Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

ΑΙΩΝΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ – «ΕΣ ΑΥΡΙΟΝ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ»

ΑΙΩΝΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ – «ΕΣ ΑΥΡΙΟΝ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ»


 
   Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀμετανοησίας ἀπορρίπτουν τόν Χριστόν δι᾽αὐτό δέν ἔχουν ἀνάπαυσιν καί εἰρήνην. Ἔχουν νομιζομένην ἡσυχίαν. Ἡ στιγμή τῆς πραγματικῆς ἡσυχίας δέν εἶναι ἐκείνη πού κοιμώμεθα, ἀλλά ἐκείνη πού κοιμᾶται ἥσυχη ἡ συνείδησίς μας.
 
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ἀντί νά μετανοήσουν καί νά σωθοῦν γίνονται ἑαυτομάχοι- «αὐτοκτονοῦν». Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν. Ἡ μετάνοια ὁδηγεῖ εἰς τήν σωτηρίαν, ἡ δέ ἀναβολή αὐτῆς εἶναι ἐκ τοῦ διαβόλου καί ἔχει ὀλέθρια ἀποτελέσματα.
 
Νά μήν ἀπελπιζώμεθα, ἀλλά οὔτε νά ἀναπαυώμεθα καί νά ἀναβάλλωμε τήν μετάνοιάν μας. Εἶπε Γέρων: «Ἄν σοῦ πῇ ὁ λογισμός «ἔχεις χρόνο νά μετανοήσῃς, μπορεῖς ἀκόμη καί αὔριο», ἐσύ νά τοῦ πῇς «μετανοῶ, ἀμέσως τώρα, γιατί στή μετάνοια δέν ὑπάρχει αὔριο, ἀλλά χθές»».
 
Τό βιβλίον τοῦ Προφήτου Δανιήλ περιγράφει τό τέλος ἐκείνων πού ζοῦν εἰς τήν ἁμαρτίαν ἀλλά καί ἀναβάλλουν τήν μετάνοιάν των:

     Ἐπάνω εἰς τό γεῦμα καί τό γλέντι, κατά τρόπον θαυμαστόν καί ἐνώπιον ὅλων τῶν συνδαιτυμόνων, ἐνεφανίσθησαν δάκτυλα ἀνθρωπίνης χειρός πού ἔγραψαν στόν τοῖχο τῆς αἰθούσης ἀνεξήγητες λέξεις: «Μανή, Θεκέλ, Φάρες». Δηλαδή «ἐμετρήθης, ἐζυγίσθης καί εὑρέθης ἐλλειπής». Τήν ἑρμηνείαν τήν ἔδωσε ὁ Προφήτης Δανιήλ, ὁ ὁποῖος καλεῖ τόν Βαλτάσαρ (Βασιλεύς τῆς Βαβυλῶνος)  εἰς μετάνοιαν.
 
Τό τραγικόν ὅμως εἶναι, ὅτι ὁ Βαλτάσαρ παρ᾽ ὅ,τι  ἐπίστευσε τόν Προφήτην, δέν μετενόησε. Ἐμπρός εἰς τό γλέντι ἀνέβαλε τίς ἀποφάσεις του διά τήν ἑπομένην. «Ἐς αὔριον τά σπουδαῖα» εἶπε εἰς παρομοίαν περίπτωσιν κάποιος ἄλλος. Ἀλλά τό αὔριον δέν ἦλθε ποτέ. Τήν ἰδίαν νύκτα ὁ Βαλτάσαρ ἐφονεύθη ὑπό τῶν Μήδων, οἱ ὁποῖοι κατέλαβον τήν Βαβυλῶνα.
 
Καί ἄν ἔχωμε χαθῆ λοιπόν εἰς τόν θανάσιμον λαβύρινθον τῆς ἁμαρτίας, ἐπιβάλλεται δίχως ἀπελπισίαν ἀλλά καί δίχως ἀναβολήν νά ψάξωμε νά βροῦμε τήν ἔξοδον, πού ὁδηγεῖ εἰς τήν Ἀλήθειαν πού εἶναι ὁ Χριστός. Ὄχι ἐπειδή ἡ Ἀλήθεια χάθηκε – οὐδέποτε ἡ Ἀλήθεια χάνεται -, ἀλλά διότι ἐμεῖς εἴμεθα χαμένοι.
       
πηγή:  ΧΡΙΣΤΟΫΦΑΝΤΟΣ