Λειτουργοί χωρίς συλλειτουργούς

 
 Συλλειτουργοί νοούνται κυρίως οι συμπρεσβύτεροι ή οι συνεπίσκοποι, πού μετέχουν και συμπροσεύχονται σε λειτουργία συγκεκριμένου χρόνου και τόπου (ναού). 'Αλλά συλλειτουργοί δεν είναι μόνο όσοι έχουν το χάρισμα της ιεροσύνης. Στην ορισμένη λειτουργία συμμετέχουν και άλλοι.

Συμμετέχουν και άγγελοι. Παραστέκουν με διακονικό δέος χιλιάδες αρχαγγέλων και μυριάδες αγγέλων. Παρακαλεί ό προεστώς της εκκλησιαστικής συνάξεως: «Ποίησον σύν τη είσόδω ημών εϊσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ήμΐν και σννδοξολογούντων την σήν αγαθότητα».

Συμμετέχουν και όλοι οι πιστοί, οι συμπροσευχόμενοι κατά την τέλεσιν της ιεράς μυσταγωγίας. Στις Πράξεις των 'Αποστόλων αναφέρεται, ότι ή αποστολή των αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα για την πρώτη αποστολική περιοδεία, για το πρώτο ώργανωμένο άνοιγμα προς τα έθνη, έγινε απ' την τοπική Εκκλησία τής 'Αντιοχείας, «λειτουργούντων, προσευχομένων και νηστευόντων όλων των πιστών» (Πράξ. ιγ' 2). Προφανώς επρόκειτο περί λειτουργικής συνάξεως, χωρίς τα συγκεκριμένα ακόμα στοιχεία τής κατοπινής λειτουργίας. Εκείνο, πού έχει σημασία, είναι ότι Στην άγιοπνευματική εκείνη σύναξη επαναλήφθηκε ή ουράνια κλήσης και αποστολή τού αποστόλου των εθνών Παύλου.

Το φαινόμενο τής απουσίας τής μεγίστης πλειονοψηφίας των λεγομένων ορθοδόξων χριστιανών απ' τις λειτουργικές συνάξεις σήμερα, δεν φαίνεται να μας απασχολεί σοβαρά. Σαν να μη θλιβόμαστε απ' την έλλειψη εκκλησιάσματος στους ναούς. Σαν να μη θεωρούμε σπουδαίο το κακό τής απουσίας των χριστια­νών απ' τη θεία λειτουργία τής Κυριακής. Κι αυτό σημαίνει ένα απ' τα δύο:

Ή δεν αγαπάμε τους αδελφούς μας, πού απουσιάζουν, αφού τους αφήνουμε νηστικούς πνευματικά.

Ή δεν αγαπάμε το έργο, πού μας ανέθεσε ό Θεός.

Ποιος ηθοποιός θα ήθελε να παίζει το σημαντικό του ρόλο μπροστά σε άδεια καθίσματα, χωρίς θεατές; Ό διάκονος τής Εκκλησίας (πρεσβύτερος ή επίσκο­πος) «παίζει» το σημαντικότερο των ρόλων Στην «παράσταση» τού άγιου θυσιαστηρίου. Εμφανίζει το ύπερθέαμαπής θείας Λειτουργίας. Είναι ηθοποιός με την πρωταρχική έννοια τής λέξεως. Έχει ήθος και «ποιεί ήθος», ωραιοποιεί τους πιστούς με τη χάρη τού 'Αγίου Πνεύματος. Καλεί σε θεϊκή αλλοίωση και εσωτερική μεταμόρφωση τους πιστούς.

Ποιος εστιάτορας, πού έχει τη συνείδηση ότι σερβίρει εκλεκτά εδέσματα, δεν θλίβεται όταν οι περισσότεροι περιφρονούν το τραπέζι του και ελάχιστοι δεί­χνουν σχετική όρεξη; Τραπέζι χωρίς συνδαιτυμόνες τείνει να μεταβληθή ό Μυστικός Δείπνος τής θείας Λειτουργίας. Οι περισσότεροι άπ' τους εγγεγραμ­μένους ενορίτες απουσιάζουν, δεν «γεύονται τού δείπνου».

Που οφείλεται ή απουσία των περισσοτέρων άπ' το τραπέζι τής Κυριακάτι­κης τουλάχιστον Λειτουργίας; 'Ελάχιστα υπολογίζουμε όσους για κοινωνικούς ή τυπικούς μόνο λόγους στέκουν για λίγη ώρα μέσα στο Ναό (για μνημόσυνα κυρίως). Δεν έρχονται για τη γλύκα τού Χριστού και τού Ευαγγελίου Του.

Έρχονται για «το θεαθήναι τοις άνθρώποις». Δεν εκκλησιάζονται για τη χάρι, αλλά για το... «χάρο», πού «τους πήρε» κάποιο συγγενή ή φίλο!

"Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για το ποιος φταίει για εκείνο το «έχε με παρητημένον», για την καταφρόνηση τής λειτουργικής ζωής.

Φταίνε φυσικά οι καλούμενοι. Οι πολλοί έχουν πνευματική ανορεξία. Ή αδιαφορία για την ψυχή και την αιώνια ζωή τους έχει απομακρύνει απ' τη μετοχή στη λειτουργία τής Εκκλησίας. Δεν αισθάνονται τις τέσσερις ανάγκες, πού λαχταρούσαν καθημερινά να ικανοποιούν οι χριστιανοί τής αρχαίας 'Αποστολικής 'Εκκλησίας στην εκκλησιαστική σύναξη. «Ήσαν προσκαρτεροϋντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει τού άρτου και ταις προσευχαϊς» (Πράξ. β' 42).

■ Αισθάνονταν την ανάγκη τής κοινωνίας, τής επί το αυτό συνάξεως, την ανάγκη τής αδελφότητας. Ήσαν ομόψυχοι. Σήμερα νιώθουν ξένοι οι πολλοί, αποξενωμένοι απ' τη ζωή τού Θεού και των αδελφών. 'Ακόμα και μέσα στην εκκλησία στέκουν ως ξένοι ό ένας προς τον άλλον.

■ Αισθάνονταν την ανάγκη τής προσευχής. Θερμά και συνειδητά συμπροσεύχονταν στη λειτουργία τής 'Εκκλησίας. Τώρα οι πολλοί και μέσα στο ναό στέκουν σαν παθητικοί δέκτες ψαλλομένων μεν, μη νοουμένων δε. Ψυχροί ακροατές χωρίς εσωτερική αγαλλίαση.

■ Αισθάνονταν την ανάγκη τής διδαχής των Αποστόλων. Σήμερα έχουμε ή απουσία κηρύγματος ή αηδία κηρύγματος. Ό λόγος δεν ελκύει. Κάποτε και προκαλεί δυσφορία.

■ Αισθάνονταν την ανάγκη τής θείας Ευχαριστίας. Μεταλάμβαναν όλοι με πίστι και καθαρότητα βίου, με δέος και χαρά. Σήμερα δεν τονίζεται πολύ ή προτεραιότητα στο μυστήριο τής ζωής, πού είναι ή θεία Κοινωνία. Δευτερεύοντα στοιχεία καλύπτουν τον ευχαριστιακό χαρακτήρα τής λειτουργίας. ’λλες, πολύ υποδεέστερες άγιαστικές πράξεις (αγιασμός, αρτοκλασία, μνημόσυνο) αποπροσανατολίζουν τους καλεσμένους στο τραπέζι τού Θεού.

Φταίνε ασφαλώς περισσότερο οι απεσταλμένοι, οι «δούλοι» τού Μεγάλου Βασιλέως, οι διάκονοι τού Χριστού και τής 'Εκκλησίας. Μόνο γι' αυτό το λόγο τους έχει ό Θεός: Για να φωνάξουν, για να καλέσουν και να προσκαλέσουν. 'Ελάτε στη χαρά! 'Ελάτε στο Χριστό! Τους στέλνει να δίνουν πρόσκλησι, όχι να γίνωνται πρόκλησις. Να γλυκαίνουν ψυχές, όχι να εκμεταλλεύονται θρησκευτικές ανάγκες. Στην παραβολή τού Μεγάλου Δείπνου (Λουκ. ιδ' 16-24) παρατηρούμε τέσσερις κινήσεις τού δούλου τού Κυρίου:

■ Καλεί τους πρώτους: «Έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμα έστι πάντα». Ελάτε!

■ Καλεί τους πολλούς, εκτελώντας την οικουμενική αποστολή τού Κυρίου:
«Εισάγαγε ώδε». Ή Εκκλησία διδάσκει την εισαγωγή τού Χρίστου Στην οικουμένη και διακονεί την εισαγωγή των αγίων στον ουρανό.

■ Καλεί με ζήλο και σπουδή. «Έξελθε ταχέως». Δεν παίρνει αναβολή το έργο τής αποστολής, τής σωτηρίας τού κόσμου.

■ Καλεί με ξεχωριστή δύναμι. «'Ανάγκασον είσελθεΐν». Πείστε τόσο πολύ τους ανθρώπους, ώστε να θεωρήσουν πρωταρχική τους ανάγκη τη μετοχή τους στο τραπέζι τού Θεού, στη λειτουργία τής Εκκλησίας και στη λειτουργία τής επουρανίου βασιλείας.