῾Η θεραπευτικὴ δύναμις τοῦ καλοῦ λόγου
Ἀπό τὸ Γεροντικόν
Κάποτε ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος μαζὶ μὲ τὸν ὑποτακτικό
του ἀνέβαιναν ἀπὸ τὴν Σκήτη τῆς Αἰγύπτου στὸ ῎Ορος τῆς Νιτρίας. Σὰν
πλησίαζαν στὸν προορισμό τους, εἶπε στὸν μαθητή του νὰ προπορευθῆ. ῾Ο
ὑποτακτικός, καθὼς προχωροῦσε, συνάντησε ἕναν εἰδωλολάτρη… ῏Ηταν ἱερέας
καὶ περπατοῦσε βιαστικά, κρατώντας ἕνα ξύλο.
— Αἴ, σατανᾶ, ποῦ τρέχεις;… τοῦ φώναξε ἀπερίσκεπτα ὁ καλόγερος.
Τότε ἐκεῖνος ἐθύμωσε τόσο πολύ, ὥστε στράφηκε ἐναντίον τοῦ Μοναχοῦ καὶ τὸν ἐκτύπησε ἀδυσώπητα.
Μετὰ ἀπὸ λίγο, τὸν εἶδε ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος. ᾿Αμέσως, ἄρχισε νὰ τὸν εὔχεται
μὲ βαθειὰ καλωσύνη:
— ῾Ο Θεὸς νὰ σὲ εὐλογῆ, προκομμένε ἄνθρωπε! Νὰ εἶσαι καλὰ ἄνθρωπε τοῦ μόχθου! Εἴθε νὰ σωθῆς! Νὰ σωθῆς!
— Τί καλὸ εἶδες σὲ μένα, ᾿Αββᾶ, καὶ μοῦ εὔχεσαι νὰ σωθῶ;
— Σὲ βλέπω νὰ μοχθῆς καὶ νὰ τρέχης, τοῦ ἀπάντησε ὁ ῞Οσιος. Καὶ δὲν γνωρίζεις, εὐλογημένε, ὅτι στὰ χαμένα κοπιάζεις.
— Μαλάκωσε καὶ γλύκανε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸν χαιρετισμό σου, εἶπε ἤρεμος πιὰ ὁ ἱερέας τῶν εἰδώλων. Κατάλαβα ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Κάποιος ἄλλος ὅμως, ἄθλιος καλόγερος, μὲ ἔβρισε ὅταν πρὶν ἀπὸ λίγο μὲ συνάντησε κι ἐγὼ ὅμως τὸν ἐσυγύρισα καλά. Τὸν ἄφησα μισοπεθαμένο ἀπὸ τὰ κτυπήματα.
Καὶ ἀμέσως, πέφτει στὰ πόδια τοῦ ᾿Αββᾶ Μακαρίου, τὰ ἀγκαλιάζει καὶ τοῦ λέει:
— ῍Αν δὲν μὲ κάνης Μοναχό, δὲν θὰ σὲ ἀφήσω νὰ φύγης!
῾Ο ῞Οσιος τὸν ἀνεσήκωσε καὶ πῆγαν μαζὶ ἐκεῖ ποὺ ἦταν κατάκοιτος ὁ μαθητής του. Τὸν ἐσήκωσαν καὶ τὸν μετέφεραν στὴν ᾿Εκκλησία τοῦ ῎Ορους τῆς Νιτρίας.
῞Οταν οἱ Μοναχοὶ εἶδαν τὸν εἰδωλολάτρη ἱερέα μαζὶ μὲ τὸν ᾿Αββᾶ, κατεπλάγησαν!
Τελικά, ἀφοῦ τὸν ἐβάπτισαν, τὸν ἔκαναν Μοναχὸ καὶ ἐξ αἰτίας του πολλοὶ εἰδωλολάτρες ἔγιναν Χριστιανοί.
Καὶ ἔλεγε λοιπὸν ὁ ᾿Αββᾶς Μακάριος: ὁ λόγος ὁ κακὸς καὶ τὸν καλὸ τὸν κάνει κακό. ᾿Ενῶ ὁ λόγος ὁ καλὸς καὶ τὸν κακὸ τὸν μεταβάλλει σὲ καλό.
«῾Ο λόγος ὁ κακὸς καὶ τοὺς καλοὺς ποιεῖ κακούς· καὶ ὁ καλὸς λόγος καὶ τοὺς κακοὺς ποιεῖ καλούς».