«ΠΡΟΣΕΥΧΗ» Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ
Ἀπό τό βιβλίο «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ»
Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ
Ψυχή χωρίς προσευχή εἶναι καταδικασμένη νά πεθάνῃ ἀπό πνευματική ἀσφυξία, ὅπως τό σῶμα ὅταν στερηθῇ τό ὀξυγόνο.
Δυό εἰδῶν προσευχές ἔχουμε: τ ή ν κ ο ι ν ή, τή φανερή· καί τ ή ν ἀ τ ο μ ι κ ή, τή μυστική.
Ἡ κ ο ι ν ή προσευχή πρέπει νά γίνεται πάντοτε σύμφωνα μέ τήν τάξι καί τό τυπικό πού ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Στήν κοινή προσευχή δέν ἔχουμε δικαίωμα ν΄ αὐτοσχεδιάζουμε, ὅπως κάνουν οἱ αἱρετικοί. Ἔχει τόν καθωρισμένο χρόνο καί τό καθωρισμένο ἀπό τήν Ἐκκλησία περιεχόμενό της: μεσονυκτικό, ὄρθρος, ὧρες, λειτουργία, ἑσπερινός, ἀπόδειπνο. Τό ἴδιο τό Πανάγιο Πνεῦμα, πού συγκροτεῖ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία, ὥρισε αὐτές τίς προσευχές, γιά νά λατρεύεται καί νά δοξάζεται ἀδιάκοπα ὁ ἀληθινός Θεός στή γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὅπως δοξάζεται στόν οὐρανό ἀπό τούς ἀγγέλους.
Ἡ ἀ τ ο μ ι κ ή προσευχή δέν είναι προκαθωρισμένη. Εἶναι ἡ προσωπική συνομιλία καί ἐπικοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν οὐράνιο Πατέρα του, τοῦ πλάσματος μέ τόν πλάστη του. Αὐτή ἡ προσευχή, διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὡς πρός τήν ποιότητά της εἶναι συνουσία καί ἕνωσις ἀνθρώπου καί Θεοῦ· καί ὡς πρός τήν ἐνέργειά της, ἔχει τέτοια καί τόση δύναμι, ὥστε συντηρεῖ καί διατηρεῖ τόν κόσμο, συμφιλιώνει μέ τόν Θεό, σβήνει πλῆθος ἁμαρτημάτων, σώζει ἀπό τούς πειρασμούς, συντρίβει τά τεχνάσματα τῶν δαιμόνων, γεννᾶ ὅλες τίς ἀρετές, χορηγεῖ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τρέφει τήν ψυχή, φωτίζει τόν νοῦ, διαλύει τή λύπη καί τήν ἀκηδία, σβήνει τόν θυμό, καλλιεργεῖ τήν ἐλπίδα, καθρεπτίζει τήν πνευματική πρόοδο, ἀποκαλύπτει τά μέλλοντα.
«Σύ δέ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τό ταμιεῖον σου, καί κλείσας τήν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ» (Ματθ. 6, 6). «Ταμιεῖον» πνευματικό εἶναι ἡ καρδιά πού ἑνώνεται μέ τόν νοῦ καί γεννᾶ ὅ,τι ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος ὀνομάζει μυστική διάνοια. Ἐκεῖ μέσα ἐπιτελεῖται ἡ ἐσωτερική προσευχή. Δέν χρειάζεται νά κινηθοῦν τά χείλη, νά χρησιμοποιηθοῦν βιβλία, νά ἐπιστρατευθοῦν τά μάτια καί ἡ γλώσσα καί οἱ φωνητικές χορδές· χρειάζεται ὅμως ν΄ ἀνυψωθῇ ὁ νοῦς πρός τόν Θεό καί νά βυθισθῇ μέσα σ΄Αὐτόν.
Τό πνευματικό «ταμιεῖον» τῆς καρδιᾶς σου χωρεῖ καί κλείνει μέσα του ὁλόκληρο τόν Κύριο καί τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καθώς ὁ ἴδιος διαβεβαίωσε: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν» (Λουκ. 17, 21). Ἡ καρδιά, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, εἶναι μικρό ὄργανο, ἀλλά μέσα της χωροῦν τά πάντα: ἐκεῖ ὁ Θεός, ἐκεῖ οἱ ἄγγελοι, ἐκεῖ ἡ αἰώνια ζωή καί βασιλεία, ἐκεῖ οἱ ἅγιοι, ἐκεῖ ὁ θησαυρός τῆς χάριτος. Σ΄ αὐτό λοιπόν τό ἐσωτερικό καρδιακό ταμεῖο ν΄ ἀποσύρεσαι συχνά, νά συγκεντρώνῃς ὅλο σου τόν νοῦ, νά παρίστασαι νοερά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί νά ἐπικοινωνῆς μαζί Του μυστικά, μέ πνευματική θέρμη καί ζῶσα πίστι, ἀσκούμενος στή νήψι, γιά νά ἐξελιχθῇς «εἰς ἄνδρα τέλειον».
Μάθε τόν ἄριστο τρόπο τῆς προσευχῆς: Πρῶτα ν΄ ἀπευθύνῃς στόν Θεό εἰλικρινῆ καί βαθιά εὐχαριστία «πάντων ἕνεκεν». Στή δεύτερη θέσι βάλε τήν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν σου, μέ μετάνοια, συναίσθησι καί συντριβή ψυχῆς. Καί τελευταῖα ἄς ἀναφέρῃς τά αἰτήματά σου πρός τόν οὐράνιο Πατέρα σου.
Ἄν προσεύχεσαι πολύν καιρό καί ὁ Θεός δέν εἰσακούῃ τά αἰτήματά σου, ὁπωσδήποτε τοῦτο συμβαίνει γιά τρεῖς αἰτίες: Ἤ διότι ζητᾶς κάτι πρίν ἔρθῃ ἡ κατάλληλη ὥρα, ἤ διότι ζητᾶς κάτι ἀνάξια καί ὑπερήφανα, ἤ διότι ὁ παντογνώστης Κύριος γνωρίζει πώς ἄν ἐκπληρώσῃ τήν ἐπιθυμία σου θά πέσεις κατόπιν σέ ὑπερηφάνεια ἤ σέ ἀμέλεια.
Ὑπάρχει προσευχή εὐάρεστη στόν Θεό καί καρποφόρα. Καί ὑπάρχει προσευχή βδελυκτή στόν Θεό καί ἄκαρπη. Ἄν θέλῃς νά δέχθῇ ὁ Κύριος τήν προσευχή σου, πλησίασέ Τον μέ πολλή ταπείνωσι καί συντριβή, μέ καθαρούς τούς λογισμούς, μέ βαθιά ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοιά Του, μέ καθαρή τήν καρδιά ἀπό τήν ὀργή καί τή μνησικακία, μέ πνεῦμα μαθητείας καί ὑπακοῆς στό θέλημά Του. Αὐτές εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις τῆς καρποφόρας προσευχῆς.
«Προσευχόμενοι δέ μή βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί· δοκοῦσι γάρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογία αὐτῶν εἰσακουσθήσονται» (Ματθ. 6, 7), λέει ὁ Κύριος. Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος πάλι διδάσκει: «Μή ζητᾶς νά λές πολλά στήν προσευχή σου, γιά νά μή διασκορπισθῇ ὁ νοῦς σου ἀναζητώντας λόγια. Ἕνας λόγος τελωνικός ἐξιλέωσε τόν Θεό, καί ἕνας λόγος πίστεως ἔσωσε τόν ληστή. Ἡ πολυλογία στήν προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στόν νοῦ φαντασίες καί διάχυσι, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ μονολογία συγκεντρώνει τόν νοῦ.
Γι΄ αὐτό ἀσκήσου στήν ἀδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, τή νοερά προσευχή, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ὑπακούοντας στά λόγια τοῦ ἀποστόλου: «Θέλω πέντε λόγους διά τοῦ νοός μου λαλῆσαι… ἤ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ» (Α΄ Κορ. 14, 19). Ἄν αὐτή ἡ προσευχή γίνῃ ἡ ἀναπνοή τῆς ψυχῆς σου, θά σέ ὁδηγήσει κατ΄ εὐθεῖαν στή μυστική ἕνωσι μέ τόν Κύριο.
Τήν ἀληθινή καί καθαρή προσευχή δέν μπορεῖ νά σοῦ τή διδάξῃ ἄλλος, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο.
Ἡ προσευχή δέν ἔχει ἄλλο δάσκαλο ἐκτός ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, «τόν διδάσκοντα ἄνθρωπον γνῶσιν καί διδόντα εὐχήν τῷ εὐχομένῳ (Ψαλμ. 93, 10 – Α΄ Βασ. 2, 9). Γι΄ αὐτό μιμήσου τόν μαθητή ἐκεῖνο πού μέ ἁπλότητα παρακάλεσε τόν Χριστό: «Κύριε, δίδαξον ἡμᾶς προσεύχεσθαι» (Λουκ. 11, 1).
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!