Ἡ θεία παρηγορία ἔρχεται ἀπὸ τὴν μετάνοιαν
– Γέροντα, τί είναι ή θεία παρηγοριά;
– Ή θεία παρηγοριά τί είναι; Θά σάς πώ ένα παράδειγμα, γιά νά καταλάβετε καλύτερα.
Ένα παιδάκι κάνει μιά μικρή ζημιά, σπάζει λ.χ. ένα εργαλείο του
πατέρα του, καί ύστερα στενοχωριέται καί κλαίει, γιατί τήν θεωρεί πολύ
μεγάλη. Όσο περισσότερο κλαίει καί αναγνωρίζει τήν ζημιά πού έκανε καί
υποφέρει, τόσο περισσότερο ό πατέρας του τό χαϊδεύει καί τό παρηγορεί:
-Καλά, παιδάκι μου, μή στενοχωριέσαι, δέν πειράζει, θά αγοράσουμε
άλλο. Εκείνο όμως, βλέποντας τήν στοργή τού πατέρα του, κλαίει άπό
φιλότιμο περισσότερο.
-Δέν μπορώ, λέει, νά μή στενοχωριέμαι. Νά, τώρα χρειάζεται τό εργαλείο καί έγώ τό έσπασα.
-Παιδάκι μου, δέν είναι τίποτε, παλιό ήταν, τού λέει. Άλλά εκείνο
πάλι στενοχωριέται. Καί όσο αυτό στενοχωριέται, άλλο τόσο ό πατέρας του
τό σφίγγει στήν αγκαλιά του, τό φιλάει καί τό χαϊδεύει.
Έτσι, καί όσο περισσότερο υποφέρει ό άνθρωπος καί λυπάται γιά τήν
άμαρτωλότητά του ή γιά τήν αχαριστία του πρός τόν Θεό καί κλαίει
φιλότιμα πού λύπησε μέ τις αμαρτίες του τόν Θεό Πατέρα του, τόσο
περισσότερο καί ό Θεός τόν ανταμείβει μέ θεία αγαλλίαση καί τόν
γλυκαίνει εσωτερικά. Αυτή ή λύπη έχει μέν πόνο, άλλά έχει καί ελπίδα καί
παρηγοριά.
Όποιος όμως θέλει τήν θεία παρηγοριά, δέν πρέπει νά ζητάη
παρηγοριά. Πρέπει νά νιώση τό σφάλμα του, νά μετανοιώση, καί τότε θά
έρθη άπό μόνη της ή θεία παρηγοριά.
Κάποτε είχε δημιουργηθή στο Άγιον Όρος ένα θέμα καί είχαν έκτεθή
μερικοί. Τυχαία μέ συνάντησε ένας άπό αυτούς πού είχαν έκτεθή καί μού
είπε: Άχ, καί σέ ήθελα, γιά νά μέ παρηγόρησης. Καί αυτό, γιατί τόν είχε
ξεσκονίσει κάποιος. Καί είχε δίκιο ό άλλος πού τόν ξεσκόνισε. Όταν τό
άκουσα, απόρησα! Νά ζητάη παρηγοριά, ένώ είχε σφάλει!
Άν δέν ζητούσε παρηγοριά, άλλά ταπεινωνόταν καί έλεγε:
έσφαλα, Θεέ μου, θά ερχόταν ή θεϊκή παρηγοριά μέσα του. Τώρα αυτός, ένώ είχε σφάλει, ήθελε νά τού πώ:
Δέν πειράζει, μή στενοχωριέσαι, δέν ήταν καί τόσο μεγάλο τό
φταίξιμο σου, δέν φταις μόνον έσύ, φταίει καί ό άλλος. Έ, τί παρηγοριά
είναι αυτή; Αυτό είναι κοροϊδία. Ή θεία παρηγοριά έρχεται άπό τήν
μετάνοια.
– Οταν, Γέροντα, μετά άπό μιά πτώση ακόλουθη μιά κατάσταση
μετανοίας, άλλά αισθάνεσαι ένα ψυχικό καί σωματικό τσάκισμα, σημαίνει
ότι ή μετάνοια δέν είναι σωστή;
– Τήν πρώτη ἡμέρα δικαιολογείται ένα ψυχικό καί σωματικό τσάκισμα.
Έπειτα όμως, όταν ύπάρχη πραγματική μετάνοια, άν καί λυπάται καί πονάη
εσωτερικά ό άνθρωπος, νιώθει τήν θεία παρηγοριά.
– Ναι, άλλά δέν ξεχνάει καί τό σφάλμα του.
– Ναί, δέν τό ξεχνάει. Θλίβεται-παρηγοριέται,
θλίβεται-παρηγοριέται. Ένα σκαμπίλι δίνει στόν εαυτό του γιά τό σφάλμα
πού έκανε, ένα χάδι δέχεται άπό τόν Θεό, ένα σκαμπίλι- ένα χάδι…
Αυτή
είναι ή μετάνοια πού φέρνει τήν θεία παρηγοριά.