Τού αρχιμ. Νεκταρίου Ν. Πέττα, Βυζαντινολόγου
Η μνήμη του τιμάται την 26η Νοεμβρίου
Η Σύναξή του, την 12η Ιουνίου
Βίος:
Ο όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης ή Στυλίτης καταγόταν από την Αδριανούπολη της Παφλαγονίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Αναφέρεται ότι, όταν θα γεννιόταν ο Αλύπιος, η μητέρα του είδε σε όνειρο να κρατάει ένα λευκό αρνί που στα κέρατά του ήταν τρεις αναμμένες λαμπάδες, που σήμαινε τις αρετές που θα είχε το παιδί που θα γεννιόταν.
Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπό του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστησή του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθείς, φιλάδελφοι, εύσπλαχνοι, φιλόφρονες». Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τούς συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς.
Ο μεγάλος Αλύπιος, έχοντας την καρδιά πυρωμένη από την αγάπη στο Θεό, προβληματιζόταν τι να κάνει στην παρούσα ζωή, για να κατορθώσει την ολοκληρωτική και παντοτινή συμβίωσή του με Αυτόν που ποθούσε, την ολοκάθαρη θεωρία Εκείνου με όλο του το νου και τη γνήσια ένωση μαζί Του. Αποφάσισε λοιπόν ν’ απαρνηθεί τα πάντα και να φύγει, φυσικά μακριά από φίλους, συγγενείς, γνωστούς, κι από την ίδια του τη μάνα, διαλέγοντας τον αγαθό δρόμο της ησυχαστικής ζωής. Την απόφασή του την εμπιστεύθηκε μόνο στη μητέρα του.
- Μάνα, της είπε, με κυρίεψε πόθος φλογερός να πάω κατά την Ανατολή, όπου πολλοί έζησαν θεάρεστα και μακάρια, διαλέγοντας τον ησυχαστικό βίο. Κατευόδωσε με λοιπόν σ’ αυτόν το δρόμο και δώσε μου τις ευχές σου σαν φυλαχτό.
Σαν άκουσε εκείνη αυτά τα λόγια, δεν έπαθε τίποτε απ’ όσα παθαίνουν οι γυναίκες (συνήθως, όταν ακούνε παρόμοιες αποφάσεις των παιδιών τους). Δεν πρόβαλε σαν εμπόδιο τη χηρεία της ούτε τη μοναξιά της. Δεν είπε πως είναι πράγμα ασήκωτο για τις μανάδες να χάνουν ένα γιό τόσο καλό ούτε κάτι άλλο παρόμοιο. Δεν προσπάθησε να ματαιώσει την πρόθεση του αγαπημένου της παιδιού. Ποθούσε, βλέπετε, πραγματικά το συμφέρον του γιου της πιο πολύ από το δικό της. Αντίθετα, σήκωσε τα μάτια, άπλωσε τα χέρια και συγκέντρωσε όλη της τη σκέψη σε προσευχή. Ύστερα είπε:
- Πήγαινε, παιδί μου. Πήγαινε εκεί που σε οδηγεί η κλήση του (Αγίου) Πνεύματος. Να, ο Θεός, που σ’ Αυτόν μέσα ζούμε και σ’ Αυτόν σε παραδίνω, θα στείλει τον άγγελό Του μπροστά σου (Εξ. 23:20), για να σε οδηγήσει όπου είναι το θέλημά Του. Άμποτε να σου στείλει βοήθεια από το άγιο κατοικητήριό Του και να σε προστατέψει από την ουράνια Σιών (Ψαλμ. 19:3). Να σου φορέσει σαν θώρακα τη δικαιοσύνη και να σου βάλει την περικεφαλαία της σωτηρίας (Ησ. 59:17. Εφ. 6:14-17). Σαν ήλιος του μεσημεριού να λάμψει η αρετή στα έργα σου (πρβλ. Ψαλμ. 36:6), που χάρη σ’ αυτά αγάπησες το Δεσπότη περισσότερο κι από γονείς κι από πατρίδα.
Ήταν εκείνη γνήσια μάνα ενός τέτοιου γιου. Και γι’ αυτό, βάζοντας την αρετή πιο πάνω από τη φύση, δεν προσπάθησε να κάνει ή να πει τίποτε ανάξιό της.
Έπειτα, μετά την ευχή, ο γιός τυλίχθηκε στο λαιμό της μάνας κι η μάνα αγκάλιασε με λαχτάρα το γιό, ενώ βρέχονταν και οι δυο τους με θερμά δάκρυα. Και αφού καταφιλήθηκαν, χωρίστηκαν. Η μάνα κίνησε για το σπίτι, και ο γιός πήρε το δρόμο που ποθούσε και αποσύρθηκε στην έρημο, όπου ασκήθηκε ανεβαίνοντας σε στύλο που στεκόταν σε αρχαίο ειδωλολατρικό τάφο, ο οποίος έφερε πάνω ταυρολέοντα (δηλαδή φανταστικό ζώο που ήταν συμπλοκή λέοντος που χαμηλώτερα γινόταν ταύρος). Το μυθικό αυτό ζώο το κατέστρεψε ο Όσιος με λοστό και κατέλαβε την θέση του για άσκηση πάνω από πέντε δεκαετίες.
Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμά του.
Πέθανε ειρηνικά το έτος 608, αφού έζησε 100 χρόνια, κατ’ άλλους 120. Η μνήμη του τιμάται κατά 26ην Νοεμβρίου, μαζί με την ανώνυμη για εμάς, Οσία μητέρα του.
Η τιμία κάρρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους, που αποτελεί ιδιαίτερη ευλογία για την μοναστική αδελφότητα. Τεμάχια των ιερών λειψάνων του Οσίου φυλάσσονται σε διάφορες λειψανοθήκες, από τις οποίες μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί, στο Κυριακό της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους, στη Μονή Παναγίας Μετσόβου. Επίσης ναοί φέρουν το όνομά του, όπως στην Καστοριά, στην Κοζάνη και στην Ζάκυνθο. Στην Καστοριά και στην Ζάκυνθο τιμάται μαζί με τον όσιο Στυλιανό τον Παφλαγόνα, οι οποίο εορτάζουν μαζί και θεωρούνται προστάτες των νηπίων. Για το λόγο αυτό έχει διαδοθεί ιδιαίτερα η μνήμη τους.
Ο όσιος Αλύπιος εορτάζει και δεύτερη φορά κατά την Σύναξή του, την 12η Ιουνίου «εν τη Μονή αυτού τη ούση πλησίον του Ιπποδρομίου», σύμφωνα με τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Απεικόνισις:
Ο μορφή του στυλίτου αγίου Αλύπιου από την βυζαντινή εποχή αποκτά διάδοση, όπως ενδεικτικά αυτό γίνεται φανερό στο Πρωτάτο και στα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου. Κατά την μεταβυζαντινή εποχή η μορφή του γίνεται ιδιαίτερα αγαπητή με την απεικόνιση και άλλων στυλιτών ανά ζεύγη σε στενές και ψηλές επιφάνειες Ναών.
Ενδιαφέρουσα είναι η απεικόνιση του Αλυπίου σε μικρογραφία στο Μηνολόγιο του Βασιλείου του Β΄ του Βουλγαροκτόνου, το οποίο φιλοξενείται στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Ενώ οι στυλίτες εμφανίζονται στον καθιερωμένο τύπο κατενώπιον, εδώ ο Όσιος εικονίζεται στραμμένος πλάγια. Ο Νέστωρας που έφτιαξε αυτή την Μικρογραφία κάνει και κάτι άλλο, ιστόρισε τον Όσιο με τρόπο που να δείχνει ότι ίσως κάθεται πάνω στο κιονόκρανο με τα πόδια του διατρανωμένα, σύμφωνα με την ανατολική συνήθεια.
Ενδεικτικά καταγράφεται η παρουσία του Οσίου κατά τον 16ο αιώνα στην Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους[1]. Εκεί ο Όσιος εικονίζεται με μοναχικό ένδυμα και τα φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά σύμφωνα με τις προσταγές του ιερομονανάχου Διονυσίου εκ Φουρνά στην Ερμηνεία, «γέρων μακρυγένης ολίγον»[2], με ακατάστατα μαλλιά και γενειάδα. Ο στυλίτης άγιος, όπως και οι υπόλοιποι στυλίτες που ομοιάζουν πολύ[3], προβάλλει στηθαίος από τετράπλευρο κιγκλίδωμα με άνοιγμα, που επιστέφει στύλο. Σε αυτό τον τύπο παρουσιάζεται στο Πρωτάτο[4]. Όμοια με την Μονή Διονυσίου εμφανίζεται ο Όσιος στις Μονές Δοχειαρίου του Αγίου Όρους και Δουσίκου Τρικάλων[5], στην Μολυβοκκλησιά[6], όπου όμως το κιγκλίδωμα δεν έχει ανοίγματα.
Παράδειγμα της παρουσίας του ημίσωμου ή στηθαίου Οσίου κατά τον 17ο αιώνα αποτελεί φορητή εικόνα του Οσίου που σώζεται στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών (44x29,5). Ο Όσιος στέκεται επάνω στην κεφαλίδα του μονόλιθου κυλινδρικού κίονα, που ανάμεσά τους εικονίζεται κορινθιακό κιονόκρανο. Στην βάση του κιονόκρανου ιστορείται δακτυλίδι, κατά απομίμηση των χάλκινων, με τους οποίους κοσμούσαν τους κίονες των μεγάλων και πολυτελών εκκλησιών. Από την πτώση από τον κίονα τον ασκητή προστατεύει χαμηλό μαρμάρινο κιγκλίδωμα. Φορά κόκκινο μοναχικό ένδυμα με ακάλυπτο κεφάλι και έχει τα χέρια εμπρός στο στήθος, με τις παλάμες ανοικτές προς τα έξω, σε στάση δέησης. Στην αριστερή γωνία του κιγκλιδώματος υψώνεται θριαμβευτικός σταυρός, τον οποίο έστησε ο ίδιος, αφού πρώτα κατέστρεψε τον ειδωλολατρικό ταυρολέοντα που έστεκε άλλοτε πάνω στον κίονα. Δεξιά και αριστερά προβάλουν φτερωτοί άγγελοι, κρατώντας αναπτυγμένα ειλητάρια που περιέχουν τμήματα από την ακολουθία του Αγίου. Ιστορείται και η μητέρα του Οσίου «Η ΟΣΙΑ Μ(ΗΤΗ)Ρ / ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ, ανεβασμένη στη βάση του κίονα και αγκαλιάζοντας αυτό. Με χαρακτηριστικό κεφαλόδεσμο κρατά κομποσκοίνι, δηλωτικό της προσχώρησής της στο μοναχισμό. Το βάθος συμπληρώνουν από της δύο μεριές δύο μοναστικά συγκροτήματα, πίσω από τα οποία υψώνονται τρία κυπαρίσσια. Στη βάση της κτιστής εξέδρας του κίονα αναγράφεται ο ζωγράφος: ΧΕΙΡ ΕΜΜΑΝΟΥΛ ΙΕΡΕΩC ΤΟΥ ΤΖΑΝΕ, ενώ στην μικρή χτιστή κλίμακα η χρονολογία α.χ.ξ.α (=1661).
Ενδεικτική παρουσία του Οσίου κατά τον 18ο αιώνα αποτελεί η μορφή του στην Μονή της Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (1758) στην περιοχή των Αγράφων. Εκεί ο Όσιος κρατά κομποσχοίνι[7]. Παρόμοιος εικονίζεται στις τράπεζες των Μονών Δαχειαρίου (φάση 1700), και Βατοπαιδίου[8], καθώς και στο καθολικό της Μονής Ξηροποτάμου[9]. Σπάνια είναι η απεικόνιση στην Μονή Δρακότρυπας, θύρας εισόδου στην βάση του κίονα, η οποία με εσωτερική κλίμακα οδηγούσε στην κορυφή, ωστόσο συναντάται ήδη από τον 16ο αιώνα σε ρωσική φορητή εικόνα[10].
Ο άγιος Αλύπιος εμφανίζεται και σε εικονογραφικά προγράμματα σλαβικών εκκλησιών, όπως η ιδιαιτέρα παρουσία του σε βαθιά περισυλλογή στο ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Novgorod. Η τοιχογραφία αυτή αποτελεί έργο του έλληνα ζωγράφου Θεοφάνη, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στα τέλη 14ου αιώνα[11].
Γενικότερα οι στυλίτες Άγιοι απεικονίζονται όρθιοι και συνήθως ανά ζεύγη σε στενές και ψηλές επιφάνειες Ναών, όπως στις παραστάδες ανοιγμάτων ή επιφάνειες πεσσών, για να υπογραμμισθεί και μεταφορικά η τεράστια σημασία τους για την στερέωση της πίστης και της Εκκλησίας. Η διάταξη της απεικόνισης των Στυλιτών στους χώρους των Μνημείων γίνεται χιαστί, όπως ο Συμεών ο Παλαιός μαζί με τον σύγχρονο και μιμητή του Δανιήλ, όπως συμβαίνει από την μεσοβυζαντινή εποχή και υπαγορεύει η Ερμηνεία[12], αλλά εναλλάξ με τους δύο νεότερους, Αλύπιο και Συμεώνα τον Νεότερο. Ο όσιος Αλύπιος εικονίζεται με τον όσιο Στυλιανό Παφλαγόνα, με τον οποίο εορτάζει μαζί και θεωρούνται ως προστάτες των νηπίων. Επίσης σε φορητή εικόνα της Μονής Κορωνάτου Κεφαλληνίας απεικονίζεται με τον Μεγάλο Αντώνιο, τονίζοντας και των δύο ανδρών το ασκητικό ύψος τους.
Η στάση αυτή των όρθιων στυλιτών είναι η γνωστή και σπάνια ξάπλωναν, μόνο σε περίπτωση ασθένειας. Η επικοινωνία και η ανάβαση με τον στύλο γινόταν με ξύλινη κλίμακα, η οποία δεν βρισκόταν μόνιμα εκεί, αλλά την τοποθετούσαν οι μαθητές των στυλιτών, κατόπιν εντολής αυτών. Στις τέσσερις γωνίες της πλάκας έμπηγαν σταυρούς, ενώ οι τρεις πλευρές του περιφράγματος κατασκευάζονταν από σανίδες η σίδηρο και καλυπτόταν από τέντα, συνήθως από δέρμα η οποία ονομαζόταν «καμασίνην μηλωτή». Τα ενδύματά τους ήταν λιτά και το κεφάλι τους καλυπτόταν από κουκούλι μάλλινο ή δερμάτινο. Ιστορούνται μέχρι το κάτω μέρος του στήθους και στην πραγματικότητα και με όλη την προοπτική βράχυνση, το κιονόκρανο δεν είναι αρκετό για να κρύψει το υπόλοιπο σώμα του στυλίτη, από το στήθος και κάτω. Επίσης οι μορφές των στυλιτών έχουν σχεδιαστεί με τρόπο ο οποίος προϋποθέτει ότι ο θεατής βρίσκεται σε θέση ψηλότερη από τον κίονα. Αυτά γίνονται εξ’ αιτίας της απομάκρυνσης της βυζαντινής τέχνης από την ρεαλιστική παράσταση, αλλά επικρατεί σε αυτή η σχηματοποίηση, η αφαίρεση και ο ρυθμός, ώστε να δημιουργήσουν την εντύπωση προτομής πάνω σε κίονα.
Η ζωή των στυλιτών ήταν ιδιαίτερα σεβαστή από τους πιστούς. Στηλίτες υπήρχαν στην Πάτρα και στην Κόρινθο κατά τον 10ο αιώνα, σύμφωνα με τον βίο του οσίου Λουκά του Στειριώτη. Υπήρχαν και μέχρι τον 19 αιώνα στους κίονες του Ολυμπίου στην Αθήνα. Αυτό το σκληρό τρόπο ασκήσεως, επινόησε ο πρώτος στυλίτης όσιος Συμεών, ο οποίος από τον Θεοδώτητο αποκαλείται «το μέγα θαύμα της οικουμένης», εκθειάζοντας της στυλίτικη ζωή μέσα στους αιώνες.
Διάδοση τιμής:
Η τιμή του Οσίου διαδόθηκε από νωρίς στο Βυζάντιο. Αυτό φαίνεται και από την δεύτερη εορτή του που καθιερώθηκε, «η σύναξή του», την 12η Ιουνίου στην Μονή του που υπήρχε δίπλα από το Ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως, σύμφωνα με τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Στο Άγιο Όρος ευρίσκεται στα περίχωρα των Καρυών, γειτονικά προς την παλαιάς Μονής Ανάπαυσα Μονή Αγίου Αλυπίου, που σήμερα αποκαλείται Κουτλουμουσιανό Κελλίο των Αγίων Αποστόλων.
Η πρώτη της ονομασία ήταν «Μονή του Αλωπού», πιθανόν από το συνώνυμο όνομα εύπορης βυζαντινής οικογένειας του 11ου αιώνα. Η Μονή τιμόταν στους Αγ. Αποστόλους Πέτρο και Παύλο.
Το έτος 1313 αναφέρεται με το όνομα «Μονή του Αλυπίου» γιατί απόκτησε την τιμία Κάρα του Οσίου Αλυπίου του Στυλίτου. Από 14ο αιώνα γνωρίζει η Μονή μεγάλη ακμή και οι Μοναχοί της ονομάζονται Αλυπιώται, ενώ τον επόμενο αιώνα αρχίζει η παρακμή της Μονής. Τον Μάϊο του 1428 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ II εξέδωσε σιγγίλιο, με το οποίον γίνεται συγχώνευση της Μονής Αγίου Αλυπίου με την Μονή Κουτλουμουσίου. Έκτοτε η Μονή Αλυπίου ονομάζεται Κελλίον των Αγίων Αποστόλων.
Η τιμή του στυλίτη Οσίου γνώριζε ιδιαίτερη διάδοση με την απεικόνισή του σε εικονογραφικά προγράμματα, καθώς και η αναφορά σε ειλητάρια της πανηγυρικής του Ακολουθίας, όπως έκανε ο Ιερέας Εμμανουήλ Τζάνε στη γνωστή φορητή εικόνα.
Ο Όσιος τιμάται ιδιαίτερα στην Αττάλεια μετά την επαναπόκτηση, αναστήλωση, εξοπλισμό του ομωνύμου ιστορικού Ναού του 1841. Την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου του 2011 τελέστηκαν τα Θυρανοίξια του Ι. Ναού από τον οικείο Ποιμενάρχη, Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πισιδίας, Έξαρχον Ατταλείας και Σίδης κ. Σωτήριο Τράμπα. Ο σεβάσμιος και σοφός Σεβασμιότατος κ. Σωτήριος πρωτοστάτησε στον αγώνα αγοράς του Ναού και επαναλειτουργίας του, ανοίγοντας μία νέα σελίδα στην μαρτυρική Γη της Μικράς Ασίας. Τα θυρανοίξια τελέστηκαν με πλήθος σλάβων ορθοδόξων πιστών, εγκαταστημένων στην Αττάλεια, αλλά και προσκυνητών από διάφορες χώρες. Ο Ναός φέρει την ονομασία των Αγίων Παύλου και Αλυπίου Ατταλείας και η ίδρυση της ρωσικής Ορθόδοξης ενορίας στην Αττάλεια στο κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι μεγάλο άνοιγμα στις σχέσεις των αδελφών Εκκλησιών Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας.
Σημειώσεις
[1] Μονή Διονυσίου, εικ. 379. Γκιολές, Διονυσίου σ. 154.
[2] Διονυσίου του εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, Εν Πετρουπόλει 1909, σ. 269 και 293. Πρβλ. Ντ. Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, Αθήνα 1985, σ. 189-190. Για την εικονογραφία του Αγίου, βλ. ακόμα K. Kaster, Alypius der stylit, L.C. I. 5, σ. 105-106.
[3] Για την εικονογραφία των στυλιτών Αγίων, βλ. Α. Ξυγγόπουλος, Οι στυλίται εις την βυζαντινήν τέχνην, ΕΕΒΣ, 19(1949), σ. 116-129. V. Elbern, Styliten, L.C. I. 8, σ. 411-413. I. M. Djordjavić, Die Säule und die Säulenheiligen als hellenistisches Erbe in der byzantinischen uhd serbischen Wandmalerei, JÖB 32/5(1982), σ. 93-100.
[4] Πανσέληνος, εικ. 136, 139.
[5] Στην Μονή Δοχειαρίου βλ. την μορφή του στο G. Millet, Monuments de l’Athos, Les peintures, Paris 1927, πίν. 221.1. Η παράσταση στην Μονή Δουσίκου είναι αδημοσίευτη.
[6] Σ. Παντζαρίδης, Οι τοιχογραφίες του παρεκκλησίου Κοιμήσεως Θεοτόκου (Μολυβοκκλησιά) Καρυές Άγιον Όρος, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 193, εικ. 111.
[7] Ι. Κ. Τσιουρής, Οι τοιχογραφίες της μονής Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (1758) και η μνημειακή ζωγραφική του 18ου αιώνα στην περιοχή των Αγράφων, σ. 96, εικ. 114.
[8] Ι. Ταβλάκης, Το εικονογραφικό πρόγραμμα στις Τράπεζες των Μονών του Αγίου Όρους, δακτυλογραφημένη διδακτορική διατριβή, Ιωάννινα 1997, σ. 419.
[9] Γ. Τσιγάρας, Οι ζωγράφοι Κωνσταντίνος και Αθανάσιος: Το έργο τους στο Άγιον Όρος (1752-1783), δακτυλογραφημένη διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 1972, σ. 189.
[10] V. Elbern, Styliten, L.C. I. 8, εικ. 412.
[11] G. Vzdornov, Frescoes of Theophanes the Greek in the Church of the Transfiguration of the Saviour in Novgorod, Moskva, Iskusstvo 1976, σ. 229, πίν. 132.
[12] Διονυσίου του εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, Εν Πετρουπόλει 1909, σ. 279. Ντ. Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, Αθήνα 1985, σ. 191.
http://oode.info/oode/synaxaristis/alypios_kionitis_1.htm
Η μνήμη του τιμάται την 26η Νοεμβρίου
Η Σύναξή του, την 12η Ιουνίου
Βίος:
Ο όσιος Αλύπιος ο Κιονίτης ή Στυλίτης καταγόταν από την Αδριανούπολη της Παφλαγονίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Αναφέρεται ότι, όταν θα γεννιόταν ο Αλύπιος, η μητέρα του είδε σε όνειρο να κρατάει ένα λευκό αρνί που στα κέρατά του ήταν τρεις αναμμένες λαμπάδες, που σήμαινε τις αρετές που θα είχε το παιδί που θα γεννιόταν.
Οι γονείς του έδωσαν στον Αλύπιο χριστιανική ανατροφή, που στο πρόσωπό του επέφερε καρπούς εκατονταπλασίονας. Είχε μεγάλη περιουσία, την οποία δαπάνησε στους φτωχούς και πάσχοντες της περιοχής του. Διότι ευχαρίστησή του ήταν να εκπληρώνει το νόμο του Θεού, που προτρέπει τους χριστιανούς να είναι «συμπαθείς, φιλάδελφοι, εύσπλαχνοι, φιλόφρονες». Δηλαδή να συμπαθούν και να συμμετέχουν στις λύπες των αδελφών τους, να αγαπούν σαν αδελφούς τούς συνανθρώπους τους, να έχουν πονετική και τρυφερή καρδιά και να είναι περιποιητικοί και ευγενείς.
Ο μεγάλος Αλύπιος, έχοντας την καρδιά πυρωμένη από την αγάπη στο Θεό, προβληματιζόταν τι να κάνει στην παρούσα ζωή, για να κατορθώσει την ολοκληρωτική και παντοτινή συμβίωσή του με Αυτόν που ποθούσε, την ολοκάθαρη θεωρία Εκείνου με όλο του το νου και τη γνήσια ένωση μαζί Του. Αποφάσισε λοιπόν ν’ απαρνηθεί τα πάντα και να φύγει, φυσικά μακριά από φίλους, συγγενείς, γνωστούς, κι από την ίδια του τη μάνα, διαλέγοντας τον αγαθό δρόμο της ησυχαστικής ζωής. Την απόφασή του την εμπιστεύθηκε μόνο στη μητέρα του.
- Μάνα, της είπε, με κυρίεψε πόθος φλογερός να πάω κατά την Ανατολή, όπου πολλοί έζησαν θεάρεστα και μακάρια, διαλέγοντας τον ησυχαστικό βίο. Κατευόδωσε με λοιπόν σ’ αυτόν το δρόμο και δώσε μου τις ευχές σου σαν φυλαχτό.
Σαν άκουσε εκείνη αυτά τα λόγια, δεν έπαθε τίποτε απ’ όσα παθαίνουν οι γυναίκες (συνήθως, όταν ακούνε παρόμοιες αποφάσεις των παιδιών τους). Δεν πρόβαλε σαν εμπόδιο τη χηρεία της ούτε τη μοναξιά της. Δεν είπε πως είναι πράγμα ασήκωτο για τις μανάδες να χάνουν ένα γιό τόσο καλό ούτε κάτι άλλο παρόμοιο. Δεν προσπάθησε να ματαιώσει την πρόθεση του αγαπημένου της παιδιού. Ποθούσε, βλέπετε, πραγματικά το συμφέρον του γιου της πιο πολύ από το δικό της. Αντίθετα, σήκωσε τα μάτια, άπλωσε τα χέρια και συγκέντρωσε όλη της τη σκέψη σε προσευχή. Ύστερα είπε:
- Πήγαινε, παιδί μου. Πήγαινε εκεί που σε οδηγεί η κλήση του (Αγίου) Πνεύματος. Να, ο Θεός, που σ’ Αυτόν μέσα ζούμε και σ’ Αυτόν σε παραδίνω, θα στείλει τον άγγελό Του μπροστά σου (Εξ. 23:20), για να σε οδηγήσει όπου είναι το θέλημά Του. Άμποτε να σου στείλει βοήθεια από το άγιο κατοικητήριό Του και να σε προστατέψει από την ουράνια Σιών (Ψαλμ. 19:3). Να σου φορέσει σαν θώρακα τη δικαιοσύνη και να σου βάλει την περικεφαλαία της σωτηρίας (Ησ. 59:17. Εφ. 6:14-17). Σαν ήλιος του μεσημεριού να λάμψει η αρετή στα έργα σου (πρβλ. Ψαλμ. 36:6), που χάρη σ’ αυτά αγάπησες το Δεσπότη περισσότερο κι από γονείς κι από πατρίδα.
Ήταν εκείνη γνήσια μάνα ενός τέτοιου γιου. Και γι’ αυτό, βάζοντας την αρετή πιο πάνω από τη φύση, δεν προσπάθησε να κάνει ή να πει τίποτε ανάξιό της.
Έπειτα, μετά την ευχή, ο γιός τυλίχθηκε στο λαιμό της μάνας κι η μάνα αγκάλιασε με λαχτάρα το γιό, ενώ βρέχονταν και οι δυο τους με θερμά δάκρυα. Και αφού καταφιλήθηκαν, χωρίστηκαν. Η μάνα κίνησε για το σπίτι, και ο γιός πήρε το δρόμο που ποθούσε και αποσύρθηκε στην έρημο, όπου ασκήθηκε ανεβαίνοντας σε στύλο που στεκόταν σε αρχαίο ειδωλολατρικό τάφο, ο οποίος έφερε πάνω ταυρολέοντα (δηλαδή φανταστικό ζώο που ήταν συμπλοκή λέοντος που χαμηλώτερα γινόταν ταύρος). Το μυθικό αυτό ζώο το κατέστρεψε ο Όσιος με λοστό και κατέλαβε την θέση του για άσκηση πάνω από πέντε δεκαετίες.
Η φήμη της αρετής του έφερε κοντά στον Αλύπιο και άλλες ψυχές, που ζητούσαν ειρηνικό καταφύγιο. Στους ανθρώπους αυτούς υπήρξε φιλόστοργος πνευματικός πατέρας, και τους καθοδηγούσε με τις συμβουλές του και τους στήριζε με το παράδειγμά του.
Πέθανε ειρηνικά το έτος 608, αφού έζησε 100 χρόνια, κατ’ άλλους 120. Η μνήμη του τιμάται κατά 26ην Νοεμβρίου, μαζί με την ανώνυμη για εμάς, Οσία μητέρα του.
Η τιμία κάρρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους, που αποτελεί ιδιαίτερη ευλογία για την μοναστική αδελφότητα. Τεμάχια των ιερών λειψάνων του Οσίου φυλάσσονται σε διάφορες λειψανοθήκες, από τις οποίες μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί, στο Κυριακό της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους, στη Μονή Παναγίας Μετσόβου. Επίσης ναοί φέρουν το όνομά του, όπως στην Καστοριά, στην Κοζάνη και στην Ζάκυνθο. Στην Καστοριά και στην Ζάκυνθο τιμάται μαζί με τον όσιο Στυλιανό τον Παφλαγόνα, οι οποίο εορτάζουν μαζί και θεωρούνται προστάτες των νηπίων. Για το λόγο αυτό έχει διαδοθεί ιδιαίτερα η μνήμη τους.
Ο όσιος Αλύπιος εορτάζει και δεύτερη φορά κατά την Σύναξή του, την 12η Ιουνίου «εν τη Μονή αυτού τη ούση πλησίον του Ιπποδρομίου», σύμφωνα με τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Απεικόνισις:
Ο μορφή του στυλίτου αγίου Αλύπιου από την βυζαντινή εποχή αποκτά διάδοση, όπως ενδεικτικά αυτό γίνεται φανερό στο Πρωτάτο και στα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου. Κατά την μεταβυζαντινή εποχή η μορφή του γίνεται ιδιαίτερα αγαπητή με την απεικόνιση και άλλων στυλιτών ανά ζεύγη σε στενές και ψηλές επιφάνειες Ναών.
Ενδιαφέρουσα είναι η απεικόνιση του Αλυπίου σε μικρογραφία στο Μηνολόγιο του Βασιλείου του Β΄ του Βουλγαροκτόνου, το οποίο φιλοξενείται στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Ενώ οι στυλίτες εμφανίζονται στον καθιερωμένο τύπο κατενώπιον, εδώ ο Όσιος εικονίζεται στραμμένος πλάγια. Ο Νέστωρας που έφτιαξε αυτή την Μικρογραφία κάνει και κάτι άλλο, ιστόρισε τον Όσιο με τρόπο που να δείχνει ότι ίσως κάθεται πάνω στο κιονόκρανο με τα πόδια του διατρανωμένα, σύμφωνα με την ανατολική συνήθεια.
Ενδεικτικά καταγράφεται η παρουσία του Οσίου κατά τον 16ο αιώνα στην Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους[1]. Εκεί ο Όσιος εικονίζεται με μοναχικό ένδυμα και τα φυσιογνωμικά του χαρακτηριστικά σύμφωνα με τις προσταγές του ιερομονανάχου Διονυσίου εκ Φουρνά στην Ερμηνεία, «γέρων μακρυγένης ολίγον»[2], με ακατάστατα μαλλιά και γενειάδα. Ο στυλίτης άγιος, όπως και οι υπόλοιποι στυλίτες που ομοιάζουν πολύ[3], προβάλλει στηθαίος από τετράπλευρο κιγκλίδωμα με άνοιγμα, που επιστέφει στύλο. Σε αυτό τον τύπο παρουσιάζεται στο Πρωτάτο[4]. Όμοια με την Μονή Διονυσίου εμφανίζεται ο Όσιος στις Μονές Δοχειαρίου του Αγίου Όρους και Δουσίκου Τρικάλων[5], στην Μολυβοκκλησιά[6], όπου όμως το κιγκλίδωμα δεν έχει ανοίγματα.
Παράδειγμα της παρουσίας του ημίσωμου ή στηθαίου Οσίου κατά τον 17ο αιώνα αποτελεί φορητή εικόνα του Οσίου που σώζεται στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών (44x29,5). Ο Όσιος στέκεται επάνω στην κεφαλίδα του μονόλιθου κυλινδρικού κίονα, που ανάμεσά τους εικονίζεται κορινθιακό κιονόκρανο. Στην βάση του κιονόκρανου ιστορείται δακτυλίδι, κατά απομίμηση των χάλκινων, με τους οποίους κοσμούσαν τους κίονες των μεγάλων και πολυτελών εκκλησιών. Από την πτώση από τον κίονα τον ασκητή προστατεύει χαμηλό μαρμάρινο κιγκλίδωμα. Φορά κόκκινο μοναχικό ένδυμα με ακάλυπτο κεφάλι και έχει τα χέρια εμπρός στο στήθος, με τις παλάμες ανοικτές προς τα έξω, σε στάση δέησης. Στην αριστερή γωνία του κιγκλιδώματος υψώνεται θριαμβευτικός σταυρός, τον οποίο έστησε ο ίδιος, αφού πρώτα κατέστρεψε τον ειδωλολατρικό ταυρολέοντα που έστεκε άλλοτε πάνω στον κίονα. Δεξιά και αριστερά προβάλουν φτερωτοί άγγελοι, κρατώντας αναπτυγμένα ειλητάρια που περιέχουν τμήματα από την ακολουθία του Αγίου. Ιστορείται και η μητέρα του Οσίου «Η ΟΣΙΑ Μ(ΗΤΗ)Ρ / ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ, ανεβασμένη στη βάση του κίονα και αγκαλιάζοντας αυτό. Με χαρακτηριστικό κεφαλόδεσμο κρατά κομποσκοίνι, δηλωτικό της προσχώρησής της στο μοναχισμό. Το βάθος συμπληρώνουν από της δύο μεριές δύο μοναστικά συγκροτήματα, πίσω από τα οποία υψώνονται τρία κυπαρίσσια. Στη βάση της κτιστής εξέδρας του κίονα αναγράφεται ο ζωγράφος: ΧΕΙΡ ΕΜΜΑΝΟΥΛ ΙΕΡΕΩC ΤΟΥ ΤΖΑΝΕ, ενώ στην μικρή χτιστή κλίμακα η χρονολογία α.χ.ξ.α (=1661).
Ενδεικτική παρουσία του Οσίου κατά τον 18ο αιώνα αποτελεί η μορφή του στην Μονή της Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (1758) στην περιοχή των Αγράφων. Εκεί ο Όσιος κρατά κομποσχοίνι[7]. Παρόμοιος εικονίζεται στις τράπεζες των Μονών Δαχειαρίου (φάση 1700), και Βατοπαιδίου[8], καθώς και στο καθολικό της Μονής Ξηροποτάμου[9]. Σπάνια είναι η απεικόνιση στην Μονή Δρακότρυπας, θύρας εισόδου στην βάση του κίονα, η οποία με εσωτερική κλίμακα οδηγούσε στην κορυφή, ωστόσο συναντάται ήδη από τον 16ο αιώνα σε ρωσική φορητή εικόνα[10].
Ο άγιος Αλύπιος εμφανίζεται και σε εικονογραφικά προγράμματα σλαβικών εκκλησιών, όπως η ιδιαιτέρα παρουσία του σε βαθιά περισυλλογή στο ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Novgorod. Η τοιχογραφία αυτή αποτελεί έργο του έλληνα ζωγράφου Θεοφάνη, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στα τέλη 14ου αιώνα[11].
Γενικότερα οι στυλίτες Άγιοι απεικονίζονται όρθιοι και συνήθως ανά ζεύγη σε στενές και ψηλές επιφάνειες Ναών, όπως στις παραστάδες ανοιγμάτων ή επιφάνειες πεσσών, για να υπογραμμισθεί και μεταφορικά η τεράστια σημασία τους για την στερέωση της πίστης και της Εκκλησίας. Η διάταξη της απεικόνισης των Στυλιτών στους χώρους των Μνημείων γίνεται χιαστί, όπως ο Συμεών ο Παλαιός μαζί με τον σύγχρονο και μιμητή του Δανιήλ, όπως συμβαίνει από την μεσοβυζαντινή εποχή και υπαγορεύει η Ερμηνεία[12], αλλά εναλλάξ με τους δύο νεότερους, Αλύπιο και Συμεώνα τον Νεότερο. Ο όσιος Αλύπιος εικονίζεται με τον όσιο Στυλιανό Παφλαγόνα, με τον οποίο εορτάζει μαζί και θεωρούνται ως προστάτες των νηπίων. Επίσης σε φορητή εικόνα της Μονής Κορωνάτου Κεφαλληνίας απεικονίζεται με τον Μεγάλο Αντώνιο, τονίζοντας και των δύο ανδρών το ασκητικό ύψος τους.
Η στάση αυτή των όρθιων στυλιτών είναι η γνωστή και σπάνια ξάπλωναν, μόνο σε περίπτωση ασθένειας. Η επικοινωνία και η ανάβαση με τον στύλο γινόταν με ξύλινη κλίμακα, η οποία δεν βρισκόταν μόνιμα εκεί, αλλά την τοποθετούσαν οι μαθητές των στυλιτών, κατόπιν εντολής αυτών. Στις τέσσερις γωνίες της πλάκας έμπηγαν σταυρούς, ενώ οι τρεις πλευρές του περιφράγματος κατασκευάζονταν από σανίδες η σίδηρο και καλυπτόταν από τέντα, συνήθως από δέρμα η οποία ονομαζόταν «καμασίνην μηλωτή». Τα ενδύματά τους ήταν λιτά και το κεφάλι τους καλυπτόταν από κουκούλι μάλλινο ή δερμάτινο. Ιστορούνται μέχρι το κάτω μέρος του στήθους και στην πραγματικότητα και με όλη την προοπτική βράχυνση, το κιονόκρανο δεν είναι αρκετό για να κρύψει το υπόλοιπο σώμα του στυλίτη, από το στήθος και κάτω. Επίσης οι μορφές των στυλιτών έχουν σχεδιαστεί με τρόπο ο οποίος προϋποθέτει ότι ο θεατής βρίσκεται σε θέση ψηλότερη από τον κίονα. Αυτά γίνονται εξ’ αιτίας της απομάκρυνσης της βυζαντινής τέχνης από την ρεαλιστική παράσταση, αλλά επικρατεί σε αυτή η σχηματοποίηση, η αφαίρεση και ο ρυθμός, ώστε να δημιουργήσουν την εντύπωση προτομής πάνω σε κίονα.
Η ζωή των στυλιτών ήταν ιδιαίτερα σεβαστή από τους πιστούς. Στηλίτες υπήρχαν στην Πάτρα και στην Κόρινθο κατά τον 10ο αιώνα, σύμφωνα με τον βίο του οσίου Λουκά του Στειριώτη. Υπήρχαν και μέχρι τον 19 αιώνα στους κίονες του Ολυμπίου στην Αθήνα. Αυτό το σκληρό τρόπο ασκήσεως, επινόησε ο πρώτος στυλίτης όσιος Συμεών, ο οποίος από τον Θεοδώτητο αποκαλείται «το μέγα θαύμα της οικουμένης», εκθειάζοντας της στυλίτικη ζωή μέσα στους αιώνες.
Διάδοση τιμής:
Η τιμή του Οσίου διαδόθηκε από νωρίς στο Βυζάντιο. Αυτό φαίνεται και από την δεύτερη εορτή του που καθιερώθηκε, «η σύναξή του», την 12η Ιουνίου στην Μονή του που υπήρχε δίπλα από το Ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως, σύμφωνα με τον Παρισινό Κώδικα 1594.
Στο Άγιο Όρος ευρίσκεται στα περίχωρα των Καρυών, γειτονικά προς την παλαιάς Μονής Ανάπαυσα Μονή Αγίου Αλυπίου, που σήμερα αποκαλείται Κουτλουμουσιανό Κελλίο των Αγίων Αποστόλων.
Η πρώτη της ονομασία ήταν «Μονή του Αλωπού», πιθανόν από το συνώνυμο όνομα εύπορης βυζαντινής οικογένειας του 11ου αιώνα. Η Μονή τιμόταν στους Αγ. Αποστόλους Πέτρο και Παύλο.
Το έτος 1313 αναφέρεται με το όνομα «Μονή του Αλυπίου» γιατί απόκτησε την τιμία Κάρα του Οσίου Αλυπίου του Στυλίτου. Από 14ο αιώνα γνωρίζει η Μονή μεγάλη ακμή και οι Μοναχοί της ονομάζονται Αλυπιώται, ενώ τον επόμενο αιώνα αρχίζει η παρακμή της Μονής. Τον Μάϊο του 1428 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ II εξέδωσε σιγγίλιο, με το οποίον γίνεται συγχώνευση της Μονής Αγίου Αλυπίου με την Μονή Κουτλουμουσίου. Έκτοτε η Μονή Αλυπίου ονομάζεται Κελλίον των Αγίων Αποστόλων.
Η τιμή του στυλίτη Οσίου γνώριζε ιδιαίτερη διάδοση με την απεικόνισή του σε εικονογραφικά προγράμματα, καθώς και η αναφορά σε ειλητάρια της πανηγυρικής του Ακολουθίας, όπως έκανε ο Ιερέας Εμμανουήλ Τζάνε στη γνωστή φορητή εικόνα.
Ο Όσιος τιμάται ιδιαίτερα στην Αττάλεια μετά την επαναπόκτηση, αναστήλωση, εξοπλισμό του ομωνύμου ιστορικού Ναού του 1841. Την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου του 2011 τελέστηκαν τα Θυρανοίξια του Ι. Ναού από τον οικείο Ποιμενάρχη, Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πισιδίας, Έξαρχον Ατταλείας και Σίδης κ. Σωτήριο Τράμπα. Ο σεβάσμιος και σοφός Σεβασμιότατος κ. Σωτήριος πρωτοστάτησε στον αγώνα αγοράς του Ναού και επαναλειτουργίας του, ανοίγοντας μία νέα σελίδα στην μαρτυρική Γη της Μικράς Ασίας. Τα θυρανοίξια τελέστηκαν με πλήθος σλάβων ορθοδόξων πιστών, εγκαταστημένων στην Αττάλεια, αλλά και προσκυνητών από διάφορες χώρες. Ο Ναός φέρει την ονομασία των Αγίων Παύλου και Αλυπίου Ατταλείας και η ίδρυση της ρωσικής Ορθόδοξης ενορίας στην Αττάλεια στο κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι μεγάλο άνοιγμα στις σχέσεις των αδελφών Εκκλησιών Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας.
Σημειώσεις
[1] Μονή Διονυσίου, εικ. 379. Γκιολές, Διονυσίου σ. 154.
[2] Διονυσίου του εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, Εν Πετρουπόλει 1909, σ. 269 και 293. Πρβλ. Ντ. Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, Αθήνα 1985, σ. 189-190. Για την εικονογραφία του Αγίου, βλ. ακόμα K. Kaster, Alypius der stylit, L.C. I. 5, σ. 105-106.
[3] Για την εικονογραφία των στυλιτών Αγίων, βλ. Α. Ξυγγόπουλος, Οι στυλίται εις την βυζαντινήν τέχνην, ΕΕΒΣ, 19(1949), σ. 116-129. V. Elbern, Styliten, L.C. I. 8, σ. 411-413. I. M. Djordjavić, Die Säule und die Säulenheiligen als hellenistisches Erbe in der byzantinischen uhd serbischen Wandmalerei, JÖB 32/5(1982), σ. 93-100.
[4] Πανσέληνος, εικ. 136, 139.
[5] Στην Μονή Δοχειαρίου βλ. την μορφή του στο G. Millet, Monuments de l’Athos, Les peintures, Paris 1927, πίν. 221.1. Η παράσταση στην Μονή Δουσίκου είναι αδημοσίευτη.
[6] Σ. Παντζαρίδης, Οι τοιχογραφίες του παρεκκλησίου Κοιμήσεως Θεοτόκου (Μολυβοκκλησιά) Καρυές Άγιον Όρος, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 193, εικ. 111.
[7] Ι. Κ. Τσιουρής, Οι τοιχογραφίες της μονής Αγίας Τριάδος Δρακότρυπας (1758) και η μνημειακή ζωγραφική του 18ου αιώνα στην περιοχή των Αγράφων, σ. 96, εικ. 114.
[8] Ι. Ταβλάκης, Το εικονογραφικό πρόγραμμα στις Τράπεζες των Μονών του Αγίου Όρους, δακτυλογραφημένη διδακτορική διατριβή, Ιωάννινα 1997, σ. 419.
[9] Γ. Τσιγάρας, Οι ζωγράφοι Κωνσταντίνος και Αθανάσιος: Το έργο τους στο Άγιον Όρος (1752-1783), δακτυλογραφημένη διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 1972, σ. 189.
[10] V. Elbern, Styliten, L.C. I. 8, εικ. 412.
[11] G. Vzdornov, Frescoes of Theophanes the Greek in the Church of the Transfiguration of the Saviour in Novgorod, Moskva, Iskusstvo 1976, σ. 229, πίν. 132.
[12] Διονυσίου του εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, Εν Πετρουπόλει 1909, σ. 279. Ντ. Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, Αθήνα 1985, σ. 191.
http://oode.info/oode/synaxaristis/alypios_kionitis_1.htm