«Πορεία ἐπιστροφῆς καί ἐπανευαγγελισμοῦ»
τοῦ Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου,
Προηγουμένου Ἱ. Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι ἡ Κιβωτός τῆς σωτηρίας μας!
Ἡ
Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτὴ —διὰ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ
καὶ τῆς ἐνδόξου Ἀναστάσεώς Του, διὰ τοῦ Τιμίου καὶ Παναγίου καὶ Ζωοποιοῦ
Αἵματός Του— μπορεῖ νὰ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν ἄφεση τοῦ πλήθους τῶν
ἁμαρτιῶν του. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, μπορεῖ νὰ παίρνει
ληστές, φονιάδες καὶ ἐγκληματίες· ἔκφυλους, πόρνους καὶ μοιχούς·
φιλάργυρους, φίλαυτους καὶ ὑπερήφανους· καὶ νὰ τοὺς μεταπλάθει σὲ
δικαίους καὶ ἁγίους. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, ἔχει τὴ δύναμη
νὰ παίρνει σκιὲς ἀνθρώπων, συντρίμματα ψυχῶν· νὰ παίρνει λάσπη καὶ
βοῦρκο καὶ μὲ αὐτὰ τὰ ὑλικὰ νὰ δημιουργεῖ καλλιτεχνήματα, ἀνθρώπινα
πρότυπα. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ μόνον αὐτή, μπορεῖ νὰ παίρνει
βαρυποινίτες ἀπὸ τὰ κάτεργα τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ τοὺς ἀναδεικνύει ἀσκητὲς
καὶ ὁσίους, μάρτυρες καὶ ὁμολογητές. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμάσια μὲ
μοναδικὸ ἀντίτιμο ἕνα δάκρυ· ἕναν λόγο, «ἁμάρτησα, Κύριε»· ἕνα «Θεέ μου,
ἐλέησέ με καὶ συγχώρησέ με τὸν ἁμαρτωλό»· ἕνα ταπεινὸ γονάτισμα καὶ μία
ταπεινὴ, εἰλικρινή καί ἐκ βάθους ψυχῆς ὁμολογία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν μας,
κάτω ἀπὸ τὸ πετραχήλι τοῦ Πνευματικοῦ.
Κι
ὅμως αὐτή τή Μάνα, μέ τίς ἄπειρες εὐεργεσίες, ὄχι μόνο δέν τήν
εὐχαριστοῦμε καί δέν τήν εὐγνωμονοῦμε, ὅσο θά τῆς ἄξιζε, ἀλλά πολλές
φορές καί τήν ἀγνοοῦμε καί τή λησμονοῦμε καί τήν πικραίνουμε. Ἀδικοῦμε
πραγματικά τούς ἴδιους τούς ἑαυτούς μας, ὅταν ἀρνούμαστε τήν μητρική
ἀγκαλιά τῆς Ἐκκλησίας μας ἤ μετέχουμε σ’ Αὐτή μέ ἕνα ἀλλοτριωμένο
κοσμικό καί ὀρθολογιστικό τρόπο, χωρίς οὐσιαστικό βίωμα, χωρίς συνειδητή
συμμετοχή στά Ἱερά Μυστήριά Της, χωρίς ἀποδοχή καί τήρηση τῶν ἐντολῶν
τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας.
Ἀγνοώντας,
ὅμως, καί λησμονώντας τήν Ἐκκλησία, ἀγνοοῦμε καί λησμονοῦμε τόν ἴδιο τό
Χριστό, ἀφοῦ Αὐτός εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, Αὐτός ἐνεργεῖ μέσα
στήν Ἐκκλησία, Αὐτός μᾶς ἀγαπᾶ, μᾶς σώζει καί μᾶς ἁγιάζει καί μᾶς
δοξάζει καί τελικά μᾶς θεώνει διά τῆς Ἐκκλησίας.
Κι
ἐνῶ ὁ Κύριος καί Θεός μας Ἰησοῦς Χριστός, πού ταπεινώθηκε, σαρκώθηκε,
σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε καί ἀναλήφθηκε γιά νά θεώσει τήν ἀνθρώπινη φύση
μας, εἶναι τό κέντρο τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, τό κέντρο τῆς Ἱστορίας καί
τῆς Πίστεώς μας, τό κέντρο τῶν Θείων Γραφῶν καί τῆς Θείας Λατρείας,
δυστυχῶς, δέν ἀποτελεῖ πάντοτε καί τό κέντρο τῆς ψυχῆς μας, τῆς διανοίας
μας, τῆς καρδιᾶς μας, τό κέντρο τοῦ εἶναι μας. Δέν γίνεται ὁ κύριος
σκοπός τῆς ζωῆς μας, τό ἀγαλλίαμά μας, ὁ πόθος μας καί ἡ λαχτάρα μας.
Πολλές φορές ἐκθρονίζουμε στήν πράξη τόν Χριστό ἀπό τή ζωή μας, ἀπό τίς
συναναστροφές μας, τίς συζητήσεις μας καί τίς ἀναζητήσεις μας, ἀπό τή
σκέψη μας καί τή γλώσσα μας, ἀκόμα κι ἀπ’ τήν προσευχή μας. Ἡ πρώτη
ἐντολή Του, τό «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ
ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου» (Μάρκ. ιβ´, 30)
δέν δονεῖ τό εἶναι μας, δέν ἀποτελεῖ τήν κύρια μέριμνά μας, τήν
πεμπτουσία τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγώνα.
Ἀλλά,
παρά τή δική μας ἀμέλεια, τή ραθυμία, τή χλιαρότητα καί τήν περί τά
πνευματικά νωθρότητά μας, ὁ ἐράσμιος Νυμφίος τῶν ψυχῶν μας, ὁ γλυκύτατος
Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, δέν παύει νά κρούει τή θύρα τῆς ψυχῆς μας
καί νά μᾶς ἀπευθύνει στοργικά, ἐπίμονα, ἀλλά καί διακριτικά τόν παρήγορο
λόγο Του ζητώντας τήν ἐπιστροφή μας στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας.
Ἀλήθεια,
πόσο ἀγνώμονες, πόσο ἄσοφοι ἀοδεικνυόμαστε, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Δημιουργός
τοῦ Παντός, ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων, ὁ
ἀνενδεής καί Παντοδύναμος Κύριος, ὁ φοβερός Θεός, «Ὅν φρίσσει καί τρέμει
τά Χερουβείμ», ὁ Πλάστης καί Θεός μας, ἔρχεται τόσο κοντά μας! Γίνεται ὁ
πολυεύσπλαγχνος Πατέρας μας, ὁ ἀδελφός μας καί ὁ πιστός φίλος μας,
ἕτοιμος νά μᾶς προσφέρει τά πάντα, θυσιάζοντας τόν ἴδιο τόν ἑαυτό Του!
Ἔρχεται νά μᾶς ὑπηρετήσει «ὡς ὁ διακονῶν», νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά βάρη
καί τίς θλίψεις, νά μᾶς χαρίσει τά παρόντα καί τά μέλλοντα ἀγαθά Του! Κι
ἐμεῖς —ὤ τῆς παραφροσύνης!— τολμοῦμε πολλάκις νά Τόν ἀγνοοῦμε, νά τόν
περιφρονοῦμε, δυστυχῶς, ἀκόμη καί νά Τόν ὑβρίζουμε καί νά Τόν
βλασφημοῦμε, κατόπιν βέβαια τῆς ὑποκινήσεως τοῦ διαβόλου! Ὤ τῆς μεγάλης
σου εὐσπλαχνίας Κύριε!
Ἀδελφοί,
«ἰδοὺ νῦν (τώρα, σήμερα, ὄχι αὔριο) καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν
(τώρα, σήμερα, ὄχι αὔριο) ἡμέρα σωτηρίας», μᾶς παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος (Β´ Κορ. ϛ´, 2). Τώρα νά μετανοήσουμε, σ’ αὐτή τή ζωή μόνο
ὑπάρχει τό ἔλεος καί ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ὁ θάνατος καραδοκεῖ ἀνά
πᾶσα στιγμή, ἡ αὐλαία πέφτει ὁσονούπω, ἡ Κρίσις ἐγγύς, ἀκριβοδίκαιη καί
ἀδέκαστη.
Ἀδελφοί μας ἀγαπητοί καί περιπόθητοι!
«Στῶμεν
καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου»! Εἶναι φοβερή ἡ ὥρα τῆς Κρίσεως καί ἡ κόλαση ἡ
μεγαλύτερη συμφορά, τό φοβερώτερο κακό. Τά δεινά τῆς κολάσεως δέν ἔχουν
καμμία σύγκριση μέ τίς συμφορές τῆς παρούσης ζωῆς. Ἄς εὐχόμαστε κανείς
ἄνθρωπος στόν κόσμο νά μήν δοκιμάσει τήν ἄφατη ὀδύνη της. Ἄς μή παίζουμε
«ἐν οὐ παικτοῖς». Τό διακυβευόμενο εἶναι ἡ ἀθάνατη ψυχή μας καί τό
αἰώνιο μέλλον μας. Δυστυχῶς, πολλοί ἄνθρωποι, ἀκόμη καί χριστιανοί, δέν
πιστεύουν ἤ ἀμφιβάλλουν γιά τήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, δέν πιστεύουν
στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, δέν πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Παράδεισος καί
Κόλαση. Εἶναι πραγματικά φοβερό! Στήν μέλλουσα κρίση τά σώματα ὅλων τῶν
κεκοιμημένων θά ἀναστηθοῦν καί θά ἐπανασυνδεθοῦν τό καθένα μέ τήν ψυχή
του καί θά ἀνασυγκροτηθεῖ, ἔτσι, ὁ ὅλος ἄνθρωπος ἀνακαινισμένος καί
ἀφθαρτοποιημένος.
Στήν
ἄλλη ζωή ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θά δοῦμε τόν Θεό, θά δοῦμε τήν ἄκτιστη δόξα,
τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ, αὐτό τό ἔνδοξο φῶς καί τήν ἄκτιστη δόξα πού
εἶδαν οἱ τρεῖς μαθητές στό ὄρος Θαβώρ κατά τήν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου
μας. Τό ἄκτιστο αὐτό φῶς εἶναι ἀνέσπερο, γλυκύτατο, χαριέστατο, αἰώνιο,
καί πληροῖ τόν ἄνθρωπο ψυχοσωματικά μέ ὑπερκόσμια καί ἀκατάληπτη
εὐφροσύνη καί ἀνέκφραστη ἡδονή, εἰρήνη καί χαρά. Ὅσοι, ὅμως, δέν θά
εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένοι ἀπό αὐτή τήν ζωή, μᾶς τονίζουν οἱ
Πατέρες, αὐτοί θά δοῦν αὐτή τήν δόξα, αὐτό τό φῶς ὡς πῦρ καταναλίσκον,
δηλαδή ὡς πνευματική φωτιά πού κατακαίει. Εἶναι ἕνα θέμα τεράστιο,
δύσκολο, ἀλλά κεφαλαιώδους καί μοναδικῆς σημασίας, γιά τό ὁποῖο ταπεινά
προτείνουμε, ὁ Σύλλογός σας, κύριε Πρόεδρε, νά διοργανώσει σύντομα μία
εἰδική ὁμιλία ἤ μᾶλλον ἡμερίδα στήν ὁποία θά μποροῦν νά ὑποβληθοῦν καί
ἐρωτήσεις.
Καλό
θά ἦταν, λοιπόν, καί στίς εὐχές μας, σέ γιορτές ἤ διάφορες ἄλλες
περιστάσεις, νά χρησιμοποιεῖται κι ἀπό τούς λαϊκούς ἀδελφούς μας, ἡ εὐχή
τῶν Μοναχῶν: «Καλή μετάνοια, καλόν Παράδεισο» καί νά μήν κτυποῦμε ξύλο,
ὅταν ἀκοῦμε τήν λέξη θάνατος, ἀφοῦ αὐτός εἶναι τό πιό βέβαιο γεγονός
πού θά μᾶς συμβεῖ. Ἄλλωστε, δέν εἴμαστε μόνιμοι κάτοικοι αὐτῆς τῆς γῆς,
ἀλλά πάροικοι, ἔνοικοι τῆς γῆς. Εἴμαστε ὁδίτες καί ὄχι πολίτες αὐτοῦ τοῦ
κόσμου. Ὁ δρόμος γιά τόν Παράδεισο, ἀδελφοί, εἶναι ἕνας. Εἶναι ὁ δρόμος
πού βάδισαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι: ὁ δρόμος τῆς μετανοίας, τῆς θεογνωσίας, τῆς
ἐπιστροφῆς στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας. Ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς στήν
Ἐκκλησία μας καί στήν Ἁγία Παράδοσή της.
Ἡ
σύγχρονη κοινωνία ἔχει περιέλθει σέ ἀφάνταστο βαθμό καταπτώσεως καί
ἀποστασίας. Γι’ αὐτό καί πρέπει νά ἐπανέλθουμε στήν παλιά εὐσέβεια, στό
φόβο τοῦ Θεοῦ, στήν ἁγία ἁπλότητα. Νά ἐπανέλθουμε ὅλοι, Κληρικοί,
Μοναχοί καί λαϊκοί, στήν πραότητα, στήν ταπείνωση, στήν ἀκακία, στήν
ἀφελότητα τῆς καρδίας, στήν κατά Θεόν γνώση καί σοφία. Καί ν’ ἀρχίσουμε
ἀπό ἁπλά, μικρά καί ἴσως τυπικά, κατά τό φαινόμενο, πράγματα· ἀλλά στήν
πραγματικότητα πολύ σπουδαῖα καί οὐσιαστικά.
Καί
ἄν ἡ μετάνοια καί ἡ πνευματική ἐγρήγορση εἶναι ἀπαραίτητη γιά κάθε
περίοδο τῆς ζωῆς μας, εἶναι πολύ περισσότερο ἀπαραίτητες σήμερα, πού τό
κύμα τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀντιθεΐας, τοῦ νεοπαγανισμοῦ, τῆς εἰδωλολατρείας,
τῆς σύγχυσης, τοῦ θρησκευτικοῦ ἀποχρωματισμοῦ, τοῦ συγκρητιστικοῦ
οἰκουμενισμοῦ καί τῆς πανθρησκείας τῆς Νέας Ἐποχῆς μᾶς κατακλύζει καί
σάν πνευματικός λίβας μαραίνει καί κατακαίει τά ἄνθη καί τούς καρπούς
τῆς πατροπαράδοτης εὐλάβειας, τῆς παράδοσης, τῶν ἀξιῶν καί τῶν ἰδανικῶν
τοῦ λαοῦ μας.
Ἐδῶ
βρίσκεται, πιστεύουμε, ἡ βασική αἰτία τῆς σύγχρονης ἀπαξίας καί
παρακμῆς, πού βιώνουμε ὡς λαός καί ὡς χώρα. Ἀπεμπολήσαμε ἀρχές καί
ἀξίες, ἀλλάξαμε ἤθη, ἔθιμα καί συμπεριφορές, θέσαμε ἄλλους στόχους καί
προτεραιότητες, νοθεύσαμε τά μέσα καί τίς διαδικασίες, ἀπωλέσαμε τό
μέτρο, ἐγκαταλείψαμε τήν χαρμολύπη. Βγάλαμε τόν Θεό ἀπό τήν ζωή μας καί
θεοποιήσαμε τούς ἑαυτούς μας, τήν λογική μας, τήν ἀτομική μας κρίση, τίς
ἀτομικές μας δεξιότητες, τό ἀτομικό μας θέλημα, τό ὑπερτροφικό καί
θεοποιημένο ΕΓΩ μας. Κι ὅλα αὐτά μέ τίμημα τήν ἀπώλεια τοῦ ἴδιου τοῦ
ἑαυτοῦ μας, τῆς συνειδήσεώς μας, τῆς ψυχικῆς μας ἠρεμίας καί ἰσορροπίας,
τῆς προσωπικῆς, οἰκογενειακῆς καί κοινωνικῆς μας γαλήνης καί εὐτυχίας.
Καί
εἶναι πραγματικά ὀξύμωρο τό γεγονός, ὅτι ἐνῶ ἡ σύχρονη ἐποχή τῆς
συνεχοῦς ροῆς πληροφοριῶν καί εἰδήσεων μᾶς παρέχει τήν δυνατότητα νά
κατέχουμε σέ καθημερινή βάση ἀμέτρητες γνώσεις γιά κάθε τί πού συμβαίνει
σέ κάθε γωνιά τοῦ πλανήτη μας, νά μένουμε ἀδαεῖς καί ἀπληροφόρητοι γιά
τά καίρια καί σωτηριολογικῆς καί αἰώνιας σημασίας ζητήματα τῆς ζωῆς μας,
λόγῳ τῆς πολυμέριμνας καί τῶν ἀπαιτήσεων τῆς καθημερινότητας, πού
συνεχῶς αὐξάνουν. Αὐτή ἡ καθημερινότητα μᾶς ἀπορροφᾶ καί καταλήγουμε νά
ταυτιζόμαστε μαζί της σέ βαθμό, πού εἶναι πλέον δύσκολο νά
ἀπεγκλωβιστοῦμε καί μάλιστα ὅταν ἔχουν περάσει καί τά χρόνια, καθώς
δύσκολα ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος σέ μεγάλη ἡλικία. Ζῶντας ἔτσι, οὐσιαστικά δέν
προλαβαίνουμε νά γνωρίσουμε καί νά μάθουμε γιατί ζοῦμε, ποιός εἶναι ὁ
τελικός σκοπός τῆς ζωῆς μας, ἄν ὑπάρχει ἄλλη ζωή καί τί θά συναντήσουμε
σ’ αὐτή, τί εἶναι ἡ ψυχή μας καί ποιά εἶναι τά γνωρίσματά της, τί εἶναι ἡ
Κόλαση καί τί ὁ Παράδεισος.
Γι’ αὐτό καί εἶναι κατεπείγουσα ἀνάγκη:
Α´. Νά πάρουμε καί πάλι στά χέρια μας τόν Συναξαριστή,
τούς βίους τῶν Ἁγίων μας, πού κατά τόν Ἅγιο Ἰουστῖνο τόν Πόποβιτς εἶναι
ἡ Ὀρθόδοξη Ἐγκυκλοπαίδεια, τόν Εὐεργετινό, τά Γεροντικά, τήν Ἁμαρτωλῶν
Σωτηρία, τόν Ἅγιο Νικόδημο, τόν Ἀββᾶ Δωρόθεο, τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό,
τόν Παπουλάκο… Καί κυρίως καί πρωτίστως νά ἀρχίσουμε νά μελετᾶμε
τακτικά καί εὐλαβικά τήν Ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, καί τά
πατερικά κείμενα, πού ἑρμηνεύουν καί ἀναλύουν τήν Ἁγία Γραφή.
Β´. Νά ἔχουμε εὐπρεπισμένο εἰκονοστάσι στό σπίτι μας
—ὄχι στό σαλόνι γιά ἐπίδειξη—, ἀλλά σέ ἰδιαίτερο χῶρο, ἄν ὑπάρχει ἡ
δυνατότητα, ὅπου θά μποροῦμε νά ἀποσυρθοῦμε γιά προσευχή. Εἰκονοστάσι μέ
εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων, τῶν ὁποίων φέρουμε
τά ὀνόματα, μέ Σταυρό, μέ ἀναμμένη κανδήλα, μέ τή Σύνοψη, τό Συνέκδημο,
τά Προσευχητάρια. Εἰκονοστάσι, ὅπου, ὅπως οἱ παλιές εὐλαβεῖς
οἰκογένειες, θά φυλάσσουμε καί ὅλα τά ἁγιαστικά (τά βάγια, τόν βασιλικό,
λάδι ἤ μῦρο ἀπό προσκυνήματα, τό Μεγάλο ἁγιασμό κ.λπ.). Τό ἀναμμένο
καντήλι, ὅπως λένε οἱ γεροντάδες, δείχνει τήν ζωντανή μας σχέση μέ τόν
Χριστό καί τήν Ἐκκλησία.
Γ´. Νά
μάθουμε νά λέμε τήν ἁγιασμένη, πολύ θεολογική καί περιεκτική
μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, δηλαδή τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν
ἁμαρτωλό». Νά τήν λέμε μέ πόθο καί λαχτάρα, ἐπικαλούμενοι τό
γλυκύτατο Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά τήν εἰρήνευση καί τήν
προκοπή τήν δική μας, τῆς οἰκογενείας μας, γιά τήν ὑγεία καί τήν πρόοδο
τῶν παιδιῶν μας, γιά τήν ἴαση τῶν ἀσθενῶν, γιά τήν ἀνάπαυση καί τήν
σωτηρία τῶν κεκοιμημένων μας, γιά τήν ἐπίλυση τῶν ποικίλων προβλημάτων
καί δυσκολιῶν μας, γιά τήν σωτηρία τῆς πατρίδος μας καί τήν εἰρήνη
ὁλόκληρου τοῦ κόσμου.
Ἄς
προσπαθοῦμε νά διατηροῦμε τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ καί τό Πανάγιο Ὄνομά Του
στό νοῦ καί τήν καρδιά μας, ἀκόμη καί μέσα στίς μέριμνες, ἀκόμη καί μέσα
στήν πίεση καί τήν κόπωση τῆς καθημερινότητος, ὅπου κι ἄν βρισκόμαστε
καί ὅσο μποροῦμε. Ὁ χαριτωμένος ἅγιος Γέροντας Ἐφραίμ Καντουνακιώτης μᾶς
προέτρεπε: «Νὰ λέγῃς παιδί μου τὴν εὐχή, “Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν
με”, ἡμέρα καὶ νύχτα συνέχεια. Ἡ εὐχὴ θὰ τὰ φέρῃ ὅλα. Ἡ εὐχὴ περιέχει τὰ
πάντα, περικλείει τὰ πάντα, αἴτησι, παράκλησι, πίστι, ὁμολογία,
θεολογία κλπ. Ἡ εὐχὴ νὰ λέγεται χωρὶς διακοπή. Ἡ εὐχὴ θὰ φέρῃ ὀλίγον
κατ᾿ ὀλίγον εἰρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα».
Καί
ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει μέ γλαφυρότητα γιά τήν μονολόγιστη
εὐχή: «Μέγα γάρ ὅπλον εὐχή, θησαυρός ἀνελλιπής, πλοῦτος μηδέποτε
δαπανώμενος, λιμήν ἀκύμαντος, γαλήνης ὑπόθεσις, καί μυρίων ἀγαθῶν ῥίζα
καί πηγή καί μήτηρ ἐστίν ἡ εὐχή, καί αὐτῆς τῆς βασιλείας δυνατωτέρα.
Εὐχή χειμαζομένων λιμήν, κλυδωνιζομένων ἄγκυρα, σαλευομένων βακτηρία,
πενήτων θησαυρός, πλουτούντων ἀσφάλεια, νοσημάτων ἀναίρεσις, ὑγιείας
φυλακή· εὐχή καί τά ἀγαθά ἡμῖν ἀκίνητα διατηρεῖ, καί τά κακά μεταβάλλει
ταχέως· κᾄν πειρασμός ἐπέλθῃ, ῥᾳδίως ἀποκρούεται· κᾄν ζημία χρημάτων,
κᾄν ὁτιοῦν ἕτερον τῶν λυπούντων ἡμῶν τήν ψυχήν, ἅπαντα ἀπελαύνει ταχέως·
εὐχή λύπης ἁπάσης φυγαδευτήριον, εὐθυμίας ὑπόθεσις, διηνεκοῦς ἡδονῆς
ἀφορμή, φιλοσοφίας μήτηρ· ὁ δυνάμενος εὔχεσθαι μετά ἀκριβείας, κᾄν
ἁπάντων πενέστερος ᾖ [κι ἄν εἶναι φτωχότερος ὅλων], πάντων ἐστί
πλουσιώτερος· ὥσπερ ὁ τῆς εὐχῆς πάλιν ἐστερημένος, κᾄν ἐν αὐτῷ καθέζηται
τῷ θρόνῳ τῷ βασιλικῷ πάντων ἐστί πενέστερος [ἔτσι, αὐτός πού δέν κάνει
τήν εὐχή, ἀκόμη κι ἄν κάθεται σέ βασιλικό θρόνο, εἶναι φτωχότερος ἀπό
ὅλους]».
Ἀδελφοί,
σᾶς βεβαιώνω ὅτι τά προβλήματά μας καί τά θέματά μας τά λύνει ὁ Χριστός
μας, διά πρεσβειῶν τῆς Παναγίας μας καί τῶν Ἁγίων μας, καί ὄχι ἐμεῖς οἱ
ἄνθρωποι εἴτε κληρικοί εἴτε μοναχοί εἴτε λαϊκοί. Εἶναι κατεπείγουσα
ἀνάγκη νά μάθουμε νά προσευχόμαστε καί γιά τά δικά μας προβλήματα καί
γιά αὐτά τῶν συγγενῶν καί φίλων μας. Ἡ ἔμπονη καί ἐπίμονη προσευχή εἶναι
αὐτή πού θά δώσει τίς, κατά Θεόν καί συμφέρουσες γιά μᾶς, λύσεις σέ ὅλα
τά ζητήματά μας, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι καί μεῖς, στό μέτρο τοῦ
δυνατοῦ, δέν θά παύουμε νά βοηθοῦμε καί νά συμπαραστεκόμαστε στούς
συνανθρώπους μας. Δέν θά ἀντικαθιστοῦμε, ὅμως, τόν Πάνσοφο καί
Πανελεήμονα Κύριό μας καί Θεό μας.
Δ´. Νά μάθουμε νά ἐκκλησιαζόμαστε μέ εὐλάβεια, τακτικότατα
-ὄχι μόνο στίς κηδεῖες, τούς γάμους καί τίς βαπτίσεις- καί μέ προσοχή
στά τελούμενα. Νά μήν ἀπουσιάζουμε ἀπό τίς θεῖες Λειτουργίες τῶν
Κυριακῶν καί τῶν μεγάλων ἑορτῶν ἐπικαλούμενοι ἄτοπες δικαιολογίες. Νά
προετοιμαζόμαστε ἀπό τήν προηγούμενη ἡμέρα, μέ σωματική καί ψυχική
καθαρότητα καί προετοιμασία, μέ περισυλλογή, μέ ἀνάπαυση, μέ προσευχή
καί μελέτη τῶν βίων τῶν Ἁγίων, τῶν Εὐαγγελικῶν καί Ἀποστολικῶν
Ἀναγνωσμάτων καί τῶν ὑποθέσων τῶν μεγάλων Ἑορτῶν.
Ε´. Νά τελοῦμε, κατά διαστήματα, τόν Μικρό Ἁγιασμό
καί –μιά φορά τουλάχιστον τόν χρόνο– τό Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Εὐχελαίου
στά σπίτια μας γιά νά ἀποτρέπουμε μέ αὐτά, ὡς θεῖα ἀλεξικέραυνα, τήν
ἐπήρεια καί τήν ἐνέργεια τῶν δαιμόνων ἀπό τήν οἰκογένειά μας καί τό
σπίτι μας, καθώς καί τήν βασκανία, τήν ζηλοφθονία καί τήν βοή τῶν
πονηρῶν καί κακοποιῶν ἀνθρώπων. Ἐπισημαίνουμε στό σημεῖο αὐτό καί
ἐπιμένουμε ἰδιαιτέρως: ὅτι ὁ Χριστιανός δέν πρέπει ποτέ, σέ καμμία
περίπτωση, νά καταφεύγει γιά τήν ἐπίλυση προβλημάτων (ἀρρώστιες παιδιῶν,
συγγενῶν, ἀποκατάσταση κ.λπ.) σέ μάγους, φωτισμένους, φωτισμένες
ἀστρολόγους, χαρτορίχτρες, μέντιουμ κ.λπ.). Εἶναι μεγίστη ἁμαρτία καί
μέγας κίνδυνος, τό νά προστρέχουμε σέ τέτοια πρόσωπα τοῦ Σατανᾶ. Ὁ Ἅγιος
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τό θεωρεῖ μάλιστα «ξεβάπτισμα». Εἶναι
προτιμώτερο νά πεθάνει τό παιδί μέσα στήν Ἐκκλησία, μᾶς λέγει ὁ ἴδιος
ἅγιος, νά μήν παντρευτεῖ τό παιδί, παρά νά ζήσει ἤ νά ἀποκατασταθεῖ, μέ
τή βοήθεια τοῦ Σατανᾶ —κι αὐτό, βεβαίως, ἀμφίβολο— παρά νά χάσει τήν
ψυχή του. Οἱ ἐξαρτημένοι, ἄλλωστε, ἀπό τήν μαγεία καί τόν σατανισμό, ἄν
δέν ἀπελευθερωθοῦν μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τήν ἐξάρτηση
αὐτή, καταλήγουν τελικά καί ψυχασθενεῖς.
Νά μήν παραλείπουμε τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ —καί μάλιστα σωστά— καί τήν προσευχή πρίν καί μετά τό φαγητό.
Δέν εἶναι καθόλου μιά τυπική συνήθεια αὐτό· εἶναι εὐλογία καί προστασία
ἀπό κάθε ἐπήρεια δαιμονική καί βασκανία (πολλές φορές φαγητά ἤ
γλυκίσματα, πού μᾶς προσφέρθηκαν, ἦταν μολυσμένα ἀπό μαγικά)… Ἀλλά
ἀποτελεῖ καί εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστία πρός τόν δωρεοδότη καί τροφοδότη
Κύριό μας καί Θεό μας.
Νά
κάνουμε πολλές φορές κατά τή διάρκεια τῆς ἡμέρας καί σωστά τό σημεῖο
τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ —εἶναι ὁμολογία αὐτό καί πολύ δυνατή
προσευχή—, κατά τήν εἴσοδο καί ἔξοδο ἀπό τό σπίτι μας, ἀπό τό χῶρο τῆς
ἐργασίας μας, ἀπό τό αὐτοκίνητό μας, σέ στιγμές δύσκολες πού
χρειαζόμαστε περισσότερο τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μήν κυκλοφοροῦμε ποτέ
χωρίς τόν ἐπιστήθιο σταυρό ἐπάνω μας.
Νά
μάθουμε νά βαδίζουμε τόν ἴσιο δρόμο καί μέ τό σταυρό στό χέρι καί νά
εἴμαστε σίγουροι —παρά τά λεγόμενα περί τοῦ ἀντιθέτου— ὅτι θά ἔχουμε σ’
αὐτή τή ζωή τή διαρκή εὐλογία καί προστασία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί στήν ἄλλη
ζωή θά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός τῶν ἐπουρανίων Του ἀγαθῶν.
Ϛ´. Νά ἀρχίσουν οἱ νοικοκυρές, ὅσες δέν τό κάνουν, νά ζυμώνουν πρόσφορα μέ εὐλάβεια καί μέ εἰδική προετοιμασία,
νά προσφέρουν τό νᾶμα, τό καθαρό κερί καί τό θυμίαμα γιά τήν Θεία
Λειτουργία, μαζί μέ τά ὀνόματα, ζώντων καί κεκοιμημένων, σημειώνοντας
καί ὑπογραμμίζοντας τό ὄνομα μέ ἰδιαίτερη ἀνάγκη (καλό θά ἦταν καί μέ τό
αἴτημά του). Ἡ μνημόνευση τῶν ὀνομάτων καί ἡ προσφορά τῶν δώρων γιά τήν
τέλεση τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀποδίδουν τή μεγαλύτερη
ὠφέλεια σέ ζῶντες καί κεκοιμημένους, ὅση ὠφέλεια δέν μπορεῖ νά προσφέρει
καμμία ἄλλη προσευχή ἐπί τῆς γῆς. Ἰδίως γιά τούς κεκοιμημένους μας, πού
δέν ἔχουν πλέον τή δυνατότητα νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους καί
περιμένουν μόνον ἀπό ἐμᾶς. Καλές οἱ δωρεές καί τά στεφάνια, ἀλλά ἡ Θεία
Λειτουργία γιά τούς ἀνθρώπους μας εἶναι ἡ ἀναντικατάστατη ἀνακούφιση καί
παρηγοριά τους.
Πολύ
ὠφέλιμο θά ἦταν νά τελοῦμε καί Θεῖες Λειτουργίες (ν’ ἀνοίγουμε τίς
Ἐκκλησιές, ὅπως συνηθίζει νά τό λέει ὁ λαός μας) ὑπέρ τῶν οἰκογενειῶν
μας, τῶν συγγενῶν μας, τῶν φίλων μας καί τῶν κεκοιμημένων μας, μή
παραλείποντας καί ὅλα τά διατεταγμένα (κόλλυβα καί ὑψώματα γιά τούς
Ἁγίους μας, ἀρτοκλασίες, μνημόσυνα, τρισάγια καί κόλλυβα γιά τούς
κεκοιμημένους μας).
Ζ´. Νά
ἀφήνουμε στόν Θεό μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί ἐλπίδα τόν ἑαυτό μας, τήν
οἰκογένειά μας, τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων καί τῶν ὑποθέσεών μας,
ἀποφεύγοντας τήν ὀρθολογιστκή ὀργάνωση καί ἀντιμετώπιση τῆς προσωπικῆς
καί οἰκογενειακῆς ζωῆς.
Νά
διδάξουμε στά παιδιά μας ἀπό μικρά τό φόβο τοῦ Θεοῦ, τίς Ἀλήθειες τοῦ
Εὐαγγελίου, τό σκοπό τῆς ζωῆς μας, τό ἐφήμερο τῶν ἐγκοσμίων, τή
μεταφυσική-ὑπερβατική πραγματικότητα, τήν ἀγάπη στήν Ἐκκλησία, στά Ἱερά
Μυστήρια καί στήν προσευχή. Μαζί μέ τή μόρφωση τοῦ ἐγκεφάλου καί τῶν
σωματικῶν δεξιοτήτων, πού θεωρεῖται σήμερα πανάκεια, νά μορφώσουμε
συγχρόνως καί τίς ψυχές τῶν παιδιῶν μας, τόν νοῦ τους καί τήν καρδιά
τους, γιά νά διαπλάσουμε ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες καί νά τούς
δώσουμε τά σημαντικώτερα ἐφόδια.
Νά
τά μάθουμε ἀπό μικρά νά εἶναι ταπεινά, ὄχι ἐγωκεντρικά καί φίλαυτα, νά
ἔχουν σεβασμό στούς γονεῖς καί στούς μεγαλυτέρους, γενικώτερα. Εἶναι
σημαντικό ἀπό μικρά νά μάθουν νά φιλοῦν τό χέρι τῶν γονέων καί τῶν
παπούδων, ἄν ὑπάρχουν, κάθε βράδυ καί νά ζητοῦν συγχώρηση γιά τυχόν
ἀταξίες, ὅπως καί νά δίνουν πρόθυμα συγχώρεση στά ἀδέλφια τους, ἀλλά καί
στούς γονεῖς τους γιά τυχόν παραλείψεις, αὐστηρότητες καί προστριβές.
Ἔχει μεγάλη σημασία, ἀδελφοί, νά γνωρίζουν τά παιδιά ὅτι παντοῦ καί μέσα
στήν οἰκογένεια ὑπάρχει τάξη καί ἱεραρχία καί ὅτι οἱ γονεῖς εἶναι, μετά
τόν Θεό καί τούς Ἁγίους, τά πιό σεβαστά καἱ ἱερά πρόσωπα. Γι’ αὐτό καί
δέν πρέπει νά ἀντιδροῦμε μέ ἀσέβεια πρός τούς γονεῖς μας, ἤ νά τούς
ὑβρίζουμε καί νά τούς ἀπειλοῦμε ἤ καί τό πιό φοβερό νά «σηκώσουμε χέρι»
ἐπάνω τους, ὅσο ἁμαρτωλοί καί ἄν εἶναι. Τά πρόσωπα τῶν γονέων μας εἶναι
κάτω ἀπό τά εἰκονίσματα τῶν Ἁγίων μας. «Εὐχαί γονέων στηρίζουσι τέκνα».
Θά
θέλαμε νά ἐπιμείνουμε μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση στό ζήτημα τῆς συγχωρήσεως,
καθώς καί τῆς φιλοτιμίας, τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἀνοικτοκαρδίας. Οἱ
δύο αὐτές ἀρετές, ἡ φιλανθρωπία καί ἡ συγχώρηση, μᾶς κάνουν νά
ὁμοιάζουμε μέ τόν Θεό μας, ὁ Ὁποῖος εἶναι, κυρίως, φιλάνθρωπος καί
συγχωρητικός. Ὅσοι διαθέτουν αὐτές τίς δύο ἀρετές ποτέ δέν θά τούς
ἀφήσει ὁ Θεός νά φύγουν ἀμετανόητοι ἀπό αὐτή τήν γῆ. Ἡ ἀγάπη Του θά τούς
συντροφεύει καί σέ αὐτή τήν ζωή καί στήν ἄλλη ζωή.
Νά
μιλοῦμε περισσότερο στόν Θεό γιά τά παιδιά μας, παρά στά παιδιά μας γιά
τόν Θεό. Ἡ μεγαλύτερη περιουσία πού θά τούς ἀφήσουμε εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη
Πίστη καί ζωή, ἡ ἐλπίδα τους στόν Θεό καί ἡ βαθειά συναίσθηση ὅτι χωρίς
τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει προκοπή καί εὐτυχία.
Ἡ
ὑπερβολική μέριμνα νά ἐξασφαλίσουμε τό μέλλον τῶν παιδιῶν μας μέ ὅσα
περισσότερα μποροῦμε χρήματα, κτήματα, οἰκήματα κ.λπ. ὄχι μόνο δέν
συμβαδίζει μέ τό γνήσιο χριστιανικό φρόνημα, ἀλλά συσσωρεύει στούς μέν
γονεῖς ἄγχος, ὑπερπροστασία, ὑπερεργασία, ὑπερκόπωση, συχνά καί
ἀπροθυμία στή φιλανθρωπία, ἀλλά καί στά παιδιά καλλιεργεῖ τή
φιλοκτημοσύνη, τήν φιλαργυρία, τήν ὀκνηρία, τήν πονηρία, τήν ἀχαριστία,
τίς διαρκεῖς ἀπαιτήσεις, ἀλλά καί τήν ἀδυναμία νά ἐκτιμήσουν τούς κόπους
τῶν γονέων τους καί γι᾿ αὐτό συχνά ὁδηγοῦνται στήν κατασπατάληση τῶν
ἀγαθῶν πού κληρονομοῦν καί ὄντας ἀνίκανα νά σταθοῦν στή ζωή
ἐξαθλιώνονται.
Μή
ζητᾶμε εὐτυχία κοσμικοῦ τύπου, πολλά χρήματα, κτήματα, οἰκήματα καί
ἐπιτυχίες. Εἶναι πλάνη φοβερή νά ἐκζητοῦμε ἄλυπο, ἄκοπο καί ἀναίμακτο
βίο. «Οὐδείς ἀνέβη εἰς τόν Οὐρανόν μετ’ ἀνέσεως», μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος
Ἰσαάκ ὁ Σῦρος.
Νά
ἐπιμείνουμε στίς Ἑορτές τῶν Ἁγίων μας· μή καταλύοντας, τιμώντας τόν
Ἅγιο, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα φέρουμε, καί τήν νηστεία, ὅταν εἶναι ἡμέρα
νηστείας. Νά καταργήσουμε τά πάρτι καί τά γενέθλια, τά ἐκ τῆς Δύσεως
προερχόμενα καί γιά λόγους ἐμπορικούς προβαλλόμενα καί ἐπιβαλλόμενα,
ἀλλά καί γιά λόγους οἰκογενειακῆς προβολῆς προτιμώμενα…
Η´. Φοβερές πληγές γιά
τίς οἰκογένειες, ἀκόμη καί τίς χριστιανικές, εἶναι ἡ πανούργα καί
πλανερή μόδα, τό ἀκριβό ντύσιμο, πού κρύβει κοσμικότητα, φιλαρέσκεια,
ἐνίοτε καί ἀνηθικότητα, τό πολυτελές σπίτι καί αὐτοκίνητο, τά ἄφθονα καί
ἐξεζητημένα ξενικά φαγητά καί ποτά, ἡ κοσμική ζωή καί διασκέδαση, ἡ
ἄσκοπη ἐνασχόληση μέ θέματα ἀνούσια καί συχνά ἐπιβλαβῆ (χόμπυ, πολυέξοδα
παιχνίδια κ.λπ.), ἡ σπατάλη χρημάτων καί χρόνου, πού ἀφαιρεῖται πάντοτε
ἀπό τό χρόνο πού ἀνήκει στήν ψυχή μας, ἄν ὑπάρχει τέτοιος χρόνος, καί
πολλά ἄλλα. Ὅλα αὐτά, ἀλλότρια τῆς εὐλαβείας καί τοῦ χριστιανικοῦ τρόπου
ζωῆς, πέραν τοῦ ὅτι μᾶς ἀποπροσανατολίζουν, καθηλώνοντάς μας σέ φθηνά
καί ἀνάξια λόγου γήϊνα πράγματα, γίνονται πολλές φορές αἰτίες τραγωδιῶν
μέσα στίς οἰκογένειες: γιά νά ἱκανοποιηθοῦν ἀπαιτήσεις προτιμᾶται τό
εὔκολο κέρδος διά τῆς πλαγίας ὁδοῦ, κλοπές, χρηματιστήρια, συζυγικές
ἀπιστίες, διαζύγια, κ.λπ.
Γνώμη
μας εἶναι —θά φανεῖ ἴσως σκληρή καί γιά πολλούς ἀνεφάρμοστη- ὅτι εἶναι
ἀνάγκη νά βγεῖ ἡ τηλεόραση ἀπό τό σπίτι ἤ ἔστω νά ἐλέγχεται πολύ αὐστηρά
ἡ χρήση της. Εἶναι τό μεγαλύτερο κακό μέσα στό ἴδιο μας τό σπίτι, στό
ἴδιο μας τό δωμάτιο, πού εἶναι τό ἱερό καί τό ἄσυλό μας. Πόσο διορατικός
καί προφητικός εἶναι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός! Ἡ τηλεόραση δέν εἶναι
ἁπλῶς ὁ διάβολος μές στό κουτί μέ τά κέρατά του στίς στέγες τῶν σπιτιῶν
μας· εἶναι λεγεῶνες διαβόλων μέσα στά σπίτια μας καί μέ τή θέλησή μας
καί μέ τήν πληρωμή μας. Εἶναι σχολεῖο τοῦ κακοῦ, τοῦ ἐγκλήματος, τῆς
διαφθορᾶς, τῆς κάθε εἴδους διαστροφῆς, τοῦ νεοεποχίτικου τρόπου σκέψεως
καί ζωῆς, τοῦ σατανισμοῦ…. Εἶναι φοβερή ἡ ἀλλοίωση ἀπό τήν τηλεόραση,
ὄχι μόνο στά παιδιά καί στούς νέους, ἀλλά καί στούς ἐνηλίκους καί στούς
γέρους.
Τά
ἴδια, βεβαίως, ἰσχύουν καί γιά τά κινητά τηλέφωνα καί τό internet καί
κυρίως γιά τά λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ὅπως τό facebook
(φέισμπουκ) κ.ἄ. πού ἀποτελοῦν μία ἀνοικτή πληγή καί μία συνεχή ἀπειλή
γιά τά παιδιά, ἀλλά πολλές φορές καί γιά τούς ἐνήλικες.
Ἡ
τηλεόραση, τό internet, τά κινητά τηλέφωνα (ρόζ τηλέφωνα κ.λπ.)
ἀποτελοῦν τά σύγχρονα διαφθορεῖα πού ἀναπαράγουν καί προβάλλουν ὅλες τίς
ἔκφυλες καί διεστραμμένες καταστάσεις, τήν ὁμοφυλοφιλία, τούς γκέι
γάμους, τίς ἐλεύθερες σχέσεις, τά σύμφωνα συμβίωσης καί τόσα ἄλλα.
Εἶναι,
ἐπίσης, τραγικό αὐτό πού συμβαίνει καί γιά τό ὁποῖο κατά μέγα μέρος
εὐθύνονται ἡ τηλεόραση, τό internet καί τά κινητά τηλέφωνα: ἡ ἔλλειψη
ἐπικοινωνίας καί διαλόγου μεταξύ τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας καί κυρίως
μεταξύ τῶν συζύγων. Ἡ ὑπεραπασχόληση, ἡ ὑπερεργασία πού συμπληρώνεται μέ
τήν ἐπί ὧρες καθήλωση μπροστά στήν τηλεόραση, στό κινητό ἤ τόν
ὑπολογιστή, μέχρι καί τίς μεταμεσονύκτιες ὧρες, οἱ ὁποῖες ἀφαιροῦν καί
τόν ἐλάχιστο ἐλεύθερο χρόνο ἀπό τούς συζύγους καί τά παιδιά, δημιουργοῦν
συνεχή ἐκνευρισμό, κόπωση, ἀποξένωση καί μύρια ὅσα δεινά. Γιά νά
εἴμαστε, ὅμως, εἰλικρινεῖς, τήν ἀπομόνωση, τόν ἐκνευρισμό, τίς
ἀτέλειωτες λογομαχίες καί τόν τραυματισμό τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν τά
δημιουργοῦν καί τά καλλιεργοῦν κυρίως ὁ ἐγωϊσμός τῶν γονέων, ἡ φιλαυτία
τους καί ἡ αὐτοδικαίωσή τους, ἡ ὁποία δέν γνωρίζει ἀγάπη, δέν γνωρίζει
συγχώρηση, δέν γνωρίζει σιωπή καί ὑπομονή. Σπίτι χωρίς συγγνώμη τό
ἐπισκέπτεται συχνά ἤ μᾶλλον κατοικεῖ μονίμως μέσα σ᾿ αὐτό ὁ σατανᾶς.
Νά
ἔχουμε συναίσθηση τῆς μηδαμινότητός μας. Ἀκόμη κι ἄν εἴχαμε τηρήσει ὅλο
τό Νόμο —πρᾶγμα δύσκολο γιά τόν ἄνθρωπο— καί πάλι ἀχρεῖοι δοῦλοι θά
εἴμασταν, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Σαφέστατα καί κατηγορηματικώτατα μᾶς
τό βεβαιώνει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ
ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν καὶ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν… ἐὰν εἴπωμεν
ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν (τὸν Θεὸν), καὶ ὁ λόγος
αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν» (Α´ Ἰωάν. 1, 8-10). Ἔτσι καλλιεργοῦμε τήν
πραγματική ταπείνωση, στήν ὁποία ἀναπαύεται ὁ Θεός καί ὄχι τήν
ταπεινολογία καί τήν ταπεινοσχημία. Κατά τό πατερικό λόγιο, ὁ Θεός
εὐλογεῖ ὅλο τόν κόσμο κάθε μέρα μέ τό ἕνα Του χέρι, τόν ταπεινό, ὅμως,
τόν εὐλογεῖ μέ τά δυό Του χέρια. Ἔτσι ἐξηγεῖται αὐτό πού τόνιζε
συχνά-πυκνά ὁ Γέροντας Γερμανός, ὅτι ὁ Θεός ἀγαπᾶ καί σώζει τόν ταπεινό
ἁμαρτωλό καί ἀποστρέφεται τόν ἀσεβή καί ὑπερήφανο δίκαιο. Γι’ αὐτό καί
νά μήν κάνουμε φίλους αὐτούς πού νομίζουν καί ὑποστηρίζουν ὅτι δέν ἔχουν
ἁμαρτίες. Εἶναι ψεύτες, ἀνόητοι καί ἀλαζόνες.
Θ´. Ἀφήσαμε τελευταῖο τό σπουδαιότατο ζήτημα τῆς τακτικῆς, εἰλικρινοῦς καί ἐν μετανοίᾳ Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως,
χωρίς τήν ὁποία δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε πνευματική ζωή καί, κατά
συνέπειαν, σωτηρία καί ἁγιασμό, καί μετοχή στήν Θεία Κοινωνία, στήν
ὁποία πρέπει νά προσερχόμαστε τακτικά κι ἐμεῖς καί τά παιδιά μας, μέ τήν
εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ. Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο, πού θά τό
ἀνοίξουμε, ὅμως, σέ μιά ἄλλη εὐκαιρία.
Προσφιλέστατοι ἀδελφοί μας,
Ὅλα
αὐτά τά ἐπισημαίνουμε ὄχι γιά νά σᾶς ἀπελπίσουμε, ἀλλά γιά νά βάλουμε
νέα ἀρχή μετανοίας, σύν Θεῷ, διά πρεσβειῶν καί δι’ εὐχῶν. Κι ἄν ἀκόμη
δέν μποροῦμε νά τά ἐπιτύχουμε ὅλα αὐτά, τοὐλάχιστον νά ἔχουμε τήν
αἴσθηση τῆς πνευματικῆς μας πενίας, τῶν πολλῶν μας ἐλλείψεων, τή
συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καί νά ζητοῦμε διαρκῶς τό ἔλεος τοῦ
Θεοῦ. Καί ὁ καλός Θεός, βλέποντας τήν συναίσθηση αὐτή, θά ἀναπληρώσει τά
ἐλλείποντα, ἀρκεῖ νά δεῖ καί τόν δικό μας συνεχή καί φιλότιμο ἀγώνα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί καί φίλοι,
Καλή
ἀρχή στόν ἀγώνα μας, μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας μας καί τῶν
Ἁγίων μας. Καλή καί Εὐλογημένη Χρονιά, καλή Μετάνοια, καλόν Παράδεισο.
Εὐχαριστοῦμε γιά τήν ἐγκάρδια ἀγάπη σας καί τήν θυσιαστική παρουσία σας.
https://christianvivliografia.wordpress.com/