Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου – Περί ἡμερομηνιῶν καί χρόνων καί περί σχισμάτων
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου
(αποσπάσματα από τον Γ’ Λόγο Κατά Ιουδαίων)
(αποσπάσματα από τον Γ’ Λόγο Κατά Ιουδαίων)
§ 5. Και όπως τώρα προτιμάται να τα υπομένετε όλα, παρά να αλλάξετε τη συνήθεια, έτσι έπρεπε αυτή να την περιφρονείτε και να προτιμάτε να υποφέρετε τα πάντα και να κάμνετε το κάθε τι, ώστε να προσέρχεσθε χωρίς αμαρτήματα στη θεία ευχαριστία. Το ότι ο Θεός αδιαφορεί για τη διαφύλαξη ορισμένων ημερών, άκουσέ τον τι λέγει όταν κρίνει˙ πεινῶντα με εἴδετε καί ἐθρέψατε, διψῶντα καί ἐποτίσατε, γυμνόν καί περιεβάλετε˙ ενώ τους ευρισκομένους στα αριστερά του τούς κατηγορεί με τα αντίθετα από αυτά. Και πάλι προσάγοντας άλλον για την μνησικακία, τον κολάζει λέγοντας˙ πονηρέ δοῦλε, πᾶσαν τήν ὀφειλήν ἐκείνην ἀφῆκά σοι˙ ἔδει καί σε ἐλεῆσαι τόν συνδοῦλον σου, ὡς καί ἐγώ σε ἠλέησα.
Και
γιατί να ομιλώ για μας, που έχουμε απαλλαγή από κάθε νομική υποχρέωση
και βρίσκεται το πολίτευμά μας επάνω στους ουρανούς, όπου δεν υπάρχουν
μήνες και ήλιος και σελήνη και κύκλοι ετών;…
§
6. Ας μη φιλονικούμε λοιπόν, ούτε και να λέμε εκείνο, ότι δηλαδή τόσα
χρόνια νήστευα έτσι και τώρα θα αλλάξω; Άλλαξε ακριβώς γι’ αυτό και
μόνο˙ επειδή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα αποκόπηκες από την
Εκκλησία, γύρισε τώρα πίσω στην μητέρα. Κανείς δεν λέγει, επειδή για
τόσο χρόνο παρέμενα στην έχθρα, ντρέπομαι τώρα να συμφιλιωθώ. Γιατί
ντροπή είναι όχι η προς το καλύτερο μεταβολή αλλά η παραμονή στην άκαιρη
φιλονεικία. …
Ας
μην επιστρέφουμε λοιπόν προς τα πρώτα, την στιγμή που ήρθαν τα
τελειότερα, κι ούτε να φυλάσσουμε ακόμη ημέρες και εποχές και έτη, αλλά
παντού ας ακολουθούμε με κάθε ακρίβεια την Εκκλησία, προτιμώντας πάνω
απ όλα την αγάπη και την ειρήνη. Γιατί, κι αν ακόμη η Εκκλησία
διέπραττε σφάλμα, δεν θα ήταν το κατόρθωμα από την ακριβή τήρηση των
χρόνων τόσο μεγάλο, όσο είναι το έγκλημα που προέρχεται από τη διαίρεση
και το σχίσμα.
Τώρα
δεν έχει για μένα καμιά σημασία η τήρηση του καιρού, αφού, όπως
αποδείξαμε, δεν έχει ούτε για τον Θεό σημασία. Άλλωστε για το θέμα αυτό
αφιέρωσα πολλούς λόγους. Αλλά ένα μόνο πράγμα ζητώ˙ το να κάνουμε τα
πάντα με ειρήνη και ομόνοια και όταν εμείς και όλος ο λαός νηστεύουμε
και οι ιερείς αναπέμπουν τις κοινές υπέρ της οικουμένης ευχές, συ να μην
παραμένεις στο σπίτι μεθυσμένος.
Ούτε
η Εκκλησία ανεγνώριζε την υποχρεωτική και ακριβή τήρηση των καιρών.
Αλλ’ επειδή από την αρχή φάνηκε καλό στους Πατέρες που ήταν
διασκορπισμένοι παντού, να συνέλθουν και να ορίσουν την ημέρα αυτή, η
Εκκλησία τιμώντας πάντοτε την συμφωνία και αγαπώντας την ομόνοια,
αποδέχθηκε την απόφαση. Για το ότι και σε μας και σε σας και σε
οποιονδήποτε άλλον είναι αδύνατο να καθορίσει επακριβώς την ημέρα, κατά
την οποία ο Κύριος τέλεσε το μυστήριο, αποδείχθηκε ικανοποιητικά με τα
όσα έχουν λεχθή.
Ας
μη σκιαμαχούμε, λοιπόν, κι ας μη βλάπτουμε τους εαυτούς μας στα μεγάλα
πράγματα, φιλονικώντας για τα ανάξια λόγου. Γιατί δεν αποτελεί έγκλημα
το να νηστεύουμε αυτή ή την άλλη περίοδο, αλλά έγκλημα, και μάλιστα
ασυγχώρητο και άξιο καταδίκης και πρόξενο μεγάλης τιμωρίας, είναι η
διαίρεση της Εκκλησίας, ο διαπληκτισμός, η σπορά της διχόνιας και η
συνεχής αποστέρηση του εαυτού μας από τις συνάξεις των πιστών.
…
Γι’ αυτό τερματίζοντας εδώ την ομιλία, ας ευχηθούμε από κοινού όλοι, να
επιστρέψουν οι αδελφοί μας κοντά μας, και αφού ασπασθούν την ειρήνη,
αποφύγουν την άκαιρη φιλονικία, καταγελάσουν την ψυχρότητα των
αισθημάτων τους, σκεφθούν πιο σοβαρά και απαλλαγούν από την τήρηση των
ημερών, όλοι μαζί τότε μ’ ένα στόμα να δοξάζουμε τον Θεό και Πατέρα του
Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος, τώρα
και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(ΕΠΕ, τ. 34 σσ. 181-191)