H ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑ ΕΛΛΑΣ
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Δὲ᾿ μᾶς σῴζει τίποτε· οὔτε τὰ κόμματα, οὔτε οἱ ἰδεολογίες. Καταπέσαμε,
διότι φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό, κόψαμε τὴ ῥίζα μας· καὶ ῥίζα μας εἶνε ὁ
οὐρανός. Διότι, ἐπαναλαμβάνω, ὁ ἄνθρωπος εἶνε κατ᾿ ἐξοχὴν μεταφυσικὸ ὄν.
Ἂς ἐπανέλθουμε στὸ Θεό. Ἂς πλησιάσουμε κι ἂς ἀγγίξουμε τὸ Χριστό. Νὰ
μετανοήσουμε καὶ νὰ συνδεθοῦμε μαζί του. Καὶ τότε, νὰ εἶστε βέβαιοι, ἡ
Ἑλλὰς θ᾿ ἀνορθωθῇ καὶ πάλι.
ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ τοῦ Κυρίου περιγράφει, ἀγαπητοί μου, τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἂς τὸ δοῦμε κάπως λεπτομερέστερα.
Ἤτανε, λέει, Σάββατο· ἡμέρα δηλαδὴ λατρείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀργίας. Οἱ Ἑβραῖοι καὶ μέχρι σήμερα, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται, τὸ Σάββατο πηγαίνουν ὅλοι στὴ συναγωγή, κ᾿ ἐκεῖ γίνεται διδασκαλία καὶ ἑρμηνεία ψαλμῶν καὶ προφητειῶν. Τὸ τηροῦν τὸ Σάββατο.
Ἤτανε, λέει, Σάββατο· ἡμέρα δηλαδὴ λατρείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀργίας. Οἱ Ἑβραῖοι καὶ μέχρι σήμερα, ὅπου κι ἂν βρίσκωνται, τὸ Σάββατο πηγαίνουν ὅλοι στὴ συναγωγή, κ᾿ ἐκεῖ γίνεται διδασκαλία καὶ ἑρμηνεία ψαλμῶν καὶ προφητειῶν. Τὸ τηροῦν τὸ Σάββατο.
Ἐδῶ μοῦ ᾿ρχεται νὰ κλαύσω. Διότι
οἱ Ἑβραῖοι τηροῦν τὸ Σάββατο· ἀλλὰ ἐμεῖς τηροῦμε τὴν Κυριακή; Ἂν πᾶτε
στὰ Ἰεροσόλυμα, τὸ Σάββατο στοὺς δρόμους αὐτοκίνητο δὲν κινεῖται. Μόνο
δυὸ αὐτοκίνητα κινοῦνται· τὸ ἕνα εἶνε τῆς ἀστυνομίας, καὶ τὸ ἄλλο εἶνε
τὸ ἰατρικό, κανένα ἄλλο. Ὅλοι στὶς συναγωγές. Ἐμεῖς; Στὴν Ἑλλάδα τὴ
Δευτέρα δὲ᾿ μπορεῖς ν᾿ ἀνοίξῃς ἐφημερίδα· στάζει αἷμα ἀπὸ τὰ
δυστυχήματα. Εἶνε μιὰ τιμωρία· διότι καταπατοῦμε τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς.
Καλὰ εἶπαν, ὅτι στὴν Ἑλλάδα τὸ αὐτοκίνητο ἔφαγε τὴν Κυριακή…
Σάββατο, λοιπόν, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν μαζεμένοι στὴ συναγωγή. Τότε πῆγε ἐκεῖ καὶ ὁ Χριστός. Πῆγε γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ, ὅτι ὀφείλουμε κ᾿ ἐμεῖς νὰ ἐκκλησιαζώμεθα τακτικὰ στοὺς ναούς μας, ποὺ εἶνε ἀπείρως ἀνώτεροι ἀπὸ τὶς συναγωγές. Πῆγε γιὰ νὰ διδάξῃ καὶ νὰ ἑρμηνεύσῃ ψαλμούς, προφητεῖες καὶ διηγήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πρᾶγμα ποὺ δείχνει, ὅτι καὶ στὴν ἐκκλησία μας πρέπει πάντοτε ν᾿ ἀκούγεται κήρυγμα. Ἔχουμε στὴν Ἑλλάδα δέκα χιλιάδες ἐκκλησίες. Ἂν σὲ κάθε μιὰ τὴν Κυριακὴ ἀκουγόταν κήρυγμα χριστιανικό, ζωηρό, προφητικό, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν διαφορετική. Τώρα σπανίως ἀκούγεται κήρυγμα, ἰδίως στὴν ὕπαιθρο. Πῆγε τέλος γιὰ νὰ κάνῃ θαῦμα. Ποιό θαῦμα;
Σάββατο, λοιπόν, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν μαζεμένοι στὴ συναγωγή. Τότε πῆγε ἐκεῖ καὶ ὁ Χριστός. Πῆγε γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ, ὅτι ὀφείλουμε κ᾿ ἐμεῖς νὰ ἐκκλησιαζώμεθα τακτικὰ στοὺς ναούς μας, ποὺ εἶνε ἀπείρως ἀνώτεροι ἀπὸ τὶς συναγωγές. Πῆγε γιὰ νὰ διδάξῃ καὶ νὰ ἑρμηνεύσῃ ψαλμούς, προφητεῖες καὶ διηγήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πρᾶγμα ποὺ δείχνει, ὅτι καὶ στὴν ἐκκλησία μας πρέπει πάντοτε ν᾿ ἀκούγεται κήρυγμα. Ἔχουμε στὴν Ἑλλάδα δέκα χιλιάδες ἐκκλησίες. Ἂν σὲ κάθε μιὰ τὴν Κυριακὴ ἀκουγόταν κήρυγμα χριστιανικό, ζωηρό, προφητικό, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν διαφορετική. Τώρα σπανίως ἀκούγεται κήρυγμα, ἰδίως στὴν ὕπαιθρο. Πῆγε τέλος γιὰ νὰ κάνῃ θαῦμα. Ποιό θαῦμα;
Στὴ συναγωγὴ ἦταν πολὺς κόσμος.
Ἀλλὰ ἕνα πρόσωπο εἵλκυσε τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Κυρίου. Δὲν ἦταν κανένας
πλούσιος ἢ ἀξιωματοῦχος. Ἦταν ἕνα ῥάκος, ἕνα κουρέλι ἀπὸ πλευρᾶς ὑγείας·
μία ἀσθενὴς γυναίκα. Ἄλλοτε ἦταν καλὰ καὶ περπατοῦσε ὀρθὴ σὰν
κυπαρίσσι. Κάποτε ὅμως τὸ κορμί της λύγισε, ἡ σπονδυλικὴ στήλη κάμφθηκε
καὶ τὸ κεφάλι της ἄγγιξε τὴ γῆ! Πήγαινε μὲ τὰ τέσσερα. Ὅποιος τὴν ἔβλεπε
ἀπὸ μακριά, νόμιζε ὅτι περπατάει ἕνα τετράποδο. Φρικτὸ θέαμα.
Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν
ἱερὰ σύναξι. Γι᾿ αὐτὸ αὐτὴ ἡ γυναίκα εἶνε ἔλεγχος ὅλων ἐκείνων πού,
ἄρτιοι, ἀρτιμελεῖς ―καὶ πόδια ἔχουν, καὶ χέρια ἔχουν, καὶ μάτια ἔχουν,
καὶ αὐτιὰ ἔχουν―, ἐν τούτοις δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία νὰ ποῦν ἕνα
«εὐχαριστῶ».
Αὐτὴ εἵλκυσε τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ
Κυρίου. Τὴν εἶδε ὁ Χριστός, πού ᾿νε ὠκεανὸς ἀγάπης καὶ οἰκτιρμῶν, καὶ τὴ
θεράπευσε. Πῶς τὴ θεράπευσε; Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά
τους. Ἐμεῖς πιστεύουμε, ὅτι πέρα ἀπὸ τὶς
φυσικὲς δυνάμεις ὑπάρχει ἡ ὑπερφυσικὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ, ἡ δύναμι τοῦ
Χριστοῦ μας! Ἄγγιξε, λέει, ὁ Χριστὸς τὸ χέρι του καὶ ―ὤ τοῦ θαύματος!―
ἀμέσως ἔγινε καλά· σήκωσε τὸ κεφάλι ψηλά, ἀνωρθώθηκε, ἔγινε ὑγιής.
Ἀλλ᾿ ἐνῷ ὅλοι δόξαζαν τὸ Θεό, ὁ
ἀρχισυνάγωγος, σὰν τὸ φαρμακερὸ φίδι, ἄρχισε νὰ λέῃ· ―Σήμερα Σάββατο,
εἶνε ἀργία, ἡμέρα λατρείας· δὲν γίνονται θεραπεῖες. Τί πράγματα εἶν᾿
αὐτά;… Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· ―Ἐσὺ τὸ Σάββατο δὲν πηγαίνεις στὸ στάβλο
καὶ λύνεις τὸ γαϊδουράκι σου καὶ τὸ πᾷς καὶ τὸ ταΐζεις καὶ τὸ ποτίζεις;
Ἔργο δὲν εἶνε κι αὐτό; Καὶ ὅμως τὸ κάνεις. Κ᾿ ἐγὼ δὲν ἔπρεπε αὐτὴ τὴ
γυναῖκα, ποὺ δεκαοχτὼ χρόνια βασανίζεται ἀπὸ ἀσθένεια φοβερά, νὰ τὴ
θεραπεύσω σήμερα; Ἔτσι ἀποστομώθηκαν ὅλοι οἱ ἐχθροί του.
* * *
Ἡ
γυναίκα αὐτή, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ φωτογραφία μας. ―Μά, θὰ μοῦ πῆτε,
ἐμεῖς δὲν ἔχουμε τέτοια ἀναπηρία· δόξα τῷ Θεῷ, εμεθα ὑγιεῖς… Καὶ ὅμως
αὐτή, ἡ «συγκύπτουσα» ὅπως τὴν ὀνομάζει τὸ εὐαγγέλιο (Λουκ. 13,11), εἶνε
εἰκόνα τῆς φθορᾶς καὶ ἐξαχρειώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἡ κατάστασί
της εἰκονίζει τὸ κατάντημα τῆς φύσεώς μας.
Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος! Ἡ κορυφαία
ἀξία, τὸ ὡραιότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἡ κορωνὶς τῆς δημιουργίας. Τὴ
μεγάλη ἀποστολή του ἀποδεικνύει – ποιό; Τὸ ὅτι, ἐνῷ τὰ ζῷα περπατοῦν μὲ
τὰ τέσσερα, αὐτὸς περπατάει ὄρθιος μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ ἐπάνω, νὰ
κοιτάζῃ τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ. Τὴν ἀποστολή του δείχνει καὶ ἡ λέξι
«ἄνθρωπος». Εἶνε ἑλληνική, καὶ σημαίνει τὸ ὂν ἐκεῖνο ποὺ «ἄνω-θρῴσκει»,
τείνει πρὸς τὰ ἄνω. Πλάστηκε γιὰ νὰ βλέπῃ τὰ ὕψη, τὸν πνευματικὸ κόσμο.
Ὅπως εἶπε κάποιος ἀρχαῖος φιλόσοφος, ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἕνα οὐράνιο δέντρο.
Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι, ἐνῷ τὸ δέντρο ἔχει τὴ ῥίζα του κάτω, μέσα στὴ γῆ,
τοῦ ἀνθρώπου ἡ ῥίζα εἶνε ψηλά. Νά ποῦ πέφτουν ἔξω οἱ ὑλισταί, ὁ Μὰρξ καὶ
οἱ λοιποί. Ἡ ῥίζα τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε ἡ γῆ, εἶνε ὁ οὐρανός· ἀπὸ ᾿κεῖ
ἕλκει τὴν καταγωγή. Κι ἅμα τοῦ κόψῃς τὴ ῥίζα, τελείωσε ἡ ἱστορία. Ὅπως
ἂν κόψῃς τὴ ῥίζα τοῦ δέντρου τὸ δέντρο ξεραίνεται, ἔτσι κι ὁ ἄνθρωπος.
Εἶνε ὁ ἄνθρωπος πολυδιάστατος. Εἶνε καὶ ἐμπορικὸ ὄν, καὶ οἰκονομικὸ ὄν
(Ἀριστοτέλης), καὶ πολλὰ ἄλλα. Δὲν ἀρνούμεθα οὔτε τὴν οἰκονομικὴ οὔτε
τὴν ὑλικὴ οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη πλευρὰ τοῦ ἀνθρώπου. Τονίζουμε ὅμως, ὅτι
ὅλα αὐτὰ εἶνε φύλλα τοῦ δένδρου· ῥίζα του εἶνε ὁ οὐρανός. Εἶνε
μεταφυσικὸ ὂν ὁ ἄνθρωπος. Γι᾿ αὐτὸ στὴν ἐκκλησία ἀκοῦμε· «Ἄνω σχῶμεν τὰς
καρδίας» (θ. Λειτ.)· μπρός, ἀπογειωθῆτε! Ὁ ἐκκλησιασμὸς καὶ ὅλη ἡ ἐν
Χριστῷ ζωὴ εἶνε μία ἀπογείωσις. «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…»
(χερουβ. ὕμν.).
Νὰ ὑψωθοῦμε. Διαφορετικά, ἐὰν
συνεχῶς σκεπτώμεθα τὰ κάτω, εἴμεθα πλέον ὄχι ἄνθρωποι, ἀλλ᾿ αὐτὸ ποὺ
λέει ὁ ψαλμῳδός· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς
κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13,21). Δὲν τὸ λέω
ἐγώ, τὸ λέει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο· οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ μοιάζουν μὲ ζῷα. Καὶ ὁ
Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητάς του· «Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσὶ μηδὲ βάλητε
τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων» (Ματθ. 7,6). Σὰν τοὺς
χοίρους καὶ σὰν τὰ σκυλιὰ τοὺς παρομοιάζει. Ὅπως ὁ χοῖρος δὲν εἶνε εἰς
θέσιν νὰ ἐκτιμήσῃ τὰ διαμάντια, ἔτσι κι αὐτοί. «Φάγωμεν καὶ πίωμεν,
αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32). Βλέπουν μόνο πρὸς
τὰ κάτω, σὰν τοὺς χοίρους. Ὁ χοῖρος μιά φορὰ μόνο βλέπει ψηλά. Πότε;
Ὅταν ὁ χασάπης τὸν ἀναποδογυρίσῃ γιὰ νὰ τὸν σφάξῃ· τότε γιὰ πρώτη φορὰ
βλέπει τὸν οὐρανό· καὶ σιωπᾷ… Ἔτσι κι αὐτοὶ ποὺ λησμόνησαν τὸν προορισμό
τους. Μιά φορὰ βλέπουν τὸν οὐρανό, ὅταν πλησιάσῃ ὁ ἀρχάγγελος νὰ
παραλάβῃ τὴν ψυχή τους.
* * *
Ἡ
συγκύπτουσα εἶνε εἰκόνα κάθε ἀνθρώπου. Εἶνε εἰκόνα ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶνε
εἰκόνα καὶ τῆς πατρίδος μας. Ἑλλὰς σήμερα ἴσον συγκύπτουσα γυνή.
Πεσμένη, καμπουριασμένη τώρα ἡ Ἑλλάς, ποὺ ἄλλοτε ἤταν ἄστρο τ᾿ οὐρανοῦ,
ὁδηγὸς τῆς ἀνθρωπότητος. Ὅπως εἶπε ὁ Πλάτων, τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἑλλάδος δὲν
εἶνε τὰ βουνά, τὰ λαγκάδια, τὰ πελάγη, ὁ ὀρυκτὸς πλοῦτος, τὰ μεταλλεῖα.
Τὸ μεγαλεῖο της εἶνε ἕνα· τὸ «ἀνθρωπογονεῖν». Τί θὰ πῇ «ἀνθρωπογονεῖν»;
Νὰ βγάζῃ ἀνθρώπους! Ἂς βγάζουν ἄλλοι μηχανές, ἀνθρώπους ποιός βγάζει. Ὁ
Μένανδρος εἶπε· «Τί ὡραῖο πρᾶγμα εἶνε ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶνε ὄντως
ἄνθρωπος», ὅταν δηλαδὴ ἔχῃ ἀρετή, σωφροσύνη, ἐγκράτεια, ἔλεγχο τοῦ
ἑαυτοῦ του… Αὐτὸς λέγεται ἄνθρωπος.
Σήμερα ἔχουμε μεγάλη κατάπτωσι.
Ποτέ ἄλλοτε δὲν παρουσιάστηκε στὸ γένος μας τέτοια διαφθορά. Συγκύπτουσα
εἶνε ἡ Ἑλλάς· συγκύπτουσα πνευματικῶς, κοινωνικῶς, ἠθικῶς. Φάμπρικα τὰ
διαζύγια, ἐπιχείρησι οἱ ἐκτρώσεις… Πρέπει νὰ βγῇ πάλι ἕνας Διογένης καὶ
νὰ πῇ· «Ἄνθρωπον ζητῶ!». Ἄνθρωπο μὲ εὐγενῆ σκέψι καὶ ὑψηλὰ αἰσθήματα.
Κάποτε ἡ Ἑλλὰς γεννοῦσε τέτοιους ἀνθρώπους. Ἦταν παράδειγμα πρὸν
μίμησιν, σήμερα ἔγινε παράδειγμα πρὸς ἀποφυγήν.
Λοιπὸν τί πρέπει νὰ γίνῃ; Ν᾿
ἀπογοητευθοῦμε; Ὑπάρχει ἐλπίς. Δὲ᾿ μᾶς σῴζει τίποτε ἄλλο· οὔτε τὰ
κόμματα, οὔτε οἱ ἰδεολογίες. Καταπέσαμε, διότι φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό, κόψαμε
τὴ ῥίζα μας· καὶ ῥίζα μας εἶνε ὁ οὐρανός. Διότι, ἐπαναλαμβάνω, ὁ
ἄνθρωπος εἶνε κατ᾿ ἐξοχὴν μεταφυσικὸ ὄν. Ἂς ἐπανέλθουμε λοιπὸν στὸ Θεό.
Ἂς πλησιάσουμε κι ἂς ἀγγίξουμε τὸ Χριστό. Νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ
συνδεθοῦμε μαζί του. Καὶ τότε, νὰ εἶστε βέβαιοι, ἡ Ἑλλὰς θ᾿ ἀνορθωθῇ καὶ
πάλι. Διότι κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑπάρχει ἄλλο ὄνομα ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς
σώσῃ, παρὰ μόνο ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ
ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος