Παναγία Πορταΐτισσα

Παναγία Πορταΐτισσα

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

Σύντομος δρόμος πρὸς ἀπόκτησιν τῶν ἀρετῶν καὶ ἀποχὴ τῶν παθῶν.

 Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: 
 
Βιβλίο Πρώτο 

Τίποτε άλλο δεν σκοτίζει το νου, λέει ο Μέγας Βασίλειος, όσο η πονηρία, και τίποτε δε φωτίζει το νου, όσο η ανάγνωση στην ησυχία. Τίποτε δεν οδηγεί πιο γρήγορα στον πόνο της ψυχής, όσο η ενθύμηση του θανάτου.
Τίποτε δεν οδηγεί σε αφανή προκοπή, όσο η αυτομεμψία και το κόψιμο των θελημάτων· ούτε σε αφανή απώλεια, όσο η οίηση και η αυταρέσκεια· τίποτε δεν προξενεί την αποστροφή του Θεού και την τιμωρία του ανθρώπου, όσο ο γογγυσμός· ούτε την ευκολία στην αμαρτία, όσο η σύγχυση και η πολυλογία.

Δεν υπάρχει άλλος συντομότερος δρόμος για την απόκτηση της αρετής, από τη μόνωση και τη συγκέντρωση του νου. Ούτε για την ευγνωμοσύνη και την ευχαριστία, από τη μελέτη των δωρεών του Θεού και των δικών μας αμαρτιών. Ούτε για την αύξηση των ευεργεσιών, από τον έπαινό τους.

Τίποτε άλλο δεν προσφέρει τόσο συχνά σωτηρία ακούσια, όσο οι πειρασμοί. Ούτε υπάρχει πιο σύντομος δρόμος προς το Χριστό, δηλαδή προς την απάθεια και τη σοφία του Πνεύματος, από το βασιλικό δρόμο, εκείνον δηλαδή που σε όλα απέχει από υπερβολές και ελλείψεις.

Ούτε άλλη αρετή μπορεί να επιτύχει το θείο θέλημα τόσο, όσο η ταπεινοφροσύνη και η εγκατάλειψη κάθε δικού μας νοήματος και θελήματος. Ούτε υπάρχει άλλος συνεργός σε κάθε καλό έργο, σαν την καθαρή προσευχή. Ούτε άλλο εμπόδιο για απόκτηση των αρετών, σαν τον περισπασμό και το μετεωρισμό της διάνοιας, έστω κι αν είναι σε πολύ μικρό βαθμό.

Όση καθαρότητα έχει κανείς, τόσο φαίνεται ότι αμαρτάνει πιο πολύ, γιατί βλέπει. Και όσο πιο πολύ αμαρτάνει, τόσο σκοτίζεται, και ας φαίνεται ότι έχει καθαρότητα. Και πάλι, όση γνώση έχει, τόσο φαίνεται σαν να μην έχει. Και όσο δε γνωρίζει την άγνοιά του και τη μερική πνευματική του γνώση, τόσο νομίζει πώς είναι γνωστικός.

Και όσο υπομένει τις θλίψεις ο αγωνιστής, στο βαθμό αυτό θα νικήσει τον εχθρό. Και όσο καλό αγωνίζεται κανείς να κάνει σε μία ημέρα, τόσο χρεωστεί όλες τις ημέρες της ζωής του, λέει ο άγιος Μάρκος. Αν δηλαδή δική του είναι η δύναμη και η προθυμία, η χάρη είναι του Θεού. Και γι’ αυτό, αφού μπορούσε όταν ήρθε η χάρη, τι καύχηση μπορεί να έχει ο άνθρωπος αυτός; Επειδή νομίζει ότι μπορεί μόνος του να κάνει κάτι καλό, και κατακρίνει άδικα εκείνους που δεν μπορούν.

Εκείνος που απαιτεί κάτι από τον πλησίον του, είναι πιο δίκαιο να απαιτεί από τον εαυτό του μάλλον. Όπως εκείνοι που αμαρτάνουν οφείλουν να τρέμουν γιατί παρόργισαν το Θεό, έτσι και αυτοί που τους σκέπασε και τους φύλαξε η χάρη για την αδυναμία τους και την ετοιμότητά τους προς απόγνωση, οφείλουν να τρέμουν περισσότερο γιατί χρεωστούν πολλά. Και όσο μεγάλος γκρεμός είναι η άγνοια των Γραφών, λέει ο άγιος Επιφάνιος, τόσο μεγαλύτερο κακό είναι η εν γνώσει παράβαση.

Είναι σπουδαιότερο να ευεργετεί κανείς μιά ψυχή με το λόγο παρά με την προσευχή και να κάνει υπομονή όταν αδικείται από τον πλησίον του, για να μη στενοχωρείται αυτός που αδικεί, αλλά να του ικανοποιήσει το θέλημα στον καιρό της ταραχής του, όπως λέει ο άγιος Δωρόθεος, και έτσι να σηκώνει το βάρος του πλησίον από ευσπλαχνία για την ψυχή του και να προσεύχεται γι’ αυτόν, ποθώντας τη σωτηρία του και οποιοδήποτε άλλο αγαθό, σωματικό και ψυχικό.

Και αυτή είναι η καθαρή ανεξικακία, η οποία καθαρίζει την ψυχή και την ανυψώνει στο Θεό. Γιατί η θεραπεία του ανθρώπου είναι ανώτερη από κάθε εργασία και κάθε αρετή. Ούτε υπάρχει μεγαλύτερη και τελειότερη μεταξύ των αρετών από την αγάπη του πλησίον.

Σημάδι της αγάπης αυτής είναι όχι μόνο το να μην έχει κανείς κάτι που ο άλλος το έχει ανάγκη, αλλά και το θάνατο γι’ αυτόν να υπομένει με χαρά, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου (Ιω. 15,13), και αυτά να τα θεωρεί σαν χρέος· και εύλογα.

Γιατί καθένας χρεωστεί να αγαπά τον πλησίον μέχρι θανάτου όχι μόνο γιατί έχει την ίδια φύση μ’ αυτόν, αλλά και για το υπέρτιμο αίμα που έχυσε για μας ο Χριστός, που έδωσε και την εντολή της αγάπης του πλησίον. Μην είσαι φίλαυτος, λέει ο άγιος Μάξιμος, και θα είσαι φιλόθεος· μη γίνεσαι αυτάρεσκος, και θα είσαι φιλάδελφος.

Η αγάπη λοιπόν αυτή προξενείτε από την ελπίδα. Η ελπίδα είναι να πιστεύει κανείς αδίστακτα με όλη τη διάνοια, ότι οπωσδήποτε θα επιτύχει εκείνο που ελπίζει. Και αυτή πάλι γεννιέται από τη βέβαιη πίστη, δηλαδή από το να μη φροντίζει κανείς διόλου για τη ζωή του ή το θάνατό του, αλλά όλη τη φροντίδα να την αφήσει στο Θεό, όπως προείπαμε για εκείνον που θέλει να επιτύχει την απάθεια με τα σημάδια, στα οποία η πίστη είναι θεμέλιο.

Όποιος έχει αυτή την πίστη, οφείλει να σκέφτεται ότι όπως ο Θεός δημιούργησε τα πάντα και μαζί με αυτά, κι εμάς από την ανυπαρξία από άκρα αγαθότητα, έτσι θα οικονομήσει οπωσδήποτε και την ψυχή και το σώμα μας, όπως Αυτός γνωρίζει.
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,  Γ’ τόμος, σελ. 142-144).