Οἱ ξένοι “φίλοι”!
Ἀναρτήθη: 30 Μαῑου 2016 08:15 AM PDT
Από το βιβλίο του κ. Βασίλη Μαρκεζίνη, “Η Ελλάδα των κρίσεων” [έκδοση 2011, εκδοτικό Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, σελίδες 125-129].-(ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ-ΕΝΕΡΓΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ)
Εκ
γενετής, η Νέα Ελλάδα -δηλαδή από το 1821 και εντεύθεν-”έπασχε” στον
τομέα των «φίλων». Τρεις λόγοι -γνωστοί, βεβαίως, αλλά άξιοι επανάληψης,
μια και εξηγούν ακόμη τη στάση μας έναντι των ξένων- πρέπει να
μνημονευθούν.
Ο
πρώτος είναι ο αριθμός των φίλων: Φίλων που και μεταβάλλονταν με το
πέρασμα του χρόνου, αλλά και αυξομειώνονταν. Παραδείγματος χάριν, οι
Αμερικανοί, άγνωστοι στην αρχή, έγιναν κηδεμόνες παρά φίλοι κατά το
δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, στάση την οποία ακόμη και τώρα προσπαθούν
να διατηρήσουν μέσω της συνεργασίας τους με διεθνείς και εγχώριες ΜΚΟ.
Έπειτα, οι Άγγλοι, φίλοι ή αντίπαλοι όποτε το συμφέρον τους απαιτούσε
φιλία (π.χ., το 1940) ή οδηγούσε σε αντιπαλότητα (βλ. Κύπρο ή, σήμερα,
Τουρκία), παρέμειναν ωστόσο πάντοτε αινιγματικοί για τους Έλληνες. Οι
Γάλλοι ήταν και είναι φίλοι, ιδίως όταν το οικονομικό συμφέρον
απαιτούσε κάτι τέτοιο (αλλά, σε πνευματικό επίπεδο, παρέμειναν συνεπείς
θαυμαστές του πολιτισμού μας, όπως άλλωστε και οι Γερμανοί). Οι
Ρώσοι, φίλοι, αδιάφοροι ή εχθροί, μετέβαλλαν και αυτοί τη θέση τους
όποτε το απαιτούσε το συμφέρον τους ή τους εκνεύριζε η δική μας αμφίθυμη
στάση. Ο κατάλογος μπορεί να επιμηκυνθεί ακόμη περισσότερο, αλλά μόνο
για να τονίσει το προφανές, ότι δηλαδή, στις διεθνείς τουλάχιστον
σχέσεις, η φιλία πάντα συνέπιπτε με το συμφέρον.
Το δεύτερο αξιομνημόνευτο σημείο είναι ότι αυτή την τόσο λογική αλήθεια εμείς -πλην ελαχίστων κυνικών, πολιτικών και ειδικών- ποτέ δεν τη χωνέψαμε, έστω και αν πολλές φορές αναγκαστήκαμε να την καταπιούμε. Γιατί; Μεσογειακός συναισθηματισμός; Ραγιάδικη υποταγή προς όποιον φαίνεται πλούσιος ή ισχυρός; Επιπολαιότητα στις αξιολογήσεις μας; Εσφαλμένη ψυχολογική ταύτιση του ιδεώδους με το εφικτό; Συνδυασμός όλων των ανωτέρω; Ας αποφασίσει μόνος ο αναγνώστης. Ένα όμως είναι γεγονός: Οι Έλληνες -και, καθόσον γνωρίζω, κανένας άλλος λαός- δημιούργησαν το ανύπαρκτο πρόσωπο του ξένου «φιλέλληνα», ο οποίος, για κάποιον λόγο, τον οποίο κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ερευνήσει, τοποθετεί την Ελλάδα υψηλότερα από το συμφέρον της δικής του πατρίδας. Δεν υπάρχει όμως τέτοιο ον σε τούτον τον κόσμο, όσο ρομαντικά όμορφη και αν είναι η σχετική ιδέα!
Το τρίτο πρόβλημα της Ελλάδας ήταν η αδυναμία της να διαλέξει μεταξύ των φίλων – όπως ο όρος διασαφηνίστηκε ανωτέρω. Η δυσχέρεια αυτή ήταν ακόμη μεγαλύτερη στην πράξη, καθότι όλες οι μεγάλες δυνάμεις είχαν εντός της Ελλάδας τους δικούς τους οργανωμένους οπαδούς, οι οποίοι περιέπλεκαν τη δημιουργία μιας αυτόχθονος και ανεξάρτητης γνώμης. Αυτός, ίσως, να είναι και ένας λόγος -η έλλειψη θάρρους και φαντασίας, ένας ακόμη- που σπάνια τολμήσαμε να έχουμε σχέσεις με όλους αντί να, επιλέγουμε έναν από αυτούς.
Στην πρόσφατη ιστορία μας, αυτή την παραμορφωτική επιρροή ασκούσαν στη χώρα μας οι ΗΠΑ, άμεσα ή και έμμεσα με τη βοήθεια των ελεγχομένων ΜΚΟ, οι οποίες, με τη σειρά τους και εκμεταλλευόμενες τις κοινωνικές τους διακλαδώσεις, έλεγχαν, μεταξύ άλλων, και ένα μέρος των ΜΜΕ. Συμπέρασμα: Η Αμερική σπάνια κατέκτησε την πολιτική φιλία της πλειονότητας των Ελλήνων, αλλά στα πρόσφατα χρόνια έλεγχε ποικιλοτρόπως τα οργανωμένα συμφέροντα που διαμόρφωναν και ακόμη διαμορφώνουν την εξωτερική και την αμυντική πολιτική της χώρας.
Βεβαίως, η φιλία μεταξύ των διαφόρων κρατών ήταν, όπως είπα, πάντα συνδεδεμένη με το συμφέρον. Στη σημερινή όμως εποχή, η συμφεροντολογική φιλία διαθέτει πρόσφορο έδαφος για να επιδείξει την έκταση του καιροσκοπισμού της σύγχρονης διπλωματίας . Η κρίση της Αιγύπτου εξελίσσεται ταχύτατα και σίγουρα θα μας απασχολήσει όλους υπό άλλες μορφές στο μέλλον. Ο τρόπος όμως που την αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δείχνει ξεκάθαρα πως οι ίδιοι ομιλούν πάντα και κατηγορούν τους «άλλους δικτάτορες», ενώ προστατεύουν τους δικούς τους μέχρι βεβαίως τη στιγμή που αυτοί θα παύσουν να τους είναι χρήσιμοι.
Σχολιάζοντας αυτή τη συμπεριφορά ο Μιχάλης Ιγνατίου έσπευσε πρόσφατα να υπενθυμίσει σε όσους, υπό την επήρεια αμερικανιζουσών ΜΚΟ όπως το ΕΛΙΑΜΕΠ, προσπαθούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι ακριβώς τα ίδια έκαναν οι Αμερικανοί κάποτε και σε εμάς. Ορθώς, λοιπόν, προσθέτει: «Δεν είναι η καλύτερη απόδειξη η συμπεριφορά προς τους δικούς μας δικτάτορες, τους οποίους επέβαλαν και στήριξαν για επτά χρόνια; Και τους άφησαν να καταρρεύσουν, αφού τους καθοδήγησαν να πραγματοποιήσουν το πραξικόπημα στην Κύπρο για να ακολουθήσει η τουρκική εισβολή. Την ημέρα που η Κύπρος αβοήθητη δεχόταν επίθεση με όλα τα μέσα από την Τουρκία, ο Χένρι Κίσινγκερ και η παρέα τον απασχολούνταν με την ανεύρεση αυτού που θα αντικαταστήσει τους δικτάτορες, χωρίς να πληγούν τα συμφέροντα τους».
Κατά τον ίδιο τρόπο, τριάντα και πλέον χρόνια αιγυπτιακής παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθόλου δεν εμπόδισαν την Αμερική να διατηρεί εξαιρετικά καλές φιλικές (αν και επίσης, χρηματικά, πολύ «ακριβές») σχέσεις με το δικτατορικό καθεστώς του Μουμπάρακ. Γι’ αυτό, και πάλι, ο Ιγνατίου βυθίζει το μαχαίρι του βαθιά μέσα στην αμερικανική υποκρισία, όταν μας υπενθυμίζει ότι ο άνθρωπος από τον οποίο σήμερα κατάφεραν να απαλλαγούν με διπλωματικές (αλλά προφανείς) κινήσεις είναι ο ίδιος άνθρωπος που (πριν από ελάχιστο καιρό) «ο κ. Ομπάμα, ο κ. Μπάιντεν και η κα Κλίντον υποδέχονταν μετά βαΐων και κλάδων [...] στον Λευκό Οίκο. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τις τιμές; Τους ύμνους για τον μεγάλη ηγέτη της συμμάχου χώρας; Ναι, πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο από τον οποίο ζητούν σήμερα να σεβαστεί τις δημοκρατικές διαδικασίες και να προχωρήσει σε γενναίες μεταρρυθμίσεις» . Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και με τις υπόλοιπες αραβικές δικτατορίες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Η
υποκρισία είναι διπλή και πρέπει να τονίσουμε αυτή την ιδιότητα,
ακριβώς διότι αποδυναμώνει τη φήμη των ΗΠΑ, αλλά και μειώνει την
εμπιστοσύνη που μπορεί να έχουν προς την εν λόγω χώρα όσοι επιζητούν
βοήθεια και στήριξη από αυτή .
Έτσι, πρώτον, ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτή την ανεπτυγμένη μορφή
υποκρισίας που επιτρέπει στην «Αμερική [να] συνεχίζει να φωνάζει για
τους δικτάτορες του Ιράν, της Συρίας, της Κούβας, της Βενεζουέλας και
άλλων χωρών, όπως παλιά “ξελαρυγγιαζόταν” για τις κομουνιστικές χώρες
και τη Σοβιετική Ένωση ενώ ταυτόχρονα ανέχεται και βοηθάει (με το ποσό
των 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων) δικτατορίες σαν την αιγυπτιακή.
Δεύτερον, πρέπει να μελετάμε με προσοχή τις συνέπειες της συνέπειες της
Αμερικανικής διπροσωπίας. Διότι, αν η φιλία διαρκεί όσο και το συμφέρον,
τότε όσοι την επιζητούν πρέπει εξαρχής να έχουν τα νώτα τους καλυμμένα:
Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίο ανέκαθεν κήρυσσα την
ανάγκη η χώρα μας να διατηρεί σχέσεις όσο το δυνατόν πιο πολλές (αλλά
καπάτσες) συντρόφισσες!