"Εἰς σέ μόνην ἐλπίζω, καί θαρρῶ καί καυχῶμαι καί προστρέχω τῇ σκέπῃ σου, σῶσόν με".
''Εἰς σέ μόνην ἐλπίζω, καί θαρρῶ καί καυχῶμαι καί προστρέχω τῇ σκέπῃ σου, σῶσόν με''.
(Σέ σένα μόνη ἐλπίζω, Παναγία, κι ἔχω θάρρος καί καυχῶμαι καί προστρέχω στήν σκέπη σου, σῶσε με).
Τήν σωτηρία μας ζητᾶμε καί στόν συγκεκριμένο ὕμνο οἱ πιστοί
διά τοῦ ἐκπροσώπου μας βασιλιά ποιητή, δηλαδή καί τήν διάσωσή μας ἀπό
τίς συμφορές τοῦ βίου καί τίς δαιμονικές ἐπιρροές, ἀλλά καί πιό
θεολογικά τήν καλή σχέση μας μέ τόν Κύριο, ἀφοῦ αὐτό κατεξοχήν συνιστᾶ
ἐκκλησιαστικά τήν σωτηρία. Καί ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία Μητέρα τήν σωτηρία
καί ὡς σχέση μέ τόν Θεό, ὄχι ἀσφαλῶς γιατί ἀρνούμαστε τόν μόνο Σωτήρα
᾽Ιησοῦ Χριστό, ἀλλά γιατί πιστεύουμε καί γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἀναφορά σ᾽
ἐκείνην εἶναι στήν πραγματικότητα ἀναφορά στόν Υἱό καί Θεό της.
Πρόκειται γιά τήν ἴδια ἀλήθεια πού ὁμολογοῦμε κάθε φορά ἤδη ἀπό τήν ἀρχή
τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅταν ἱκετεύουμε τόν Κύριο νά μᾶς σώσει μέ τήν
ἰσχυρή μεσιτεία γιά μᾶς τῆς Θεοτόκου. ῾Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου,
Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς᾽. Κι αὐτό θά πεῖ μεταξύ ἄλλων ὅτι Θεία Λειτουργία καί
Παρακλητικοί Κανόνες κινοῦνται στό ἴδιο μῆκος κύματος, καί εὐλόγως: κάθε
ἐκκλησιαστική ἀκολουθία στήν οὐσία ἀποτελεῖ προέκταση τῆς καρδιᾶς τῆς
᾽Εκκλησίας, τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
῾Ο διερμηνευτής τῶν αἰσθημάτων μας ποιητής ὅμως θέλει νά
εἶναι πιό σαφής: ἐξηγεῖ τήν καταφυγή στήν Θεοτόκο ὡς σκέπη καί σωτηρία
μας, γιατί εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα μας, εἶναι τό θάρρος μας ἐνώπιον τοῦ
Θεοῦ, εἶναι ἀκόμη καί τό καύχημά μας. ῾Η κάθε λέξη του ἔρχεται καί
ρίχνει ἕνα ἐπιμέρους φῶς στήν σχέση μας μέ τήν Πανύμνητη Μητέρα. Ποιό
εἶναι αὐτό τό φῶς;
(1) ῾Πρός σέ μόνην ἐλπίζω᾽. ῾Ο ποιητής δηλώνει τό ταπεινό
φρόνημα πού τόν διακατέχει καί πρέπει νά διακατέχει καί κάθε πιστό,
καθώς βρισκόμαστε στόν κόσμο τοῦτο. Πρόκειται γιά τήν ταπείνωση τῆς
ἀποδοχῆς τῆς ἁμαρτωλότητας καί τῆς ἀθλιότητάς μας, συνεπῶς τήν ἀπελπισία
ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Μή βλέποντας ὁτιδήποτε καλό στήν ζωή μας
ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς, στρεφόμαστε στήν Μόνη πού ἀποτελεῖ χάριτι Θεοῦ
τό πλήρωμα τῶν ἀρετῶν κι ἔχει γι᾽ αὐτό παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τήν
Παναγία. ῾Πολύ ἰσχύει Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου᾽ κατά τήν κλασική
ἐκκλησιαστική φράση. ῾Η Παναγία λοιπόν γίνεται ἔτσι ἡ μόνη ἐλπίδα μας,
ὅταν ἔχουμε σωστή θέαση τοῦ ἑαυτοῦ μας.
(2) ῾καί θαρρῶ᾽. ᾽Απελπισμένοι ἀπό τόν ἑαυτό μας ἐλπίζουμε
στήν Παναγία, τήν ὁποία ὅμως πλησιάζουμε ὄχι μέ φόβο ἀλλά μέ θάρρος.
Γιατί; Διότι δέν εἶναι μόνο ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἀλλά καί δική μας
Μητέρα, συνεπῶς γεμάτη ἀγάπη ἀπέναντί μας. Εἶναι ἡ ῾Πανύμνητος Μήτηρ᾽,
ἀφοῦ γέννησε ᾽Εκεῖνον ὁ ῾Οποῖος μᾶς προσέλαβε καί μᾶς ἔκανε μέλη Του. Κι
ἔχουμε ξαναπεῖ ὅτι τήν θέση αὐτή τῆς Μάνας καί ὡς πρός ἐμᾶς δέν τῆς τήν
δώσαμε ἐμεῖς, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Υἱός καί Θεός της, ὅταν μάλιστα βρισκόταν
πάνω στόν Σταυρό: ῾Γύναι, ἰδού ὁ υἱός σου᾽ λέει γιά τόν Ἰωάννη. Τήν
Μητρική ἐπίβλεψή της σ᾽ ἐμᾶς ἐπιβεβαιώνει καθημερινῶς μέ τά ἄπειρα
θαύματά της, ἔστω κι ἄν συχνά τήν λυποῦμε μέ τίς ἁμαρτίες μας. Τά
συναξάρια τῶν ἁγίων μας βρίθουν τέτοιων θαυμαστῶν ἐπεμβάσεων τῆς
Παναγίας πού μόνη χαρά της ἔχει τήν δική μας σωτηρία.
(3) ῾καί καυχῶμαι᾽. Ἡ Παναγία μας ὅμως συνιστᾶ καί τήν
καύχησή μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας. ῞Οπως ὅταν θέλουμε νά προσφέρουμε ἕνα
δῶρο σέ κάποιον πού τόν ἔχουμε ψηλά στήν συνείδησή μας διαλέγουμε ὅ,τι
καλύτερο ἔχουμε, ἔτσι καί μέ τήν Παναγία Μητέρα: εἶναι ὅ,τι καλύτερο
συνέβη στήν ἀνθρωπότητα, τό καλύτερο ἄνθος τοῦ ἀνθρωπίνου δέντρου,
συνεπῶς τό καλύτερο δῶρο μας πρός τόν Δημιουργό μας. ᾽Εκείνη μᾶς
ἐκπροσωπεῖ καί γι᾽ αὐτό ἐκείνη εἶναι καί ἡ μόνη καύχησή μας. Δι᾽ αὐτῆς
μποροῦμε νά δοῦμε χωρίς ντροπή ῾κατάματα᾽ Κύριο τόν Θεό μας. Κι αὐτό
λειτουργεῖ καί ἀντίστροφα: ᾽Εκεῖνος θέλησε ἀπό τήν ἀγάπη Του γιά ἐμᾶς νά
μᾶς δώσει ὡς δῶρο τήν Πάναγνη Μαριάμ, γιά νά ὑπάρχει καί κάποια δική
μας καύχηση ἐνώπιόν Του. Δῶρο διπλῆς ἀνάγνωσης λοιπόν ἡ Παναγία μας: καί
ἀπό πλευρᾶς μας πρός τόν Θεό καί ἀπό πλευρᾶς ᾽Εκείνου πρός ἐμᾶς.
πηγή:synodoiporia