Κυριακὴ τῆς Ορθοδοξίας (Α΄ Νηστειῶν)
TΟ Κ Α Λ Ε Σ Μ Α Τ Ο Υ Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ
«ἀκολούθει μοι» (Ἰωάν. α΄ 44)
Εὑρισκόμεθα, ἀγαπητοί ἀδελφοί, μέσα στήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ἔχουμε ἤδη διανύσει τήν πρώτη ἑβδομάδα καί ἰδού ἐνώπιόν μας ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἡμέρα τοῦ θριάμβου τῆς ὀρθῆς πίστεως, γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς τιμῆς τῶν Ἁγίων εἰκόνων, τῶν Ἱερῶν λειψάνων καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὑπενθυμίζουμε ὅτι οἱ εἰκόνες παρουσιάζουν τά γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, τά γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Θεοτόκου, τίς μορφές καί τά μαρτύρια τῶν Ἁγίων καί τούς Ἀγγέλους. Οἱ πιστοί ἀποδίδουμε σέ ὅλα αὐτά τά πρόσωπα τιμητική προσκύνηση, ἡ ὁποία κατά τό Μ. Βασίλειο μεταβαίνει στό πρωτότυπο. Λατρεία ἀποδίδουμε μόνο στόν Τριαδικό Θεό.
Ὑπενθυμίζουμε ὅτι οἱ εἰκόνες ὑπῆρχαν πάντοτε μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς νά δημιουργοῦν δυσκολίες στίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὑπάρχουσα ἀπαγόρευση τῆς ἐξεικονίσεως τοῦ θείου δέν εἶναι ἀπόλυτη. Δύο Ἀγγελικές μορφές μέ ρομφαία, ὡς γνωστόν, ὑπῆρχαν στήν εἴσοδο τοῦ κινητοῦ ναοῦ, τόν ὁποῖο εἶχαν κατασκευάσει γιά τίς θρησκευτικές τους ἀνάγκες μέσα στήν ἔρημο.
Τόν ὄγδοο ὅμως αἰώνα διάφορες ὑπερβολές καί καταχρήσεις ἀπό τή μιά καί οἱ αἱρέσεις ἀπό τήν ἄλλη ἄρχισαν νά ἀνακινοῦν ζητήματα καί γέννησαν τίς παρατάξεις τῶν ἐχθρῶν καί φίλων τῶν εἰκόνων, μέσα στούς χώρους τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Ἔτσι ἔχουμε τούς εἰκονοκλάστες καί τούς εἰκονόφιλους. Τό ὅλο ζήτημα ἔδωσε ἀφορμή στήν ἐπέμβαση τοῦ αὐτοκράτορα Λεοντίου τοῦ Γ΄, ὁ ὁποῖος ἀποκαλεῖται Ἴσαυρος.
Αὐτός ἐξέδωσε διατάγματα ἐναντίον τῶν εἰκόνων, τά ὁποῖα ἐπέφεραν διωγμούς καί πολλά προβλήματα. Ἔτσι ἔχουμε τή σύγκληση τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Νίκαια τό ἔτος 787 μ.Χ. , ὑπό τῆς Εἰρήνης τῆς Ἀθηναίας. Ἡ σύνοδος υἱοθέτησε τή διδασκαλία τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Στή συνέχεια ἔχουμε ἀναβίωση τῶν προβλημάτων γιά νά φθάσουμε στήν Ἐνδημούσα Σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 843 μ.Χ., τήν ὁποία συγκάλεσε ἡ Ἁγία Θεοδώρα. Ἡ Σύνοδος ἔδωσε τελειωτική λύση στό ζήτημα μέ τήν ἐπανάληψη καί κατοχύρωση τῶν ἀποφάσεων τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Τό γεγονός τοῦτο, τοῦ θριάμβου τῆς πίστεως, ἔκτοτε καθιερώθηκε καί γιορτάζεται τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
Μέχρι σήμερα δυστυχῶς παρουσιάζονται ἄνθρωποι ἐπηρεασμένοι ἀπό διάφορες προτεσταντικές διδασκαλίες καί θέσεις καί ἄλλες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖοι διατυπώνουν ἀμφιβολίες γιά τήν παρουσία καί θέση τῶν εἰκόνων στούς χώρους λατρείας. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτά ἡ διάδοση καί χρήση τῶν εἰκόνων καί ἀπό ἄλλα δόγματα χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν ἀποτελεῖ τήν πιό δυνατή ἀπάντηση στούς ἀμφισβητίες. Τό κάλεσμα, λοιπόν, τῆς Ἐκκλησίας πρός κάθε λατρεύουσα τόν Κύριο ψυχή, δέν μπορεῖ νά διαφέρει ἀπό τήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου πρός τόν Ἀπόστολο Φίλιππο: «ἀκολούθει μοι». Ἀμήν!
Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Απ. Βαρνάβα
TΟ Κ Α Λ Ε Σ Μ Α Τ Ο Υ Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ
«ἀκολούθει μοι» (Ἰωάν. α΄ 44)
Εὑρισκόμεθα, ἀγαπητοί ἀδελφοί, μέσα στήν περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ἔχουμε ἤδη διανύσει τήν πρώτη ἑβδομάδα καί ἰδού ἐνώπιόν μας ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἡμέρα τοῦ θριάμβου τῆς ὀρθῆς πίστεως, γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς τιμῆς τῶν Ἁγίων εἰκόνων, τῶν Ἱερῶν λειψάνων καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὑπενθυμίζουμε ὅτι οἱ εἰκόνες παρουσιάζουν τά γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, τά γεγονότα τῆς ζωῆς τῆς Θεοτόκου, τίς μορφές καί τά μαρτύρια τῶν Ἁγίων καί τούς Ἀγγέλους. Οἱ πιστοί ἀποδίδουμε σέ ὅλα αὐτά τά πρόσωπα τιμητική προσκύνηση, ἡ ὁποία κατά τό Μ. Βασίλειο μεταβαίνει στό πρωτότυπο. Λατρεία ἀποδίδουμε μόνο στόν Τριαδικό Θεό.
Ὑπενθυμίζουμε ὅτι οἱ εἰκόνες ὑπῆρχαν πάντοτε μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς νά δημιουργοῦν δυσκολίες στίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὑπάρχουσα ἀπαγόρευση τῆς ἐξεικονίσεως τοῦ θείου δέν εἶναι ἀπόλυτη. Δύο Ἀγγελικές μορφές μέ ρομφαία, ὡς γνωστόν, ὑπῆρχαν στήν εἴσοδο τοῦ κινητοῦ ναοῦ, τόν ὁποῖο εἶχαν κατασκευάσει γιά τίς θρησκευτικές τους ἀνάγκες μέσα στήν ἔρημο.
Τόν ὄγδοο ὅμως αἰώνα διάφορες ὑπερβολές καί καταχρήσεις ἀπό τή μιά καί οἱ αἱρέσεις ἀπό τήν ἄλλη ἄρχισαν νά ἀνακινοῦν ζητήματα καί γέννησαν τίς παρατάξεις τῶν ἐχθρῶν καί φίλων τῶν εἰκόνων, μέσα στούς χώρους τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Ἔτσι ἔχουμε τούς εἰκονοκλάστες καί τούς εἰκονόφιλους. Τό ὅλο ζήτημα ἔδωσε ἀφορμή στήν ἐπέμβαση τοῦ αὐτοκράτορα Λεοντίου τοῦ Γ΄, ὁ ὁποῖος ἀποκαλεῖται Ἴσαυρος.
Αὐτός ἐξέδωσε διατάγματα ἐναντίον τῶν εἰκόνων, τά ὁποῖα ἐπέφεραν διωγμούς καί πολλά προβλήματα. Ἔτσι ἔχουμε τή σύγκληση τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου στή Νίκαια τό ἔτος 787 μ.Χ. , ὑπό τῆς Εἰρήνης τῆς Ἀθηναίας. Ἡ σύνοδος υἱοθέτησε τή διδασκαλία τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Στή συνέχεια ἔχουμε ἀναβίωση τῶν προβλημάτων γιά νά φθάσουμε στήν Ἐνδημούσα Σύνοδο Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 843 μ.Χ., τήν ὁποία συγκάλεσε ἡ Ἁγία Θεοδώρα. Ἡ Σύνοδος ἔδωσε τελειωτική λύση στό ζήτημα μέ τήν ἐπανάληψη καί κατοχύρωση τῶν ἀποφάσεων τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Τό γεγονός τοῦτο, τοῦ θριάμβου τῆς πίστεως, ἔκτοτε καθιερώθηκε καί γιορτάζεται τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
Μέχρι σήμερα δυστυχῶς παρουσιάζονται ἄνθρωποι ἐπηρεασμένοι ἀπό διάφορες προτεσταντικές διδασκαλίες καί θέσεις καί ἄλλες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖοι διατυπώνουν ἀμφιβολίες γιά τήν παρουσία καί θέση τῶν εἰκόνων στούς χώρους λατρείας. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτά ἡ διάδοση καί χρήση τῶν εἰκόνων καί ἀπό ἄλλα δόγματα χριστιανικῶν Ὁμολογιῶν ἀποτελεῖ τήν πιό δυνατή ἀπάντηση στούς ἀμφισβητίες. Τό κάλεσμα, λοιπόν, τῆς Ἐκκλησίας πρός κάθε λατρεύουσα τόν Κύριο ψυχή, δέν μπορεῖ νά διαφέρει ἀπό τήν πρόσκληση τοῦ Κυρίου πρός τόν Ἀπόστολο Φίλιππο: «ἀκολούθει μοι». Ἀμήν!
Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Απ. Βαρνάβα