Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Προσευχὴ εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον


Προσευχ εἰς τν περαγίαν Θεοτόκον

ὕπὸ τοΓέροντος ερωνύμου Σιμωνοπετρίτου.

Σο δίδω τν καρδία μου κα Σ δός μοι τν πίστιν. νευ πίστεως δν πάρχουν νθερμοι προσευχαί, Παναγία.

Τ δ προσεύχεσθαι εναι νάγκη τς ψυχς μου, Παρθένε.
Σ παρακαλ χι ν’ πομακρύνεις τ μπόδια τ ποα γείρονται π τς δο μου, λλ δίδου μοι δύναμιν και βοήθει μοι να τα ύπερβαίνω…

Βασίλισσα τν γγέλων, Παντάνασσα Θεοτόκε, Πανύμνητε Παναγία, Κεχαριτωμένη Παρθένε Μήτηρ Θεο, δέξαι, να, πάκουσον…

μόνη εχαρήστησις τς ψυχς μου τὴν ὁποῖαν ἐπορέγομαι καὶ ἐπιζητῶ εἶναι ἡ ἥσυχος συνείδησις, ἡ  καθαρότης τῆς καρδίας, ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς, τὴν ὅποῖαν τρέφει ἡ γλυκεία ἀγάπη καὶ ὁ ἀγνὸς φόβος τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν φθάσῃ τὸ τἐλος τῆς ζωῆς μου, δός μοι, Παναγία, ἀφόβως νὰ ἀτενίσω πρὸς τὸ παρελθόν μου καὶ ἡ τοιαύτη ἀναπόλησις νὰ μὴ μοὶ προξεν τὴν τύψιν τῆς συνειδήσεως.

Χάριτι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Υἱοῦ Σου καὶ Θεοῦ ἡμῶν, ἵνα σωθεὶς εὐχαρίστως Σὲ δοξάζω καὶ Σὲ ἀνυμνῶ, Ὑπερευλογημένη καὶ δεδοξασμένη εἰς αἰῶνας αἰώνων.
Ἀμήν.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ


         ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ

                                    Κοντάκιον.


                   Ἦχος πλ. δ'  Τῇ Ὑπερμάχῳ.

σκητικῇ διαγωγῇ τὸν διαλάμψαντα διπλῇ ἀγάπῃ, 
εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι ὡς πυρφόρον ἄστρον ἄρτι 
ἐν τῇ Αἰγίνῃ, ἀρετῇ τοῦ Νεκταρίου τὸν ἐπόμενον, 
Ἱερώνυμον, ἐκθύμως ἐπαινέσωμεν ἀνακράζοντες· 

Χαίροις, Πάτερ θειότατε.

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΝ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΩΣ ΘΕΙΟΝ ΒΡΕΦΟΣ


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ

Ένα περιστατικό από τη ζωή του Χριστού ώς Θείου Βρέφους: όταν ή άγια οικογένεια διέφυγε από το ξίφος τού Ηρώδη, και πορευόταν στην Αίγυπτο, εμφανίστηκαν καθ’ οδόν κάποιοι ληστές, με πρόθεση νά κατακλέψουν τούς οδοιπόρους. Ό δίκαιος Ιωσήφ οδηγούσε το γαϊδουράκι, πάνω στο όποιο ήταν φορτωμένα τά λίγα ύπάρχοντά τους και όπου έπέβαινε ή Ύπεραγία Θεοτόκος, κρατώντας στο στήθος της τον Υιό της.

Οί ληστές άρπαξαν το γαϊδουράκι με σκοπό νά το οδηγήσουν μακριά, και ένας άπ' αυτούς πλησίασε τη Μητέρα τού Θεού γιά νά δει τί κρατούσε κατάστηθα. Μόλις άντίκρισε τον Χριστό-νήπιο, έξεπλάγη άπό την άσυνήθιστη ομορφιά Του και τότε, μέσα στην έκπληξή του, άναφώνησε: «Και ό Θεός αν έπαιρνε σάρκα ανθρώπινη, δεν θά μπορούσε νά είναι πιο όμορφος άπ’ αυτό το Παιδί!». Κατόπιν ό ληστής πρόσταξε τούς συνεργούς του νά μην άρπάξουν τίποτα άπ’ αυτούς τούς οδοιπόρους.

Έμπλεως ευγνωμοσύνης προς τον γενναιόδωρο αυτό ληστή, ή Παναγία Θεοτόκος τού είπε: «Γνώριζε ότι το Παιδί αυτό
θά σέ άνταμείψει μέ άνταμοιβή μεγάλη, επειδή έσύ σήμερα Τον προστατέυσες». Τριάντα τρία χρόνια αργότερα ό ίδιος άνθρωπος κρεμόταν στον Σταυρό, για τα παραπτώματά του, εσταυρωμένος εκ δεξιών του Σταυρού τού Χριστού. 

Το όνομά του ήταν Δυσμάς και το όνομα τού άλλου, έξ άριστερών, ληστή ήταν Γεστάς. Βλέποντας ό Δυσμάς τον Δεσπότη, τον αθώο και αναμάρτητο Ιησού Χριστό, έσταυρωμένο, μετανόησε γιά κάθε κακό πού είχε κάνει στη ζωή του. Όταν ό Γεστάς βλασφήμησε έναντίον του Κυρίου, ό Δυσμάς Τον υπερασπίστηκε λέγοντας: ούτος δε ούδέν άτοπον έπραξε (Λουκ. 23, 41).


Ό Δυσμάς επομένως ήταν ό σοφός ληστής στον όποιον είπε ό Χριστός μας: αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' εμού έση έν τω παραδείσω (Λουκ. 23, 43). Ό Κύριος χάρισε τον Παράδεισο σ’ αυτόν πού Τού χάρισε τη ζωή, όταν ήταν Παιδί!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΧΡΙΔΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ/ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

Προσευχὴ Ἐξομολογητική


Προσευχὴ Ἐξομολογητική

Κύριε, μὴ παραβλέψεις τὴν ἁμαρτωλὴν ψυχήν μου, ποὺ ζεῖ μέσα στὴν ἁμαρτία, σὲ χρειάζομαι περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄνθρωπον τῆς γῆς. Εἶμαι χειρότερος ἀπὸ κάθε λογικόν, καὶ φέρομαι ἀνόητα ποὺ δὲν γνωρίζω τὸ καλὸν τῆς ψυχῆς μου.

Τρέξε στὴ δυστυχία τῆς ψυχῆς μου, διότι εἶμαι κυριευμένος ἀπὸ πολλὰ πάθη ποὺ δὲν τὰ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι εὔκολα, κρύβομαι ὰπὸ τοὺς ἄλλους ἀλλὰ ἐγὼ ὁ ταλαίπωρος δὲν μπορῶ νὰ κρυφτῶ ἀπὸ τὸ ἄγρυπνο μάτι τῆς κρίσεώς Σου.

Κύριε, βοήθησέ με καὶ σῶσον με, τὸν ἀδιάντροπο καὶ ἐραστή τῶν παθῶν. Κύριε ἡ ῥαθυμία μου μὲ καταβάλλει σὲ κάθε ἁμαρτία καὶ γίνομαι πρόθυμος σὲ κάθε πειρασμό. Ποὺ μὲ χλευάζουν ἀκόμη καὶ οἱ δαίμονες διὰ τὴν ἀθλιότητά μου.

Κύριε, ἐλέησόν με! Κύριε, ταπείνωσέ με! Διὰ νὰ σωθῶ. Κύριε, ταπείνωσέ με διὰ νὰ μετανοήσω εἰλικρινά. Κύριε, σῶσε με ἀπὸ κάθε ὑπερηφάνεια, θυμό, κακία, φθόνο καὶ περιέργεια.
Κύριε, σκέπασέ με τὴν φιλανθρωπία Σου καὶ καθοδήγησέ με στὸν δρόμο τῶν ἐντολῶν Σου. Κύριε, νιώθω τόσο ἀνίσχυρος, σὰν σκουλίκι, ποὺ εὔκολα μποροῦν νὰ τὸ πατήσουν οἱ ἄνθρωποι διὰ νὰ τὸ λιώσουν. Κύριε, σῶσον με.  

Κύριε, δέξου τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μου ὥστε νὰ κατανοήσεις ὅτι ζητῶ εὐσπλαγχνικὰ τὸ θεῖον ἔλεός Σου. Κύριε, ἔχω μοιάσει τοῦ φαρισαίου καὶ γεμάτος ἔπαρσις, νομίζω ὅτι ἔχω ἐπιτύχει κάτι στὴν ζωήν μου.

Ψυχή μου, πόσο σκοτεινὴ εἶσαι, ποὺ δὲν βλέπεις οὔτε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ μέσα σου, γίνεσαι ἀχάριστη καὶ ἀναιδὴς στὶς τόσες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. Ψυχή μου, πόσο τυφλωμένη εἶσαι, ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα πάθη καὶ δὲν ἐξετάζεις τὸν ἑαυτόν σου διὰ νὰ ἔλθεις σὲ μετάνοια.

Ψυχή μου, πόσο ἀναίσθητη γίνεσαι, ποὺ οὔτε φοβᾶσαι τὸν Θεόν, κάνεις τὰ πάντα χωρὶς ἐντροπή. Ψυχή μου, πόσο εὔκολα κατρακυλᾶς μέσα στὸ βάθος τῶν ἁμαρτιῶν σου, καὶ δὲν σταματᾶς ν’ ἁμαρτάνεις.

Ψυχή μου, σὲ παρακαλῶ σταμάτα λίγο, καὶ κοῖτα τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου, ποὺ διὰ σένα σταυρώθηκε. Ψυχή μου. σήκω καὶ μετανόησε μὲ δάκρυα ποὺ νὰ βρέχουν τὴν γῆν διὰ τὴν ἀδικία ποὺ προσφέρεις στὸν ἑαυτόν σου.

Ψυχή μου, ταπεινῶσου σὰν τὸν ληστήν, τὴν πόρνην καὶ τὸν ἄσωτον υἱόν, καὶ γῖνε τυφλὸς στὰ πάθη. Ἡ ἀμάθειά σου δὲν ἔχει ὄρια, διότι ὅλο σκοντάφτεις καὶ πέφτεις. Ψυχή μου, μετανόησε, δάκρυσε, ταπεινῶσου καὶ φύγε ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καὶ πήγαινε στὸ φῶς τῶν ἀρετῶν στὸ φῶς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

Κύριε, ἄπειρος ἡ Σοφία Σου διὰ τὸν ἁμαρτωλὸν δοῦλον Σου, ποὺ δὲν παύεις νὰ μὲ ἐλεεῖς νὰ μὲ συγχωρεῖς, νὰ μὲ φωτίζεις καὶ νὰ μὲ θερμαίνεις μὲ τὴν Θεία Αγάπη Σου, διὰ νὰ νοιώσω τὴν ἀθλιότητά μου ἐνώπιον τῆς ἀπείρου ἀγαθότητός Σου. Τῆς θείας παντοδυναμίας Σου.  Κύριε, σὲ ὑμνῶ καὶ σὲ δοξάζω ποὺ μὲ δέχεσαι τόσο ἁμαρτωλὸν καὶ δείχνεις τὴν φιλεύσπλαγχνία Σου χωρὶς νὰ μὲ δικάσεις μὲ τὴν δικαιοσύνη Σου.

Κύριε, παρὰ τὴν μεγάλη ἁμαρτωλότητά μου ἔχεις γίνει πλέον ἡ τροφὴ τῆς ψυχῆς μου, ποὺ εὐφραίνομαι μὲ τὴν οὐρανία χάρη Σου. Κύριε, ἐνῶ ἐσὺ μὲ τρέφεις ἐγὼ ὁ ἄθλιος δὲν φυλάττω τὶς ἐντολές Σου καὶ τὸ νοιώθω διότι μὲ ἐλέγχει ἡ συνείδησίς μου διὰ τὶς ἁμαρτίες μου.

Ψυχή μου, ποὺ εἶναι ἡ θυσία σου στὸν εὐεργέτη σου; Ποῦ εἶναι ἡ καθαρὴ προσευχή σου; Ποῦ εἶναι ἡ ταπεινὴ νηστεία σου; Ποὺ εἶναι ἡ ἀγάπη σου διὰ τὸν Θεόν;  Ζεῖς διὰ τὸν ἐαυτόν σου χωρὶς νὰ προσφέρεις τίποτα στὸν Θεόν.

Ψυχή μου, οἱ λογισμοί σου εἶναι ἀκάθαρτοι, τὰ λόγια σου ὑπερήφανα, ἐνῶ οἰκοδομείς ἄλλους ἐσὺ μένεις ἐρηπωμένη καὶ γκρεμισμένη, τίποτα καλὸν δὲν ἔχεις παρουσιάσει στὸν Θεόν.
Ψυχή μου, πόσο ἄδεια εἶσαι ἀπὸ ἀρετές! πόσο ἀμέλεια σὲ κυβερνᾶ! Ποῦ εἶναι ἡ καθαρότητά σου; Ποῦ εἶναι ἡ ἀγνότητα τῆς σκέψεώς σου;  Ζεῖς διὰ τὸν κόσμον. Ζεῖς διὰ τὸν ἐαυτόν σου. Μετανόησε καὶ κλάψε διὰ τὶς ἁμαρτίες σου.

Ψυχή μου, ἐξομολογήσου εἰλικρινῶς στὸν Θεὸν τοῦ ελέους, χωρὶς νὰ κρύψεις τίποτα διὰ νὰ δεχθεῖς τὴ λυτρωτικὴ θεία χάρη Του, νὰ σὲ σκεπάζει πλούσια, ὥστε κεκαθαρμένη πλέον νὰ ζεῖς, δοξάζοντας τὸν Θεόν.

Κύριέ μου, ἐσύ ποὺ δέχθηκες τόσους μετανοημένους 
ἁμαρτωλούς, δέξου καὶ τὴν δικήν μου μετάνοια, προσπίπτω στὰ ευσπλαγχνικὰ πόδια σου, καὶ σὲ ἰκετεύω μὲ δάκρυα ἐλέησόν με, συγχώρεσόν με καὶ σὼσόν με. Κύριε, διώξε κάθε ἀπρεπὴ φαντασία, κάθε θυμό καὶ ὀργή καὶ ντύσε με μὲ στολή φωτεινή σὰν τῶν ἀγγέλων καὶ νὰ σὲ ὑμνῶ.

Ψυχή μου, τὶ ἔχεις νὰ ἀπολογηθεῖς τὴν ὥρα τῆς κρίσεως σου, ποὺ τἀ πάντα θὰ εἶναι γνωστὰ στὸν Θεόν. Σκέψου τὴν αἰώνια ζωήν. Μετανόησε. Λυπήσου τὸν ἐαυτόν σου. Κύριε, κράζω καὶ φωνάζω μ’ὅλην τὴν ψυχήν μου ελέησόν με τὸν αμαρτωλόν. Ὅλον τὸ σῶμα μου ἀναταράζεται ἀπὸ λυγμοὺς μετανοίας καὶ ζητῶ τὸ μέγα ἔλεός σου. Σὲ ἰκετεύω ἐλευθέρωσέ με ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μου. 

Κύριε, κοῖτα τὴν λύπη τῆς ψυχῆς μου, τὴν ειλικρινή μετάνοιά μου καὶ ἐλέησόν με. Κύριε, κοῖτα την ταπείνωσή της ψυχής μου, τα δάκρυα της μετανοίας μου, καὶ ἄκουσον τὴν φωνὴν τῆς καρδίας μου, ποὺ φωνάζει: Ἐλέησόν με!  Κύριε, κοῖτα τὸ πλανεμένον πρόβατόν σου καὶ σῶσε το, ὡς καλός ποιμήν. Κύριε, ἐλέησόν με, σῶσον με. Κύριε, θεράπευσέ τὰς πληγὰς τῆς ψυχῆς μου μὲ τὸ φάρμακον τοῦ ἐλέους Σου.

Ψυχή μου, προσεύχου κατανυκτικά. νήστευε μὲ ἀρετή, ἀγρύπνα καθημερινά, ἔχοντας καρδία συντετριμμένη καὶ πνεῦμα ταπεινώσεως, λέγοντας∙

Κύριε Ἱησού Χριστέ, ἐλέησόν με, τὸν ἁμαρτωλόν. Ἀμήν.