Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ χαρά, τὸ φῶς τὸ
ἀληθινό, ἡ εὐτυχία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἐλπίδα μας. Ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστὸ
εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἔρωτας, εἶναι ἐνθουσιασμός, εἶναι λαχτάρα τοῦ θείου. Ὁ
Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν. Αὐτὸς εἶναι ἡ ἀγάπη μας, αὐτὸς ὁ ἔρωτάς μας.
Εἶναι ἔρωτας ἀναφαίρετος ὁ ἔρωτας τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ κεῖ πηγάζει ἡ χαρά.
Ἡ
χαρὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Εἶναι μιὰ χαρά, ποὺ σὲ κάνει ἄλλο
ἄνθρωπο. Εἶναι μιὰ πνευματικὴ τρέλα, ἀλλὰ ἐν Χριστῷ. Σὲ μεθάει σὰν τὸ
κρασὶ τὸ ἀνόθευτο, αὐτὸ τὸ κρασὶ τὸ πνευματικό. Ὅπως λέει ὁ Δαβίδ:
“Ἐλίπανας ἐν ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου καὶ τὸ ποτήριόν σου μεθύσκον με ὡσεὶ
κράτιστον”. Ὁ πνευματικὸς οἶνος εἶναι ἄκρατος, ἀνόθευτος, πολὺ δυνατὸς
κι ὅταν τὸν πίνεις, σὲ μεθάει. Αὐτὴ ἡ θεία μέθη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ
δίνεται στοὺς “καθαροὺς τῇ καρδίᾳ”.
Ὅσο
μπορεῖτε, νὰ νηστεύετε, ὅσες μετάνοιες μπορεῖτε νὰ κάνετε, ὅσες
ἀγρυπνίες θέλετε ν’ ἀπολαμβάνετε, ἀλλὰ νὰ εἶστε χαρούμενοι. Νὰ ἔχετε τὴ
χαρὰ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ χαρὰ ποὺ διαρκεῖ αἰώνια, ποὺ ἔχει αἰώνια
εὐφροσύνη. Εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ Κυρίου μας, ποὺ δίνει τὴν ἀσφαλὴ γαλήνη, τὴν
γαλήνια τερπνότητα καὶ τὴν πάντερπνη εὐδαιμονία. Ἡ χαρὰ ἡ πασίχαρη, ποὺ
ξεπερνᾶ κάθε χαρά. Ὁ Χριστὸς θέλει κι εὐχαριστεῖται νὰ σκορπάει τὴ
χαρά, νὰ πλουτίζει τοὺς πιστούς Του μὲ χαρά. Εὔχομαι “ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾗ
πεπληρωμένη”. (Α΄ Ἰωάν. 1, 4).
Αὐτὴ
εἶναι ἡ θρησκεία μας. Ἐκεῖ πρέπει νὰ πᾶμε. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ
Παράδεισος, παιδιά μου. Τί εἶναι Παράδεισος; Ὁ Χριστὸς εἶναι. Ἀπὸ δῶ
ἀρχίζει ὁ Παράδεισος. Εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἴδιο. Ὅσοι ἐδῶ στὴ ζοῦν τὸν
Χριστό, ζοῦν τὸν Παράδεισο. Ἔτσι εἶναι ποὺ σᾶς τὸ λέω. Εἶναι σωστό,
ἀληθινὸ αὐτό, πιστέψτε με! Ἔργο μας εἶναι νὰ προσπαθοῦμε νὰ βροῦμε ἕναν
τρόπο νὰ μποῦμε μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶναι νὰ κάνει κανεὶς τὰ
τυπικά. Ἡ οὐσία εἶναι νὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Νὰ ξυπνήσει ἡ ψυχὴ
καὶ ν’ ἀγαπήσει τὸν Χριστό, νὰ γίνει ἁγία. Νὰ ἐπιδοθεῖ στὸν θεῖο ἔρωτα.
Ἔτσι θὰ μᾶς ἀγαπήσει κι Ἐκεῖνος. Θὰ εἶναι τότε ἡ χαρὰ ἡ ἀναφαίρετη. Αὐτὸ
θέλει πιὸ πολὺ ὁ Χριστός, νὰ μᾶς γεμίζει ἀπὸ χαρά, διότι εἶναι ἡ πηγὴ
τῆς χαρᾶς. Αὐτὴ ἡ χαρὰ εἶναι δῶρο τοῦ Χριστοῦ. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴ χαρὰ θὰ
γνωρίσουμε τὸν Χριστό. Δὲν μποροῦμε νὰ Τὸν γνωρίσουμε, ἂν Ἐκεῖνος δὲν
μᾶς γνωρίσει. Πῶς τὸ λέει ὁ Δαβίδ; “Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσει οἶκον, εἰς
μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες. ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην
ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων” (Ψαλμ. 126, 1).
Αὐτὰ
ἡ ψυχή μας θέλει νὰ ἀποκτήσει. Ἂν προετοιμαστοῦμε ἀνάλογα, ἡ χάρις θὰ
μᾶς τὰ δώσει. Δὲν εἶναι δύσκολο. Ἂν ἀποσπάσουμε τὴ χάρη, ὅλα εἶναι
εὔκολα. Χαρούμενα κι εὐλογία Θεοῦ. Ἡ θεία χάρις διαρκῶς κρούει τὴν πόρτα
τῆς ψυχῆς μας καὶ περιμένει ν’ ἀνοίξουμε, γιὰ νὰ ἔλθει στὴν διψῶσαν
καρδίαν μας καὶ νὰ τὴν πληρώσει. Τὸ πλήρωμα εἶναι ὁ Χριστός, ἡ Παναγία
μας, ἡ Ἁγία Τριάς. Τί ὡραῖα πράγματα!
Ἅμα
ἀγαπάεις, ζεῖς στὴν Ὁμόνοια καὶ δὲν ξέρεις ὅτι βρίσκεσαι στὴν Ὁμόνοια.
Οὔτε στὰ αὐτοκίνητα βλέπεις, οὔτε κόσμο βλέπεις, οὔτε τίποτε. Εἶσαι μέσα
σου μὲ τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαπάεις. Τὸ ζεῖς, τὸ εὐχαριστεῖσαι, σὲ ἐμπνέει.
Δὲν εἶναι ἀληθινὰ αὐτά; Σκεφτεῖτε αὐτὸ τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαπᾶτε νὰ εἶναι ὁ
Χριστός. Ὁ Χριστὸς στὸ νοῦ σου, ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά σου, ὁ Χριστὸς σ’
ὅλο σου τὸ εἶναι, ὁ Χριστὸς παντοῦ.
Ὁ
Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή, ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς, ἡ πηγὴ τοῦ
φωτὸς τοῦ ἀληθινοῦ, τὸ πᾶν. Ὅποιος ἀγαπάει τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἄλλους,
αὐτὸς ζεῖ τὴ ζωή. Ζωὴ χωρὶς Χριστὸ εἶναι θάνατος, εἶναι κόλαση δὲν εἶναι
ζωή. Αὐτὴ εἶναι ἡ κόλαση, ἡ μὴ ἀγάπη. Ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ ἀγάπη
εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἢ θὰ εἶσαι στὴ ζωὴ ἢ στὸ θάνατο. Ἀπὸ σένα
ἐξαρτᾶται νὰ διαλέξεις.
Ἕνας
νὰ εἶναι ὁ στόχος μας, ἡ ἀγάπη στὸν Χριστό, στὴν Ἐκκλησία, στὸν
πλησίον. Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρὸς τὸν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μὲ τὸν
Χριστὸ καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπὶ γῆς Παράδεισος. Ἡ ἀγάπη στὸν
Χριστὸ εἶναι κι ἀγάπη στὸν πλησίον, σ’ ὅλους, καὶ στοὺς ἐχθρούς. Ὁ
Χριστιανὸς πονάει γιὰ ὅλους, θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦν, ὅλοι νὰ γευτοῦν τὴ
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ χριστιανισμός. Μέσῳ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν
ἀδελφὸ θὰ κατορθώσουμε ν’ ἀγαπήσουμε τὸν Θεό. Ἐνῶ τὸ ἐπιθυμοῦμε, ἐνῶ τὸ
θέλουμε, ἐνῶ εἴμαστε ἄξιοι, ἡ θεία χάρις ἔρχεται μέσῳ τοῦ ἀδελφοῦ. Ὅταν
ἀγαπᾶμε τὸν ἀδελφό, ἀγαπᾶμε τὴν Ἐκκλησία, ἄρα τὸν Χριστό. Μέσα στὴν
Ἐκκλησία εἴμαστε κι ἐμεῖς. Ἄρα ὅταν ἀγαπᾶμε τὴν Ἐκκλησία, ἀγαπᾶμε καὶ
τὸν ἑαυτό μας.