Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016

Περὶ Πολιτισμοῦ

politismos

                   
                Περὶ Πολιτισμοῦ

τοῦ Γεωργίου Τασούδη

            Πολιτισμός, σε κάθε του έκφανση, είναι ο αντικατοπτρισμός της ψυχής ενός ανθρώπου ή ενός κοινωνικού συνόλου επάνω στην ύλη που τον περιβάλλει. Δηλαδή παράγωγο και απαύγασμα των ανθρώπινων νοοτροπιών και δραστηριοτήτων. Ο πολιτισμός δεν αποτελεί μονοπωλιακό ίδιον των καλών τεχνών, αλλά επόμενο του τρόπου του βίου μας, της Παραδόσεώς μας, νοούμενης ως ιστορικό κειμήλιο χαρτογράφησης του αγιαστικού, μαρτυρικού και ηρωικού παραδείγματος των προγόνων μας.

Σε αντίστροφη θέαση, ο πολιτισμός αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για την κατανόηση και αποκρυπτογράφηση της ουσίας ενός λαού. Από τη μελέτη των πολιτιστικών αγαθών, και ειδικότερα του ποιοτικού τους υπόβαθρου, δύναται να κατανοηθεί ο ψυχισμός του συλλογικού υποκειμένου ο οποίος τα παρήγαγε. Τα πολιτιστικά προϊόντα είναι έμφορτα συναισθημάτων, αγωνιών, εμπνεύσεων, αστοχιών, αποτυχιών κ.α. και όχι απλά άβια ή άψυχα αντικείμενα, προορισμός των οποίων αποτελεί η τέρψη των οφθαλμών και τίποτα άλλο. Επ’ ουδενί, όπως επίσης, δεν αποτελούν απολιθώματα του χρόνου, αλλά απεναντίας ζώσα, περίτρανη απόδειξη της ιστορικότητας και ιδιοσυστασίας ενός λαού, οπότε ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται, αλλά και να προβάλλονται. Για αυτόν το λόγο, τυχόν προσπάθεια αλλοτρίωσης μέσω της κακοπροαίρετης παρεμβολής στο ιστορικό ίχνος της Παραδόσεως και ενότητας ενός έθνους, δύναται να επιφέρει ανυπολόγιστες ζημίες στη συνέχειά του, τουλάχιστον ως κυρίαρχο (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της χώρας μας, όπου με αφορμή την οικονομική κρίση κορυφώνεται η παρείσφρηση των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων[*], πέραν του στενού οικονομικού τομέα, και σε αυτούς τους τομείς οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με την ιδιοσυστασία μας όπως της θρησκείας, της παιδείας, των προτύπων ζωής κ.α.).

            Σε συνάρτηση με τα προγραφόμενα, ο πολιτικός σχεδιασμός για τον πολιτισμό του έθνους οφείλει να συμπεριλάβει αφενός τη διαφύλαξη της Παραδόσεώς μας –τόσο βιωματικά όσο και θεωρητικά- και αφετέρου την εμβάθυνση στην ουσία των πραγμάτων ώστε από την προβολή του τελικού αισθητού αποτελέσματος, δηλαδή του αγάλματος, του ποιήματος, της αρχιτεκτονικής κ.α. να επικεντρωθεί στους άρρητους λόγους για τους οποίους ο λαός μας κατάφερε να μεγαλουργήσει στον υπόψη τομέα (παράγοντας, κατά γενική ομολογία, μοναδικό και διαχρονικής αξίας πολιτισμό).

            Τόσο, λοιπόν, για συμβολικούς όσο και για ουσιαστικούς λόγους, για λόγους συνέπειας, το κύριο μέλημα της μελλοντικής κρατικής οντότητας, η οποία θα οικοδομηθεί επάνω στα ιδανικά της ελληνικότητας, θα αποτελέσει η αναπροσαρμογή του τίτλου του συγκεκριμένου υπουργήματος το οποίο από «Πολιτισμού» θα μετονομαστεί σε «Ελληνορθόδοξου Παραδόσεως» καθώς αυτό οφείλουμε να θέτουμε διαρκώς σε πρώτο πλάνο∙ τις ηθικές μας αναφορές ως έθνος, από την ενάσκηση και ενσάρκωση των οποίων προέκυψε ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός και η οικουμενική του διάσταση (όχι ως ποσοτικό μέγεθος, αλλά ως σωτηριακή αξία παντού και πάντα εκπληρούμενη). Το θέμα, λοιπόν, της μετονομασίας είναι σημαντικό καθώς υποδηλώνει, μεταξύ πολλών άλλων, ομολογιακή διάθεση και πολιτικοκοινωνικό/βιωματικό προσανατολισμό.

            Γενεσιουργής σημασίας αποτελεί η εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση της πολιτιστικής συνέχειας της ελληνικότητας αντικρούοντας δια επιχειρημάτων (σπερματικός λόγος στην αρχαία ελληνική γραμματεία, κοινωνικοπολιτικοί λόγοι της ώσμωσης ελληνισμού και ορθοδοξίας, η διάσωση και ολοκλήρωση της ελληνικότητας, ως αντίληψη και ως γραμματεία, μέσω της ορθοδοξίας κ.λπ.) την ιδιοτελή διχαστική ρητορική περί ασυμβίβαστου αρχαιότητας και χριστιανισμού και της δήθεν πολεμικής του δευτέρου επί της πρώτης.

            Η άντληση διδακτικών συμπερασμάτων από τις δραματικές περιόδους της ιστορικής μας συνέχειας οι οποίες έχουν στιγματίσει τη συλλογική μας μνήμη, όπως η Άλωση της Πρωτεύουσας μας Κωνσταντινούπολης στα 1453 και η Μικρασιατική Καταστροφή στα 1922, αισθάνομαι ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί και με τη δημιουργία σχετικών Μουσείων Μνήμης. Επιπλέον, ως απότιση ελάχιστου φόρου τιμής στους προγόνους μας κάτι αντίστοιχο οφείλουμε να κάνουμε και για τις δύο Γενοκτονίες, τις οποίες υπέστη ο ελληνισμός από το τουρκικό κράτος, σε Μ. Ασία και Πόντο σε συνδυασμό με τη δημιουργία σχετικού Εθνικού Μνημείου.

            Η αναβίωση της οικουμενικής πολιτιστικής παρουσίας και δραστηριοποίησης του ελληνισμού μπορεί να εξυπηρετηθεί μέσω της δημιουργίας ενός δικτύου των ανά τον κόσμο μνημείων πολιτισμού τα οποία είτε δημιουργήθηκαν πρωτογενώς από ελληνικούς πληθυσμούς είτε η δημιουργία τους επηρεάστηκε από τον ελληνορθόδοξο πολιτισμό. Η υπόψη προοπτική θα εξυπηρετηθεί από τη σύμπραξη των υπουργημάτων του «Ελληνορθοδόξου Πολιτισμού», «Εξωτερικών» και «Εθνικής Παιδείας».

            Από την άλλη η επιστροφή στην μητροπολιτική Ελλάδα όλων των πολιτιστικών της προϊόντων τα οποία της αποστερήθηκαν μέσω της λαφυραγωγίας, της λεηλασίας, της κλοπής κ.α. θα μεθοδευθεί και με τη λήψη δυναμικών πολιτικών μέτρων (οικονομικών, διπλωματικών κ.α.) προς εκείνες τις χώρες οι οποίες τα καρπώθηκαν ή μεθόδευσαν τις υπόψη ενέργειες.

            Όσον αφορά στον μελλοντικό κυβερνήτη του ελληνισμού (βλ. Εικονογραφίες: «Περί ηγεσίας και ηγετών» και «Ανάδειξη ηγετών και πρότυπο διακυβέρνησης»), ως ουσιαστικός κάτοχος του εθνικού ιδανικού, θα αποτελέσει τον κύριο εκφραστή και πρεσβευτή της υπόψη πρότασης στις οικουμενικές σκοπιμότητες ως ένας νέος ισαπόστολος των εθνών του γένους των ανθρώπων, προσφέροντας και προτείνοντας τον οικείο τρόπο του βίου ως γενική ανάγκη τουλάχιστον αξιοπρεπούς, αν όχι σωτηριακής, συνύπαρξης. Επιπροσθέτως, το σύνολο του λαού, ως μέτοχοι και συν-δημιουργοί του υπόψη ρωμαίικου πολιτισμού, οφείλουμε να αναλάβουμε το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί όσον αφορά στην επαναπρόσληψη της ουσίας της υπάρξεώς μας και την μετέπειτα διάχυση της στις ανά την υφήλιο σκοπιμότητες.

            Έτσι μόνο θα γεννηθεί ελπίδα για την ανανέωση του πολιτισμού μας. Βάσει της διατήρησης των παραδοσιακών ιδανικών μας. Η βαθιά γνώση της ελληνικότητας και η βιωματική συμμετοχή στην ορθόδοξη εμπειρία θα προσδώσει τη δυνατότητα δημιουργίας γνήσιων έργων πολιτισμού, διαιωνίζοντας τη μοναδικότητα της Παραδόσεώς μας. Μόνο έτσι θα απαλλαγούμε από το φολκλόρ, το κιτς, τη χυδαιότητα, το κόμπλεξ κατωτερότητας και το μιμητισμό. Μόνο έτσι θα γίνει κατορθωτή η πρόσληψη και ένταξη στον κορμό του πολιτισμού μας κάθε αλλότριας, αλλά ενδιαφέρουσας πρότασης δίχως όμως ταυτόχρονα να απειλείται ή διασαλεύεται η ουσία της ιδιαιτερότητας μας καθώς θα είναι θωρακισμένη με τα στέρεα υλικά της αυτογνωσίας. Μόνο έτσι η Παράδοσή μας, η Ελληνική και Ορθόδοξη, θα εξακολουθήσει να αποτελεί εγχειρίδιο σωτηρίας και επαλήθευση αληθείας.

[*] Για εκτενέστερη μελέτη του γεγονότος της προσπάθειας επιβολής των νεοφιλελεύθερων προτύπων έναντι της Ορθοδόξου Παραδόσεως παραπέμπουμε στο εξαιρετικό βιβλίο του Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης Ρωσίας Κυρίλλου, «Ελευθερία και ευθύνη – τα δικαιώματα του ανθρώπου και η αξία του προσώπου», εκδόσεις Εν πλω, Αθήνα 2011