«Εάν δεν δω, δεν πιστεύω!»
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Η «απιστία» του αποστόλου Θωμά εκφράζει τον πόθο του ανθρώπου, όπου γης, να «ψηλαφίσει» τον αόρατο και άπιαστο Θεό. Ποιος μπορεί ν’ αρνηθεί την ανθρώπινη ανάγκη που ζητά τη ζωντανή, αισθητή παρουσία του Θεού, κυρίως σε οριακές καταστάσεις της ζωής του;
Η απαίτηση του αποστόλου Θωμά να δει, να ψηλαφίσει, να βεβαιωθεί, όπως οι άλλοι απόστολοι, γι’ αυτό που άλλωστε θα καλείτο αύριο να κηρύξει «έως εσχάτου της γης», δεν ήταν δικαιολογημένη; Γιατί να στηρικτεί μόνο στην εμπειρία των άλλων χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει εμπειρικά;
Ασφαλώς, το να θέλει ο καθένας μας να έχει τη δική του προσωπική εμπειρία γι’ αυτό που οι άλλοι του βεβαιώνουν δεν είναι επιλήψιμο. Δεν μπορείς σε όλη σου τη ζωή να γνωρίζεις θεωρητικά αυτά που κατ’ εξοχήν είναι βιώματα. Μήπως δεν ήλθε και για μας ο Χριστός στη γη; Δεν είμαστε και ’μεις παιδιά του ουράνιου Πατέρα; Δεν σταυρώθηκε και αναστήθηκε για τον κάθε άνθρωπο ο Κύριος και Θεός μας;
 
Δεν είναι αυτή η ανάγκη, η «απαίτηση», το πρόβλημα ούτε του αποστόλου Θωμά ούτε και το δικό μας. Το πρόβλημα βρίσκεται στον τρόπο που θέλουμε να Τον δούμε, να Τον ακούσουμε, να Τον αγγίξουμε, ως να μην αναστήθηκε.
Μετά την Ανάστασή Του ο Χριστός έχει για πάντα το άφθαρτο σώμα. Αυτό που δεν περιορίζεται από τους νόμους της φύσεως, δεν έχει ανάγκες που έχει το φθαρτό ούτε βέβαια γνωρίζεται με τις αισθήσεις. Γι’ αυτό και δεν οράται ούτε ψηλαφάται όπως εκείνο.
 
Όλοι όσοι Τον πίστεψαν, μέχρι θυσίας και μαρτυρίου ποικίλων μορφών, δεν είχαν απόδειξη της Ανάστασής Του. Κι όμως Τον πίστεψαν! Είχαν την ιδιαίτερη εμπειρία της ζωντανής παρουσίας Του, όχι ως ψευδαίσθηση ούτε ως ψυχολογική ανάγκη, αλλά ως δυνατή αποκάλυψη. Γιατί, πράγματι, κανείς δεν μπορεί να θυσιάσει τον εαυτό του ή κάτι από τον εαυτό του, αν δεν είναι σίγουρος ότι ο Σταυρωθείς «επί Ποντίου Πιλάτου» αναστήθηκε κι άρα είναι ζωντανός εις αιώνας.
Με το ζωντανό Θεό διαλέγεσαι, συγκρούεσαι, ερωτεύεσαι, Τον πιστεύεις και Τον ακολουθείς ή Τον απορρίπτεις και Τον αρνείσαι. Γιατί είναι πρόσωπο ελεύθερο κι όχι ιδέα ή φιλοσοφία. Ο Ιησούς Χριστός αποκαλύπτεται σ’ όσους στο βάθος της καρδιάς τους Τον αναζητούν και Τον θέλουν. Στους αδιάφορους, μεμψίμοιρους, σκληρούς και εγωκεντρικούς, δεν μπορεί να έλθει, γιατί δεν Τον θέλουν.
 
Δεν έχει σημασία τι λέει ή τι κάνει κάποιος για να του αποκαλυφθεί ο Χριστός ως ζωντανό πρόσωπο. Σημασία έχει το βάθος της καρδιάς, το οποίο βλέπει ο Θεός και πορεύεται προς συνάντηση.
 
Έτσι, η «απαίτηση» να δούμε και να πιστέψουμε, αν κρύβει πόθο γνήσιο και ειλικρινή, θα κάνει τον Αναστάντα να έλθει για να πληροφορήσει την καρδιά μας για την ύπαρξη, την παρουσία, την αγάπη Του. Όχι με τις αισθήσεις που μπορεί και να ξεγελούν, αλλά διά της άλλης οδού. Εκείνης της Αναστάσιμης εμπειρίας, της μοναδικής και ουσιαστικής, που βεβαιώνει ότι «ανέστη ο Κύριος όντως».