέροντας Παΐσιος.
.         Κάποτε ρωτήθηκε: «Γέροντα, νὰ μᾶς λέγατε κάτι γιὰ τὴν καλὴ ἀδιαφορία». Καὶ ἀπάντησε:
.          «Ἡ καλὴ ἀδιαφορία χρειάζεται σὲ ἕναν ὑπερευαίσθητο πού τὸν ταλαιπωρεῖ τὸ ταγκαλάκι μὲ διάφορους λογισμούς. Τότε καλὸ εἶναι νὰ γίνη λίγο ἀναίσθητος, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, καὶ νὰ μὴ λεπτολογῆ μερικὰ πράγματα. Ἤ, ἀκόμη, χρειάζεται γιὰ κάποιον πού μπορεῖ σὲ πολλὰ νὰ εἶναι ἀδιάφορος, ἄλλα σὲ κάτι νὰ τοῦ ἔχη δημιουργήσει ὁ πειρασμὸς μιὰ ὑπερευαισθησία, γιὰ νὰ τὸν ἀχρηστέψη. Τότε  γιὰ ἕνα διάστημα θὰ  τὸν βοηθήση ἡ καλὴ ἀδιαφορία. Θέλει ὅμως παρακολούθηση. Πρέπει νὰ λέη τὸν λογισμό του καὶ νὰ παρακολουθῆται ἀπὸ τὸν πνευματικό, ἀλλιῶς  μπορεῖ  σιγὰ-σιγὰ  νὰ  τὰ  πάρη  ὅλα  σβάρνα  καὶ  νὰ  φθάση  στὴν  ἄλλη  ἄκρη,  νὰ  γίνη τελείως ἀδιάφορος»[35].

17) χι κατάκριση γογγυσμός ναντίον κείνων πού χρονίζουν στήν ξομολόγηση.

.          Περιμένοντας γιά ἐξομολόγηση δέν θά πρέπει νά δυσανασχετοῦμε, ἤ νά πιέζουμε τόν Πνευματικό νά μᾶς δεχθεῖ γρήγορα, ἤ νά κατακρίνουμε αὐτόν πού θεωροῦμε ὅτι ἄργησε πολύ κατά τήν ἐξαγόρευσή του. Μπορεῖ νά τόν κράτησε ὁ Πνευματικός λίγο περισσότερο, διότι ὑπάρχει πνευματικός λόγος. Ἄν κάποιος πράγματι βιάζεται καί πρέπει νά φύγει θά πρέπει νά τοῦ δίνουμε τήν σειρά μας. Ἄς ἔχουμε ἰδιαίτερα ἐκείνη τήν ἱερή ὥρα τῆς ἀναμονῆς γιά ἐξομολόγηση ἀγάπη πρός ὅλους, σεβασμό, σιωπή, συντριβή καί προσευχή.

πίλογος

 .          «Ἄς παρακαλοῦμε λοιπόν θερμά τόν Κύριο ὥστε «τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ ἐκτελέσαι» [36].
.          Ἄς ζητοῦμε «μετάνοιαν ὁλόκληρον καί καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν Του» γιά νά ἀξιωθοῦμε τῆς μερίδος τῶν Ἁγίων πού εἰσῆλθαν διά τῆς Μετανοίας στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
.          «Ὡς ὁ ληστής, ὡς ὁ τελώνης καί ὡς ὁ ἄσωτος» ἄς ἐξομολογούμαστε ταπεινά, γιά νά δικαιωθοῦμε ἀπό τόν Ἀγαθοδότη Πολυέλεο καί Πολυεύσπλαχνο Κύριο. Ἀμήν».

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης