«Τὸ ἀντὶ-ἐκκλησιαστικὸν
πνεῦμα»
π. Ἀνδρέου Ἀγαθοκλέους
Ἀκοῦμε
κατὰ καιροὺς
κάποιους ἀνθρώπους
ἢ ὁμάδες
νὰ καταφέρονται
ἐναντίον των
κληρικῶν καί
των «ἀνθρώπων
της Ἐκκλησίας», γιὰ πραγματικὲς
ἢ φανταστικὲς
ἐπιλήψιμες πράξεις. Ἡ ἀμυντικὴ
ἑτοιμότητά μας
μᾶς ὠθεῖ
στὴ δικαιολογία
καὶ ἐνδεχομένως
στὴν ἐπίθεση
μέ το
χαρακτηρισμὸ του
«ἀντὶ-ἐκκλησιαστικοῦ» ἢ «ἄθεου» ποὺ πολεμᾶ τὴν
Ἐκκλησία.
Ὑπάρχουν
περιπτώσεις ποὺ χρειάζεται
ἡ ἀπολογία, ὥστε νὰ
φανεῖ ἡ ἀλήθεια
καὶ ν'
ἀποφευκτεῖ ὁ
σκανδαλισμὸς των
πιστῶν. Δι' αὐτὸ
βλέπουμε στὴν
Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία
νὰ ὑπάρχουν
κληρικοὶ πού το
δίκαιόν τους
τ' ἀναζήτησαν
στὰ δικαστήρια.
Ὅπως
ὑπάρχουν καὶ
περιπτώσεις ὅπου
ἡ σιωπή, ποὺ ἀναθέτει στὸ
Θεὸ μ'
ἐμπιστοσύνη τὸ
πότε θ'
ἀποκαλύψει τὴν
ἀλήθεια, ἔγινε ἡ
ἀντίδρασις στὶς
κατηγορίες ὅπως
π.χ. ὁ ἅγιος
Νεκτάριος.
Ὅμως, ἡ προσπάθεια
ν' ἀποδείξουμε, μέ δικαστικὰ
ἢ πνευματικὰ
μέσα, ὅτι οἱ
κληρικοὶ καὶ
λαϊκοὶ – μέλη της
Ἐκκλησίας εἶναι
ἄψογοι καὶ
ἀνεπίληπτοι, ὄχι μόνο
προκαλεῖ εἰρωνεία
ἀλλὰ εἶναι
καὶ ἐκτὸς
ἀλήθειας. Ἡ Ἐκκλησία
δὲν εἶναι
κοινωνία των
τελείων, ἀλλὰ νοσοκομεῖο
ποὺ θεραπεύει ὅλους
τους ἀνθρώπους
ποὺ θέλουν καί
τὸ παλεύουν.
Ἔτσι, αὐτοὶ ποὺ
μὲ «ἀντὶ-ἐκκλησιαστικὸ
πνεῦμα» ἀγωνίζονται γιὰ
νὰ φτιάξουν
μία τέλεια ἐκκλησία
τῶν καθαρῶν
καὶ ἀναμαρτήτων, φαίνεται πὼς
δὲν θὰ
τελειώσουν το
ἔργον τους
ποτέ. Ὄχι μόνο γιατὶ μέχρι
συντέλειας του αἰῶνος το χωράφι της Ἐκκλησίας δὲν θὰ πάψει νὰ ἔχει καὶ ζιζάνια, ἀλλὰ καὶ γιατὶ το πραγματικὸ «ἀντὶ-ἐκκλησιαστικὸ πνεῦμα»
δέν το ἔχουν αὐτοὶ
ἀλλὰ οἱ περισσότεροι χριστιανοί.
Γιατὶ ἂν ἡ Ἐκκλησία
εἶναι ἡ οἰκογένεια του οὐράνιου Πατέρα καὶ ἡ Θεία Λειτουργία μέσα στὸ ναὸ εἶναι
το «δεῖπνο στὸ σπίτι Του»,
τότε οἱ ἐκκλησιαζόμενοι
γίνονται ἀδελφοὶ ποὺ κοινωνοῦν το Σῶμα καί το Αἷμα του Θεανθρώπου Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ κίνηση – ἑνότητα στὸ ναὸ δὲν μπορεῖ νὰ περιοριστεῖ σ' ἕνα χῶρο
σὲ συγκεκριμένη ὥρα, ἀλλὰ προεκτείνεται στὴν καθημερινότητα
μέ τη σχέση ποὺ ἔχουμε ὡς ἐν Χριστῶ ἀδελφοί,
συμμετέχοντας στὴ χαρὰ
καί τον πόνο ὁ ἕνας του ἄλλου, μοιραζόμενοι τὴν ζωήν
μας.
Τὸ ἀντὶ-ἐκκλησιαστικὸν πνεῦμα
παρατηρεῖται ὅταν ἑνότητα δὲν ὑπάρχει στὴν καθημερινότητα,
ὅταν ὁ διπλανὸς μου
στὸ ναὸν δὲν εἶναι ὁ ἀδελφός μου ἀλλὰ κάποιος,
κι ὅταν ἡ Ἐκκλησία
ἐκλαμβάνεται ὡς μέσον ἀτομικῆς κι ὄχι συλλογικῆς σωτηρίας.
Δὲν χρειάζονται οἱ ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ γιὰ νά μας
διαλύσουν. Ὁ Κύριος εἶπε πὼς «ὅταν σὲ μία οἰκογένεια
πέσει διχασμός, θὰ διαλυθεῖ» (Ματθ.12, 25). Ἄν ὡς χριστιανοὶ ζοῦμε
την Ἐκκλησία κατὰ το πνεῦμα των Πατέρων μας,
ποὺ ἐνδιαφέρονταν ὁ
ἕνας γιά τον ἄλλον, ποὺ μέριμνα τους εἶχαν το κοινὸ ἀντί τὸ ἐγώ, ποιὸ ἀλήθεια, ἀντὶ-ἐκκλησιαστικὸ πνεῦμα
μπορεῖ νὰ κάνει ζημιά;
Ἄλλωστε ἡ Ἐκκλησία εἶναι στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ παλεύει
μέ τους ἀνθρώπους ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀγκαλιάζει ὡς μάνα.
Κι οἱ χριστιανοὶ καλούμαστε
νὰ ὑπερβοῦμε τον ἐγωκεντρισμὸ καὶ τὴν ἀπομόνωση καὶ νὰ πορευτοῦμε ἀγαπητικά πρός τους πονεμένους, τους βασανισμένους,
τους θλιμμένους. Μὰ ποιὸ πολὺ σ' αὐτοὺς ποὺ φαίνονται νὰ ἔχουν «ἀντιεκκλησιαστικὸ
πνεῦμα» γιατὶ μ' αὐτὸ δείχνουν νὰ ψάχνουν την Ἐκκλησία ὡς
ἑνότητα, σχέση, συνάντηση καρδιακὴ
μέ τὸν Χριστὸν καί τοὺς ἀδελφοὺς
Του.