"Ἑλλὰς μου, Ἑλλάς μου, ἀνάστα, τὶ καθεύδεις ..."
"ΞΥΠΝΑΤΕ!!!
Ξύπνα,
κόσμε. Ξυπνᾶτε, πλούσιοι καὶ φτωχοί. Ξυπνᾶτε, ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς τοῦ
Ὑψίστου. Ξύπνα κ᾿ ἐσύ, Αὐγουστῖνε, διότι τὸ τέλος σου ἐγγίζει – ποιός
ξέρει ἂν τὸ ἔτος αὐτὸ δὲν εἶνε τὸ τελευταῖο τῆς ζωῆς μου; Ξύπνα κ᾿ ἐσύ,
Ἑλλάς, ποὺ κοιμᾶσαι ἐνῷ οἱ ἐχθροὶ σου ἑτοιμάζονται νὰ σε καταστρέψουν.
Κλεῖσε τὰ κέντρα τῆς ἁμαρτίας, τὰ χαρτοπαίγνια, τὰ διαφθορεῖα.
Εὑρισκόμεθα σὲ παραμονὲς φοβερῶν ἐξελίξεων. Τὸ «Ψυχή μου ψυχή μου,
ἀνάστα, τί καθεύδεις;…» μποροῦμε νὰ τὸ ἀλλάξουμε «Ἑλλάς μου Ἑλλάς μου,
ἀνάστα, τί καθεύδεις;…».
Ἀλλ᾿ ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ
συνεχίζουν νὰ κοιμῶνται. Τί νὰ πῶ γι᾿ αὐτούς; Ὑπάρχει στὴ φύσι ὁ ὕπνος
ποὺ ξυπνᾷς· ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ ὕπνος ποὺ δὲν ξυπνᾷς. Εἶνε μιὰ φοβερὰ
ἀσθένεια. Τὴν προκαλεῖ ἕνα ἔντομο, ἡ μῦγα τσετσέ – ἔτσι λέγεται. Ὁ Θεὸς
νὰ φυλάξῃ· ἅμα σὲ τσιμπήσῃ, σὲ πιάνει ὕπνος θανατηφόρος, μέχρι ποὺ
πεθαίνειφόρο ὕπνο ποὺ προξενεῖ ἡ ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτὸν
λέει ὁ προφήτης· Κύριε, «φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς
θάνατον…» (Ψαλμ. 12,4).
Παναγία Τριάς, ἐλέησον τὸν κόσμον σου! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς!