Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Ἡ θεολογία τοῦ Ὁσίου διὰ τὴν διάκρισιν τῶν σημείων τῆς πλάνης ἀπὸ τῆς χάριτος

                                    
Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη 
 (Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἔκδοσις Ἱ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Καυσοκαλύβια, Ἅγιον Ὄρος, 2001)


Τότε τοῦ λέγει ὁ θεῖος Γρηγόριος: Εἶναι καὶ ἄλλα, Καυσοκαλύβη μου, παρόμοια, ὁποῦ εἶναι τῆς πλάνης. Καὶ ὁ μέγας ἐκεῖνος τοῦ ἀπεκρίθη: Ἄλλα εἶναι τὰ σημάδια τῆς πλάνης καὶ ἄλλα τῆς χάριτος. Διότι τὸ πονηρὸ πνεῦμα τῆς πλάνης, ὅταν πλησιάσῃ εἰς τὸν ἄνθρωπον, συγχύζει τὸν νοῦν καὶ τὸν ἀγριεύει.
 
Κάμνει τὴν καρδίαν σκληρὰν καὶ τὴν σκοτίζει, προξενεῖ δειλίαν, φόβον καὶ ὑπερηφάνειαν. Τοῦ ἀγριεύει τὰ μάτια, ταράσσει τὸ μυαλόν, τοῦ ἀνατριχιάζει ὅλο τὸ κορμί. Τοῦ δείχνει κατὰ φαντασίαν εἰς τὰ μάτια, φῶς ὄχι λαμπρὸ και καθαρόν, ἀλλὰ κόκκινον, τοῦ κάμνει τὸν νοῦν δαιμονιώδη καὶ τὸν παρακινεῖ νὰ λέγῃ μὲ τὸ στόμα του ἄπρεπα λόγια καὶ βλάσφημα.
 
Ἐκεῖνος δὲ ὁποῦ βλέπει τὸ πνεῦμα αὐτὸ τῆς πλάνης, ὀργίζεται τὶς περισσότερες φορές, καὶ εἶναι γεμάτος ἀπὸ θυμόν. Τὴν ταπείνωσιν δὲ παντελῶς δὲν τὴν ἠξεύρει, μήτε τὸ ἀληθινὸν πένθος καὶ δάκρυον, ἀλλὰ πάντοτε καυχᾶται εἰς τὰ κατορθώματα καὶ δοξάζεται καὶ χωρὶς συστολὴν καὶ φόβον Θεοῦ εὑρίσκεται μὲ τὰ πάθη.
 
Τέλος δὲ πάντων, βγαίνει παντάπασιν ἀπὸ τὰς φρένας του καὶ ἔρχεται εἰς τελείαν ἀπώλειαν. Εἶθε ἀπὸ τὴν πλάνην αὐτὴν νὰ μᾶς γλυτώσῃ ὁ Κύριος διὰ τῶν εὐχῶν σου.
 
Τὰ σημεῖα δὲ τῆς χάριτος εἶναι αὐτά: ὅταν ὑπάγῃ εἰς τὸν ἄνθρωπον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ συμμαζεύει τὸν νοῦν καὶ τὸν κάμνει νὰ εἶναι προσεκτικὸς καὶ ταπεινός. Τοῦ φέρνει τὴν ἐνθύμησιν τοῦ θανάτου καὶ τῶν ἁμαρτιῶν του, τῆς μελλούσης κρίσεως καὶ τῆς αἰωνίου κολάσεως καὶ τοῦ κάνει τὴν ψυχήν του εὐκολοκατάνυκτον νὰ κλαίῃ καὶ νὰ πενθῇ.  
Κάμνει καὶ τὰ μάτια του ἥρεμα καὶ γεμᾶτα δάκρυα. Ὅσον δὲ πλησιάζει εἰς τὸν ἄνθρωπον, τόσον τὸν ἡμερώνει εἰς τὴν ψυχήν, καὶ τὴν παρηγορεῖ δι᾿ ἐνθυμήσεων τῶν Ἁγίων Παθῶν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀπείρου του φιλανθρωπίας.
Προξενεῖ δὲ εἰς τὸν νοῦν ὑψηλὲς καὶ ἀληθινὲς θεωρίες. Πρῶτον, διὰ τὴν ἀκατανόητον δύναμιν τοῦ Θεοῦ, πῶς μὲ ἕνα λόγον ἐδημιούργησε τὰ πάντα ἀπὸ τὸ μὴ ὄν εἰς τὸ εἶναι. Δεύτερον, διὰ τὴν ἄπειρόν του δύναμιν, ὁποῦ συγκρατεῖ καῖ κυβερνᾶ τὰ πάντα καὶ ἔχει ὅλων τὴν πρόνοιαν.
 
Τρίτον, διὰ τὸ ἀκατανόητον τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ διὰ τὸ ἀνεξιχνίαστον πέλαγος τῆς θείας Οὐσίας καὶ τὰ λοιπά.
 
Καὶ τότε ὡσὰν ἁρπαχθῇ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ θεῖο φῶς καὶ φωτισθῇ φωτισμὸν θεϊκῆς γνώσεως, γίνεται ἡ καρδία του γαληνὴ καὶ πραοτάτη, καὶ ἀναβρύει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· τὴν χαράν, τὴν εἰρήνην, τὴν μακροθυμίαν, τὴν καλωσύνην, τὴν συμπάθειαν, τὴν ἀγάπην, τὴν ταπείνωσιν καὶ τὰ λοιπά. Ἀπολαμβάνει δὲ ἡ ψυχήν του μίαν ἀγαλίασιν ἀνεκδιήγητον.

ΙΑ) Ὁ Ὅσιος πείθεται νὰ παραμείνῃ πλέον εἰς ἕνα τόπο 

Ἀκούοντας ταῦτα ὁ Γρηγόριος, ἔμεινεν ἐκστατικὸς καὶ ἐθαύμαζε εἰς ἐκεῖνα ὁποῦ ἔλεγεν ὁ θεῖος Μάξιμος, καὶ πλέον δὲν τὸν ὠνόμαζεν ἄνθρωπον ἀλλὰ Ἄγγελον ἐπίγειον. Ὅθεν καὶ πολλὰ τὸν ἐπαρεκάλεσε λέγων:
 
 Παῦσαι παρακαλῶ ἀπὸ τοῦ νὰ κατακαίῃς πλέον τὴν κέλλαν σου καὶ συμμάζωξε τὸν ἑαυτόν σου εἰς ἕνα τόπον, καὶ κάθησε ἐκεῖ, καθὼς λέγει ὁ σοφὸς Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, διὰ νὰ κάμῃς περισσότερον καρπόν, καὶ διὰ νὰ ὠφελήσῃς καὶ ἄλλους πολλούς, ὡς ἐμπειρότατος εἰς τὴν ἀρετήν.
 
Διότι νὰ ὁποῦ ἔφθασε καὶ εἰς σὲ τὸ γῆρας, καὶ ὁ θάνατος ἔρχεται πολλὲς φορὲς παρὰ καιρόν. Διὰ τοῦτο, μετάδος τὸ τάλαντον, ἤτοι τὸ χάρισμα ὁποῦ ἔλαβες, καὶ τὸν θεῖον σπόρον τῆς διδασκαλίας σου, εἰς τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ, διὰ μέσου τῆς κατοικήσεώς σου εἰς ἕνα τόπον, διὰ νὰ λάβης εἰς τοὺς οὐρανούς καὶ μισθὸν περισσότερον διὰ τὴν ὠφέλειαν τῶν ἄλλων.
 
Διότι καὶ ὁ Κύριος ὁποῦ ἔδωκεν εἰς τοὺς Αποστόλους τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν τοὺς ἔστειλεν νὰ περνοῦν τὴν ζωήν τους εἰς τὰ ὄρη ἀλλὰ εἰς τοὺς ἀνθρώπους, προκειμένου νὰ μεταλάβουν καὶ ἐκεῖνοι ἀπὸ τὴν χάριν ἐκείνων, καὶ νὰ γίνουν οἱ ἁμαρτωλοὶ Ἅγιοι διὰ μέσου τῆς ἁγιότητος ἐκείνων. Διὰ τοῦτο εἶπε πρὸς αὐτούς: λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· καὶ ὄχι ἔμπροσθεν τῶν πετρῶν.
 
Ἄς λάμψῃ λοιπὸν καὶ τὸ δικό σου φῶς ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, διὰ νὰ ἰδοῦν τὰ καλά σου ἔργα καὶ νὰ δοξάζουν τὸν Πατέρα ἡμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Ἄφες δὲ πλέον τὸ νὰ ὑποκρίνεσαι ὅτι εἶσαι σαλός, ὅτι γίνεται σκάνδαλον εἰς ἐκείνους οἵτινες δὲν ἠξεύρουν τὰ κατορθώματά σου. Ἄκουσε λοιπὸν τὴν συμβουλή μου καὶ κάμε καθῶς σοῦ λέγω, ὡς ἄριστος φίλος σου καὶ ἀδελφός σου. Διότι: ἀδελφὸς ὑπ᾿ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά· λέγει ἡ θεία Γραφή.
 
Ταύτας τὰς συβουλὰς τοῦ θείου Γρηγορίου μανθάνοντες οἱ ἄλλοι μεγάλοι Γέροντες, συμφώνως τὸν συνεβούλευσαν καὶ αὐτοί, καὶ τὸν ἔπεισαν νὰ καθήσῃ εἰς ἕναν τόπον.
 
Εὑρίσκοντας λοιπὸν ὁ θεῖος Μάξιμος ἕνα σπήλαιον, τὸ ὁποῖο ἦταν πλησίον τοῦ κυρ-Ἡσαία ἕως τρία μίλια, ἔκαμε εἰς αὐτὸ ἕνα περίφραγμα, μίαν ὀργιὰν τὸ πλάτος καὶ μίαν τὸ μάκρος, χωρὶς πέτρας ἤ σανίδας καὶ καρφία, ἀλλὰ μὲ κλαδία καὶ χορτάρια κατὰ τὴν συνήθειάν του. Ἐφάνη δὲ πὼς ἔκαμε κελλίον καὶ ἐκάθισεν μέσα εἰς αὐτό. Εἰς τὸ ἑξῆς δὲν τὸ ἔκαυσε πλέον, ἀλλὰ ἐπέρασεν ἐκεῖ ὅλην τὴν ζωὴν μὲ τὴν συνειθισμένην του ἀκτημοσύνην, φυλάττοντας πάλιν τὴν ὑπὲρ ἄνθρωπον ἄσκησιν ὡς ἄσαρκος.
Ἀργότερα δέ, ἔσκαψε καὶ τὸ μνῆμά του κοντὰ εἰς τὸ κελλίον του καὶ καθ᾿ ἑκάστην πηγαίνοντας εἰς αὐτὸ εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Ὄρθρου ἔκλαιεν ὁ Καυσοκαλύβης τὸν Μάξιμον καὶ ἔψαλλε κάποια νεκρώσιμα ἐξαποστειλάρια, σύμφωνὰ μὲ τὸ· ὁ οὐρανὸν τοῖς ἄστροις κατακοσμήσας ὡς Θεός· τὰ ὁποῖα ἐπόνησεν αὐτός.

 nektarios.gr