«Θέλεις νὰ γίνεις καλά;»
 
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
 
Υπάρχουν στο Ευαγγέλιο θεραπείες από το Χριστό που προηγείται το ερώτημα «θέλεις να γίνεις καλά»; Ασφαλώς δεν ρωτά άσκοπα ή ως λογοπαίγνιο ή, το χειρότερο, για να «παίζει με τον πόνο του άλλου». Το ερώτημα έχει ένα σοβαρό λόγο, απαραίτητο για να ακολουθήσει η επέμβαση - θεραπεία από το Χριστό.

Το «θέλεις να γίνεις καλά;» οδηγεί στη θέα τού βαθύτερου είναι μας, της κρυμμένης επιθυμίας μας, της πραγματικής θέλησής μας. Το ερώτημα, βασικά, ενεργοποιεί αυτό που οι άλλοι δεν βλέπουν και δεν φαντάζονται για μας, γιατί κρίνουν «κατ’ όψιν». Ποιος, άλλωστε, θα αμφέβαλλε ότι ο ασθενής θέλει τη θεραπεία του, ο αμαρτωλός τη σωτηρία του, ο ταλαιπωρημένος τη λύτρωσή του;
Όμως στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι! Τις περισσότερες φορές βολευόμαστε με τα πάθη μας, τις ασθένειες, τις ταλαιπωρίες μας. Είναι ένας τρόπος ζωής που συνηθίσαμε και που ενδεχομένως να ελκύει και τη συμπάθεια των γύρων μας.

Η αλλαγή της ζωής απαιτεί τόλμη και δυνατή επιθυμία να πετάξεις ό,τι έγινε δεύτερη φύση. Αν «συνηθίσεις τη συνήθεια» (Αντώνης Σαμαράκης) τότε χάθηκες, πέθανες στη μιζέρια και στο πεπρωμένο που ο ίδιος έφτιαξες για τον εαυτό σου.
Βέβαια, ακόμα κι αν αποφασίσει κανείς ν’ αλλάξει, η δυσκολία είναι δεδομένη και το αδύνατο έρχεται ως πειρασμός. «Θα τα καταφέρω; Είναι δυνατό ν’ αλλάξει η πορεία της ζωής μου;» Όμως ξέρουμε από το Ευαγγέλιο, την παράδοση της Εκκλησίας και τη μικρή μας πείρα ότι ο Θεός «δεν είναι μακριά από τον καθένα μας. Γιατί μέσα σ’ αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε» (Πρ.17, 27-28).

Το πρώτο και κύριο όμως που χρειάζεται για να μας αρπάξει από το χέρι και να μας ανεβάσει από τον Άδη του εαυτού μας, είναι η δική μας θέληση. Να αναδύεται μέσα από τα έγκατα της ύπαρξής μας η επιθυμία να λυτρωθούμε απ’ ό,τι μας στερεί τη χαρά της ζωής, δηλαδή την κοινωνία, την ουσιαστική σχέση, την πληρότητα. Το «θέλεις να γίνεις καλά;» είναι η δυνατότητα να εκφράσουμε τη θέλησή μας για να μπορέσει, αν είναι θετική, να μεταποιήσει με τη Χάρη Του το αδύνατο σε δυνατό, την αμαρτωλότητα σε αγιότητα, την ταλαιπωρία σε ανάπαυση.

Ο Χριστός ως «ο γνωρίζων τι κρύβει ο νους και η καρδιά του ανθρώπου» (Αποκ.2,23), ασφαλώς δεν απαντά με βάση τι λέει ή τι δεν λέει ο άνθρωπος, αλλά με βάση την επιθυμία της καρδιάς. Γι’ αυτό «έσονται οι πρώτοι έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι».
Στην πορεία της ζωής θα υπάρχει εκείνη η μία φορά ή και παραπάνω, που ο Χριστός θα μιλήσει στην καρδιά, την ταλαίπωρη και παράλυτη, για να της απευθύνει, όπως τότε στον παραλυτικό, το ουσιαστικό και καθοριστικό ερώτημα «θέλεις να γίνεις καλά;», αναμένοντας την καρδιακή απάντηση για να ενεργήσει το θαύμα της αλλαγής.

Τελικά το θαύμα της αλλαγής θα βιώσουν όσοι:
  • Το επιθυμούν με όλη τους την καρδιά.
  • Δεν στηρίζονται στον εαυτό τους.
  • Το περιμένουν από το Πνεύμα το Άγιο.
  • Καταθέτουν τη δική τους προσπάθεια με ειλικρίνεια.
  • Εμπιστεύονται το Θεό και τους λειτουργούς Του.