Νεωτερικότητα, «ατομική» ιδιοκτησία και ο νέος αξιακός πολιτισμός που προβάλλει ο οικουμενικός
χριστιανισμός
Τὰ ἐφετινά Χριστούγεννα, όπως άλλωστε και εκείνα των τελευταίων ετών, συνδέονται αναγκαστικά με την οικονομική, οικολογική, και κυρίως πολιτιστική και πνευματική κρίση, που μαστίζει την ανθρωπότητα τον τελευταίο καιρό. Πολλοί επιστήμονες επιχείρησαν τα τελευταία χρόνια να αναλύσουν την ιστορία και τον συστημικό ρόλο της «ατομικής» ιδιοκτησίας.
Άλλοι πάλι επιχείρησαν να αντιπαραβάλλουν τις θεολογικές της ρίζες με την βιβλική σκέψη, και έτσι άγγιξαν αυτό που αποτελεί ταμπού και άβατο της σύγχρονης διανόησης, ακόμη και της αριστερής: την κριτική της νεωτερικότητας.
Τὰ ἐφετινά Χριστούγεννα, όπως άλλωστε και εκείνα των τελευταίων ετών, συνδέονται αναγκαστικά με την οικονομική, οικολογική, και κυρίως πολιτιστική και πνευματική κρίση, που μαστίζει την ανθρωπότητα τον τελευταίο καιρό. Πολλοί επιστήμονες επιχείρησαν τα τελευταία χρόνια να αναλύσουν την ιστορία και τον συστημικό ρόλο της «ατομικής» ιδιοκτησίας.
Άλλοι πάλι επιχείρησαν να αντιπαραβάλλουν τις θεολογικές της ρίζες με την βιβλική σκέψη, και έτσι άγγιξαν αυτό που αποτελεί ταμπού και άβατο της σύγχρονης διανόησης, ακόμη και της αριστερής: την κριτική της νεωτερικότητας.
Η νεωτερικότητα, πέραν των αναμφισβήτητων
θετικών για την ανθρωπότητα συνεπειών, εν πολλοίς βασίζεται στην ιδέα της «ατομικής»
ιδιοκτησίας, που άλλωστε περιλαμβάνεται και στην χάρτα των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, αλλά και στο θεσμό του δανεισμού-τοκισμού. Με τον τρόπο αυτό
σταδιακά θεσμοθετήθηκε ως μέγιστη αρετή η ατομοκρατία και ο εγωκεντρισμός, ενώ
η στηλιτευόμενη παραδοσιακά από όλες τις θρησκείες πλεονεξία και απληστία
μεταβλήθηκε σε βασική αξία και παράμετρο της προόδου. Ο σύγχρονος οικουμενικός
χριστιανισμός, όπως διαπιστώνει κανείς από τις δηλώσεις και πρωτοβουλίες των
προκαθημένων του ανατολικού και δυτικού χριστιανισμού (Πατριάρχη Βαρθολομαίου
και Πάπα Φραγκίσκου) αγωνίζεται για τη θεμελίωση ενός νέου «αξιακού», σχεσιακού
πολιτισμού, σε αντικατάσταση του παλαιού,
ο οποίος βασισμένος στη «ατομική» ιδιοκτησία σταδιακά μετέτρεψε το ανθρώπινο υποκείμενο σε μετρήσιμο «ατομικό» μέγεθος (calculating individual) δύναμης.
Και όλα αυτά από την εποχή της εμφάνισης και ανάπτυξης της κατανομής εργασίας, του χρήματος, της ατομικής ιδιοκτησίας, της αυτοκρατορίας και της κυριαρχίας των ανδρών, που συνεχίστηκε μέχρι και τον σύγχρονο πολιτισμό μας. Οι υγιείς θρησκευτικές δυνάμεις αγωνίζονται για την αποδόμηση της φιλοσοφίας του παλαιού αυτού «αξονικού» πολιτισμού, το τελευταίο στάδιο του οποίου στην καπιταλιστική του εκδοχή έχει μεταστρέψει την πλεονεξία από αμαρτία σε δομική για το ισχύον σύστημα αρετή!
ο οποίος βασισμένος στη «ατομική» ιδιοκτησία σταδιακά μετέτρεψε το ανθρώπινο υποκείμενο σε μετρήσιμο «ατομικό» μέγεθος (calculating individual) δύναμης.
Και όλα αυτά από την εποχή της εμφάνισης και ανάπτυξης της κατανομής εργασίας, του χρήματος, της ατομικής ιδιοκτησίας, της αυτοκρατορίας και της κυριαρχίας των ανδρών, που συνεχίστηκε μέχρι και τον σύγχρονο πολιτισμό μας. Οι υγιείς θρησκευτικές δυνάμεις αγωνίζονται για την αποδόμηση της φιλοσοφίας του παλαιού αυτού «αξονικού» πολιτισμού, το τελευταίο στάδιο του οποίου στην καπιταλιστική του εκδοχή έχει μεταστρέψει την πλεονεξία από αμαρτία σε δομική για το ισχύον σύστημα αρετή!
Οι χριστιανοί
βέβαια σήμερα, μετά μια μακρά
περίοδο αμφισβήτησης και ανοιχτής αντιπαλότητας πέρασαν σε ένα επίπεδο
δημιουργικής συνάντησης με τη νεωτερικότητα. Παρατηρώντας όμως την
αμφισημία
της επιμένουν ότι θα πρέπει να υπάρχει ένα κριτήριο για το τι πρέπει να
περισωθεί από την μεγάλη κατάκτηση της νεωτερικότητας και τι να
υπερβαθεί. Άλλωστε,
έγινε πλέον συνείδηση σε όλους, ότι με τον νεοφιλελευθερισμό η
νεωτερικότητα
από μαμή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετέβαλε την ισορροπία ισχύος και
έγινε ο
δολοφόνος τους. Βασισμένο στις φιλοσοφικές αρχές των John Lock, David
Hume, αλλά και ο Adam Smith, το σύγχρονο παγκόσμιο οικονομικό
σύστημα υποχωρείόλο και περισσότερο
προς την κατεύθυνση του ολοκληρωτισμού. Μόνο στη βάση της βιβλικής
θεολογίας
της απελευθέρωσης μπορεί κανείς να δεχτεί και να χρησιμοποιήσει τα
θετικά
στοιχεία του «νεωτερικού παραδείγματος» της παλαιάς αξονικής εποχής.
Το κυριότερο όμως είναι ότι έγινε αντιληπτό
πως η παγκόσμια κρίση που μαστίζει την ανθρωπότητα, και όσο περνάει ο καιρός
επιδεινώνεται, με αποτέλεσμα να απειλείται πλέον και αυτή η ζωή του πλανήτη
μας, δεν είναι το αποτέλεσμα μόνον του καταστροφικού πολιτικού και οικονομικού
συστήματος, αλλά ενός γενικότερου καταστροφικού
πολιτισμού σε όλες τις διαστάσεις του. Οι χριστιανοί όλου του κόσμου δεν
προβάλλουν απλά μια εναλλακτική λύση στον «μονόδρομο» της οικονομικής
παγκοσμιοποίησης, δεν αρκούνται στο «another world is spossible», αλλά εκπέμπουν και ένα
μήνυμα αισιοδοξίας: η νέα αξονική εποχή ήδη έχει ανατείλει και
συνειδητοποιείται οριζόντια σε όλες σχεδόν τις θρησκείες.
Το έναυσμα για τη νέα αυτή δυναμική θεολογία άρχισε από τη βιβλική επιστήμη, η οποία ανέδειξε πειστικά, ότι από την περίοδο της επικράτησης της βασιλείας τον 8ο π.Χ. αι. στον Ισραήλη χαρισματική υπόσταση του λαού του Θεού ως κοινωνίας, αλλά και ο ομοσπονδιακός τρόπος συγκρότησής του, έδωσαν τη θέση τους σε εξουσιαστικούς κανόνες με νέους οικονομικούς όρους. Ο Νόμος του Θεού αντικαταστάθηκε από τον νόμο της βασιλείας, με αποτέλεσμα ο λαός του Θεού να διολισθήσει σε τρεις επικίνδυνες καταστάσεις: (α) η απληστία των κρατούντων οδήγησε σε οικονομική εκμετάλλευση των αδυνάτων, (β) η επιβληθείσα κοινωνική ιεραρχική τάξη οδήγησε και στην πολιτική καταπίεση των αδυνάτων προς χάριν του αναδυόμενου κράτους, και (γ) η καθιέρωση επίσημης λατρείας υιοθετήθηκε για να υπηρετεί την βασιλεία και τους πολιτικούς της συμμάχους. Είναι διαφωτιστική η συνομιλία του Σαμουήλ με τον Θεό και οι επισημάνσεις για τις ηθικές και πνευματικές συνέπειες της ριζικής αυτής αλλαγής στον τρόπο συγκρότησης της κοινωνίας στο 8ο κεφ. του Α’ βιβλίου των Βασιλειών.
Όλα αυτά, υποστηρίζεται από την βιβλική – αλλά
όχι μόνον – επιστήμη, ήταν αποτέλεσμα της επικράτησης και θεσμικά της «ατομικής»
ιδιοκτησίας, η οποία όπως είναι γνωστό προκάλεσε και την έντονη διαμαρτυρία,
αλλά και δράση, των Προφητών, αφού το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε από την
δικαιοσύνη του Θεού και την τήρηση του Νόμου του στην ατομική ευημερία. Όλοι
ανεξαιρέτως οι Προφήτες άρχισαν να κάνουν λόγο για τον Νόμο και την δικαιοσύνη,
αξίες οι οποίες είχαν χαθεί εξαιτίας του νέου ιδιοκτησιακού καθεστώτος, που
αλλοίωσε την παραδοσιακή έννοια της κοινωνίας.
Για τους Προφήτες της Π.Δ. η κατάργηση της δικαιοσύνης και η ακύρωση των
δικαιωμάτων των φτωχών σήμαινε πάνω από όλα απόρριψη του ίδιου του Θεού του
Ισραήλ. Για τον προφήτη Ιερεμία π.χ. το να γνωρίζει κανείς τον Θεό ήταν
ταυτόσημο με το να είναι δίκαιος έναντι των φτωχών («οὐκ ἔγνωσαν, οὐκ ἔκριναν κρίσιν ταπεινῷ οὐδὲ κρίσιν πένητος, οὐ τοῦτό
ἐστιν τὸ μὴ γνῶναί σε ἐμέ; λέγει κύριος», Ιερ 22:16). Ο προφήτης Ησαΐας
μάλιστα ασκεί καυστική κριτική τόσο για το ζήτημα της απαλλοτρίωσης των
χωραφιών, όσο και για την απληστία και την πλεονεξία που εκδηλώνονταν με τη
συσσώρευση γης, που ήταν αποτέλεσμα της καθιέρωσης της ατομικής ιδιοκτησίας: «Οὐαὶ οἱ συνάπτοντες οἰκίαν πρὸς οἰκίαν καὶ
ἀγρὸν πρὸς ἀγρὸν ἐγγίζοντες, ἵνα τοῦ πλησίον ἀφέλωνταί τι, μὴ οἰκήσετε μόνοι ἐπὶ
τῆς γῆς; (Ησ. 5:8). Ο ίδιος προφήτης δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τους
άπληστους γαιοκτήμονες «κλέφτες» («οἱ ἄρχοντές
σου ἀπειθοῦσιν, κοινωνοὶ κλεπτῶν», Ησ. 1:23) και να χαρακτηρίσει τη δήμευση
των εκτάσεων των χρεωμένων αγροτών «αρπαγή εις βάρος των φτωχών» («ἁρπαγὴ τοῦ πτωχοῦ ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν; τί ὑμεῖς ἀδικεῖτε τὸν
λαόν μου καὶ τὸ πρόσωπον τῶν πτωχῶν καταισχύνετε;» Ησ 3:14-15).
Αυτήν την έννοια της συλλογικής/κοινωνικής πνευματικότητας, με βάση την κριτική της «ατομικής» ιδιοκτησίας στην διδασκαλία των Προφητών, αλλά και την θεολογική θεώρηση των θρησκευτικο-οικονομικών θεσμών του Σαββάτου, του Σαββατιαίου και του Ιωβηλαίου έτους, συναντούμε και στα κείμενα της Κ.Δ. Στα αρχαιότερα στρώματα της ευαγγελικής παράδοσης το κήρυγμα του Ιησού επικεντρώνεται στην Βασιλεία του Θεού, μέτοχοι και κληρονόμοι της οποίας κατά κύριο λόγο είναι οι «πτωχοί», ενώ όσοι απέκτησαν πλούτη με κάθε είδους μηχανισμούς που σχετίζονται με την δημόσια οικονομία (ατομική ιδιοκτησία, είσπραξη φόρων, χρήση ισχύος κλπ) κατακρίνονται με δριμύτητα.
Με βάση αυτή την προφητική και αρχέγονη χριστιανική πνευματικότητα οι Πατέρες της Εκκλησίας, κυρίως του χρυσού αιώνα, ανέπτυξαν τη γνωστή ριζοσπαστική αντίληψη για τον πλούτο, καταδικάζοντας παράλληλα την απληστία και την πλεονεξία (το να κατέχει δηλαδή κάποιος περισσότερα από όσα έχει ανάγκη για την επιβίωσή του), με σαφείς μάλιστα νομοκανονικές ρυθμίσεις «κατά τοκιζόντων». Γι’ αυτό και στις φετινές χριστουγεννιάτικες ευχές μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επέλεξα να παραθέσω τις σχετικές επί του θέματος απόψεις του αγίου Αμβροσίου.
Η χριστιανική θεώρηση της οικονομίας προσδιορίζεται από το νόμο της δικαιοσύνης του Θεού, τον σεβασμό του ανθρώπου και όχι τον μαμμωνά, την επάρκεια (που οδηγεί στην αειφόρο ανάπτυξη) και όχι το κέρδος, τη συσσώρευσης πλούτου (πλεονεξία), το χρήμα. Η ιδιοκτησία γης και η χρήση της αποτελούν, σύμφωνα με την διαχρονική χριστιανική διδασκαλία, δάνειο από τον Θεό για το κοινωνικό, και όχι το ατομικό καλό. Και στο εύλογο ερώτημα αν επανέρχεται το κομμουνιστικό μανιφέστου με χριστιανικό αυτή τη φορά μανδύα (οι ιθύνοντες της Wall Street πρόσφατα κατηγόρησαν την αυστηρή κριτική του Πάπα Φραγκίσκου για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ως «καθαρό μαρξισμό»!), η απάντηση είναι πως μια τέτοια οικονομία υπερβαίνει το παλαιό δίπολο καπιταλισμού-σοσιαλισμού. Η χριστιανική αντίληψη για την οικονομία δεν εστιάζει το ενδιαφέρον της στην τεχνική και διαδικασία παραγωγής και κατανομής των υλικών αγαθών, αλλά στην πηγή τους, αφού βασική της αρχή παραμένει το ψαλμικό χωρίο: «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, οἱ κατοικοῦντες καὶ πάντα τὰἐν αὐτῇ» (Ψαλμ 24:1).