Η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου
Ο Εκκλησιασμός
α) Η εορτή των Εισοδίων της Μαριάμ στον ναό υπενθυμίζει την είσοδο του χριστιανού στην Εκκλησία με το βάπτισμα. Ανακαλεί στη μνήμη τον εκκλησιασμό, όχι ως τυπική
υποχρέωση, αλλά ως μετοχή στη ζωοποιό χάρη των μυστηρίων όχι ως κυριακάτικη συνήθεια, αλλά ως αυτοπροαίρετη αφιέρωση στον Θεό της αγάπης. Και η αφιέρωση αυτή
αφορά σύνολη την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά και την κτίση.
β) Ο εκκλησιασμός δεν είναι εύκολη υπόθεση. Προϋποθέτει «συντετριμμένη καρδία», ευρύχωρη διάθεση, πίστη θερμή, αγάπη ανυπόκριτη, ελπίδα ζώσα και αποστολική
απλότητα. Κυρίως όμως απαιτεί παραίτηση από τον εωσφορικό εγωισμό, τον αυτάρεσκο ναρκισσισμό και την παγκάκιστη φιλαυτία. Η Εκκλησία πάντοτε καλεί σε εκκλησιασμό.
Και όντως πολλοί πάνε στην εκκλησία, ελάχιστοι όμως εκκλησιάζονται όπως η Θεόπαις Μαριάμ, η οποία τρεφόταν με τη χάρη του Θεού.
γ) Η είσοδος της Παναγίας στον ναό δεν μαρτυρείται στα Ευαγγέλια, αλλά στηρίζεται στο Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου. Η απόκρυφη αυτή διήγηση στόχευε στη συμπλήρωση
κενών που άφηναν τα κανονικά Ευαγγέλια και διασώθηκε μέσω του εορτολογίου, της αγιογραφίας και της υμνολογίας. Στη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει
περίφημο ψηφιδωτό (1315-1320) με δύο σχετικές θεματικές παραστάσεις: Η πρώτη εικονίζει τον Ιωακείμ και την Άννα να προσφέρουν την κόρη στον αρχιερέα, ενώ η άλλη
απεικονίζει τον άγγελο που της μεταφέρει ουράνιο άρτο.
δ) Τα Εισόδια της Θεοτόκου εικονογραφούνται από τον Μανουήλ Πανσέληνο (1295) και στον ναό του Πρωτάτου στο Άγιον Όρος. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιωακείμ και η
Άννα μετά από θερμή προσευχή στον Θεό απέκτησαν κόρη, την οποία ανέθρεψαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Μόλις συμπλήρωσε το τρίτο έτος της ηλικίας της, με τη συνοδεία λαμπαδηφόρων παρθένων την αφιέρωσαν στον Ναό.
ε) Στον πρόναο την υποδέχθηκε ο αρχιερέας Ζαχαρίας και την εισήγαγε στα Άγια των Αγίων, πράγμα ανήκουστο για τους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης, αφού εκεί μπορούσε να εισέλθει μία φορά τον χρόνο μόνο ο αρχιερέας κατά την εορτή του εξιλασμού. Στον Ναό η Παρθένος επιδόθηκε στην προσευχή, τη μελέτη των Γραφών και την ιερά ησυχία. Έτσι κράτησε καθαρή την καρδιά της και έγινε ακηλίδωτος καθρέπτης της θείας λαμπρότητας.
στ) Κι όπως γράφεται στο συναξάρι, «τοποθετημένη στα Άγια των Αγίων, όπου φυλάσσονταν τα τεκμήρια της επαγγελίας του Θεού, η Παρθένος αποκάλυπτε ότι τα σύμβολα και
οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης θα εκπληρώνονταν στο πρόσωπό της. Έτσι έγινε Κλίμαξ που ενώνει γη και ουρανό, Στήλη νεφέλης που αποκαλύπτει τη δόξα του Θεού,
αλατόμητο Όρος του Δανιήλ και ζώσα Πηγή που αναβλύζει τα ύδατα της αιώνιας ζωής». Η παραπάνω συμβολική ορολογία έχει περιληφθεί στην υμνολογία της εορτής, αλλά και
γενικότερα στους ύμνους των θεομητορικών εορτών και των θεοτοκίων.
ζ) Με αφορμή τη θεομητορική εορτή των Εισοδίων μπορεί κάθε χριστιανός να εκκλησιάσει πραγματικά κι όχι επιφανειακά τη ζωή του. Η είσοδος στην Εκκλησία δεν μπορεί να
αποτελεί πολιτιστικό αυτονόητο και «καλή συνήθεια». Αποβλέπει σε ουσιαστική σχέση και κοινωνία με τον Χριστό. Και η σχέση αυτή αφορά όλες τις ηλικίες. Με την επικράτηση
του νηπιοβαπτισμού υπεύθυνοι για τη χριστιανική ανατροφή των παιδιών θεωρούνται οι γονείς και οι ανάδοχοι. Όμως, στους νεότερους χρόνους η υποχρέωση αυτή ατόνησε και
μεταβιβάσθηκε είτε στο δημόσιο σχολείο είτε στον θεσμό της Εκκλησίας. Εάν η χριστιανική οικογένεια αναλάβει τις ευθύνες της, οι ανάδοχοι αποδεχθούν τις δικές τους και οι
κληρικοί υποδεχθούν με σύνεση και ευαγγελική σοφία τον λαό του Θεού, τότε όντως οδηγούνται όλοι και όλα προς εκκλησιασμόν.
α) Η εορτή των Εισοδίων της Μαριάμ στον ναό υπενθυμίζει την είσοδο του χριστιανού στην Εκκλησία με το βάπτισμα. Ανακαλεί στη μνήμη τον εκκλησιασμό, όχι ως τυπική
υποχρέωση, αλλά ως μετοχή στη ζωοποιό χάρη των μυστηρίων όχι ως κυριακάτικη συνήθεια, αλλά ως αυτοπροαίρετη αφιέρωση στον Θεό της αγάπης. Και η αφιέρωση αυτή
αφορά σύνολη την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά και την κτίση.
β) Ο εκκλησιασμός δεν είναι εύκολη υπόθεση. Προϋποθέτει «συντετριμμένη καρδία», ευρύχωρη διάθεση, πίστη θερμή, αγάπη ανυπόκριτη, ελπίδα ζώσα και αποστολική
απλότητα. Κυρίως όμως απαιτεί παραίτηση από τον εωσφορικό εγωισμό, τον αυτάρεσκο ναρκισσισμό και την παγκάκιστη φιλαυτία. Η Εκκλησία πάντοτε καλεί σε εκκλησιασμό.
Και όντως πολλοί πάνε στην εκκλησία, ελάχιστοι όμως εκκλησιάζονται όπως η Θεόπαις Μαριάμ, η οποία τρεφόταν με τη χάρη του Θεού.
γ) Η είσοδος της Παναγίας στον ναό δεν μαρτυρείται στα Ευαγγέλια, αλλά στηρίζεται στο Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου. Η απόκρυφη αυτή διήγηση στόχευε στη συμπλήρωση
κενών που άφηναν τα κανονικά Ευαγγέλια και διασώθηκε μέσω του εορτολογίου, της αγιογραφίας και της υμνολογίας. Στη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει
περίφημο ψηφιδωτό (1315-1320) με δύο σχετικές θεματικές παραστάσεις: Η πρώτη εικονίζει τον Ιωακείμ και την Άννα να προσφέρουν την κόρη στον αρχιερέα, ενώ η άλλη
απεικονίζει τον άγγελο που της μεταφέρει ουράνιο άρτο.
δ) Τα Εισόδια της Θεοτόκου εικονογραφούνται από τον Μανουήλ Πανσέληνο (1295) και στον ναό του Πρωτάτου στο Άγιον Όρος. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιωακείμ και η
Άννα μετά από θερμή προσευχή στον Θεό απέκτησαν κόρη, την οποία ανέθρεψαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Μόλις συμπλήρωσε το τρίτο έτος της ηλικίας της, με τη συνοδεία λαμπαδηφόρων παρθένων την αφιέρωσαν στον Ναό.
ε) Στον πρόναο την υποδέχθηκε ο αρχιερέας Ζαχαρίας και την εισήγαγε στα Άγια των Αγίων, πράγμα ανήκουστο για τους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης, αφού εκεί μπορούσε να εισέλθει μία φορά τον χρόνο μόνο ο αρχιερέας κατά την εορτή του εξιλασμού. Στον Ναό η Παρθένος επιδόθηκε στην προσευχή, τη μελέτη των Γραφών και την ιερά ησυχία. Έτσι κράτησε καθαρή την καρδιά της και έγινε ακηλίδωτος καθρέπτης της θείας λαμπρότητας.
στ) Κι όπως γράφεται στο συναξάρι, «τοποθετημένη στα Άγια των Αγίων, όπου φυλάσσονταν τα τεκμήρια της επαγγελίας του Θεού, η Παρθένος αποκάλυπτε ότι τα σύμβολα και
οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης θα εκπληρώνονταν στο πρόσωπό της. Έτσι έγινε Κλίμαξ που ενώνει γη και ουρανό, Στήλη νεφέλης που αποκαλύπτει τη δόξα του Θεού,
αλατόμητο Όρος του Δανιήλ και ζώσα Πηγή που αναβλύζει τα ύδατα της αιώνιας ζωής». Η παραπάνω συμβολική ορολογία έχει περιληφθεί στην υμνολογία της εορτής, αλλά και
γενικότερα στους ύμνους των θεομητορικών εορτών και των θεοτοκίων.
ζ) Με αφορμή τη θεομητορική εορτή των Εισοδίων μπορεί κάθε χριστιανός να εκκλησιάσει πραγματικά κι όχι επιφανειακά τη ζωή του. Η είσοδος στην Εκκλησία δεν μπορεί να
αποτελεί πολιτιστικό αυτονόητο και «καλή συνήθεια». Αποβλέπει σε ουσιαστική σχέση και κοινωνία με τον Χριστό. Και η σχέση αυτή αφορά όλες τις ηλικίες. Με την επικράτηση
του νηπιοβαπτισμού υπεύθυνοι για τη χριστιανική ανατροφή των παιδιών θεωρούνται οι γονείς και οι ανάδοχοι. Όμως, στους νεότερους χρόνους η υποχρέωση αυτή ατόνησε και
μεταβιβάσθηκε είτε στο δημόσιο σχολείο είτε στον θεσμό της Εκκλησίας. Εάν η χριστιανική οικογένεια αναλάβει τις ευθύνες της, οι ανάδοχοι αποδεχθούν τις δικές τους και οι
κληρικοί υποδεχθούν με σύνεση και ευαγγελική σοφία τον λαό του Θεού, τότε όντως οδηγούνται όλοι και όλα προς εκκλησιασμόν.
π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
Μακεδονία 18/11/2012