ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΩΡΟΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ
ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΤΩΝ
ΕΝΙΣΤΑΜΕΝΩΝ
Κληρικολαϊκὴ Σύναξις Α΄
τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως ᾿Ωρωποῦ καὶ Φυλῆς
Ἑνότης - Διακονία - Μαρτυρία
Πέμπτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς
27η Ἀπριλίου 2012 ἐκ.ἡμ.
῾Ιερὰ Μονὴ τῆς ῾Αγίας Παρασκευῆς
Ἀχαρνῶν ᾿Αττικῆς
Ἔκκλησις Ἑνωτικὴ
Ἀντι-οικουμενισμὸς
Πρὸς ὑπέρβασιν τῆς πολυδιασπάσεως
α. Εἰσαγωγὴ
1. Ὁ Ἀντι-οικουμενισμός, δηλαδὴ ἡ ποικιλόμορφος ἀντίδρασις ἔναντι τῆς
λεγομένης Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, ἀπὸ τοῦ ἔτους 1924 ἐπηρεάζει ἔντονα καὶ καθοριστικὰ πλέον τὴν ζωὴ τῶν κατὰ
τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ τῶν Ὀρθοδόξων τῆς καλουμένης Διασπορᾶς.
2. Οἱ ἁπανταχοῦ Ἀντι-οικουμενισταί, εἴτε ὡς συγκροτημένα ἔγκυρα ἐκκλησιαστικὰ
σώματα, εὑρισκόμενα ἐν Ἐνστάσει καὶ Ἀποτειχίσει καὶ διακρατοῦντα τὸ Πάτριο Ἐκκλησιαστικὸ Ἡμερολόγιο·
εἴτε ὡς ὁμάδες καὶ μεμονωμένα πρόσωπα ἐντὸς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου,
ἐν κοινωνίᾳ ἢ ὄχι μὲ τοὺς Οἰκουμενιστάς, συγκλίνουν στὴν σαφῆ καὶ ἀπολύτως
τεκμηριωμένη θεολογικὴ θέσι, ὅτι
• ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀποτελεῖ παναίρεσι,
τὴν μεγαλυτέρα ἐκκλησιολογικὴ αἵρεσι στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, μὲ βαρύτατες
σωτηριολογικὲς ἐπιπτώσεις, ἐφ᾿ ὅσον ἡ διαχριστιανική καὶ διαθρησκειακή θεολογία καὶ πρακτική καλλιεργοῦν τὸν συγκριτισμό καὶ ὁδηγοῦν σταδιακῶς
τοὺς Οἰκουμενιστὰς ἐκτὸς τῶν ὁρίων
τῆς Μιᾶς καὶ Μοναδικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων.
3. Εἶναι πράγματι λυπηρὸν τὸ ὅτι, στὴν ἱερὰ ἔνστασι
κατὰ τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἱ Ὀρθόδοξοι Ἀντι-οικουμενισταὶ εὑρίσκονται διηρημένοι καὶ πολυδιασπασμένοι, ἐπειδὴ
κατὰ κύριον λόγο δὲν ἔχουν μίαν κοινὴ ἐκκλησιολογικὴ αὐτοσυνειδησία καὶ ἐπικρατεῖ μία πρωτοφανὴς σύγχυσις θεολογικῶν
κριτηρίων, ἐντὸς ἑνὸς κλίματος συλλογικοῦ αὐτοδικαιωτισμοῦ καὶ ἀπομονωτισμοῦ.
4. Ἐν τούτοις, πεποίθησίς μας ἦταν ἀνέκαθεν, ὅτι ἡ
πολυδιάσπασις τῶν Ἀντι-οικουμενιστῶν, ἐντὸς εἰδικὰ τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, πρέπει νὰ
μᾶς ἀπασχολῆ ἐν προσευχῇ, μετανοίᾳ καὶ ἀγάπῃ, νὰ ἐπιδεικνύωμε δὲ ἑτοιμότητα γιὰ
θυσίες, συνεργασία καὶ κοινὴ δρᾶσι, παρὰ τὶς διαφορὲς στὴν ἐκκλησιολογικὴ
αὐτοσυνειδησία καὶ πρὸς ὑπέρβασιν αὐτῶν
σὺν τῷ χρόνῳ, βοηθείᾳ Θεοῦ.
5. Πρέπει νὰ ὁμολογηθῆ ἐν αὐτομεμψίᾳ, ὅτι μέχρι
τοῦδε δὲν ὑπῆρξεν ἀνύστακτος ἡ φροντὶς προσεγγίσεως τῶν διϊσταμένων καὶ ἀνιδιοτελὲς
τὸ ἐνδιαφέρον πρὸς βαθυτέραν ἀντίληψιν τῆς ἐκκλησιολογικῆς
στάσεως τῶν ἄλλων, ἀλλ᾿ οὔτε καὶ ἡ φιλάνθρωπος ὑπομονὴ
καὶ κατανόησις ἔναντι αὐτῆς τῆς ἐκκλησιολογικῆς ἑτερότητος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διευρύνεται τὸ χάσμα καὶ νὰ
διαιωνίζωνται οἱ προκαταλήψεις.
6. Στὴν προοπτικὴ λοιπὸν τῆς ἐνάρξεως ἑνὸς
συλλογικοῦ πλέον ἀγῶνος πρὸς ὑπέρβασιν τῆς πολυδιασπάσεως τῶν Ἀντι-οικουμενιστῶν τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, περαιτέρω δὲ καὶ πρὸς
δημιουργίαν γεφυρῶν μὲ τοὺς Ἀντι-οικουμενιστὰς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ὥστε νὰ ἰσχυροποιηθῆ τὸ
ἀντι-οικουμενιστικὸ μέτωπο, ἀπευθύνομε τὴν παροῦσα Ἑνωτικὴν Ἔκκλησιν ἐκ πέντε σημείων,ἐπικαλούμενοι τὸ ἔλεος τοῦ θείου τῆς Ἐκκλησίας
Δομήτορος.
β. Προτάσεις
α. Ὅσοι ἐκ τῶν ἐγκύρων
ἐκκλησιαστικῶν σωμάτων ἐπιθυμοῦν τὴν ἐν Χριστῷ καταλλαγὴ τῶν ἀγωνιζομένων κατὰ τῆς ἐκκλησιολογικῆς
αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν σταδιακὴ ἀποκατάστασι
τῆς ἑνότητος ἐντὸς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, νὰ δηλώσουν τοῦτο δημοσίως καὶ ἐπισήμως, προτείνοντες τρεῖς Ἀντιπροσώπους πρὸς ἄμεσον ἔναρξιν διαβουλεύσεων.
β. Κατ᾿ ἀρχήν, νὰ μὴ τεθῆ κανένα προαπαιτούμενο πρὸς σύγκλησιν τῶν Ἀντιπροσώπων, ἀλλὰ νὰ δηλωθῆ μόνον ἡ εἰλικρινὴς καὶ σταθερὰ βούλησις γιὰ τὴν ὑπέρβασι τῶν τραυματικῶν ἐμπειριῶν τοῦ παρελθόντος, χάριν τοῦ μείζονος θέματος τῆς
Ἑνώσεως, ἐν τῇ Ἀγάπῃ βεβαίως καὶ τῇ Ἀληθείᾳ τῆς Ὀρθοδοξίας.
γ. Οἱ Ἀντιπρόσωποι, χωρὶς νὰ ἀρνηθοῦν τὴν ἐκκλησιολογική
τους ταυτότητα καὶ τὴν διοικητική τους αὐτονομία, πάντοτε ἐντὸς τοῦ πλαισίου τῆς
ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομίας, θὰ συγκροτήσουν ἕνα Κοινὸ Συντονιστικὸ Ὄργανο Διαλόγου καὶ Δράσεως, ἐνῶ ταυτοχρόνως, ἐν πνεύματι ἀγἀπης καὶ ἀλληλοσεβασμοῦ,
θὰ θέσουν πρὸς συζήτησιν τὰ διαιροῦντα αὐτοὺς ἐκκλησιολογικὰ καὶ κανονικὰ
θέματα.
δ. Στοὺς Ἀντιπροσώπους θὰ περιλαμβάνωνται καὶ πρέπει νὰ ἐπιδιωχθῆ ἡ συμμετοχὴ Μοναχῶν
καὶ δὴ Ἁγιορειτῶν, ἀλλὰ καὶ Λαϊκῶν, ὡς ἔμπρακτος ἀναγνώρισις τῶν δυνατοτήτων καὶ
τῶν χαρισμάτων πάντων τῶν Ἀντι-οικουμενιστῶν τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου.
ε. Νὰ τεθῆ ἕνα εὔλογο χρονικὸ ὅριο, ἐντὸς τοῦ ὁποίου
θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ διαπιστωθῆ ἡ βιωσιμότης τοῦ Συντονιστικοῦ Ὀργάνου, τὸ ὁποῖο βεβαίως θὰ δραστηριοποιῆται πάντοτε ἐν
ἀναφορᾷ πρὸς τὶς οἰκεῖες ἐκκλησιαστικὲς Ἀρχὲς ἑκάστης Ἀντιπροσωπίας.
γ. Ἐπίλογος
1. Ἔχομε τὴν συναίσθησι, ὅτι τὰ προτεινόμενα ἀποτελοῦν
ἕνα τολμηρὸ πείραμα, ἀλλὰ ταυτοχρόνως πιστεύομε ἀκραδάντως, ὅτι ἡ ἐν
Χριστῷ Ἀγάπη πρέπει νὰ εἶναι τολμηρά, εὐφευρετικὴ καὶ ἕτοιμη γιὰ
διακινδυνεύσεις καὶ θυσίες, χάριτι καὶ βοηθείᾳ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
2. Ἐλπίζομε, ὅτι ὁ Κύριός μας δὲν θὰ ἀποστρέψη τὸ
Πρόσωπό Του ἀφ᾿ ἡμῶν. Καὶ << ἡ Ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ Ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν.
>> (Ρωμ. ε΄ 5), πρεσβείαις τῆς Ὑπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ
Ἀειπαρθένου Μαρίας, καὶ πάντων τῶν Ἁγίων. Ἀμήν.
᾿Εκ μέρους τῆς
Συνάξεως
῾Ο ᾿Αναπληρωτὴς Πρόεδρος ῾Ο Γραμματεὺς
† ῾Ο
᾿Ωρεῶν Κυπριανὸς † ῾Ο Γαρδικίου Κλήμης
Ἀχαρναὶ Ἀττικῆς
τῇ 27ῃ Ἀπριλίου 2012 ἐκ.ἡμ.
† Ἁγίου Συμεὼν Ἐπισκόπου Ἱεροσολύμων