«ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΑ ΑΝΩ ΤΟΙΣ ΚΑΤΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΖΕΙ....»
μετ' αυτών. Ό Ουρανός είναι υπεράνω χώρου και χρόνου και εναγκαλίζεται όλην τήν γήν, συμμετέχων συνεχώς και άδιαλείπτως εις τήν έν «πνεύματι και άληθεία» λατρεία του αληθινού Θεού, οποτεδήποτε και οπουδήποτε και ύφ' οιασδήποτε γεωγραφικάς και ήμερολογιακάς συνθήκας και αν τελήται αυτή!» (Όρθ. Τύπος, 26 Δεκ. 1980, σ. 4)
Ή Εκκλησία όμως τής Έλλάδος έχει σαφώς ά ν τ ί θ ε τ ο ν γνώμην άπό αυτήν του π. Έπιφανίου! Ούτως εις τήν Εισήγησίν της επί του Ημερολογιακού Ζητήματος, τήν ύποβληθείσαν ήδη άπό τό 1971 εις τήν μέλλουσα νά συνέλθη Πανορθόδοξον Μεγάλην Σύνοδον, γράφει τά έξης σημαντικά: «Μεταξύ των άκολουθουσών τό Παλαιόν Ήμερολόγιον και τών άκολουθουσών τό Νέον υπάρχει μόνιμος διαφορά 13 ήμερών ώς προς τήν τέλεσιν όλων ανεξαιρέτως τών ακινήτων λεγομένων εορτών. Τούτο αποτελεί γεγονός π ρ ω τ ο φ α ν έ ς εις τά χρονικά τής Εκκλησίας, καθ' όσον παρά τήν κατά τούς πρώτους χρόνους ποικιλίαν ημερολογίων και τό άκαθόριστον του εορτολογίου, ο ύ δ έ π ο τ ε παρουσιάσθη χρονική διαφορά εορτασμού ενός και του αυτού γεγονότος (π.χ. κοιμήσεως αγίου), ώς συμβαίνει σήμερον. Ή διαφωνία καθίσταται έντονωτέρα κατά τάς μεγάλας έορτάς τών Χριστουγέννων, Θεοφανείων, τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου. Οι μέν νηστεύουν, οί δέ πανηγυρίζουν. Ή διαφωνία αύτη οδηγεί εις τό ερώτημα: «Τίς εορτάζει, ήμείς ή ή Εκκλησία;». Ή άπάντησις ήμείς, αίρει τήν ιερότητα τών εορτών, καθιστώσα αύτάς άτομικήν έκαστου ύπόθεσιν. Ή άπάντησις ή Εκκλησία, ά π α ι τ ε ί ενα εορτασμόν ώς μία είναι ή Εκκλησία»! ! (σ. 10).
Βλέπετε ολόκληρη Εκκλησία της Ελλάδος και πάλιν δέν μπόρεσε νά ξεφύγη τόν «μπακαλίστικο» (όπως ειρωνικά έγραψε ο π. Επιφάνιος) συλλογισμό! Δέν είναι δυνατόν, γράφει, νά έχη ιερότητα ή εορτή πού γίνεται επί καταλύσει τών «πατρικών όρίων», διότι έτσι τό θέλησε τό γούστο και ή πονηρά και άντορθόδοξος διάθεσις εκάστου, προσθέτομεν ήμείς....
Εάν ή θριαμβεύουσα έν Ούρανοίς Εκκλησία είναι υπεράνω χρόνου, ή στρατευόμενη δεν είναι, ακριβώς επειδή εΐναι στρατευομένη, ήτοι επί γής αγωνιζωμένη και έν χρόνω επιτελούσα τα τής πνευματικής της στρατείας, «εύσχημόνως και κατά τάξιν» κατά τό άποστολικόν. (Α' Κορ. 14, 40). Τό άν ή Εκκλησία έν τή λατρεία της δέν γίνεται δούλη του έγκοσμίου χρὀνου, βιούσα μυστικώς και ώς ενα διαρκές παρόν τά ύπερφυή γεγονότα τής σωτηρίας μας, αυτό δέν σημαίνει ότι κινείται ασχέτως του χρόνου. Ώς είναι Θεανθρωπίνη, έχουσα ώς κεφαλήν της τόν Χριστόν, μέ σώμα ημάς, τούς υλικούς και αμαρτωλούς, και ούτε θεία είναι μόνον, ούτε άνθρωπίνη, ούτω συμβαίνει ένταύθα και μέ τόν χρόνον. Οϋτε αδιαφορεί προς αυτόν, ώς ούσα εγκόσμιος, ούτε πάλιν δεσμεύεται ύπ' αυτού κατά τήν θείαν λατρείαν της, χρησιμοποιούσα τόν εαυτής λειτουργικόν χρόνον.
Μονομερής εφαρμογή τής απόψεως του π. Έπιφανίου, ότι ή Εκκλησία κινείται εκτός χρόνου, και συνεπώς πάς τις ό π ο τ ε βούλεται δύναται νά επιτελή τάς έορτάς της, θά τήν μετέτρεπε ασφαλώς είς πάν έτερον πλήν Εκκλησίας, ή οποία κατά τούς λόγους τής ΣΤ' Οίκ. Συνόδου θά πρέπη «κατά πάσαν τήν οικουμένην... μια κατακολουθείν τάξει» (Καν. 56), καθότι «ού γάρ έστιν ακαταστασίας ό θεός, άλλ' ειρήνης» (Β' Κορ. Ι Δ, 33). Και μέ απλούστερα λόγια: Μετά τό «εύλογητός ό Θεός» του ιερέως ή Εκκλησία αρχίζει νά βιοί τόν λειτουργικόν της χρόνον· στό νά προσέλθουν όμως τά τέκνα της εις αυτήν διά ν' ακούσουν τό ανωτέρω «Εύλογητός ό θεός...» και να λατρεύσουν ο μ ο ύ τόν θεόν και τούς αγίους αυτού τής χρειάζεται ό έγκόσμιος χρόνος. Και μέ μιά πρότασι: Έκτός των πυλών της ή Εκκλησία χρησιμοποιεί τόν έγκόσμιον χρόνον, μέ τά ανωτέρω περιγραφέντα χαρακτηριστικά του. Αμφότεροι αναγκαίοι διά μίαν εν πνεύματι και άληθεία» λατρεία τής στρατευομένης του Χριστού Εκκλησίας.
Συνεπώς τά «επιχειρήματα» του Πανοσιολογιωτάτου και ή κουραστική άδολεσχία του περί τής εννοίας του λειτουργικού χρόνου και του «σήμερον συνεορτάζει» ουδόλως αίρουν τήν εύθύνην τών καινοτομησάντων.
«Τά άνω», δηλ. ό Ουρανός, ή νά τό πώ καλύτερα, ή έν ΟύρανοΙς θριαμβεύουσα Εκκλησία, τήν οποίαν άποτελούν: ό χορός τών έν πίστει άναπαυσαμένων Άγιων Προττατόρων, Πατέρων, Πατριαρχών, Προφητών, Αποστόλων, Κηρύκων, Ευαγγελιστών, Μαρτύρων, Όμολογητών, Έγκρατευτών καί παντός πνεύματος δικαίου έν πίστει τετελειωμενού, συνεορτάζει και συνομιλεἰ μετά της έττί γης στρατευομένης Εκκλησίας. Εκείνης τής Εκκλησίας, ή οποία σέβεται τά Πνευματικά σύνορα τής πατρικής μας κληρονομιάς.
Όσοι όμως, ασεβώς κατεπάτησαν τά πνευματικά σύνορα, τούς Ιερούς κανόνας καί τάς Ιεράς Παραδόσεις, δέν έχουν καμμίαν ελπίδα νά πιστεύουν, ότι μαζί τους συγκαταβαίνουν διά νά συνεορτάσουν τά Ουράνια...
Τό «Σήμερον» ανήκει εις τήν γην, Ό Ουρανός είναι εκτός χρόνου. Ή δέ ευχή: «Σήμερον γάρ ό τής εορτής ήμίν επέστη καιρός καί χορός αγίων έκκλησιάζει ήμίν καί άγγελοι μετά ανθρώπων συνεορτάζουσι», εννοεί πώς οι Ουράνιοι "Αγγελοι καί ό χορός τών Άγιων, έρχονται νά συνεορτάσουν μαζί μας. Γίνεται «Σήμερον» Ουράνια συγκατάβασις.
Καθώς ό Θεός, άχρονος καί άναρχος ων, έλαβε φύσιν άνθρωπίνην έν χρόνω επί της γης, χωρίς νά λείπη εις τούς Ουρανούς, κατά παρόμοιον τρόπον είς τάς έορτάς τών ορθοδόξων χριστιανών, οί άγγελοι καί οί άγιοι, μυστηριωδώς κατέρχονται διά νά συνεορτάσουν μεθ' ημών καί διά νά μας ευλογήσουν. Κατέρχονται, όμως, έν χρόνω καί τόπω! Καί έφ' όσον κατέρχονται «έν χρόνω» έπί τής γης, κατέρχονται «Σήμερον».
Ερμηνεύω τάς επίμαχους λέξεις πιό άπλα: Όχι τότε πού θέλει ό Πάπας καί οί άλλοι αιρετικοί, όχι όποτε θέλει ό Πατριάρχης ή ό Αρχιεπίσκοπος, αλλά «Σήμερον», ττού ώρισε τό *Άγιον Πνεύμα διά τών αγίων Πατέρων, είναι ημέρα εορτής. «Σήμερον» ό χορός τής έν Ούρανοίς θριαμβευούσης Εκκλησίας συγκαταβαίνει νά συνεορτάση μετά τών ορθοδόξων χριστιανών, οί οποίοι αποτελούν τήν έπί γης στρατευομένη Έκκλησίαν.
«Σήμερον»! Όχι όποτε δόξη τώ Άρχιεπισκόπω Χρυσοστόμω ή τώ Πατριάρχη Μελετίω Μεταξάκη ή τώ πατρί Έπιφανίω. «Σήμερον» μόνον. Όχι δις του έτους κύριοι «κανονολόγοι» ή Γέννησις, ή Βάπτισις και αί άλλαι έορταί....
Από: ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ
Ή Εκκλησία όμως τής Έλλάδος έχει σαφώς ά ν τ ί θ ε τ ο ν γνώμην άπό αυτήν του π. Έπιφανίου! Ούτως εις τήν Εισήγησίν της επί του Ημερολογιακού Ζητήματος, τήν ύποβληθείσαν ήδη άπό τό 1971 εις τήν μέλλουσα νά συνέλθη Πανορθόδοξον Μεγάλην Σύνοδον, γράφει τά έξης σημαντικά: «Μεταξύ των άκολουθουσών τό Παλαιόν Ήμερολόγιον και τών άκολουθουσών τό Νέον υπάρχει μόνιμος διαφορά 13 ήμερών ώς προς τήν τέλεσιν όλων ανεξαιρέτως τών ακινήτων λεγομένων εορτών. Τούτο αποτελεί γεγονός π ρ ω τ ο φ α ν έ ς εις τά χρονικά τής Εκκλησίας, καθ' όσον παρά τήν κατά τούς πρώτους χρόνους ποικιλίαν ημερολογίων και τό άκαθόριστον του εορτολογίου, ο ύ δ έ π ο τ ε παρουσιάσθη χρονική διαφορά εορτασμού ενός και του αυτού γεγονότος (π.χ. κοιμήσεως αγίου), ώς συμβαίνει σήμερον. Ή διαφωνία καθίσταται έντονωτέρα κατά τάς μεγάλας έορτάς τών Χριστουγέννων, Θεοφανείων, τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου. Οι μέν νηστεύουν, οί δέ πανηγυρίζουν. Ή διαφωνία αύτη οδηγεί εις τό ερώτημα: «Τίς εορτάζει, ήμείς ή ή Εκκλησία;». Ή άπάντησις ήμείς, αίρει τήν ιερότητα τών εορτών, καθιστώσα αύτάς άτομικήν έκαστου ύπόθεσιν. Ή άπάντησις ή Εκκλησία, ά π α ι τ ε ί ενα εορτασμόν ώς μία είναι ή Εκκλησία»! ! (σ. 10).
Βλέπετε ολόκληρη Εκκλησία της Ελλάδος και πάλιν δέν μπόρεσε νά ξεφύγη τόν «μπακαλίστικο» (όπως ειρωνικά έγραψε ο π. Επιφάνιος) συλλογισμό! Δέν είναι δυνατόν, γράφει, νά έχη ιερότητα ή εορτή πού γίνεται επί καταλύσει τών «πατρικών όρίων», διότι έτσι τό θέλησε τό γούστο και ή πονηρά και άντορθόδοξος διάθεσις εκάστου, προσθέτομεν ήμείς....
Εάν ή θριαμβεύουσα έν Ούρανοίς Εκκλησία είναι υπεράνω χρόνου, ή στρατευόμενη δεν είναι, ακριβώς επειδή εΐναι στρατευομένη, ήτοι επί γής αγωνιζωμένη και έν χρόνω επιτελούσα τα τής πνευματικής της στρατείας, «εύσχημόνως και κατά τάξιν» κατά τό άποστολικόν. (Α' Κορ. 14, 40). Τό άν ή Εκκλησία έν τή λατρεία της δέν γίνεται δούλη του έγκοσμίου χρὀνου, βιούσα μυστικώς και ώς ενα διαρκές παρόν τά ύπερφυή γεγονότα τής σωτηρίας μας, αυτό δέν σημαίνει ότι κινείται ασχέτως του χρόνου. Ώς είναι Θεανθρωπίνη, έχουσα ώς κεφαλήν της τόν Χριστόν, μέ σώμα ημάς, τούς υλικούς και αμαρτωλούς, και ούτε θεία είναι μόνον, ούτε άνθρωπίνη, ούτω συμβαίνει ένταύθα και μέ τόν χρόνον. Οϋτε αδιαφορεί προς αυτόν, ώς ούσα εγκόσμιος, ούτε πάλιν δεσμεύεται ύπ' αυτού κατά τήν θείαν λατρείαν της, χρησιμοποιούσα τόν εαυτής λειτουργικόν χρόνον.
Μονομερής εφαρμογή τής απόψεως του π. Έπιφανίου, ότι ή Εκκλησία κινείται εκτός χρόνου, και συνεπώς πάς τις ό π ο τ ε βούλεται δύναται νά επιτελή τάς έορτάς της, θά τήν μετέτρεπε ασφαλώς είς πάν έτερον πλήν Εκκλησίας, ή οποία κατά τούς λόγους τής ΣΤ' Οίκ. Συνόδου θά πρέπη «κατά πάσαν τήν οικουμένην... μια κατακολουθείν τάξει» (Καν. 56), καθότι «ού γάρ έστιν ακαταστασίας ό θεός, άλλ' ειρήνης» (Β' Κορ. Ι Δ, 33). Και μέ απλούστερα λόγια: Μετά τό «εύλογητός ό Θεός» του ιερέως ή Εκκλησία αρχίζει νά βιοί τόν λειτουργικόν της χρόνον· στό νά προσέλθουν όμως τά τέκνα της εις αυτήν διά ν' ακούσουν τό ανωτέρω «Εύλογητός ό θεός...» και να λατρεύσουν ο μ ο ύ τόν θεόν και τούς αγίους αυτού τής χρειάζεται ό έγκόσμιος χρόνος. Και μέ μιά πρότασι: Έκτός των πυλών της ή Εκκλησία χρησιμοποιεί τόν έγκόσμιον χρόνον, μέ τά ανωτέρω περιγραφέντα χαρακτηριστικά του. Αμφότεροι αναγκαίοι διά μίαν εν πνεύματι και άληθεία» λατρεία τής στρατευομένης του Χριστού Εκκλησίας.
Συνεπώς τά «επιχειρήματα» του Πανοσιολογιωτάτου και ή κουραστική άδολεσχία του περί τής εννοίας του λειτουργικού χρόνου και του «σήμερον συνεορτάζει» ουδόλως αίρουν τήν εύθύνην τών καινοτομησάντων.
«Τά άνω», δηλ. ό Ουρανός, ή νά τό πώ καλύτερα, ή έν ΟύρανοΙς θριαμβεύουσα Εκκλησία, τήν οποίαν άποτελούν: ό χορός τών έν πίστει άναπαυσαμένων Άγιων Προττατόρων, Πατέρων, Πατριαρχών, Προφητών, Αποστόλων, Κηρύκων, Ευαγγελιστών, Μαρτύρων, Όμολογητών, Έγκρατευτών καί παντός πνεύματος δικαίου έν πίστει τετελειωμενού, συνεορτάζει και συνομιλεἰ μετά της έττί γης στρατευομένης Εκκλησίας. Εκείνης τής Εκκλησίας, ή οποία σέβεται τά Πνευματικά σύνορα τής πατρικής μας κληρονομιάς.
Όσοι όμως, ασεβώς κατεπάτησαν τά πνευματικά σύνορα, τούς Ιερούς κανόνας καί τάς Ιεράς Παραδόσεις, δέν έχουν καμμίαν ελπίδα νά πιστεύουν, ότι μαζί τους συγκαταβαίνουν διά νά συνεορτάσουν τά Ουράνια...
Τό «Σήμερον» ανήκει εις τήν γην, Ό Ουρανός είναι εκτός χρόνου. Ή δέ ευχή: «Σήμερον γάρ ό τής εορτής ήμίν επέστη καιρός καί χορός αγίων έκκλησιάζει ήμίν καί άγγελοι μετά ανθρώπων συνεορτάζουσι», εννοεί πώς οι Ουράνιοι "Αγγελοι καί ό χορός τών Άγιων, έρχονται νά συνεορτάσουν μαζί μας. Γίνεται «Σήμερον» Ουράνια συγκατάβασις.
Καθώς ό Θεός, άχρονος καί άναρχος ων, έλαβε φύσιν άνθρωπίνην έν χρόνω επί της γης, χωρίς νά λείπη εις τούς Ουρανούς, κατά παρόμοιον τρόπον είς τάς έορτάς τών ορθοδόξων χριστιανών, οί άγγελοι καί οί άγιοι, μυστηριωδώς κατέρχονται διά νά συνεορτάσουν μεθ' ημών καί διά νά μας ευλογήσουν. Κατέρχονται, όμως, έν χρόνω καί τόπω! Καί έφ' όσον κατέρχονται «έν χρόνω» έπί τής γης, κατέρχονται «Σήμερον».
Ερμηνεύω τάς επίμαχους λέξεις πιό άπλα: Όχι τότε πού θέλει ό Πάπας καί οί άλλοι αιρετικοί, όχι όποτε θέλει ό Πατριάρχης ή ό Αρχιεπίσκοπος, αλλά «Σήμερον», ττού ώρισε τό *Άγιον Πνεύμα διά τών αγίων Πατέρων, είναι ημέρα εορτής. «Σήμερον» ό χορός τής έν Ούρανοίς θριαμβευούσης Εκκλησίας συγκαταβαίνει νά συνεορτάση μετά τών ορθοδόξων χριστιανών, οί οποίοι αποτελούν τήν έπί γης στρατευομένη Έκκλησίαν.
«Σήμερον»! Όχι όποτε δόξη τώ Άρχιεπισκόπω Χρυσοστόμω ή τώ Πατριάρχη Μελετίω Μεταξάκη ή τώ πατρί Έπιφανίω. «Σήμερον» μόνον. Όχι δις του έτους κύριοι «κανονολόγοι» ή Γέννησις, ή Βάπτισις και αί άλλαι έορταί....
Από: ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ