Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

«Καί τόσο ὁ Θεός ἀπό φιλανθρωπία γίνεται ἄνθρωπος γιά τόν ἄνθρωπο, ὅσο ὁ ἄνθρωπος μπόρεσε μέ τήν ἀγάπη νά κάνει τόν ἑαυτό του ὅμοιο μέ τό Θεό»


Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής

73.  Οἱ Ἅγιοι πέρασαν μέ μεγαλοσύνη τόν παρόντα αἰώνα τῶν ἀγώνων, σύμφωνα μέ τόν ἀληθινό καί χωρίς σφάλματα τρόπο τῆς κατά φύση κινήσεως. Ἕνωσαν διά μέσου τοῦ λογικοῦ τήν αἴσθηση μέ τό νοῦ πού κατεῖχε [ἁπλούς] τούς λόγους τῶν ὄντων, καί τό νοῦ πού ἐλευθερώθηκε ὁλότελα ἀπό τήν κίνηση γύρω ἀπό τά ὄντα καί ἠρέμησε καί ἀπό αὐτή τή φυσική του ἐνέργεια ἀκόμη, τόν πρόσφεραν στό Θεό. Καί ἀφοῦ ἔτσι μαζεύτηκαν ὁλοκληρωτικά στό Θεό, ἀξιώθηκαν νά γίνουν ὁλόκληροι ἕνα μέ ὅλο τό Θεό μέσω τοῦ Πνεύματος, ἀφοῦ φόρεσαν ὅλη τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου1 –ὅσο εἶναι δυνατόν στούς ἀνθρώπους– καί εἵλκυσαν τόσο ἀπό τή θεία ἐμφάνεια, ἄν ἐπιτρέπεται νά τό ποῦμε, ὅσο ἑλκύστηκαν κι αὐτοί καί παραδόθηκαν στό Θεό.

74.  Ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος, καθώς λένε, εἶναι τό παράδειγμα ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Καί τόσο ὁ Θεός ἀπό φιλανθρωπία γίνεται ἄνθρωπος γιά τόν ἄνθρωπο, ὅσο ὁ ἄνθρωπος μπόρεσε μέ τήν ἀγάπη νά κάνει τόν ἑαυτό του ὅμοιο μέ τό Θεό. Καί τόσο ἁρπάζεται νοερά ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό Θεό πρός τή γνώση, ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἔκανε φανερό μέσω τῶν ἀρετῶν του τό Θεό πού εἶναι φύση ἀόρατος.

75.  Καθένας πού νέκρωσε τά γήινα μέλη του2 καί ἔσβησε ὅλο τό φρόνημα τῆς σάρκας του καί τίναξε ἀπό πάνω του τή σχέση μέ τή σάρκα, μέ τήν ὁποία διαμοιράζεται ἡ ἀγάπη μας πού μόνο στό Θεό ὀφείλεται, καί ἀρνήθηκε τά γνωρίσματα τῆς σάρκας καί τοῦ κόσμου γιά τή θεία χάρη, ὥστε νά μπορεῖ νά λέει μαζί μέ τόν μακάριο Ἀπόστολο Παῦλο: «Ποιός θά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ κλπ.»3, αὐτός ἔγινε χωρίς πατέρα, χωρίς μητέρα, χωρίς γενεαλογία4, ὅπως ὁ μέγας Μελχισεδέκ, χωρίς νά ἔχει τίποτε ἀπό τή σάρκα καί τήν ἀνθρώπινη φύση πού νά τόν κρατᾶ, λόγω τῆς συνάφειάς του μέ τό Πνεῦμα.

77.  Ἀπόδειξη ὄχι μικρή ὅτι ἔχει σπαρθεῖ μέσα μας ἐκ φύσεως ἡ γνώση τῆς πρόνοιας, μᾶς δίνει ἡ ἴδια ἡ φύση: χωρίς νά τό διδαχθοῦμε, μᾶς κάνει στίς ξαφνικές συμφορές μας νά ζητοῦμε μέ τίς προσευχές μας ἀπό τό Θεό νά μᾶς σώσει. Ὅταν δηλαδή βρεθοῦμε σέ ξαφνική ἀνάγκη, χωρίς νά θέλομε καί πρίν σκεφτοῦμε κάτι, ἐπικαλούμαστε τό Θεό. Εἶναι σάν νά μᾶς τραβᾶ ἡ ἴδια ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἑαυτό της καί χωρίς δική μας σκέψη, νικώντας σέ ταχύτητα τή νοερή δύναμή μας, μᾶς δείχνει ἀπό πρίν ὅτι ἡ θεία βοήθεια εἶναι δυνατότερη ἀπ᾿ ὅλα τά μέσα. Δέ θά μᾶς ὁδηγοῦσε ἡ φύση χωρίς νά θέλομε σέ κάτι πού δέν εἶναι φανερό ὅτι ἔχει τή δύναμη τῆς ἀλήθειας ὡς ἰσχυρή καί ἀκαταμάχητη ἀπόδειξη.


Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

"ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ" τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν

Τόμος
β΄ (σελ. 245-246)
Ἐκδόσεις: Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας"