Εκ τῶν Διδαχῶν τοῦ ῾Αγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ († 24.8.1779)
Ο ΠΑΝΑΓΑΘΟΣ καὶ Πολυέλεος Θεός, ἀδελφοί μου, ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα
ὀνόματα, λέγεται καὶ φῶς καὶ ζωὴ καὶ ἀνάστασις. ῞Ομως τὸ κύριον ὄνομα
τοῦ Θεοῦ μας εἶναι καὶ λέγεται ἀγάπη. Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου,
ἀνίσως καὶ θέλωμεν νὰ περάσωμεν ἐδῶ καλά, νὰ πηγαίνωμεν καὶ εἰς τὸν
Παράδεισον καὶ νὰ λέγωμεν τὸν Θεόν μας Πατέρα, πρέπει νὰ ἔχωμεν δύο
ἀγάπες, ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Φυσικόν μας εἶναι
νὰ ἔχωμεν αὐτὲς τὲς δύο ἀγάπες, παρὰ φύσιν εἶναι νὰ μὴν τὲς ἔχωμεν.
Καὶ καθὼς ἕνα χελιδόνι χρειάζεται δύο πτέρυγες διὰ νὰ ἀπετᾶ εἰς τὸν ἀέρα,
ἔτσι καὶ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, χρειαζόμασθε αὐτὲς τὲς δύο ἀγάπες, διατὶ χωρὶς
αὐτὲς τὲς δύο ἀγάπες εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθοῦμεν.
Καὶ πρῶτον ἔχομεν χρέος νὰ ἀγαποῦμεν τὸν Θεόν μας, διατὶ μᾶς ἐχάρισε
τόσην γῆν μεγάλην, εὐρύχωρον ἐδῶ πρόσκαιρα νὰ κατοικοῦμεν, τόσες
χιλιάδες μυριάδες χόρτα, φυτά, βρύσες, ποταμούς, πηγάδια, θάλασσα,
ψάρια, ἀέρα, ἡμέρα, νύκτα, φωτιά, οὐρανόν, ἄστρα, ἥλιον, φεγγάρι. ῞Ολα
αὐτὰ διὰ ποῖον τὰ ἔκαμε; διὰ τ᾿ ἐμᾶς. Τί μᾶς ἐχρεωστοῦσε; τίποτε. ῞Ολα
χάρισμα. Μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους καὶ δὲν μᾶς ἔκαμεν ζῶα, μᾶς ἔκαμεν
εὐσεβεῖς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς καὶ ὄχι ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικούς.
μὲ ὅλον ὁποὺ ἁμαρτάνομεν χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαγχνίζεται
ὡσὰν Πατέρας καὶ δὲν μᾶς θανατώνει νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, ἀλλὰ
ἀκαρτερεῖ τὴν μετάνοιάν μας μὲ τὰς ἀγκάλας του ἀνοικτάς, πότε νὰ
μετανοήσωμεν, νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ νὰ κάμωμεν τὰ καλά,
ἐξομολογηθοῦμεν, νὰ διορθωθοῦμεν, νὰ μᾶς ἀγκαλιάση, νὰ μᾶς φιλήση, νὰ
μᾶς βάλη εἰς τὸν Παράδεισον νὰ χαιρώμεθα πάντοτε. Τώρα τέτοιον καὶ ἐμεῖς
νὰ τὸν ἀγαποῦμεν καί, ἄν τύχη ἀνάγκη, νὰ χύσωμεν καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες
φορὲς διὰ τὴν ἀγάπην του, καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπην μας;...
Μὰ ὁ Θεὸς χρειάζεται στρῶμα διὰ νὰ καθίση. Ποῖον εἶναι τὸ στρῶμα ὁποὺ θέλει ὁ Θεός;
῾Η ἀγάπη. ῎Ας ἔχωμεν λοιπὸν καὶ ἐμεῖς τὸν Παράδεισον νὰ χαιρώμεθα πάντοτε. ῎Οχι; δὲν
ἔχομεν τὴν ἀγάπην, ἀλλὰ ἔχομεν τὸ μῖσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας;
῎Ερχεται ὁ πονηρὸς νὰ καιώμεθα πάντοτε.
μας, διατὶ εἴμαστε μιᾶς φύσεως, ἔχομε ἕνα βάπτισμα, μίαν πίστιν , τὰ
῎Αχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα Παράδεισον ἐλπίζομεν νὰ
ἀπολαύσωμεν. Καλότυχος ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀξιώθη καὶ ἔλαβεν εἰς τὴν
καρδίαν του αὐτὲς τὲς δύο ἀγάπες, ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς
ἀδελφούς του, ἔχει πάντα τὰ ἀγαθὰ καὶ ἁμαρτίαν δὲν ἠμπορεῖ νὰ κάμη. Καὶ
ὅποιος δὲν ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του, ἔχει τὸν Διάβολον καὶ
κάμνει.
Καὶ νὰ γλυκύτατον Θεὸν καὶ τέτοιον γλυκύτατον αὐθέντην καὶ δεσπότην δὲν πρέπει ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας καὶ ἔτσι ἔρχεται ὁ Θεός μας καὶ μᾶς χαροποιεῖ καὶ μᾶς εὐφραίνει καὶ μᾶς φυτεύει εἰς τὴν καρδίαν μας τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον καὶ ἀπερνοῦμεν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ πηγαίνομεν εἰς Διάβολος καὶ μᾶς πικραίνει καὶ μᾶς φαρμακεύει καὶ βάνει τὸν θάνατον εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ ἀπερνοῦμε καὶ ἐδῶ κακὰ καὶ πηγαίνομεν εἰς τὴν κόλασινΦυσικόν μας εἶναι νὰ ἀγαποῦμεν τοὺς ἀδελφούς ὅποιος ἔχει τὸν Διάβολον ἔχει πάντα τὰ κακὰ καὶ ὅλες τὶς κάμνει.