ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ
ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
π. ΠΑΥΛΟ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟ
και π. ΑΓΓΕΛΟ ΑΓΓΕΛΑΚΟΠΟΥΛΟ
Σεβαστοί Πατέρες, χαίρετε ἐν Κυρίῳ.
Διά τῆς παρούσης ἐπιστολῆς, ἔρχομαι νά σᾶς γνωστοποιήσω τά ἑξῆς. Τόν Νοέμβριο τοῦ 2012 ἐδημοσιεύσατε, ὡς ὑπεύθυνοι τοῦ γραφείου ἐπί τῶν αἱρέσεων καί παραθρησκειῶν τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς, μία Κριτική Μελέτη εἰς τό ἐκδοθέν βιβλίο μου (κατά τό ἴδιο ἔτος) μέ τίτλο «Ἡ διαχρονική συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων γιά τό Ὑποχρεωτικό τοῦ 15ου Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου περί Διακοπῆς Μνημονεύσεως Ἐπισκόπου Κηρύσσοντος ἐπ’ Ἐκκλησίας Αἵρεσιν». Ἡ κριτική σας αὐτή μελέτη, ἡ ὁποία, ὅπως γράφετε στό δεύτερο φύλο της, «διανέμεται δωρεάν», ἔφθασε ἀπ’ ἄκρον εἰς ἄκρον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας. Αὐτό τό διεπίστωσα ἀπό πληροφορίες πού ἔλαβα ἀπό ἀνθρώπους πού ἐπισκέφθηκαν δύο ἐκ διαμέτρου ἀντίθετα σέ ἀπόστασι παραμεθώρια μοναστήρια, τό ἕνα σέ νησί τοῦ Αἰγαίου καί τό ἄλλο στήν Μακεδονία. Στό μοναστήρι μάλιστα τῆς Μακεδονίας ἔδωσαν τήν Κριτική σας Μελέτη στόν ἐπισκέπτη οἱ πατέρες τῆς Μονῆς, διότι προφανῶς εἶχαν πολλά ἀντίτυπα καί τά διένεμαν ἱεραποστολικῶς καί ἀφιλοκερδῶς. Ἐπίσης τήν διενείματε καί στή Σύναξι τῶν Πατέρων στήν Ἱ. Μονή Ἁγίας Τριάδος Γατζέας, ποὺ ἔγινε τὸν Νοέμβριο τοῦ 2012.
Εἰς αὐτήν τήν κριτική σας μελέτη ἀπάντησα, ὡς ὁ πλέον ἁρμόδιος, καθ’ ὅτι συγγραφεύς τοῦ βιβλίου εἰς τό ὁποῖο ἀνεφέρετο ἡ κριτική σας μελέτη, καί προσεπάθησα κατά δύναμιν νά ἀναιρέσω ὅλα τά βασικά σας ἐπιχειρήματα, καθώς καί τό σκεπτικό καί τά κίνητρα τά ὁποῖα κατά τήν γνώμη μου σᾶς ὤθησαν νά γράψετε καί δημοσιεύσετε αὐτήν τήν κριτική μελέτη.
Ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι ἄν δέν τό ἔκανα αὐτό, θά ἐξυπακούετο ὅτι συμφωνῶ μέ τίς ἀπόψεις καί θέσεις σας καί, ὡς ἐκ τούτου, θά ἔπρεπε νά ἀποσύρω τό ἐκδοθέν βιβλίο μου καί συγχρόνως νά ζητήσω συγγνώμη διά τόν σκανδαλισμό καί τήν σύγχυσι πού ἐπροξένησα στούς Ὀρθοδόξους, καί μάλιστα σέ θέματα πίστεως.
Ἡ ἀπάντησί μου στήν μελέτη σας ἐδημοσιεύθη φιλαδέλφως καί ἀνιδιοτελῶς εἰς τό Ὀρθόδοξο περιοδικό «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» (τεῦχος 15-16, Ὀκτωβρίου 2012–Μαρτίου 2013). Σᾶς ἀπεστάλη δέ προσωπικῶς διά μέσου τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου ἡ ἀπάντησίς μου καί τμηματικῶς (καθ’ ὃν χρόνον ἐδημοσιεύετο, ἐπειδὴ δύο φορὲς τὸ ἐζητήσατε μὲ e-mail, δηλώνοντας ὅτι τὴν θέλετε γιὰ νὰ ἀπαντήσετε) ἀλλὰ καὶ ὁλοκληρωμένη.
Εἰς τό τέλος τῆς ἀπαντήσεώς μου σᾶς ἐπρότεινα ἕναν ἄλλο τρόπο διαλόγου, ὁ ὁποῖος ἑστιάζετο εἰς τό νά ἀπαντᾶ ἡ κάθε πλευρά σέ συγκεκριμένες ἐρωτήσεις, τίς ὁποῖες θά θέτει ἡ ἄλλη. Ἔτσι, κατά τή γνώμη μου, θά ἀπετρέπετο ἡ διολίσθησις εἰς τό νά ἀπαντοῦμε ἐκεῖ ὅπου μᾶς ἐξυπηρετεῖ, ἐπιλέγοντας ἐμεῖς ἀπό ὅλο τό κείμενο τά σημεῖα εἰς τά ὁποῖα θά ἀπαντήσωμε καί ἀποφεύγοντας κατ’ οὐσίαν τά ἐπίμαχα μέρη εἰς τά ὁποῖα διαφωνοῦμε. Πέραν τούτου αὐτός ὁ τρόπος τοῦ διαλόγου, ἐκτός τοῦ ὅτι ἀποτρέπει κάθε λοξοδρόμησι καί πλατειασμό σέ ἄλλα θέματα, ἀναγκάζει τήν κάθε πλευρά νά ἑστιάση τόν λόγο καί τά ἐπιχειρήματα ἐκεῖ ὅπου ἡ ἄλλη πλευρά θεωρεῖ ὅτι σφάλλει. Αὐτό προφανῶς θά ἀποδείξη τήν ἀδυναμία της καί τήν πλάνη, ἄν δέν ἀπαντήση ἐπαρκῶς εἰς αὐτό πού ἡ ἄλλη πλευρά ζητεῖ.
Διά νά ξεκινήση δέ αὐτός ὁ διάλογος ἔθεσα πρῶτος, εἰς τό τέλος τοῦ ἀπαντητικοῦ στήν μελέτη σας κειμένου μου, δύο συγκεκριμένες ἐρωτήσεις, ζητώντας ἀπό ἐσᾶς ἀνάλογες ἀπαντήσεις. Μέ τίς ἀπαντήσεις σας αὐτές θά ἐθέτατε καί ἐσεῖς πρός ἐμένα ἀνάλογες ἐρωτήσεις εἰς τίς ὁποῖες ἤμουν καί ἐγώ ὑποχρεωμένος νά ἀπαντήσω.
Δυστυχῶς παρῆλθε ἀπό τότε χρονικό διάστημα περίπου ἕξ (6) μηνῶν καί ἐσεῖς, πατέρες, ὄχι μόνο δέν ἀνταπαντήσατε (ὅπως δηλώσατε μὲ τὰ δύο e-mail) ὄχι μόνο δὲν ἀπαντήσατε στίς συγκεκριμένες ἐρωτήσεις πού σᾶς ἔθεσα, ἀλλά ἀπεναντίας τηρήσατε ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή, χωρίς κἄν νά μέ ἐνημερώσετε ἄν δέχεσθε τόν τρόπο αὐτό τοῦ διαλόγου, ἤ ἄν ἔχετε νά προτείνετε κάποιον ἄλλο, ἤ ἄν τέλος πάντων παραιτεῖσθε οἱασδήποτε περαιτέρω συζητήσεως. Τό χρονικό αὐτό διάστημα νομίζω ὅτι εἶναι ἀρκετό γιά νά καταρριφθῆ ἡ δικαιολογία τῶν ἀνειλημμένων ὑποχρεώσεων καί ἐργασιῶν, οἱ ὁποῖες πιθανόν θά σᾶς ἐμπόδιζον νά ἀπαντήσετε.
Ὡς ἐκ τούτου δημιουργοῦνται σέ ἐμένα κάποιοι προβληματισμοί, οἱ ὁποῖοι ἐπικεντρώνονται κυρίως στίς προθέσεις μέ τίς ὁποῖες ξεκινήσατε νά γράψετε καί ὄχι τόσο εἰς αὐτά καθ’ ἑαυτά τά γραφόμενα. Δηλαδή δημιουργήσατε, πατέρες, μέ τή σιωπή σας τήν ἐντύπωσι ὅτι κάποιοι ἄλλοι σᾶς ἔβαλαν νά κάνετε τήν κριτική αὐτή μελέτη, ἁπλῶς γιά νά ὑπάρχη μία ἀπάντησις, τήν ὁποία καί ἀποστείλατε παντοῦ (μέ τήν οἰκονομική βεβαίως εὐχέρεια τῆς Μητροπόλεως), καί ἔτσι νά συντελέση καί αὐτή ἡ μελέτη εἰς τόν ἐφησυχασμό καί τό βόλεμα καί εἰς τήν χειμερία νάρκη ἤ καλύτερα, γιά νά χρησιμοποιήσω μία ἰατρική ἔκφρασι, εἰς τήν καταστολή, εἰς τήν ὁποία θέλουν οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ σιγονταροοικουμενιστές-χαρτοπολεμιστές νά ὁδηγήσουν τούς ἀνησυχοῦντας Ὀρθοδόξους.
Στήν εἰσαγωγή τῆς μελέτης σας, πατέρες, γράφετε τά ἑξῆς:
«Θεωρήσαμε χρέος μας στίς γραμμές πού ἀκολουθοῦν παρακάτω, νά καταθέσουμε στό ὀρθόδοξο πλήρωμα τήν ἰδική μας συμβολή στό ἐν λόγῳ πρόβλημα, ὥστε νά ἀποτελέσει ἀφορμή γιά περαιτέρω ἔρευνα καί μελέτητου»(σελ. 6).
Μέ τή σιωπή σας, ὅμως, ποὺ ἀκολούθησε κι αὐτή σας τὴ δήλωση, ἀποδεικνύετε ὅτι δέν εἴχατε καμμία τέτοια διάθεσι «γιά περαιτέρω ἔρευνα καί μελέτη» τοῦ προβλήματος, διότι τώρα πού σᾶς δόθηκε ἡ εὐκαιρία, ὄχι μόνον νά ἀπαντήσετε σέ συγκεκριμένες ἐρωτήσεις, ἀλλά καί νά θέσετε ἐσεῖς ἀνάλογες, ὥστε νά ἀποδείξετε τούς ἰσχυρισμούς σας ἀληθεῖς, ἐσεῖς κατά τό δή λεγόμενο ποιεῖτε τήν νῆσσα.
Διάθεσι διαλόγου «γιά περαιτέρω ἔρευνα καί μελέτη» προφανῶς δέν ἔχει οὔτε ὁ Μητροπολίτης σας, διότι θά ἠδύνατο κάλλιστα νά ὀργανώσει μία ἡμερίδα εἰς τήν ὁποία θά συζητοῦντο ὅλα τά σχετικά μέ τήν ἀποτείχισι θέματα καί βεβαίως θά προσκαλοῦντο νά κάνουν εἰσηγήσεις καί οἱ δύο πλευρές.
Διάθεσι διαλόγου γιά «περαιτέρω ἔρευνα καί μελέτη» δέν ἔχουν προφανῶς οὔτε καί οἱ ἀντιοικουμενιστές πατέρες τῆς Συνάξεως τῆς Γατζέας, διότι αὐτοί δέν δέχονται οὔτε κἄν νά θιχθῆ αὐτό τό θέμα μέσα εἰς τήν Σύναξι.
Ἐδῶ πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι εἶναι ἄκρως λυπηρό καί ἀπελπιστικά ἀπογοητευτικό, νά μήν γνωρίζωμε τό δέον γενέσθαι σέ τόσο σημαντικά θέματα, τά ὁποῖα ἅπτονται τῆς πίστεως.
Εἶναι δηλαδή, ὡσάν νά μή γνωρίζωμε τί πρέπει νά κάνωμε σέ περίπτωσι πυρκαϊᾶς ἐντός τῆς οἰκίας μας ἤ σέ περίπτωσι πού διαπιστώσομε λύκους μέσα στό ποίμνιο, καί μή γνωρίζοντες τό δέον γενέσθαι, καταθέτομε γνῶμες καί ἀπόψεις «γιά περαιτέρω ἔρευνα καί μελέτη». Καί ὄχι μόνο αὐτό τό ὁποῖο ἀπό μόνο του θά μᾶς καθιστοῦσε ἀξιολύπητους καί ἀξιοδάκρυτους, ἀλλά ἀπεναντίας οὔτε κἄν ἀσχολούμεθα μέ τήν διερεύνησι τοῦ θέματος, λές καί πρόκειται γιά μία παρωνυχίδα ἤ γιά ἀσχολία περί ἀνέμων καί ὑδάτων.
Θά πρέπει, πατέρες, ἐν προκειμένῳ νά τοποθετηθῆτε ἐπί τοῦ θέματος καί νά δηλώσετε δημοσίως καί εὐθαρσῶς ἤ ὅτι παραιτεῖσθε ἀπό κάθε διάλογο μέ θέμα τήν ἀποτείχισι, ὁπότε πρέπει νά ἀνακαλέσετε καί τήν κριτική σας μελέτη, τήν ὁποία τόσο ἐπισταμένως διεδώσατε καθ’ ἅπασαν τήν Ἑλληνική Ἐπικράτεια ἤ ὅτι ἐπιθυμεῖτε ὄντως τόν διάλογο, ἔστω μέ κάποια μορφή πού ἐσεῖς θά προτείνετε, ὁπότε θά ὑπερασπίσετε τίς ἀπόψεις σας καί θά ἀπομακρυνθῆτε ἀπό τήν μέχρι τώρα ἔνοχη, καθ’ ἡμᾶς, σιωπή. Τό νά παραμένετε ὅμως σιωπηλοί καί συγχρόνως νά ἐμμένετε στίς ἀπόψεις σας, τό νά μή δέχεσθε διάλογο καί συγχρόνως νά θεωρῆτε τίς θέσεις σας ὀρθές, αὐτό νομίζω πέραν τοῦ ὅτι εἶναι ἄκρως ὑποτιμητικό γιά σᾶς, θυμίζει στρατιωτικό καθεστώς καί παπική ἀδιαλλαξία.
Σᾶς ὑπενθυμίζω, πρίν τελειώσω, τίς δύο ἐρωτήσεις, τίς ὁποῖες σᾶς ἔχω ἤδη ὑποβάλει πρό ἑξαμήνου, στό τέλος τῆς ἀπαντήσεώς μου εἰς τήν μελέτη σας, ὥστε νά ἀνανεώσω τήν προσπάθεια γιά τόν μεταξύ μας διάλογο:
1) Ποιά εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς ἁγ. Γραφῆς καί τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ ὁποία συνηγορεῖ ἤ ἔστω ταιριάζει μέ τήν δυνητική ἑρμηνεία τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος; Μέ ἄλλα λόγια πρός κατανόησι: ποῦ διδάσκεται εἰς τήν ἁγ. Γραφή καί τούς ἁγ. Πατέρες ἡ παραμονή τῶν πιστῶν εἰς τούς αἱρετικούς ποιμένες, ἡ ἀναγνώρισίς των εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ, ἡ μνημόνευσίς των κλπ. μέχρι δηλαδή ἀποφάσεως τῆς Συνόδου;
2) Ποῦ διδάσκεται στήν ἁγ. Γραφή καί στούς ἁγ. Πατέρες ὅτι μέ τήν παραμονή μας εἰς τούς αἱρετικούς ποιμένες, μέχρις ἀποφάσεως τῆς Συνόδου, δέν ταυτιζόμεθα μέ τήν πίστι των, δέν συνοδοιποροῦμε μέ τήν αἵρεσι καί δέν μολυνόμεθα ἀπό τήν ἐκκλησιαστική αὐτή ἐπικοινωνία, ἔστω δηλαδή καί ἄν ἔχωμε ὀρθόδοξο φρόνημα;
Πρίν κλείσω τίς σκέψεις μου μπαίνω στόν πειρασμό νά σᾶς ὑποβάλλω καί μία τρίτη ἐρώτησι, δεσμευόμενος καί ἐγώ νά ἀπαντήσω σέ μία τρίτη δική σας. Ἡ ἐρώτησις εἶναι ἡ ἑξῆς:
Τόν Σεβασμιώτατο Ἀρτέμιο τόν θεωρεῖτε, πατέρες, καθηρημένο ἤ κανονικό Μητροπολίτη Ράσκας καί Πριζρένης; Καί ἄν μέν τόν θεωρεῖτε κανονικό Μητροπολίτη, τότε, γιατί δέν συλλειτουργεῖτε μαζί του, ἀλλά τόν ἀντιμετωπίζετε σάν ψωριασμένο πρόβατο, δηλαδή σάν καθηρημένο, καί διατί συντάσσεσθε μέ τήν Σερβική Τρόϊκα, δηλαδή τούς Οἰκουμενιστές Ἐπισκόπους τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι τόν καρατόμησαν; Ἄν πάλι τόν θεωρεῖτε καθηρημένο καί ὄχι κανονικό Μητροπολίτη, τότε γιατί τόν στηρίζετε, τόν προσφωνεῖτε ὡς Μητροπολίτη, τόν θεωρεῖτε ὁμολογητή κλπ.
Αὐτή τήν ἐρώτησι σᾶς τήν ὑποβάλλω πατέρες, ἐπειδή ἐσεῖς στό ἐξώφυλλο τῆς κριτικῆς σας μελέτης μέ προσφωνεῖτε «Μοναχό Εὐθύμιο», προφανῶς συντασσόμενοι μέ τούς Οἰκουμενιστάς Ἐπισκόπους καί τήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας μέ καθήρεσαν καί τήν ὁποία κατά τά ἄλλα πολεμᾶτε.
Ἡ παροῦσα ἐπιστολή, πέραν τοῦ ὅτι θά σᾶς ἀποσταλῆ προσωπικῶς, θά δημοσιευθῆ καί στά ἠλεκτρονικά μέσα ἐνημερώσεως, ἐπειδή ἀφορᾶ θέματα πίστεως.
Σᾶς χαιρετῶ μέ τήν ἐν Κυρίῳ ἀγάπη, αἰτούμενος τίς εὐχές σας γιά τήν σωτηρία μου καθώς καί τήν σωτηρία τῶν πνευματικῶν μου ἀδελφῶν.
Περιοχή Ἀμπελακίων Λαρίσης, 10/8/2013
Iερομόναχος Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς
Κοινοποίησι πρός:
1. Τόν Μητροπολίτη Πειραιῶς κ. Σεραφείμ προσωπικῶς.
2. Τήν Σύναξι Ἀντιοικουμενιστῶν Πατέρων
εἰς τήν Ἱ. Μονή Ἁγ. Τριάδος Ἄνω Γατζέας.
3. Τόν Πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιο Μεταλληνό καί
4. Τόν Πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήση προσωπικῶς.