Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

«Ἐγώ; Ποτέ!»

                                                «Ἐγώ; Ποτέ!»
 
DSC01746
 
π. Ἀνδρέου Ἀγαθοκλέους

Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορές ποὺ ἡ ἀπογοήτευση ἀπό τὴν συμπεριφορὰ ἀγαπημένων προσώπων γεμίζει τὸν καρδιακὸν χώρον. Μάλιστα ὑπάρχουν καὶ αἱ περιπτώσεις ποὺ συγκλονιζόμαστε, διατὶ δὲν τὸ περιμέναμε. Ὅταν, κυρίως, μ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ζήσαμε ὡραῖες καὶ δύσκολες στιγμές, ἐμπιστευτήκαμε τὸν ἐαυτόν μας, στηριχτήκαμε στὰ λόγια τους.

Ξεχνάμε ὅμως τὸ εὐμετάβολον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ τὴν ἀνθρώπινον ἀδυναμίαν. Ἄς θυμηθοῦμε τὸν Πρωτοκορυφαῖο Ἀπόστολον Πέτρον κατὰ τὴν τελευταῖα νύκτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Διδασκάλου του. Ὅταν Ἐκεῖνος τοὺς ἀποκάλυπτε ὅτι «αὐτὴν τὴν νύκτα ὅλοι σας θὰ χάσετε τὴν ἐμπιστοσύνην σας σ’ ἐμένα», ὁ Πέτρος, μὲ τὸν ἐνθουσιασμόν ποὺ τὸν διέκρινε, βεβαίωνε ὅτι «κι ἀν ὅλοι χάσουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους σ’ ἐσένα, ἐγὼ ποτὲ δὲν θὰ τὴν χάσω». Στηριγμένος ἐγωιστικά στὶς δικές του δυνάμεις «πρίν ἀλέκτωρ φωνήσῃ», τρεῖς φορές κιόλας τὸν ἀρνεῖται: «οὐκ οἶδα τόν ἄνθρωπον».

Πράγματι, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ ὅτι ὑπάρχει ἁμάρτημα ποὺ ἀποκλείεται νὰ διαπράξει. Διατί, ὅταν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐγκαταλείψει τὸν ἄνθρωπον, τότε ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου στὶς ψυχικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δεδομένη. Καὶ αὐτό δὲν γίνεται ἄμεσα καὶ φανερά, ἀλλὰ σταδιακά καὶ ὕπουλα. Ἄλλωστε, ὁ διάβολος ὡς πονηρὸς ἐνεργεῖ μὲ ὑπομονή, μὲ πρόγραμμα καὶ μεθοδικά. Ὁ ὑπερήφανος καὶ κενόδοξος λογισμός, ἡ κατάκρισις, ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ἀπουσία της ταπείνωσεως, εἶναι τὰ μέσα ποὺ χρησιμοποιεῖ διὰ νὰ κυριαρχήσει στὴν καρδίαν μας καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ συμπεριφορὲς ποὺ πληγώνουν πρόσωπα ἀγαπημένα.

Χρειάζεται νὰ γνωρίζουμε τὶς πνευματικὲς ἀσθένειες διὰ νὰ προφυλασσόμαστε ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ μὴν θεωροῦμε ὅτι πάντα αἴτιοι τῆς συμπεριφορᾶς τῶν γύρω μας εἴμαστε ἐμεῖς καὶ νὰ ἀπελπιζόμαστε. Διατί, τὸ νὰ ἀλλάξουμε τὸν ἐαυτόν μας εἶναι θέμα δικό μας, ὄχι ὅμως τὸ νὰ ἀλλάξουμε τοὺς ἄλλους.

Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν στάσιν Του ἀπέναντι τῶν μαθητῶν μετὰ τὴν Ἀνάστασίν Του, ποὺ τοὺς ἐπισκέπτεται καὶ τοὺς ἀποστέλλει «εἰς πάντα τὰ ἔθνη», ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ τοὺς ἀπορρίψει, ὅταν ἐκείνοι Τὸν ἀπέρριψαν στὴν κρίσιμην ὧρα τοῦ Σταυροῦ Του, μᾶς δείχνει τὸν τρόπον τῆς δικῆς μας συμπεριφορᾶς στοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἐγκατέλειψαν. Ὅταν μετανοήσουν, τότε θὰ πρέπει νὰ εἶναι διά μας τὸ παρελθόν τους «ὡς μὴ γενόμενον». Τέτοια δὲν ἦταν ἡ στάσις τοῦ Πατρὸς πρὸς τὸν ἄσωτον υἱόν; Τέτοια δὲν εἶναι ἡ στάσις τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στὶς δικές μας ἁμαρτίες;

Τελικά, ὅ,τι μας συμβαίνει στὸ παιδαγωγικὸ σχολεῖο τῆς ζωῆς δὲν εἶναι χωρὶς λόγο. Ὅλα μᾶς βοηθοῦν νὰ ὠριμάσουμε, νὰ ἀναπτυχθοῦμε καὶ νὰ ἀποκτήσουμε τὸ «ἕνα οὗ ἐστί χρεία». Εἶναι ὡραῖες καὶ σημαντικές αἱ φιλίες, αἱ διαπροσωπικές σχέσεις, ἡ ἐπικοινωνία καὶ ἡ κοινωνία τῶν προσώπων. Τὸ κύριο, ὅμως, καὶ οὐσιαστικὸ ποὺ μένει «εἰς αιῶνας » εἶναι ἡ σχέσις μας μὲ τὸν Χριστόν, ἡ ἀγάπη μας σ’ Αυτὸν ὡς πρώτη ἀγάπη. Ὅταν αὐτὸ γίνει βίωμα, «διὰ πολλῶν θλίψεων, ἀπογοητεύσεων καὶ δοκιμασιῶν», τότε αἱ ἄλλες ἀγάπες καὶ σχέσεις παίρνουν τὴν δικήν τους θέσιν στὴν καρδίαν μας. Τότε τις ἀπολαμβάνουμε, ὅταν ὑπάρχουν, ἀλλὰ καὶ δὲν διαλυόμαστε, ὅταν ἐκλείψουν. Δὲν εἶναι αὐτὸ φυσιολογικὴ καὶ Χριστοκεντρικὴ θεώρησις ζωῆς;