Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

Τὸ Βάπτισμα καὶ ὁ “τρελλὸς παλαιοημερολογίτης παπᾶς’’...

baptisi

Τὸ Βάπτισμα καὶ ὁ “τρελλὸς παλαιοημερολογίτης παπᾶς’’...

Πρὸ καιροῦ μοῦ ἔστειλε κάποιος συναπτόμενα σὲ email πέντε (5) βίντεο ἀπὸ Βαπτίσεις Ὀρθοδόξων (ἐντὸς καὶ ἐκτὸς εἰσαγωγικῶν) κληρικῶν. Τὸ πρῶτο ἔδειχνε ἕνα Ρουμάνο ἱερέα ὁ ὁποῖος πῆρε μὲ τὴ χοῦφτα τοῦ ἀριστεροῦ του χεριοῦ καὶ ἔριξε λίγο νερὸ στὸ κεφαλάκι τοῦ μωροῦ. Τὸ δεύτερο, ἕνα βάπτισμα ποὺ ἔκανε κληρικὸς σὲ κεντρικὸ ναὸ τῆς Ἀθήνας, μὲ τὸ μικρὸ νὰ μπαίνει στὴ κολυμβήθρα μέχρι τοὺς ὤμους. Τὸ τρίτο (μὲ τίτλο, Γκάφα ὁ πάτερ) δείχνει νὰ φεύγει τὸ λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ παπᾶς ἀπὸ τὰ χέρια καὶ νὰ πέφτει μέσα στὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας. Τὸ βίντεο δὲν ἦταν ὁλοκληρωμένο γιὰ νὰ φανεῖ πῶς ἔγινε ἡ βάπτιση, πάντως τὸ βιβλίο βαπτίστηκε ὁλόκληρο, μὲ ὁλικὴ κατάδυση.
Τὸ ἑπόμενο βίντεο δείχνει ἕναν Ἕλληνα παπᾶ νὰ δέχεται τηλεφώνημα στὸ κινητό του τὴν ὥρα τῆς Βάπτισης, νὰ τὸ βγάζει ἀπὸ τὴ τσέπη του προφανῶς γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς καλεῖ, νὰ πατάει ὁρισμένα πλῆκτρα καὶ νὰ τὸ τοποθετεῖ πάλι στὴ τσέπη. Καὶ ἐρχόμαστε στὸ ‘τρελὸ παπᾶ’. Ὁ τίτλος τοῦ βίντεο, “Crazy Pastor! Τρελλὸς παπᾶς τὸ βάπτισε τὸ παιδί’’. Ὁ ἀποστολέας πρόσθεσε στὸ email τὸν τίτλο ‘Βάπτισμα παλαιοημερολογίτη παπᾶ’. Στὸ βίντεο, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὁλικὴ κατάδυση καὶ τὰ νερὰ ποὺ πετάγονται ἔξω ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα (λόγῳ τοῦ ἐκτοπίσματος), καὶ βέβαια κάποιες γρήγορες κινήσεις καὶ τὸ μωρὸ νὰ κλαίει κάθε φορὰ ποὺ ἔβγαινε στὴν ἐπιφάνεια, ἡ Βάπτιση ἦταν αὐτὴ ποὺ ἔπρεπε νὰ εἶναι. Καὶ ἕνα ἀκόμη βίντεο μὲ ἕνα Ρῶσο παπᾶ ποὺ ἀντὶ γιὰ τὴ φούχτα του χρησιμοποίησε ἕνα... μπρίκι γιὰ νὰ ρίξει τρεῖς φορὲς στὸ κεφαλάκι τοῦ μωροῦ λίγο νερό (ἡ κολυμβήθρα χρησίμευε γιὰ νὰ μὴν πάει τὸ νερὸ στὸ πάτωμα...).
Μετὰ τὴν ἀποστολὴ τοῦ email αὐτοῦ, ποὺ κοινοποιήθηκε σὲ πολλοὺς παραλῆπτες, κάποιος ἀπάντησε, στέλνοντας δύο ἀποσπάσματα ἁγίων ποὺ κάνουν λόγο γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ γίνεται ἡ ὀρθόδοξη Βάπτιση. Τὸ ἕνα χωρίο εἶναι τοῦ Μεγ. Βασιλείου: «Ἴση εἶναι ἡ ζημιὰ τὸ νὰ φύγει κανεὶς ἀπ’ τὴ ζωὴ ἀβάπτιστος, ἢ τὸ νὰ δεχτεῖ κάτι λειψὸ ἀπὸ τὴ παράδοση»[1].
Τὸ δεύτερο ἀπόσπασμα εἶναι τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ: «Νὰ ἔχετε κολυμβήθρας μεγάλας εἰς τὰς ἐκκλησίας, ἕως ὁποὺ νὰ χώνεται ὅλον τὸ παιδίον μέσα, νὰ κολυμβᾷ ὁποὺ νὰ μὴν μείνῃ ἴσα μὲ τοῦ ψύλλου τὸ μάτι ἄβρεχτο, διατὶ καὶ ἐκεῖ προχωρεῖ ὁ διάβολος καὶ διὰ τοῦτο τὰ παιδιά σας σεληνιάζονται, δαιμονίζονται, ἔχουν φόβον, γίνονται κακορρίζικα, διατὶ δὲν εἶναι καλὰ βαπτισμένα»[2].
Καὶ ὁ ἀποστολέας τοῦ email κατέληγε: «Μπράβο στὸν τρελλὸ παλαιοημερολογίτη παπᾶ»!
Τὸ ἀτελὲς βάπτισμα δίνει ἀφορμὴ στὸ σατανᾶ νὰ ἐνεργήσει. Οἱ δαίμονες πειράζουν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ τοὺς Χριστιανούς. Πειράζουν ἀπὸ πολλὲς αἰτίες καὶ ἀφορμές, ὄχι μόνο ἐξαιτίας τῆς μαγείας.
Αἰτία δαιμονικῆς ἐνέργειας εἶναι καὶ τὸ μὴ σωστὸ βάπτισμα. Τὸ ἀτελὲς βάπτισμα, τὸ ὁποῖο δὲν γίνεται ὅπως θέλουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι εὐθύνη τῶν ἱερέων φυσικά, γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικοὶ στὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος καὶ τοῦ χρίσματος.
Μερικοὶ ἱερεῖς νομίζουν ὅτι τὰ τελούμενα τῶν μυστηρίων εἶναι ἐντελῶς συμβολικὰ καὶ «περιττὲς» λεπτομέρειες· κάνουν λάθος. Ὅ,τι γίνεται στὰ μυστήρια εἶναι ὄχι μόνο τύπος, ἀλλὰ καὶ οὐσία. Ἔτσι, παραλείπουν τὶς εὐχές, ἰδίως τοὺς ἐξορκισμούς, στὴν κατήχηση ἢ βάζουν λίγο νερὸ στὴν κολυμβήθρα. Τὸ Βάπτισμα πρέπει νὰ γίνει, πὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία καὶ ὄχι ὅπως θέλει ἢ νομίζει ὁ καθένας.
Σήμερα παρατηρεῖται νὰ γίνεται ὄχι βάπτισμα, ἀλλὰ κυρίως, γιὰ μεγάλους ἀνθρώπους, λίγο ποδόλουτρο ἢ λίγο βρέξιμο στὰ μαλλιά! Οἱ Πατέρες δὲν εἶπαν τέτοια πράγματα.
Ἀλλὰ καὶ ὁ μέγας Συμεὼν ὁ Θεσσαλονίκης, λέγει χαρακτηριστικὰ ὅτι πολλὲς φορὲς τὰ παιδιὰ «ταράζονται στὸν ὕπνο τους ἀπὸ φαντάσματα καὶ τὸ παθαίνουν αὐτὸ ἐπειδὴ οἱ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι τοὺς βάπτισαν, δὲν εἶπαν μὲ προσοχὴ τοὺς ἐξορκισμοὺς καὶ τὶς ἄλλες ἱερὲς εὐχές»[3].
Σὲ κάποια περιοχή, στὴν Ἐπαρχία, ὁ Θεὸς ἀνέδειξε ἕναν θεοφόρο καὶ διορατικὸ γέροντα, σὲ παλαιότερα χρόνια. Ἦταν ἔγγαμος. Τὸ σπίτι του ἔγινε Ἐκκλησία καὶ θεραπευτήριο γιὰ τοὺς πολλοὺς προσερχομένους Χριστιανούς. Σὲ κάποια οἰκογένεια, μετὰ τὸ βάπτισμα τοῦ μικροῦ τους κοριτσιοῦ, κατὰ τὸ μεσημέρι, στὸ πλύσιμο τοῦ μωροῦ ἄρχισαν ξαφνικὰ σπασμοί, κλάματα καὶ φωνές. Αὐτὸ ἐπαναλαμβάνετο συνεχῶς, γιὰ ἡμέρες. Ἔτσι, οἱ γονεῖς σκέφτηκαν τὸν εὐλαβῆ Ἱερέα, ποὺ ἦταν σὲ κοντινό τους χωριό. Πῆγαν τὸ μικρὸ παιδί. Ὁ διορατικὸς Ἱερέας τοὺς εἶπε ὀρθά κοφτά· τὸ βάπτισμα δὲν εἶναι σωστό· λείπουν γράμματα. (πιθανόν ἐξορκισμοί, ποιὸς ξέρει). Ἀναπλήρωσε τὶς εὐχές, διαβάζοντας τὸ παιδὶ καὶ σταμάτησε ἡ δαιμονικὴ ἐνέργεια[4].
Αὐτοὶ εἶναι οἱ δράκοντες ποὺ συνέτριψε ὁ Χριστός μας στὸν Ἰορδάνη, οἱ δαίμονες ποὺ φώλιαζαν στὴν καρδιὰ ὅλων τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀδάμ[5]. Γι’ αὐτὸ ἀκόμα καὶ τὸ ἄκακο νήπιο ‘ἀποτάσσεται τὸ σατανᾶ’, ἀφοῦ καὶ αὐτὸ μέτοχος καὶ κληρονόμος καὶ ἀπόγονος τῶν πεπτωκότων πρωτοπλάστων εἶναι.
Οἱ διαδεδομένες σήμερα οἰκουμενιστικὲς αἱρέσεις δὲν ἄφησαν ἀνέπαφο καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Τὰ πάντα τείνουν νὰ ἐξομοιωθοῦν, τὸ ὀρθόδοξο βάπτισμα γίνεται ὁλοένα ἀπομίμηση τοῦ ραντίσματος τῶν ἀβαπτίστων δυτικῶν. Σὲ συνέδρια καὶ οἰκουμενιστικὲς συγκεντρώσεις, κοινὲς δηλώσεις ἀντιπροσωπειῶν Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν καθὼς καὶ Προτεσταντῶν δηλώνουν κατηγορηματικὰ ὅτι ἀπαγορεύεται ὁ ἀναβαπτισμός, καὶ ἐννοοῦν ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται ὁ Ὀρθόδοξος νὰ βαπτίζει ἕναν Προτεστάντη ἢ Ρ/Καθολικό[6]. Ἔτσι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀναγνωρίζουν τὸ βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν ὡς γνήσιο. Ἀλλ’ οἱ αἱρετικοὶ τῆς δύσεως δὲν ἔχουν ἱερωσύνη οὔτε βάπτισμα οὔτε ἄλλα μυστήρια. Καὶ αὐτοὶ ποὺ ἀναγνωρίζουν βάπτισμα σ’ αὐτοὺς ἀλλοιώνουν τὸ δικό τους βάπτισμα· στὴν πραγματικότητα χάνουν τὸ βάπτισμά τους. Ἡ Σύνοδος τῆς Καρθαγένης, ἀναφέρει κάτι ποὺ θἄπρεπε νὰ προβληματίζει καθέναν ποὺ ἀνήκει στὶς ἐπίσημες τοπικὲς Ἐκκλησίες, καθὼς ὅλες συμμετέχουν στὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἰδοὺ τί λέει ἡ Σύνοδος: «Ἐπεὶ δύο βαπτίσματα εἶναι ἀδύνατον, ὁ συγχωρῶν τοῖς αἱρετικοῖς βάπτισμα, ἑαυτὸν τοῦ βαπτίσματος ἀποστερεῖ»[7].
Ὁ ‘τρελλὸς παλαιοημερολογίτης παπᾶς’ ἤξερε τί ἔκανε· μακάρι τὴν τρέλλα του νὰ τὴν εἶχαν ὅλοι οἱ κληρικοὶ ποὺ μὲ τὶς εὐλογίες τους τώρα ἀφήνουν τοὺς δαίμονες νὰ χορεύουν στὸ ταψὶ τοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ ‘ἄρση’ τῶν ἀναθεμάτων (1965) ἐνέταξε ὅλες τὶς οἰκουμενιστικὲς δικαιοδοσίες (παλαιοῦ καὶ νέου) ὑπὸ τὸ ἀνάθεμα[8]. Ἡ ἀναγνώριση τοῦ Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν ἐπισφραγίζει ἐκεῖνο τὸ βῆμα.
Ἐδῶ μποροῦμε νὰ προσθέσουμε κάτι γιὰ τὴν γνωστὴ καὶ πάντα ἐπίκαιρη διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ νέο (πολιτικό) καὶ τὸ παλαιὸ (ἐκκλησιαστικό) ἡμερολόγιο. Ἢ μᾶλλον τὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ νέου καὶ τὴν Ἐκκλησία τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου.Τὸ ἡμερολόγιο δὲν μπορεῖ νὰ ἐξεταστεῖ αὐτόνομα. Οὔτε τὸ ἐκκλησιαστικὸ (τὸ ‘παλαιό’) οὔτε τὸ νέο ἡμερολόγιο ἀποτελοῦν δόγμα. Ἂν δὲν τὸ δεῖ κανεὶς σὲ ὅλες τὶς διαστάσεις του, μὲ ὅλες τὶς διασυνδέσεις, δὲν στοχεύει σωστά. Ἀποσπώντας το ἀπὸ τὸν ἐκκλησιαστικὸ περίγυρό του εἶναι σὰν νὰ θέλεις νὰ βγάλεις τὸ σκελετὸ ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο ἢ τὰ νεῦρα του. Ἕνα λουλούδι ἂν τὸ ξεριζώσεις ἀπὸ τὴ γλάστρα, χωρὶς τὸ χῶμα του θὰ ξεραθεῖ. Κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία μιὰ πράξη, μιὰ ἐνέργεια εἶναι καλὴ ἢ κακὴ ἀνάλογα μὲ τὸ σκοπὸ ποὺ ἐξυπηρετεῖ. Ὁ Προφήτης Ἠλίας ἔκανε φόνο ἀλλὰ ἦταν θεάρεστος. Ὁ Κάϊν ἔκανε φόνο ἀλλὰ σὲ κατάκριμά του. Τὰ εἰδωλόθυτα, λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων, «ἐνῶ ἀπὸ τὴ φύση τους εἶναι καθαρά, ὅταν προσφερθοῦν στὰ εἴδωλα γίνονται μολυσμένα»[9].
Ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ὁποῖο εἰσήχθη τὸ νέο ἡμερολόγιο (εἴτε διορθωμένο Γρηγοριανὸ ἢ εἴτε σκέτο, δὲν ἔχει σημασία) εἶναι καθαρὰ διατυπωμένος στὴν ἐγκύκλιο ἡ ὁποία προηγήθηκε τῆς ἀλλαγῆς. Ἡ Ἐγκύκλιος τοῦ 1920, ποὺ θεωρεῖται Καταστατικὸς Χάρτης τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ, διακήρυσσε δημόσια —τέσσερα χρόνια πρὶν τὴν ἀλλαγή— ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα βήματα γιὰ τὴν ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικοὺς (τοὺς ὁποίους ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ ἐγκύκλιος ὀνομάζει «συγκληρονόμους καὶ σύσσωμους τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ Χριστῷ»!) εἶναι ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου.
Σήμερα οἱ καλοὶ νεοημερολογίτες ἀποφεύγουν τὸν σκόπελο αὐτὸ καὶ μιλοῦν γιὰ τὸ ἡμερολόγιο σὰν νὰ εἶναι κάτι ‘ξεκάρφωτο’. Ἀποφεύγουν νὰ τὸ συνδέσουν, ὅπως ὀφείλουν, μὲ τὴν αἵρεση. Εἶναι βέβαια κατανοητὸ αὐτό, ἀφοῦ ‘στὸ σπίτι τοῦ κρεμασμένου δὲν μιλᾶμε γιὰ σκοινί’.
Ἔτσι κάνουν πὼς δὲν διαβάζουν τὰ ἴδια τους τὰ βιβλία ὅπου ὅλα αὐτὰ εἶναι καταχωρημένα. Στὴν Ἱστορία Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκ Πηγῶν Ἀψευδῶν, ὅπου καταγράφουν λεπτομερῶς τὰ Πρακτικὰ τῶν συνεδριάσεων τῆς Ἱεραρχίας τους, ὁ Κασσανδρείας Εἰρηναῖος, στὴ ιδ΄ συνεδρίαση τοῦ Ὀκτωβρίου 1931, μόλις λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἀλλαγή, ἐνώπιον 66 Ἱεραρχῶν, μὲ πρόεδρο τὸν Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, εἶπε: «Ὑπομιμνήσκω τὴν ἐν δυσὶ μεταγενεστέραις Συνόδοις τοῦ 1583 καὶ 1587 καταδίκην τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, αἵτινες ἐπὶ πλέον γινώσκουσαι ὅτι τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον ἐγένετο διὰ προσηλυτιστικοὺς σκοποὺς καὶ πρὸς ἐμπέδωσιν τῶν ἀξιώσεων τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα αὐστηρῶς ἀπηγόρευσαν τὴν εἰσαγωγὴν αὐτοῦ εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν»[10].
Ὁ ἴδιος ὁ πρωτεργάτης τοῦ σχίσματος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, στὶς καλές του ὧρες ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια: «Ἡ λατινικὴ Ἐκκλησία χαιρεκάκως ἐχαιρέτισε τὴν ἀποτυχίαν τῶν περὶ ἑνώσεως διαπραγματεύσεων μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῶν προτεσταντικῶν θεολόγων, ἐντείνουσα δὲ τὰς προσηλυτευτικὰς προσπαθείας της προέβη εἰς διαφόρους ἐνεργείας, ἰδίως ἐπὶ τοῦ Πάπα Ρώμης Γρηγορίου ιγ΄ (1572-1585). Οὗτος... τῷ 1582 προέβη εἰς τὴν μεταρρύθμισιν τοῦ ἡμερολογίου, ἥτις ἐχρησιμοποιήθη ὡς προσηλυτιστικὸν μέσον. Τῷ 1583 ἀπέστειλε τοὺς πρώτους Ἰησουΐτας εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, οἵτινες ἤρξαντο δραστηρίας θρησκευτικῆς προπαγάνδας διὰ τοῦ κηρύγματος τοῦ θείου λόγου, τῆς ἱδρύσεως σχολείων, τῆς διανομῆς χρημάτων καὶ διὰ τῆς διαδόσεως βιβλίων, δι’ ὧν προήγετο ἡ ἰδέα τῆς ἑνώσεως τῶν ὀρθοδόξων μόνον διὰ τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα... Ἡ πονηρὰ αὕτη εἰσήγησις τῶν Ἰησουϊτῶν περὶ ἑνώσεως ὑπὸ τὸν τύπον τῆς οὐνίας εὕρισκε πολλοὺς ὀπαδούς»[11].
Σὲ ἄλλο σύγγραμμά του ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος λέει: «Ἐπὶ πλέον ὁ Πάπας Γρηγόριος προέβη εἰς τὴν γνωστὴν καινοτομίαν τοῦ Καλλενδαρίου, ἣν μετὰ δυνάμεως μὲν ἀνήρεσεν ὁ Μελέτιος Πηγᾶς, ἀπέκρουσε δὲ Σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, διότι παραδοχὴ τῆς καινοτομίας ταύτης ἐχρησίμευσε ὡς τεκμήριον καὶ μέσον ὑποταγῆς εἰς τὴν Λατινικὴν Ἐκκλησίαν...»[12].
Σήμερα βέβαια οἱ Πάπες δὲν χρειάζεται ν’ ἀποστέλλουν ἱεραποστόλους γιὰ προσηλυτισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων. Ἔχουν τοὺς ἀπὸ ’δῶ ποὺ προσφέρουν δωρεὰν ἐκδούλευση. Καὶ ὀ ὄχλος ἀκολουθεῖ. Περιμένει τὴν ‘ Ὀγδόη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο’, τὴν ὁποία ἤδη οἱ ἐπικεφαλῆς νεωτεριστὲς ὀργανώνουν καὶ ράβουν στὰ μέτρα τους, καὶ ἡ ὁποία οἰκουμενικὴ χωρὶς ἀμφιβολία θὰ ἑδραιώσει τὴν οἰκουμενιστικὴ ἀποστασία. Κάτι παρόμοιο ἔγινε τὸ 754 μὲ τὴν σύνοδο τῆς Ἱέρειας ὅπου 348(!) αἱρετικοὶ ἐπίσκοποι δικαίωσαν τὴν εἰκονομαχία[13].
Οἱ ὀρθόδοξοι ὡστόσο δὲν περίμεναν συνοδικὴ καταδίκη τῆς αἵρεσης -ὅπως ἐσφαλμένα πιστεύουν σήμερα οἱ συντηρητικοὶ τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ. Χωρίστηκαν καὶ ἀπέκοψαν τοὺς αἱρετικοὺς ‘πρὸ συνοδικῆς διαγνώμης’.
Τὸ νέο ἡμερολόγιο δὲν εἶναι δόγμα, ἀλλὰ τὸ λεωφορεῖο ποὺ σὲ πάει μὲ ἀκρίβεια στὴ δογματικὴ ‘ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν’. Ἂν δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ προορισμός σου ἁπλὰ κατεβαίνεις, ὄχι γιὰ τὸ λεωφορεῖο ἀλλὰ γιὰ τὸν προορισμό. Καὶ ἀκολουθεῖς τὸ ‘παλαιὸ’ ὄχι γιὰ τὴ χρονικὴ ἀκρίβεια ἀλλὰ γιατὶ σὲ διασφαλίζει ἀπὸ τὴν αἵρεση· διαφορετικὰ εἶσε δεμένος πίσω ἀπὸ τὸ ἅρμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Δὲν χρειάζεται νἄχει κανεὶς βαθιὰ γνώση τῶν ἐκκλησιαστικῶν γιὰ νὰ βρεῖ ‘ποιὸς εἶναι ποιός’. Ξεκαθαρίζει τὸ τοπίο καὶ μόνο μὲ τὴ χρήση... τῆς ἁπλῆς λογικῆς. Αὐτὸ ποὺ κάνουν οἱ συντηρητικοὶ καὶ εὐλαβεῖς νεοημερολογίτες δὲν ἔχει καμιὰ λογική.
Ἂν ἕνα λεωφορεῖο ἔχει πινακίδα ποὺ λέει ὅτι πάει γιὰ Καβάλα καὶ ἐσὺ πᾶς γιὰ Τρίπολη δὲν τὰ βάζεις μὲ τὸν ὁδηγὸ ἀπαιτώντας νὰ ἀλλάξει πορεία, νὰ πάει ὅπου θέλεις ἐσύ. Ὁ ὁδηγὸς πηγαίνει ὅπου τοῦ ἔχουν δώσει ἐντολές, ὅπου εἶναι προγραμματισμένο νὰ πάει. Ἁπλὰ ἐσὺ κατεβαίνεις καὶ παίρνεις τὸ λεωφορεῖο ποὺ πηγαίνει γιὰ Τρίπολη.
Μιὰ ζωὴ οἱ θεολόγοι καὶ κάποιοι συντηρητικοὶ ἐπίσκοποι τὰ βάζουν μὲ τὸν ‘ὁδηγό’. Ζῆσαν καὶ πεθάναν διαμαρτυρόμενοι, ἀπαιτώντας ἀπὸ τὸν ὁδηγὸ νὰ ἀλλάξει πορεία. Ποῦ εἶναι σήμερα οἱ Ἐπιφάνιοι Θεοδωρόπουλοι, οἱ Βασιλόπουλοι, οἱ Καντιώτηδες καὶ λοιποὶ ταγοὶ τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ; Πέθαναν καὶ θάφτηκαν μέσα στὴν αἵρεση τὴν ὁποία πολεμοῦσαν. Δεκαετίες ὁλόκληρες ἀναλώθηκαν σὲ μιὰ “ὁμολογιακὴ” ἐκστρατεία ποὺ τοὺς ἔφερνε σὲ ἀδιέξοδο: ἔχασαν τὰ χρόνια καὶ τὴν ἐνεργητικότητά τους μέσα στὶς ἀναθυμιάσεις τῶν οἰκουμενιστικῶν αἱρέσεων. Ὅταν ἀνεβεῖς σὲ λάθος λεωφορεῖο, κύριέ μου, οἱ λίβελλοι, οἱ φωνασκίες καὶ οἱ κορῶνες εἶναι ‘φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ’. Μᾶλλον εἶναι ἡ τρανὴ διαβεβαίωση ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ ‘τρελλός’. Ἂν δὲν πηγαίνεις ἐκεῖ ποὺ πηγαίνει τὸ λεωφορεῖο καὶ ἐπιμένεις νὰ διαπληκτίζεσαι μὲ τὸν ὁδηγό, τί πιὸ λογικὸ ἀπὸ τὸ ν’ ἀνοίξει αὐτὸς τὴν πόρτα καὶ νὰ σὲ ξεφορτωθεῖ (ὅπως ἔγινε μὲ τὸν κ. Σωτηρόπουλο, τὸν ὁποῖο πέταξαν ἔξω καὶ συνέχιζε νὰ φωνάζει ἀπὸ τὸ πεζοδρόμιο!).
Καὶ ὅμως αὐτὸ κάνουν ὅλοι οἱ συμπαθητικοὶ νεοημερολογίτες. Πῆραν λάθος δρόμο, καὶ ἐν τούτοις μέμφονται τοὺς παλαιοημερολογίτες ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Σωστὰ τὸ λένε. Ἐκτὸς τῆς δικῆς τους ‘ἐκκλησίας’. Μακάριοι εἶναι γι’ αὐτό, καθὼς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Μακάριος ὁ ἀφορισθεὶς συναγωγῆς πονηρευομένων»[14].
Μπορεῖ νὰ κατέχουν τοὺς ναούς, τὶς εἰκόνες, τὰ λείψανα, τὴ δόξα, τὶς ἐντυπώσεις καὶ τὰ πλήθη, ἀλλὰ ἡ χάρις τὰ προσπερνάει αὐτά· ὁ ἄγγελος τοῦ ναοῦ δὲν παραμένει, ἀποχωρεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ὀρθοδόξους. Δὲν χάνουν μόνο τὸ Βάπτισμά τους στερούμενοι τὸν ἄγγελο τοῦ Βαπτίσματος· στεροῦνται καὶ τὴν προστασία τοῦ Ἀγγέλου ποὺ ἐπιστατεῖ τὸν Ναό[15].
Θυμᾶστε τί ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἀπαντοῦσε στοὺς ἐπισκόπους τοῦ βυζαντίου, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἔλεγαν (ὅπως σήμερα, καλὴ ὥρα): «Σὲ ποιὰ Ἐκκλησία ἀνήκεις; Σὲ αὐτὴν τοῦ Βυζαντίου, τῆς Ρώμης, τῆς Ἀντιοχείας, τῆς Ἀλεξανδρείας ἢ τῆς Ἱερουσαλήμ; Γιατί ὅλες αὐτὲς οἱ Ἐκκλησίες, μαζὶ μὲ τὶς ἐπαρχίες ποὺ ὑπόκεινται σὲ αὐτές, εἶναι ἑνωμένες μεταξύ τους. Ἑπομένως, ἂν ἀνήκεις ἐπίσης στὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, ἔλα σὲ κοινωνία μαζί μας ἀμέσως, γιὰ νὰ μὴ εἰσέλθεις χωρὶς νὰ τὸ καταλάβεις σὲ κάποια νέα καὶ παράξενη ὁδό»!
Καὶ ὁ μακάριος ἔλεγε: «Ὁ Κύριός μας Χριστὸς χαρακτήρισε Καθολικὴ Ἐκκλησία ἐκείνη τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία διατηρεῖ τὴν ἀληθινὴ καὶ ὁμολογιακὴ παρακαταθήκη τῆς πίστης. Γι’ αὐτὴ τὴν ὁμολογία ἀποκάλεσε τὸν Πέτρο εὐλογημένο καὶ πάνω σὲ αὐτὴ τὴν ὁμολογία δήλωσε ὅτι θὰ θεμελίωνε τὴν Ἐκκλησία Του. Ἐντούτοις, ἐπιθυμῶ νὰ ξέρω τὸ περιεχόμενο τῆς ὁμολογίας σας, βάσει τῆς ὁποίας ὅλες οἱ Ἐκκλησίες, ὅπως λέτε, ἔχουν κοινωνία. Ἂν δὲν ἀντιτάσσεται στὴν ἀλήθεια, τότε οὔτε ἐγὼ θὰ χωριστῶ ἀπὸ αὐτήν»[16].
Παρόμοια ὁμολογία ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Μαρτῖνος τῆς Ρώμης: «Ἀκόμη καὶ ἂν ὁλόκληρος ὁ κόσμος ἀσπαστεῖ αὐτὴ τὴ νέα διδασκαλία, ἡ ὁποία εἶναι ἀντίθετη μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ἐγὼ δὲν θὰ τὴ δεχθῶ καὶ δὲν θὰ ἀποστατήσω ἀπὸ τὶς διδασκαλίες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Ἀποστόλων, οὔτε ἀπὸ τὶς παραδόσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἔστω καὶ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς μου»[17].
Πρὸ ὀλίγων ἐτῶν ὁ προσφάτως ἀποθανὼν ἥρωας τῶν συντηρητικῶν (καὶ ἀφορισμένος ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους του γιὰ τὰ φρονήματά του, κ. Σωτηρόπουλος) δημοσίευσε ἄρθρο, τὸ ὁποῖο ἀναδημοσιεύθηκε μετ’ ἐπαίνων ἀπὸ τοὺς ὁμοίους του στὸ διαδίκτυο, στὸ ὁποῖο γράφει: «Ἤδη ὁ πιστὸς λαὸς ἀπορρίπτει τὸν Οἰκουμενισμὸν καὶ τοὺς οἰκουμενιστάς, καὶ εὔχεται δι’ αὐτοὺς εἰς τὸν Θεὸν νὰ μετανοήσουν, καί, ἂν δὲν μετανοοῦν, νὰ τοὺς ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὸν Οἶκον του ὡς δύσοσμα καὶ δηλητηριώδη ἀπορρίματα»[18].
Μὲ ποιὸν τρόπο τοὺς ἀπορρίπτει ὁ λαὸς ὅταν στρογγυλοκάθεται στὸ ἴδιο λεωφορεῖο; Καὶ δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ θὰ τοὺς ἀπομακρύνει, ἀλλὰ ἔχει δώσει στὸ λαὸ τὴν ἐξουσία αὐτὴ καὶ τὴν ἐντολή: «Μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τίτ. 3:10). Διαφορετικὰ κοπιάζεις μάταια, λένε οἱ ἅγιοί μας, σπέρνεις πέτρες, δίνεις γροθιὲς στὸν ἀέρα[19]. Ἂς διαβάσουν λίγο ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία νὰ δοῦν τί κάνανε τὸν καιρὸ τῶν αἱρέσεων οἱ χριστιανοί. Δὲν τὶς ἀπέρριπταν μὲ τὸ χαρτὶ καὶ τὸ μελάνι!
Καὶ τὸ μὲν κύριο σῶμα τοῦ Κλήρου ἔχει λόγους νὰ ἀνέχεται τὶς ἐπιχρυσωμένες ἁλυσίδες του. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν δύο μισθούς (κληρικοῦ καὶ ἐκπαιδευτικοῦ) τὴ στιγμὴ ποὺ συνάνθρωποί τους ψωμοζοῦν καὶ λιμοκτονοῦν ἤ, κάποτε προβαίνουν σὲ ἀποτρόπαιο διάβημα δίνοντας τέλος στὴ ζωή τους. Οἱ ὑπόλοιποι ὅμως, ὄχι μόνο δὲν βγαίνουν ἀπὸ τὸ καβούκι τῆς δειλίας τους ἀλλ’ ἐπὶ πλέον κατηγοροῦν καὶ συκοφαντοῦν τοὺς Ὀρθοδόξους ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, διότι ἀκολουθοῦν τὸ παλαιό.
Κάποιος κοσμικὸς δημοσιογράφος ἔγραφε κάτι ποὺ ἴσως ταιριάζει καὶ σ’ αὐτούς: «Ἂν δὲν φανήκαμε διατεθειμένοι νὰ πεθάνουμε ὑπὲρ κάποιας ἰδέας, συνέβη ἐπειδὴ ἤμαστε ἤδη νεκροί»[20].
Ἱ.Β.
(Ἀναδημοσίευσις ἐκ τοῦ Περιοδικοῦ «Ὀρθόδοξον Πατερικὸν Σάλπισμα», τεῦχος 109[Ἰούλ.-Αὔγ. 2014], σελ. 510-514)


[1] PG 32, 113A.
[2] Ἔκδ. 1971, 249.
[3] Συμεὼν Ἀρχιεπ. Θεσσαλονίκης, Τὰ ἅπαντα, ἔκδ. Β΄ Ρηγόπουλου, σελ. 84.
[4] Ἀρχιμ. Κωνσταντίνου Ραμιώτη, Ἡ μαγεία ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἀθήνα 2002, σελ. 212-214.
[5] Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Ὁμιλ. 43:7, «ἡ καρδιὰ εἶναι ἕνα μικρὸ ὄργανο, καὶ ὑπάρχουν ἐκεῖ οἱ δράκοντες, τὰ λεοντάρια, τὰ δηλητηριώδη θηρία καὶ ὅλοι οἱ θησαυροὶ τῆς κακίας· ἀκόμη ὑπάρχουν ἐκεῖ οἱ τραχεῖς καὶ δύσβατοι δρόμοι, καθὼς καὶ τὰ φαράγγια. Ὅμοια πάλι ἐκεῖ κατοικεῖ καὶ ὁ Θεός, ἐκεῖ καὶ οἱ ἄγγελοι, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ ζωὴ καὶ ἡ βασιλεία, ἐκεῖ τὸ φῶς καὶ οἱ ἀπόστολοι, ἐκεῖ οἱ ἐπουράνιες πόλεις, ἐκεῖ οἱ θησαυροὶ τῆς χάριτος, ἐκεῖ βρίσκονται τὰ πάντα...».
[6] «Ἑκατέρωθεν ἀναγνωρίζεται ὅτι ὅσα ἐνεπιστεύθη ὁ Χριστὸς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν του —ὁμολογία τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, μετοχὴ εἰς τὰ αὐτὰ μυστήρια, κυρίως τὴν μίαν ἱερωσύνην τὴν τελοῦσαν τὴν μίαν θυσίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολικὴ διαδοχὴ τῶν ἐπισκόπων— δὲν δύνανται νὰ θεωρηθοῦν ὡς ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία μιᾶς τῶν ἡμετέρων Ἐκκλησιῶν. Εἶναι σαφὲς ὅτι ἐντὸς τοῦ πλαισίου τούτου ἀποκλείεται πᾶς ἀναβαπτισμός» (Μπαλαμάντ, ἄρθρο 13).
[7] Σύνοδος ἐν Καρθαγένῃ ἐπὶ Κυπριανοῦ, Mansi1, 980.
[8] Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, PG99, 1028Β: «Εἴ τις μὴ ἀναθεματίζει εὐκαίρως κατὰ τὸ ἀναγκαῖον πάντα αἱρετικόν, εἴη τῆς αὐτῶν μερίδος».
[9] Κατήχ. 3:3.
[10] Θεοκλήτου Στράγκα, Ἱστορία Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκ Πηγῶν Ἀψευδῶν, τόμ. Γ΄ (1971), σελ. 1852.
[11] Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία, Ἀποστ. Διακονία 1954, σελ. 156,
[12] Τοῦ ἰδίου, Ἱστορικαὶ Μελέται, Ἱεροσόλυμα 1906, σελ. 212.
[13] Θεοφάνους, Χρονογραφία, PG108, 862Α (κατ’ ἄλλους 338 ἐπίσκοποι).
[14] PG 59, 549.
[15] Μεγ. Βασιλείου, ΕΠΕ 3, 221: «Ἐὰν σᾶς στενοχωρεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐξεδιώχθητε ἀπὸ τοὺς τοίχους [ἀπὸ τοὺς ναούς], ἀλλὰ θὰ κατασκηνώσετε ὑπὸ τὴ σκέπη τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ μαζί σας ἦλθε ὁ ἄγγελος ἐπόπτης τῆς Ἐκκλησίας». Παλλαδίου, Διάλογος περὶ τοῦ Βίου Ἰωάννου Χρυσ., PG 47, 35: «συνεξελθόντος αὐτῷ καὶ τοῦ ἀγγέλου, μὴ φέροντος τὴν ἐρημίαν τῆς Ἐκκλησίας, ἣν ἀρχαὶ καὶ ἐξουσίαι εἰργάσαντο, καθάπερ θεατρονόμιον ἀποδείξασαι».
[16] Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἔκδοσις Ἱ. Καλύβης ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Ν. Σκήτη Ἁγίου Ὄρους, 2010, σελ. 30-31.
[17] Ὡς ἄνω, σελ. 22-23.
[18] Ὀρθόδοξος Τύπος, 21.1.2011.
[19] Ἰωάννου Χρυσοστόμου, PG62, 696 / ΕΠΕ 14, 121: «Ὅταν κάποιος εἶναι διεστραμμένος καὶ προδιατεθειμένος – νὰ μὴν ἀλλάξει καθόλου ὅ,τι καὶ ἂν γίνει – γιὰ πιὸ λόγο κουράζεσαι ἄσκοπα σπέρνοντας πάνω σὲ πέτρες, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ διαθέτεις τὸν καλὸν αὐτὸ κόπο στοὺς δικούς σου, μιλώντας σ’ αὐτοὺς γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὶς ἄλλες ἀρετές; Πῶς λοιπὸν λέγει ἀλλοῦ, ‘μήπως τοὺς δώσει κάποτε ὁ Θεὸς μετάνοια’;... Ἐκεῖ μιλάει γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν κάποια ἐλπίδα γιὰ διόρθωση, καὶ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἁπλῶς ἔχουν ἀντίθετη γνώμη. Ὅταν ὅμως εἶναι φανερὸς καὶ γνωστὸς σὲ ὅλους, γιὰ ποιὸ λόγο πυγμαχεῖς ἄδικα; γιατί χτυπᾷς τὸν ἀέρα;»
[20] Ἐλευθεροτυπία 23.04.2006.